Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ὅπως ἐπισημαίνει καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «σὲ τόσο σύντομο διάστημα εἶχαν γίνει τόσα καὶ τόσο μεγάλα ὑπὸ τοῦ ἁλιέως καὶ ἰδιώτου», ἐννοώντας τὸν Πρωτοκορυφαῖο τους ἀπόστολο Πέτρο. Γι’ αὐτὸ ὁ πολὺς λαὸς τοὺς τιμοῦσε καὶ τοὺς ἐγκωμίαζε, καὶ συνεχῶς αὔξανε ὁ ἀριθμὸς τῶν πιστῶν.

  • !

    Ἡ ὑπεροχὴ τοῦ ἀποστόλου Πέτρου δὲν περιοριζόταν μόνο στὴν ἡγετική του θέση ἀνάμεσα στοὺς Ἀποστόλους ἀλλὰ καὶ στὴ θαυματουργική του δράση· ἐδῶ πλέον ξεπέρασε καὶ τὸν Δοτήρα τοῦ ἰαματικοῦ χαρίσματος, τὸν Χριστό, ἐπαληθεύοντας τὴν προφητεία του: «Ὅποιος πιστεύει σὲ μένα, θὰ κάνει ὄχι μόνο τὰ ἔργα ποὺ κάνω ἐγώ, ἀλλὰ καὶ μεγαλύτερα».

  • !

    Καί, ναὶ μέν, τὰ θαύματα ἐπισφραγίζουν καὶ βεβαιώνουν τὴν ἀλήθεια τοῦ κηρύγματος· ὅμως ἡ Ἐκκλησία ποτὲ δὲν εἶδε τὰ θαύματα σὰν ἕνα ἀποτελεσματικὸ «περίστροφο στὸν κρόταφο», γιὰ νὰ πιστέψουν οἱ ἄπιστοι. Γι΄ αὐτὸ καὶ ποτὲ δὲν ἄφησε ἡ Ἐκκλησία τὰ θαύματα νὰ γίνουν βασικὸ στοιχεῖο τῆς ποιμαντικῆς της. Ἐξάλλου, ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου, τὰ θαύματα ἔχουν πολὺ περιοριστεῖ.

  • !

    Ὁ ἱερὸς Πατήρ, ἀπαντώντας στὴν ἐρώτηση «γιατί σήμερα δὲν γίνονται θαύματα;», λέει ὅτι αὐτὸ συμβαίνει «οὐχὶ ἀτιμάζοντος ἡμᾶς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ σφόδρα τιμῶντος». Δὲν εἶναι, λέει, ἐγκατάλειψη Θεοῦ ἡ μείωση τῶν θαυμάτων ἀλλὰ τιμὴ ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ ἐξηγεῖ ὅτι παλαιότερα γίνονταν περισσότερα θαύματα ἐπειδὴ «οἱ ἄνθρωποι εἶχαν πιὸ παχυλὴ καὶ ὑπνώττουσα διάνοια· ἦταν πιὸ ἀνόητοι· καὶ μόνο τὰ σωματικὰ καὶ χειροπιαστά τοὺς πτοοῦσαν καὶ τοὺς ξυπνοῦσαν σὲ γόνιμο προβληματισμό».

  • !

    Ἡ πρόσληψη καὶ ἡ «πέψη» τῶν «ρημάτων τῆς αἰωνίου ζωῆς» ἀπαιτοῦν πνευματικὴ ὡριμότητα καὶ κατανάλωση φαιᾶς οὐσίας. Ἀντίθετα, ἡ θαυματολογία δὲν ζητάει κόπο. Ἀκόμη καὶ ὁ σύγχρονος φιλόσοφος καὶ σημειολόγος Οὐμπέρτο Ἔκο τὸ ἐπισημαίνει, ὅτι ὁπωσδήποτε εἶναι πολὺ πιὸ «βολικὸ νὰ μιλᾶς στὸν ἄλλο γιὰ τὴν κεραυνοβόλο δράση ἑνὸς θαύματος», παρὰ νὰ ἱδρώνεις μελετώντας συστηματικὰ τὴ Βίβλο καὶ παλεύοντας μὲ τὰ ἐρωτήματα γιὰ τὴν ἀξιοπιστία της.

  • !

    Ἡ κατεξοχὴν «στερεὰ τροφὴ» ποὺ προσέφεραν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἦταν τὸ περὶ ἀναστάσεως κήρυγμα· γιὰ τοὺς καλοδιάθετους ποὺ «πεινοῦσαν καὶ διψοῦσαν τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ» ἦταν τροφὴ «βεβαιοῦσα καρδίαν»· γιὰ τοὺς ὑλόφρονες καὶ χορτασμένους ἀπὸ αὐτοδικαίωση Σαδδουκαίους ἦταν ὄχι ἁπλῶς κάτι ἀχώνευτο, ἀλλὰ ἀγκάθι ποὺ τοὺς ἐνοχλοῦσε τὴ συνείδηση· μία συνείδηση ποὺ τὴν εἶχαν σὲ «χειμερία νάρκη», ἀφοῦ δὲν πίστευαν σὲ ἀνάσταση καὶ σὲ λογοδοσία.

  • !

    Ὅμως Αὐτὸς ποὺ τοὺς ὑποσχέθηκε ὅτι «ἐγὼ θὰ εἶμαι μαζί σας πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» ἔστειλε ἄγγελό του καὶ τοὺς ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὴ φυλακὴ ἐνθαρρύνοντάς τους νὰ συνεχίσουν νὰ κηρύττουν τὸν «ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν»· Ἐκεῖνον ποὺ μὲ τὴν Ἀνάστασή του μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὴν αἰώνια φυλακὴ τοῦ ἅδη καὶ τοῦ θανάτου.

Καρποὶ τῆς Ἀνάστασης (Πράξ. ε΄ 12-20)

 

Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς σημερινῆς Κυριακῆς τοῦ Θωμᾶ δὲν εἶναι ἄσχετο μὲ τὸ ἑορταζόμενο γεγονὸς τῆς ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου ψηλαφήσεως τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ. Προφανῶς ἀνάμεσα στὰ χέρια τῶν Ἀποστόλων ποὺ τελοῦσαν θαύματα στὴ Στοὰ τοῦ Σολομῶντος ἦταν καὶ ἡ «φιλοπράγμων δεξιὰ» τοῦ Θωμᾶ ποὺ «ἐξηρεύνησε τὴν ζωοπάροχον πλευρὰν» τοῦ Χριστοῦ. Μόνο ποὺ ἡ θαυμαστὴ «ἐξερεύνησις» εἶχε γίνει σὲ ἕναν κλειστὸ χῶρο καὶ ἐνώπιον λίγων φοβισμένων μαρτύρων, ἐνῶ οἱ καρποὶ αὐτῆς τῆς πιστοποίησης, τὰ θαύματα τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, γίνονταν στὸν δημόσιο ἀνοικτὸ χῶρο τῆς Στοᾶς. Τώρα πλέον οἱ πρώην δειλοὶ μαθητὲς κήρυτταν μὲ παρρησία καὶ θάρρος τὴν καινούργια διδαχή.

Θαύματα ἀπὸ «ἁλιεῖς καὶ ἰδιῶτες»

Ἀπὸ τὴ μία ὁ φόβος ποὺ εἶχε προκαλέσει ἡ πρόσφατη διὰ θανάτου τιμωρία τῆς ὑποκριτικῆς καὶ πονηρῆς συμπεριφορᾶς τοῦ Ἀνανία καὶ τῆς Σαπφείρας, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ ἔκπληξη καὶ ὁ θαυμασμὸς γιὰ τὰ ὑπερφυσικὰ γεγονότα ποὺ τελοῦσαν οἱ Ἀπόστολοι, δὲν ἄφηναν πιὰ τὸ περιθώριο σὲ κανέναν μὴ πιστὸ νὰ φερθεῖ μὲ καταφρόνηση πρὸς τοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ. Κανεὶς δὲν τολμοῦσε νὰ τοὺς ἀπαξιώσει μὲ τὸν εὔκολο χαρακτηρισμὸ «ἀγράμματοι ψαράδες». Ὅπως ἐπισημαίνει καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «σὲ τόσο σύντομο διάστημα εἶχαν γίνει τόσα καὶ τόσο μεγάλα ὑπὸ τοῦ ἁλιέως καὶ ἰδιώτου», ἐννοώντας τὸν Πρωτοκορυφαῖο τους ἀπόστολο Πέτρο. Γι\’ αὐτὸ ὁ πολὺς λαὸς τοὺς τιμοῦσε καὶ τοὺς ἐγκωμίαζε, καὶ συνεχῶς αὔξανε ὁ ἀριθμὸς τῶν πιστῶν.

Ἡ ὑπεροχὴ τοῦ ἀποστόλου Πέτρου δὲν περιοριζόταν μόνο στὴν ἡγετική του θέση ἀνάμεσα στοὺς Ἀποστόλους ἀλλὰ καὶ στὴ θαυματουργική του δράση· ἐδῶ πλέον ξεπέρασε καὶ τὸν Δοτῆρα τοῦ ἰαματικοῦ χαρίσματος, τὸν Χριστό, ἐπαληθεύοντας τὴν προφητεία του: «Ὅποιος πιστεύει σὲ μένα, θὰ κάνει ὄχι μόνο τὰ ἔργα ποὺ κάνω ἐγώ, ἀλλὰ καὶ μεγαλύτερα». Τὸ νὰ ἀκουμπήσει κάποιος τὴν ἄκρη τοῦ ἱματίου τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ θεραπευθεῖ, συνέβη μὲ τὴν αἱμορροοῦσα. Τὸ νὰ φέρνουν ὅμως τοὺς ἀσθενεῖς σὲ κρεβάτια καὶ φορεῖα καὶ νὰ τοὺς βγάζουν στὶς πλατεῖες ὅπου θὰ περνοῦσε ὁ ἀπόστολος Πέτρος πιστεύοντας ὅτι καὶ μόνο ἡ σκιά του νὰ ἔπεφτε πάνω τους θὰ θεραπεύονταν, «τοῦτο ἐπὶ Χριστοῦ οὐ γέγονεν», βεβαιώνει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος.

Γιατί τότε καὶ ὄχι σήμερα;

Αὐθόρμητα ἴσως δημιουργεῖται τὸ ἐρώτημα: «Γιατί σήμερα δὲν γίνονται, ἂν ὄχι τέτοια, ἔστω τόσα θαύματα, ὅσα τότε;». Προφανῶς τότε ἦταν ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη νὰ στερεωθεῖ ἡ πίστη τῶν πρώτων μελῶν τῆς νεογέννητης Ἐκκλησίας. Ὁ εὐαγγελιστὴς Μάρκος κλείνει τὸ εὐαγγέλιό του γράφοντας ὅτι μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι «ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων». Καί, ναὶ μέν, τὰ θαύματα ἐπισφραγίζουν καὶ βεβαιώνουν τὴν ἀλήθεια τοῦ κηρύγματος· ὅμως ἡ Ἐκκλησία ποτὲ δὲν εἶδε τὰ θαύματα σὰν ἕνα ἀποτελεσματικὸ «περίστροφο στὸν κρόταφο», γιὰ νὰ πιστέψουν οἱ ἄπιστοι. Γι΄ αὐτὸ καὶ ποτὲ δὲν ἄφησε ἡ Ἐκκλησία τὰ θαύματα νὰ γίνουν βασικὸ στοιχεῖο τῆς ποιμαντικῆς της. Ἐξάλλου, ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου, τὰ θαύματα ἔχουν πολὺ περιοριστεῖ. Μάλιστα ὁ ἱερὸς Πατήρ, ἀπαντώντας στὴν ἐρώτηση «γιατί σήμερα δὲν γίνονται θαύματα;», λέει ὅτι αὐτὸ συμβαίνει «οὐχὶ ἀτιμάζοντος ἡμᾶς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ σφόδρα τιμῶντος». Δὲν εἶναι, λέει, ἐγκατάλειψη Θεοῦ ἡ μείωση τῶν θαυμάτων ἀλλὰ τιμὴ ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ ἐξηγεῖ ὅτι παλαιότερα γίνονταν περισσότερα θαύματα ἐπειδὴ «οἱ ἄνθρωποι εἶχαν πιὸ παχυλὴ καὶ ὑπνώττουσα διάνοια· ἦταν πιὸ ἀνόητοι· καὶ μόνο τὰ σωματικὰ καὶ χειροπιαστά τοὺς πτοοῦσαν καὶ τοὺς ξυπνοῦσαν σὲ γόνιμο προβληματισμό».

Καὶ αὐτὸ συνέβαινε ὄχι μόνο μὲ τοὺς «προσφάτως τῶν εἰδώλων ἀπηλλαγμένους» ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς νηπιόφρονες Ἰουδαίους, ποὺ ἀνάγκασαν καὶ τὸν ἀπόστολο Παῦλο νὰ διστάζει νὰ τοὺς προσφέρει «στερεὰ τροφὴ» καὶ νὰ τοὺς «ποτίζει γάλα» ὡς «ἔτι σαρκικοὺς» (Α\’ Κορ. 3,2). Ἡ πρόσληψη καὶ ἡ «πέψη» τῶν «ρημάτων τῆς αἰωνίου ζωῆς» ἀπαιτοῦν πνευματικὴ ὡριμότητα καὶ κατανάλωση φαιᾶς οὐσίας. Ἀντίθετα, ἡ θαυματολογία δὲν ζητάει κόπο. Ἀκόμη καὶ ὁ σύγχρονος φιλόσοφος καὶ σημειολόγος Οὐμπέρτο Ἔκο τὸ ἐπισημαίνει, ὅτι ὁπωσδήποτε εἶναι πολὺ πιὸ «βολικὸ νὰ μιλᾶς στὸν ἄλλο γιὰ τὴν κεραυνοβόλο δράση ἑνὸς θαύματος», παρὰ νὰ ἱδρώνεις μελετώντας συστηματικὰ τὴ Βίβλο καὶ παλεύοντας μὲ τὰ ἐρωτήματα γιὰ τὴν ἀξιοπιστία της.

Τὸ πιὸ «ἐνοχλητικὸ κήρυγμα»

Ἡ κατεξοχὴν «στερεὰ τροφὴ» ποὺ προσέφεραν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἦταν τὸ περὶ ἀναστάσεως κήρυγμα· γιὰ τοὺς καλοδιάθετους ποὺ «πεινοῦσαν καὶ διψοῦσαν τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ» ἦταν τροφὴ «βεβαιοῦσα καρδίαν»· γιὰ τοὺς ὑλόφρονες καὶ χορτασμένους ἀπὸ αὐτοδικαίωση Σαδδουκαίους ἦταν ὄχι ἁπλῶς κάτι ἀχώνευτο, ἀλλὰ ἀγκάθι ποὺ τοὺς ἐνοχλοῦσε τὴ συνείδηση· μία συνείδηση ποὺ τὴν εἶχαν σὲ «χειμερία νάρκη», ἀφοῦ δὲν πίστευαν σὲ ἀνάσταση καὶ σὲ λογοδοσία.

«Φυσικὴ» λοιπὸν ἀντίδραση τῶν Σαδδουκαίων ἦταν νὰ φυλακίσουν τοὺς Ἀποστόλους, oι ὁποῖοι ἐξάλλου εἶχαν παρακούσει καὶ τὴν πρὸ καιροῦ (Πράξ. 4,18) ἐντολὴ τῶν πρεσβυτέρων νὰ πάψουν νὰ μιλᾶνε γιὰ τὸν Χριστό. Ὅμως Αὐτὸς ποὺ τοὺς ὑποσχέθηκε ὅτι «ἐγὼ θὰ εἶμαι μαζί σας πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» ἔστειλε ἄγγελό του καὶ τοὺς ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὴ φυλακὴ ἐνθαρρύνοντάς τους νὰ συνεχίσουν νὰ κηρύττουν τὸν «ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν»· Ἐκεῖνον ποὺ μὲ τὴν Ἀνάστασή του μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὴν αἰώνια φυλακὴ τοῦ ἅδη καὶ τοῦ θανάτου.