Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ἡ θ. Λειτουργία ὁλόκληρη, τί ἄλλο εἶναι παρὰ μία ἀνάμνησις ἢ ἐπανάληψις μὲ τὴν ἀναίμακτη θυσία, τῆς αἱματηρῆς θυσίας ποὺ ἔγινε στὸν Γολγοθὰ γιὰ τὴν σωτηρία μας; Ἐὰν συμφωνῆτε μ’ αὐτά, τότε τί νέο ἀκοῦτε ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ ξένου καὶ εἶσθε ἕτοιμος ν’ ἀφήσετε ὅλα τὰ προηγούμενα καὶ ν’ ἀκολουθήσετε τὰ ἴχνη του, χωρὶς καλὰ καλὰ νὰ ξέρετε ποῦ θὰ σᾶς ὁδήγηση, γνωρίζοντας ὡστόσο ἀσφαλῶς ὅτι ὁ δρόμος ποὺ ἀκολουθήσατε ὥς τώρα εἶναι ὁ πραγματικός;

  • !

    Ἦταν στὴν ἀρχὴ μία Ἐκκλησία μὲ μία, ἀληθινή, πίστι. Ἦλθε ὅμως ὁ πειρασμός. Ὁ πάπας μὲ τὶς σοφιστεῖες τοy ξέπεσε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν πίστι. Αὐτὸς εἶναι ὁ πρῶτος βαθμὸς τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι. Ἀπὸ τοὺς ρωμαιοκαθολικοὺς ἢ παπικοὺς γεννήθηκαν οἱ διαμαρτυρόμενοι ἢ προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι μὲ ἄλλες σοφιστεῖες πλανήθηκαν καὶ ξέπεσαν ἀπὸ τὸν παπισμό. Αὐτὸς εἶναι ὁ δεύτερος βαθμὸς τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι.
    Ἀπὸ τοὺς προτεστάντες γεννήθηκε ἡ ἀγγλικανικὴ σοφιστεία. Εἶναι ὁ τρίτος βαθμὸς τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι.
    Ἀπὸ τὴν ἀγγλικανικὴ σοφιστεία γεννήθηκε ἐπὶ τέλους καὶ αὐτὸς ποὺ παρέσυρε τὸν κήρυκά σας μαζὶ μὲ ἄλλους καὶ κατάφερε νὰ τοὺς ὁδηγήση στὴν πλάνη. Ὅλοι αὐτοὶ βρίσκονται στὸν τέταρτο βαθμὸ τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι.

  • !

    Μὴ φαντασθῆτε ὅτι ὁ Κύριος ἐννοεῖ ἐδῶ ἐκείνους ποὺ δὲν γνωρίζουν τὸ ὄνομά Του. Ὄχι. Ἐννοεῖ ἀκριβῶς αὐτοὺς ποὺ καλύπτονται μὲ τὸ ὄνομά Του, ὁδηγώντας στὴν πλάνη. Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὰ ἀμέσως ἑπόμενα λόγια Του: «Πολλοὶ ἐροῦσι μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, Κύριε, Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν;» (Ματθ. 7, 22). Βλέπετε; Κηρύττουν τὸν Χριστὸ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς μᾶς προτρέπει νὰ φυλαγώμαστε ἀπ’ αὐτούς. Καὶ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως θὰ τοὺς πῆ: «Οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν» (Ματθ. 7, 23).

  • !

    Ἐδῶ θὰ σᾶς ἐπισημάνω ὅτι καὶ αὐτὴ τὴν πίστι μας στὸν Χριστό, πρέπει μὲ τέτοιο τρόπο νὰ τὴ δεχώμαστε, ὥστε νὰ εἶναι συνυφασμένη μὲ τὴν πίστι μας στὴν Ἁγ. Τριάδα. Διότι ἀκούγοντας κανεὶς διαρκῶς «σωτηρία ἐν Χριστῷ» εἶναι δυνατὸν τόσο πολὺ ἀποκλειστικὰ νὰ τυπωθῆ αὐτὴ ἡ ἀλήθεια μέσα του, ποὺ ν’ ἀτονίση ἡ σημασία τῆς Ἁγ. Τριάδος στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας καὶ ἔτσι νὰ καλυφθῆ ἡ Ἁγ. Τριὰς ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Αὐτὸ ὅμως σημαίνει παρέκκλισι ἀπὸ τὴν καθιερωμένη πορεία τῆς σωτηρίας. Καὶ δὲν εἶναι τίμιο νὰ ἐγκολπώνεται κανεὶς τὴν χριστιανικὴ πίστι καὶ μετὰ νὰ τὴν διαστρέφη.

  • !

    Τὸ Ἁγ. Πνεῦμα κατῆλθε στοὺς ἀποστόλους. Τοὺς ὁδηγοῦσε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης, τοὺς χαρίτωνε μὲ λόγο ζωογονικό, τοὺς ἐνδυνάμωνε στὴν πίστη. Ἐξαγίαζε καὶ ἐνίσχυε σὲ κάθε ἔργο ἀγαθό τοὺς χριστιανούς. Θεμελίωσε τὴν Ἐκκλησία καὶ οἰκοδομεῖ τὴν σωτηρία ὅλων τῶν τέκνων της. Χωρὶς τὸ Ἁγ. Πνεῦμα κανεὶς δὲν σώζεται. Οὔτε εἶναι δυνατὸν νὰ σωθῆ. Γι’ αὐτὸ εἶπε ὁ Κύριος: «Συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγὼ ἀπέλθω· ἐὰν γὰρ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς» (Ἰωάν. 16, 7). Εἶναι σὰν νὰ ἔλεγε: «Ἐὰν δὲν ἔλθη ὁ Παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, ματαία ἡ ἐνσάρκωσίς Μου, μάταιος ὁ θάνατος, ματαία καὶ ἡ ἀνάστασις. Θὰ μείνετε μακρυὰ ἀπὸ τὴν σωτηρία, διότι χωρὶς τὸ Ἁγ. Πνεῦμα δὲν μπορεῖτε νὰ μεταμορφωθῆτε, νὰ λάβετε τὰ χαρακτηριστικά τοῦ σεσωσμένου».

  • !

    Τὸ Ἁγ. Πνεῦμα κατῆλθε στοὺς ἀποστόλους καὶ κατόπιν διὰ μέσου αὐτῶν σὲ ὅλους τους πιστούς. Αὐτὸ διήγειρε τὴν πίστι σ’ ὅσους ἤθελαν νὰ πιστέψουν. Αὐτὸ ἐνίσχυε στὴν ἐκπλήρωσι τῶν ἐντολῶν ὅσους μὲ τὴν βοήθεια τῆς πίστεως ἔφθαναν στὴν ἀπόφασι νὰ ζήσουν ἅγια. Ὅ,τι συνέβαινε μὲ τοὺς ἀποστόλους, τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ μετέπειτα, τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ σήμερα διὰ μέσου τῶν διαδόχων τους, σύμφωνα μὲ τὴν τάξη ποὺ τὸ Ἁγ. Πνεῦμα θέσπισε. Ἔτσι ἡ θ. Χάρις παραμένει διαρκῶς μέσα στὴν ἁγία μας Ἐκκλησία, μέσα στὸ πλῆθος τῶν πιστῶν. Ὅλους τοὺς φωτίζει, ὅλους τοὺς ἐνισχύει, ὅλους τοὺς ἁγιάζει.

  • !

    Πρέπει νὰ πιστέψουν οἱ ἄνθρωποι. «Πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν; πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος; πῶς δὲ κηρύξουσιν ἐὰν μὴ ἀποσταλῶσι; (Ρωμ. 10, 14-15). Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ λάβουμε μὲ τὰ μυστήρια τὴν θ. Χάρι. Ἀλλὰ πῶς θὰ γίνει αὐτὸ χωρὶς τοὺς «ὑπηρέτες Χριστοῦ καὶ οἰκονόμους μυστηρίων Θεοῦ;» (Α’ Κορινθ. 4, 1). Εἶναι ἀναγκαῖο νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς θεῖες ἐντολές, ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνη χωρὶς τὴν χειραγώγησι ἀπὸ τὰ κατάλληλα ὄργανα τοῦ Θεοῦ ποὺ θὰ μᾶς συμβουλεύουν, θὰ μᾶς ἐφιστοῦν τὴν προσοχή, θὰ μᾶς διορθώνουν τὰ λάθη, θ’ ἀνορθώνουν ὅσους πέφτουν, θὰ ἐπαναφέρουν στὸν ἴσιο δρόμο ὅσους λοξοδρομοῦν… Γιὰ τὴν οἰκοδομὴ τῆς σωτηρίας εἶναι λοιπὸν ἀπαραίτητα τὰ πρόσωπα, ποὺ θὰ ἐνεργοῦν σύμφωνα μὲ τὸ θεῖο θέλημα, ποὺ θὰ διδάσκουν τὴν πίστη, θ’ ἁγιάζουν μὲ τὴν θ. Χάρη διὰ μέσου τῶν μυστηρίων καὶ θὰ χειραγωγοῦν στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Εἶναι ἀπαραίτητοι οἱ ποιμένες, οἱ χαρισματοῦχοι καὶ θεόκλητοι.

  • !

    Ἂς ἀνακεφαλαιώσουμε λοιπὸν ἐδῶ ὅλα τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας καὶ ἂς τονίσουμε: Θέλετε νὰ σωθεῖτε; Νὰ πιστεύετε σὲ ὅλη τὴν ἀλήθεια, ὅπως τὴν ἀποκάλυψε ὁ Θεός. Νὰ δέχεσθε τὴν ἐνίσχυσι τῆς θ. Χάριτος ποὺ προσφέρεται μὲ τὰ μυστήρια. Νὰ ἐφαρμόζετε πάντοτε στὴν ζωὴ σας τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγησι τῶν θεοπροβλήτων ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ὅλα αὐτὰ μέσα στὸ πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας, μέσα στοὺς νόμους της καὶ στὶς διατάξεις της, ἑνωμένος ζωντανὰ καὶ ἄρρηκτα μαζί της. Ἔτσι θὰ σωθῆτε.

  • !

    Εἰλικρινὰ ὁμολογεῖ τὸν Κύριο μόνον ἐκεῖνος ποὺ πιστεύοντας σ’ Αὐτόν, ἁγιάζεται μὲ τὰ μυστήρια καὶ ἀντλεῖ δυνάμεις ἀπ’ αὐτά, ζεῖ ἅγια σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, κάτω ἀπὸ τὴν χειραγώγησι τῶν πνευματικῶν πατέρων καὶ μέσα στὸ πνεῦμα τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Αὐτὸς εἶναι ὁ πραγματικὸς ὁμολογητής! Καὶ ὄχι ἐκεῖνος ποὺ μόνο μὲ τὰ χείλη ὁμολογεῖ τὸν Κύριο. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ θεολόγος, στὴν πρώτη του καθολικὴ ἐπιστολὴ γράφοντας γιὰ τὴν πραγματικὴ ὁμολογία, ἐννοεῖ ἀκριβῶς μία τέτοια ἔμπρακτη ὁμολογία.

Ἀντιμετώπισις ἑνὸς αἱρετικοῦ

 

Μὲ πολλὴ εὐχαρίστησι ἀναλαμβάνω νὰ σᾶς ἀπαντήσω, ἢ σωστότερα, νὰ συζητήσω μαζί σας τὰ ὅσα ἀναφέρετε στὴν ἀξιόλογη ἐπιστολή σας. Κι ἐγώ, πρίν μοῦ γράψετε, κάτι εἶχα ἀκούσει, ἀλλὰ δὲν εἶχα δώσει ἀνάλογη προσοχή. Τώρα ὅμως βλέπω ὅτι στὴ περιοχὴ σας ἀρχίζει ν\’ ἀνάβη μία πυρκαγιὰ καὶ γι\’ αὐτὸ σπεύδω νὰ σᾶς ἀπαντήσω ὅ,τι ὁ Θεὸς μὲ φωτίσει.

Α\’. Γράφετε: «Μᾶς ἐμφανίσθηκε κάποιος κήρυκας τῆς πίστεως ποὺ φαίνεται εὐγενὴς καὶ περιέρχεται τὰ σπίτια ὄχι μόνο τῶν πλουσίων, ἀλλὰ καὶ τῶν φτωχῶν, διαβάζει τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ ἑρμηνεύει, διδάσκει τὴν πίστι στὸν Χριστὸ καὶ παρακινεῖ στὴν μετάνοια. Κοντά μου κατοικεῖ ἕνας φτωχὸς βιβλιοδέτης. Στὸ σπίτι του ἔρχεται αὐτὸς ὁ κήρυκας καὶ συγκεντρώνει ἀρκετὸ κόσμο. Πῆγα κι ἐγὼ δύο φορὲς ἐκεῖ. Ἀκούγεται μάλιστα ὅτι καὶ σὲ ἄλλα μέρη κηρύττει καὶ συγκεντρώνει πολὺ κόσμο».

Ἂς σταματήσουμε τὸ γράμμα σας στὸ σημεῖο αὐτό. Καθαρὰ φαίνεται ἐδῶ ὅτι ὁ νέος αὐτὸς κήρυκας τῆς πίστεως, δὲν εἶναι κήρυκας τῆς Ἐκκλησίας. Πῶς διδάσκει τὴν πίστι στὸν Χριστὸ χωρὶς νὰ ἔχη ἀναγνωρισθῆ σὰν ἱεροκήρυκας ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία;

Αὐτὸ εἶναι γεγονὸς πρωτάκουστο! Ἔπρεπε νὰ συλλογισθῆτε ὅτι κάτι ὕποπτο συμβαίνει ἐδῶ καὶ νὰ τηρήσετε τὸν ἑαυτό σας σὲ ἐπιφυλακή. Συμπεριφερθήκατε ἔτσι; Δούλεψε καθόλου ἡ κρίσις σας ἐρευνώντας, ἐὰν εἶναι σωστὰ αὐτὰ ποὺ ἀκοῦτε, ἤ ἐὰν ὁδηγοῦν σὲ καλό; Νὰ τί ἔπρεπε ἐξ ἀρχῆς νὰ κάνετε.

Λέτε στὴν συνέχεια ὅτι διδάσκει πίστι στὸν Χριστὸ καὶ ὁμιλεῖ διαρκῶς ἀπὸ τὰ Εὐαγγέλια. Αὐτὸ ἀκριβῶς θὰ ἔπρεπε νὰ σᾶς κάνη πιὸ προσεκτικό. Γιατί σᾶς διδάσκει πίστι στὸν Χριστό; Μήπως εἶσθε τάταρος ἤ μογγόλος; Ἐσεῖς ἀπὸ παιδὶ πιστεύετε στὸν Χριστὸ καὶ ζῆτε μέσα στοὺς κόλπους τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατὰ τὸ παράδειγμα ὅλων τῶν ἁγίων, ποὺ δοξάσθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅταν λοιπὸν ἄρχισε νὰ διδάσκη περὶ πίστεως στὸν Χριστὸ σὲ σᾶς ποὺ ἤδη πιστεύετε, θὰ ἔπρεπε νὰ σκεφθῆτε ὅτι ἡ δική του πίστις πιθανὸν νὰ εἶναι διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν δική σας, τὴν πίστι δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὅταν ἄρχισε νὰ σᾶς προτρέπη νὰ πιστεύετε στὸν Χριστό, ἔπρεπε νὰ τὸν ρωτούσατε:

– Γιατί μᾶς τὸ λὲς αὐτό; Μήπως εἴμαστε ἀβάπτιστοι;

Καὶ ὅμως κανένας σας δὲν διαμαρτυρήθηκε. Λέγοντάς σας νὰ πιστεύετε στὸν Χριστό, σᾶς θεώρησε ἀπίστους. Καὶ σεῖς τὸ ἀκούσατε μὲ ἀπάθεια, σὰν νὰ ἤσασταν πραγματικὰ ἄπιστοι.

Ἐὰν κηρύττη διαφορετικὴ πίστι καὶ σεῖς συνεχίζετε νὰ τὸν ἀκοῦτε, τότε μαζὶ μ\’ αὐτὸν μειώνετε τὴν προηγούμενη πίστι σας, κατακρίνετε τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ ὅλους ὅσους σώθηκαν καὶ σώζονται στοὺς κόλπους της. Αὐτὸ εἶναι τὸ δεύτερο λάθος σας, μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ πρῶτο!

Ἐνῶ ζούσατε ἥσυχα καὶ εἰρηνικὰ καὶ φροντίζατε γιὰ τὴν σωτηρία σας, ἔρχεται κάποιος καὶ ἀρχίζει νὰ σᾶς κηρύττη:

– Γνωρίζετε κάτι; Ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ τὴν σωτηρία μας. Νὰ πιστεύετε σ\’ Αὐτόν, νὰ μετανοῆτε καὶ ἔτσι θὰ σωθῆτε.

Καὶ σεῖς σὰν ν\’ ἀκοῦτε κάτι τὸ πρωτάκουστο καὶ ἀσυνήθιστο, προσκολλάσθε σ\’ αὐτόν, ἕτοιμος ν\’ ἀφήσετε τὴν Ἐκκλησία σας, τοὺς ποιμένες σας καὶ ὅλα ὅσα προηγουμένως τιμούσατε σὰν μέσα ἁγιασμοῦ.

Πολὺ περίεργο αὐτό! Μήπως δὲν κοινωνούσατε τὸ ἄχραντο Σῶμα καὶ τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου; Μήπως στὸν Χριστὸ δὲν καταφεύγατε μὲ τὶς προσευχές σας καὶ σ\’ Αὐτὸν καὶ μόνο δὲν στηρίζατε τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας σας; Λοιπὸν τί τὸ ἰδιαίτερο, τί τὸ νέο, ποὺ νὰ μὴν τὸ ἔχετε στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιά σας, σᾶς ἀναγγέλλει αὐτὸς ὁ ἄγνωστος ξένος;

Σᾶς λέει: «Ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε γιὰ σᾶς. Πρέπει νὰ πιστεύετε σ\’ Αὐτὸν γιὰ νὰ σωθῆτε». Μήπως αὐτὸ δὲν ὁμολογῆτε κάθε μέρα στὸ σύμβολο τῆς πίστεως; «Πιστεύω … καὶ εἰς ἕνα Κύριον, Ἰησοῦν Χριστὸν … τὸν δι’ ἠμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἡμῶν …» . Τὸ ἴδιο ὁμολογεῖτε ψάλλοντας στὴν ἐκκλησία: «Ὁ μονογενὴς Υἱός… σταυρωθεὶς τε, Χριστὲ ὁ Θεός… σῶσον ἠμᾶς», η: «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ τῷ βασιλεῖ καὶ Θεῷ ἡμῶν» ἤ: «Σῶσον ἠμᾶς, Υἱὲ Θεοῦ…», ἤ: «Φῶς ἱλαρὸν ἁγίας δόξης… Υἱὲ Θεοῦ, ζωὴν ὁ διδούς…» , ἤ: «Νῦν ἀπολύοις… ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου…».

Ἡ θ. Λειτουργία ὁλόκληρη, τί ἄλλο εἶναι παρὰ μία ἀνάμνησις ἢ ἐπανάληψις μὲ τὴν ἀναίμακτη θυσία, τῆς αἱματηρῆς θυσίας ποὺ ἔγινε στὸν Γολγοθὰ γιὰ τὴν σωτηρία μας; Ἐὰν συμφωνῆτε μ\’ αὐτά, τότε τί νέο ἀκοῦτε ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ ξένου καὶ εἶσθε ἕτοιμος ν\’ ἀφήσετε ὅλα τὰ προηγούμενα καὶ ν\’ ἀκολουθήσετε τὰ ἴχνη του, χωρὶς καλὰ καλὰ νὰ ξέρετε ποῦ θὰ σᾶς ὁδήγηση, γνωρίζοντας ὡστόσο ἀσφαλῶς ὅτι ὁ δρόμος ποὺ ἀκολουθήσατε ὥς τώρα εἶναι ὁ πραγματικός;

Αὐτὸ εἶναι ἀκατανόητο! Μοιάζετε σὰν νὰ ψάλλετε ἕναν ὕμνο σὲ μία ἁρμονικὴ χορωδία καὶ ξαφνικὰ νὰ σταματᾶτε, προσέχοντας τὴν ξεχωριστὴ φωνὴ ἑνὸς ἀγνώστου ποὺ μπῆκε ἀπρόσκλητος στὴν χορωδία σας. Καθόλου δὲν σᾶς ἀπασχολεῖ, ἐὰν ἔκανε καλὰ αὐτὸς ὁ ξένος ποὺ ἄρχισε νὰ ψάλλη, οὔτε ἐὰν κάνατε καλὰ ἐσεῖς ποὺ σιωπήσατε.

Οἱ δόκιμοι ψάλτες λένε ὅτι τὸ νὰ ξεχωρίζη μία φωνὴ σὲ μία χορωδία εἶναι κάτι τὸ ἀντικανονικό. Καὶ ὅσοι θαυμάζουν τὴν φωνὴ αὐτὴ καταδικάζουν τὸν ἑαυτὸ τους ἀποδεικνύοντας ὅτι δὲν ἔχουν καλλιτεχνικὴ εὐαισθησία. Μ\’ αὐτοὺς μοιάζετε τώρα καὶ σεῖς ὅσον ἀφορᾶ τὸ θέμα τῆς σωτηρίας σας.

Μέχρι τώρα φροντίζατε μὲ ἐπιμέλεια τὴν σωτηρία σας, εἰρηνικὰ καὶ ἥσυχα, μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀδελφούς. Ξαφνικὰ ἐμφανίσθηκε αὐτὸς ὁ ξένος καὶ ἄρχισε νὰ τονίζη καὶ νὰ ἐπαναλαμβάνη μία ἀπὸ τὶς τόσες διδασκαλίες τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ σεῖς, στρέψατε τὴν προσοχὴ σας σ\’ αὐτόν. Ἐντυπωσιασθήκατε καὶ φαίνεσθε ἕτοιμος νὰ τὰ ἐγκαταλείψετε ὅλα καὶ νὰ τὸν ἀκολουθήσετε. Καθόλου δὲν σκεφθήκατε ἐὰν φέρεται σωστὰ αὐτὸς καὶ ἐὰν φέρεσθε σωστὰ καὶ σεῖς. Ὅσοι ἐκτιμοῦν τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας θὰ σᾶς χαρακτηρίσουν σὰν ἄγευστο τῆς πνευματικῆς ζωῆς.

Θὰ ἔπρεπε ἀκούγοντας τὰ πρῶτα του λόγια ν\’ ἀπομακρυνθῆτε ἀμέσως ἀπὸ κοντά του, ἐνῶ σεῖς συνδεθήκατε μαζί του καὶ συνδέεστε ὁλοένα καὶ περισσότερο.

Β. Γράφετε: «Ὁμιλεῖ διαρκῶς γιὰ τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ γιὰ τὴν σωτήρια θυσία Του. Ὁμιλεῖ μ\’ ἐνθουσιασμό. Τὸν ἀκοῦμε εὐχάριστα καὶ ὁλοένα μᾶς ἑλκύει».

Ἄραγε ξεχωρίσατε ἂν εἶναι Ὀρθόδοξος ἢ ἑτερόδοξος; Ἢ σκεφθήκατε ὅτι ἀφοῦ ὁμιλεῖ ρωσικά, ρῶσος θὰ εἶναι. Ἀφοῦ ὁμιλεῖ γιὰ τὸν Σωτήρα Χριστό, καὶ μάλιστα μ\’ ἐνθουσιασμό, ἀσφαλῶς δικός μας θὰ εἶναι, στὴν ἀλήθεια θὰ βρίσκεται καὶ τὴν ἀλήθεια θὰ κηρύττη. Ἑλκυσθήκατε μὲ ὅλα αὐτὰ καὶ πέσατε στὴν ἀπάτη.

Μπορεῖ νὰ εἶναι ρῶσος, ἀλλὰ δὲν ἔχει τὴν ρωσικὴ πίστι. Ἦταν Ὀρθόδοξος, ἀλλὰ ξέπεσε ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία. Εἶναι αἱρετικός! Μπορεῖ νὰ κηρύττη τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία, ἀλλὰ ὄχι ὅπως μᾶς τὴν δίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι. Μπορεῖ νὰ ὁμιλῆ μ\’ ἐνθουσιασμό, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν μαρτυρεῖ γιὰ τὴν ἀλήθεια τῶν λόγων του. Μᾶλλον ἀποδεικνύει ὅτι εἶναι ὁλόψυχα δοσμένος στὴν κακοδοξία του καὶ ἀγωνίζεται γι\’ αὐτή, σὰν νὰ εἶναι ἡ μόνη ἀλήθεια ἕνα συνονθύλευμα ἀπὸ αἱρέσεις καὶ πλάνες.

Ἄραγε ὅλα αὐτὰ εἶναι ἄγνωστα σὲ σᾶς; Καὶ μήπως σεῖς δὲν γνωρίζετε τίνος μαθητὴς εἶναι; Σύμφωνα μὲ τὸν δάσκαλο, κρίνετε καὶ τὸν μαθητή. Ἀσφαλῶς θὰ γνωρίζετε ὅτι ἦλθε κάποτε ἕνας ἀγγλικανὸς καὶ ἄρχισε νὰ περιοδεύη ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι καὶ νὰ ἐξαπατᾶ μὲ τὰ κηρύγματά του μερικοὺς δικούς μας, κυρίους καὶ κυρίες, ποὺ δὲν βάδιζαν σταθερὰ στὸν δρόμο τῆς ἀληθείας.

Ἀπ\’ αὐτοὺς τοὺς ἀπατημένους ξεπρόβαλε καὶ ὁ σημερινὸς κήρυκάς σας, ποὺ τώρα συνεχίζει τὸ ἔργο τῆς ἀπάτης τοῦ ἀγγλικανοῦ. Πηγαίνει παντοῦ καὶ προσπαθεῖ νὰ ὁδηγήση στὴν πλάνη καὶ ἄλλους. Ὅ,τι λοιπὸν πίστευε ὁ ἀγγλικανός, τὸ ἴδιο πιστεύει κι αὐτός. Ἔχουν κι οἱ δύο ξεπέσει ἀπὸ τὴν κρυστάλλινη ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ βρίσκονται στὸν τέταρτο βαθμὸ τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι, στὴν κακοδοξία καὶ στὴν αἵρεση.

Δὲν θὰ σᾶς ἐξηγήσω ἀναλυτικὰ αὐτὴ τὴν πτῶσι, ἀλλὰ συνοπτικὰ θὰ ἐκθέσω τὴν ἱστορικὴ πορεία της.

Ἦταν στὴν ἀρχὴ μία Ἐκκλησία μὲ μία, ἀληθινή, πίστι. Ἦλθε ὅμως ὁ πειρασμός. Ὁ πάπας μὲ τὶς σοφιστεῖες τοy ξέπεσε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν πίστι. Αὐτὸς εἶναι ὁ πρῶτος βαθμὸς τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι.

Ἀπὸ τοὺς ρωμαιοκαθολικοὺς ἢ παπικοὺς γεννήθηκαν οἱ διαμαρτυρόμενοι ἢ προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι μὲ ἄλλες σοφιστεῖες πλανήθηκαν καὶ ξέπεσαν ἀπὸ τὸν παπισμό. Αὐτὸς εἶναι ὁ δεύτερος βαθμὸς τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι.

Ἀπὸ τοὺς προτεστάντες γεννήθηκε ἡ ἀγγλικανικὴ σοφιστεία. Εἶναι ὁ τρίτος βαθμὸς τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι.

Ἀπὸ τὴν ἀγγλικανικὴ σοφιστεία γεννήθηκε ἐπὶ τέλους καὶ αὐτὸς ποὺ παρέσυρε τὸν κήρυκά σας μαζὶ μὲ ἄλλους καὶ κατάφερε νὰ τοὺς ὁδηγήση στὴν πλάνη. Ὅλοι αὐτοὶ βρίσκονται στὸν τέταρτο βαθμὸ τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι.

Στὸν βαθμὸ αὐτὸ βρίσκεται λοιπὸν ὁ αἱρετικὸς κήρυκάς σας καὶ γυρίζει ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι καὶ ἀποπλανᾶ τοὺς ὀρθοδόξους. Εἶναι γνήσιος μαθητὴς τοῦ ἀγγλικανοῦ ποὺ μᾶς ἦλθε προηγουμένως, ἐὰν φυσικὰ δὲν πρόσθεσε καὶ νέες σοφιστεῖες δικές του, ὁπότε θὰ βρίσκεται σὲ κάποιον πέμπτο βαθμὸ πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι. Αὐτὸς εἶναι ὁ κήρυκας ποὺ τόσο ἐκτιμᾶτε! Νὰ τὸν χαίρεσθε!

Ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀκέραιη καὶ καθαρὴ καὶ σωτήρια ἀλήθεια, δὲν βρίσκεται οὔτε στοὺς παπικοὺς οὔτε στοὺς προτεστάντες οὔτε στοὺς ἀγγλικανοὺς οὔτε στὸν κήρυκά σας. Βρίσκεται μόνο στὴν μία, ἀληθινὴ Ἐκκλησία, τὴν Ὀρθόδοξη. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ὅλοι οἱ ἄλλοι, ἐνῶ βρίσκονται στὴν πλάνη, πιστεύουν ὅτι αὐτοὶ κατέχουν τὴν ἀλήθεια. Ἡ ἀλήθεια ὅμως βρίσκεται μακρυὰ ἀπ’ αὐτούς.

Οἱ παπικοὶ ποὺ πρῶτοι ἀποσχίσθηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, θεωροῦν ὅτι ἀποκλειστικὰ μὲ τὸ μέρος τους εἶναι ἡ ἀλήθεια.

Οἱ προτεστάντες ποὺ κατηγόρησαν τὴν χρεοκοπία τῶν παπικῶν σὲ πολλὰ σημεῖα, ἀντὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὴν ἀλήθεια, ἀπομακρύνθηκαν περισσότερο ἀπὸ τοὺς παπικούς. Δὲν θεμελίωσαν τὴν καινούργια τους πίστι πάνω στὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ πάνω στὶς αἱρετικὲς σοφιστεῖες τους. Ὅσο κι ἂν ἰσχυρίζονται ὅτι κατέχουν τὴν ἀλήθεια, βρίσκονται πολὺ μακρυὰ ἀπ\’ αὐτή.

Στοὺς Ἄγγλους δὲν ἄρεσε ὁ γερμανικὸς προτεσταντισμὸς καὶ οἰκοδόμησαν δικό τους, στὰ μέτρα τους, σύμφωνα μὲ τὶς δικές τους ἀπόψεις καὶ ὄχι σύμφωνα μὲ τὶς αἰώνιες ἀλήθειες ποὺ ἀποκάλυψε ὁ Θεός. Ἀπομακρύνθηκαν ἀκόμη πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν σωστὴ πίστι, προσπαθώντας νὰ τὴν προσεγγίσουν μὲ ἀνθρώπινα μέσα.

Καὶ στὸν ἀγγλικανισμὸ καὶ στὸν προτεσταντισμὸ ξεφύτρωσαν ἀργότερα πολλὲς παραφυάδες. Τὰ σχίσματα καὶ οἱ αἱρέσεις πολλαπλασιάσθηκαν. Κάθε νέα παραφυάδα καυχιόταν ὅτι ἐπιτέλους βρῆκε τὴν ἀλήθεια. Στὴν πραγματικότητα ὅμως βυθιζόταν περισσότερο στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι. Ἀναζητοῦσαν ὅλοι τὴν ἀλήθεια ὄχι ἐκεῖ ποὺ ὁ ἀληθινὸς Θεὸς τὴν τοποθέτησε, ἀλλὰ στὶς δικές τους σοφιστεῖες. Γι\’ αὐτὸ δὲν ἀνακάλυψαν τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ ἐγκολπώθηκαν διάφορες σκιὲς τῆς ἀλήθειας. Στὶς σκιὲς θεμελίωσαν τὴν ὁμολογία πίστεώς τους, τὸ πιστεύω τους. Ἀνάμεσα σ’ αὐτὲς τὶς σκιὲς βρίσκεται καὶ τὸ περιεχόμενο τοῦ κηρύγματος ποὺ τώρα σᾶς ἑλκύει, ὅπως μοῦ γράφετε.

Ἐνῶ λοιπὸν στὴν Δύσι πολλαπλασιαζόταν ἡ αἵρεσις καὶ διαρκῶς ξεφύτρωναν ποικίλες κακοδοξίες, περισσότερο ἢ λιγότερο πλανεμένες, στὴν Ἀνατολὴ παρέμενε ἀμετάβλητη στὴν πίστι της ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ ἀληθινὴ Ἐκκλησία ποὺ σὰν θησαυροφυλάκιο περιέχει τὴν θεία ἀλήθεια. Ἡ Ὀρθοδοξία πιστεύει καὶ περιφρουρεῖ τὴν ἀλήθεια ποὺ ἀνήγγειλε ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς καὶ φύτεψαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοί Του. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, τὰ τέκνα τῆς ἀληθινῆς Ἐκκλησίας, διατηροῦμε τὴν θεόσδοτη καὶ μόνη ἀλήθεια καὶ μένουμε ἀσάλευτοι στὴν πίστι μας. Ἐνῶ πέρασαν τόσοι αἰῶνες, διατηρήθηκε ἀλώβητη καὶ ἀναλλοίωτη ἡ ἀλήθεια στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἔφθασε μέχρι σέ μᾶς, ὅπως κηρύχθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἁγίους ἀποστόλους Του. Στέκεται ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία στὴν ἀλήθεια, γι\’ αὐτὸ στεκόμαστε καὶ μεῖς σ\’ αὐτή. Χρεωστοῦμε εὐγνωμοσύνη στὸν Κύριο ποὺ εὐδόκησε νὰ γεννηθοῦμε στοὺς κόλπους τῆς ἀληθινῆς, Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Ἐνῶ σεῖς ἀπὸ μικρὸς γαλουχηθήκατε μὲ τὴν αἰωνόβια ἀλήθεια, ὁ ψευδοκήρυκάς σας μόλις χθὲς διδάχθηκε τὴν πλάνη. Ὡστόσο αὐτὸς δὲν διστάζει παντοῦ νὰ διακηρύττη τὴν κακοδοξία του, ἐνῶ σεῖς χωρὶς καμία διάκρισι στραφήκατε πρὸς αὐτὸν καὶ κινδυνεύετε ν\’ ἀποκοπῆτε ἀπὸ τὴν ἁγία Ἐκκλησία καὶ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀλήθεια αὐτὴ ζοῦσε στὴν πίστι τῶν πατέρων μας, τῶν πάππων καὶ προπάππων μας, ὅλων γενικὰ τῶν ρώσων ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ φωτίσθηκαν, τὴν ἐποχὴ τοῦ ἰσαποστόλου ἁγίου Βλαδιμήρου, ἐδῶ καὶ χίλια περίπου χρόνια.

Πόσους καὶ πόσους ἁγίους δὲν ἀνέδειξε ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας, ποὺ δέονται ὑπὲρ ἡμῶν ἐνώπιον τοῦ Κυρίου! Πόσοι καὶ πόσοι δὲν εὐαρέστησαν στὸν Θεὸ καὶ δὲν πλημμύρισαν μὲ τὴν Θεία Χάρη, ὅπως φανερώνουν τὰ ἄφθαρτα λείψανά τους ποὺ εἶναι σκορπισμένα σὲ ὅλη τὴν ρωσικὴ γῆ! Καὶ ξαφνικὰ ἔρχεται αὐτὸς ὁ ψευδοκήρυκάς σας, ποὺ μόλις χθὲς πλανήθηκε στὸ ψέμα καὶ βυθίστηκε στὸ σκοτάδι, καὶ προσπαθεῖ νὰ σᾶς ἀποσπάση ἀπὸ τὴν ἁγία αὐτὴ χορεία…

Ἀλλὰ ἂς πᾶμε ἀκόμη πιὸ πέρα. Ἡ ἴδια ὁμολογία πίστεως καὶ ὁ ἴδιος δρόμος σωτηρίας ἀκολουθεῖται καὶ ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους λάβαμε τὸ φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας. Μελετῆστε τὴν ἱστορία τους καὶ διὰ μέσου πολλῶν αἰώνων θὰ φθάσετε μέχρι τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ποὺ ὑποστήριξαν καὶ ἐπιβεβαίωσαν τὰ δόγματα τῆς πίστεώς μας, τὴν οἰκουμενικὴ ἀλήθεια. Μελετῆστε τὴν ἱστορία τῶν Συνόδων ποὺ συγκροτήθηκαν μέχρι τὸν Μ. Κωνσταντῖνο καὶ παντοῦ θ\’ ἀντιληφθῆτε τὴν ἴδια ἀλήθεια νὰ ἐγκολπώνεται ἀπὸ ἀναρίθμητα πλήθη πιστῶν καὶ νὰ βασιλεύη στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης.

Ἂς προχωρήσουμε ἀκόμη πιὸ πέρα. Μελετῆστε τοὺς αἰῶνες τῶν διωγμῶν μέχρι τὴν ἐποχὴ τῶν ἁγίων ἀποστόλων. Θὰ διαπιστώσετε καὶ ἐκεῖ τὴν ἴδια ὁμολογία πίστεως καὶ τὸν ἴδιο δρόμο τῆς σωτηρίας, ποὺ καὶ μεῖς τώρα ἀκολουθοῦμε. Καὶ αὐτὸ ποὺ δίδασκαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, τὸ παρέλαβαν ἀπὸ τὸν Κύριο. Καὶ ὅ,τι ἔλεγε καὶ ἔκανε ὁ Υἱός, τὸ ἔλεγε καὶ τὸ ἔκανε σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Πατρὸς μέσα στὸ μυστήριο τῆς Ἁγ. Τριάδος.

Νὰ ἀπὸ ποῦ ξεκινᾶ ἡ πίστις μας! Νὰ ποῦ εἶναι ἡ πηγή της! Νὰ πῶς ἀνέβλυσε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς θεότητος! Νὰ πῶς ἔρρεε διὰ μέσου τῶν αἰώνων καὶ ἔφθασε μέχρι σέ μᾶς! Καὶ αὐτὴ τὴν θεία καὶ αἰωνόβια πίστι ἤσασταν ἕτοιμος νὰ τὴν πετάξετε καὶ νὰ τὴν ἀντικαταστήσετε μὲ τὸ ψέμα, τὸ ὁποῖο διαλαλεῖ ὁ ψευδοκήρυκάς σας, ποὺ μόλις χθὲς ἐξαπατήθηκε! Ὑπάρχει σ\’ αὐτὸ καμιὰ λογική;

Γ. Ἀντιλαμβάνομαι τὶς ἀντιδράσεις τόσο τὶς δικές σας, ὅσο καὶ τῶν συνακροατῶν σας: «Μὰ τί ψέμα κηρύττει; Αὐτὸς τὴν ἀλήθεια ἀναγγέλλει, τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία διδάσκει, τὸ Εὐαγγέλιο εὐαγγελίζεται».

Σταθῆτε λίγο. Μὴ βιάζεστε στὶς ἀντιδράσεις σας. Ἂς βάλουμε τὰ πράγματα στὴν θέσι τους: Ἐπιτρέπεται νὰ μιλᾶμε γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ θολὰ καὶ ὕπουλα; Ἐπιτρέπεται νὰ διδάσκουμε τὸν σωτήριο δρόμο καὶ νὰ ὁδηγοῦμε τοὺς ἀκροατὲς στὴν καταστροφή; Αὐτὸ δὲν ἔκαναν πάντα οἱ αἱρετικοί; Πόσες καὶ πόσες διδασκαλίες δὲν ὑπῆρχαν ποὺ διέστρεφαν τὴν ἀλήθεια καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν αἱρεσιάρχη Ἄρειο, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτόν… Ὅλες αὐτὲς ἀποδοκιμάσθηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀναθεματίσθηκαν.

Ἀναρίθμητες αἱρέσεις ἐμφανίσθηκαν στὴν Δύσι. Ὅλες ὅμως ἀπορρίφθηκαν ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία, παρ\’ ὅλο ποὺ κηρύττουν τὸν Σωτήρα Χριστό! Ἑπομένως δὲν πρέπει νὰ συμπεραίνουμε ὅτι ἐφ\’ ὅσον κάποιος κηρύττει τὸν Χριστό, ὁπωσδήποτε εἶναι ἀξιόπιστος, ἀλλὰ πρέπει νὰ ἐξετάζουμε, ἐὰν σωστὰ κηρύττη τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸν Χριστό.

Μεταξὺ σας ὅμως κανεὶς δὲν κοπίασε νὰ κάνη αὐτὴ τὴν ἔρευνα, ἀλλὰ μόλις ἀκούσατε ἀπὸ τὰ χείλη του τὸ γλυκύτατο ὄνομα τοῦ Κυρίου, ἀμέσως ἀπερίσκεπτα σταθήκατε στὸ πλευρό του. Κανείς σας δὲν ὑποψιάσθηκε ὅτι αὐτὸ τὸ προσκυνητὸ ὄνομα εἶναι στὰ χείλη τοῦ πλανεμένου σὰν δόλωμα, γιὰ νὰ παραπλανήση καὶ νὰ ὁδηγήση στὴν καταστροφὴ τὶς ἁπλοϊκὲς ψυχές σας.

Δὲν διαβάσατε στὸ Εὐαγγέλιο τὰ προειδοποιητικὰ λόγια τοῦ Κυρίου: «Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων, ἔσωθεν δὲ εἰσι λύκοι ἅρπαγες;» (Ματθ. 7, 15).

Μὴ φαντασθῆτε ὅτι ὁ Κύριος ἐννοεῖ ἐδῶ ἐκείνους ποὺ δὲν γνωρίζουν τὸ ὄνομά Του. Ὄχι. Ἐννοεῖ ἀκριβῶς αὐτοὺς ποὺ καλύπτονται μὲ τὸ ὄνομά Του, ὁδηγώντας στὴν πλάνη. Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὰ ἀμέσως ἑπόμενα λόγια Του: «Πολλοὶ ἐροῦσι μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, Κύριε, Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν;» (Ματθ. 7, 22). Βλέπετε; Κηρύττουν τὸν Χριστὸ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς μᾶς προτρέπει νὰ φυλαγώμαστε ἀπ’ αὐτούς. Καὶ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως θὰ τοὺς πῆ: «Οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ\’ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν» (Ματθ. 7, 23).

Ὁ Κύριος μὲ αὐτὰ τὰ λόγια θέλει νὰ μᾶς φανερώση ὅτι οὐδέποτε τοὺς ἀναγνωρίζει σὰν γνήσιους κήρυκές Του, ὅσο κι ἂν οἱ ἴδιοι πιστεύουν ὅτι εἶναι. Στὸ κήρυγμά τους ὁ Κύριος δὲν βλέπει τὸν ἑαυτό Του, ἀλλὰ κάποιον ἄλλο Χριστό, ὄχι ἐκεῖνον τὸν ἀληθινὸ ποὺ θυσιάστηκε γιὰ τὴν σωτηρία μας ἐδῶ στὴν γῆ.

Βλέπετε ὅτι εἶναι δυνατὸν κάτω ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου νὰ μὴν κηρύσσεται ὁ Κύριος. Πῶς λοιπὸν ἐσεῖς χωρὶς διάκρισι προσκολληθήκατε στὸν ψευδοδιδάσκαλό σας, ἐπειδὴ κάλυπτε μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ τὴν πλάνη του; Νομίζετε ὅτι δὲν ἀναφέρονται καὶ σ\’ αὐτὸν τὰ λόγια: «Πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου… καὶ πολλοὺς πλανήσουσι;» (Ματθ. 24, 5).

Μοῦ δίνετε τὸ δικαίωμα μὲ τὴν στάσι σας αὐτὴ νὰ στρέψω πρὸς σᾶς τὸν ἐλεγκτικὸ λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ ἀπηύθυνε στοὺς Κορινθίους: «Ἠρμοσάμην γὰρ ὑμᾶς ἑνὶ ἀνδρί, παρθένον ἁγνὴν παραστῆσαι τῷ Χριστῷ· φοβοῦμαι δὲ μήπως, ὡς ὁ ὄφις Εὔαν ἐξηπάτησεν ἐν τῇ πανουργίᾳ αὐτοῦ, οὕτω φθαρῇ τὰ νοήματα ὑμῶν ἀπὸ τῆς ἁπλότητος τῆς εἰς τὸν Χριστὸν· εἰ μὲν γὰρ ὁ ἐρχόμενος ἄλλον Ἰησοῦν κηρύσσει ὅν οὐκ ἐκηρύξαμεν… καλῶς ἀνείχεσθε (Β\’ Κορινθ. 11, 2-4). Καὶ τώρα ὅ,τι φοβόταν ὁ ἀπόστολος γιὰ τοὺς Κορινθίους συνέβη σὲ σᾶς. Ἦλθε ὁ ψευδοδιδάσκαλος, ἄρχισε νὰ κηρύττη ἄλλον Ἰησοῦ καὶ σεῖς προσκολληθήκατε σ\’ αὐτόν!

Θὰ μοῦ πῆτε: «Ὄχι δὲν κηρύττει ἄλλον Ἰησοῦ. Ὅ,τι λέει τὸ παίρνει ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ διδάσκει μὲ τὰ λόγια του Εὐαγγελίου. Διαρκῶς ἐπαναλαμβάνει ὅτι ὁ Χριστὸς πέθανε γιά μᾶς καὶ ἐὰν πιστεύουμε θὰ σωθοῦμε. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχη ψέμα καὶ ἀπάτη σ\’ αὐτό;»

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι αὐτὰ τὰ λόγια ἀποτελοῦν ἕναν εὐχάριστο εὐαγγελισμό. Ποιὸς θερμὸς χριστιανὸς εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν τὰ προσέξη; Εἶναι ὅμως ἐξ ἴσου ἀλήθεια ὅτι στὰ εὐαγγελικὰ αὐτὰ λόγια εἶναι δυνατὸν νὰ ἐγκεντρισθῆ τὸ ψέμα καὶ ἡ ἀπάτη.

Ἂς προσέξουμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο ποὺ ἔγραφε πρὸς τοὺς Γαλάτες: «Θαυμάζω ὅτι οὕτω ταχέως μετατίθεσθε ἀπὸ τοῦ καλέσαντος ὑμᾶς ἐν χάριτι Χριστοῦ εἰς ἕτερον εὐαγγέλιον» (Γαλάτ. 1, 6).

Οἱ Γαλάτες εἰλικρινὰ πίστεψαν στὸν σωτήρα Χριστὸν καὶ ὁλόψυχα δέχθηκαν τὴν εὐχάριστη ἀγγελία τῆς σωτηρίας. Ἦσαν τόσο εὐγνώμονες στὸν ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος τοὺς ὁδηγοῦσε στὴν ἀλήθεια, ποὺ ἦσαν ἕτοιμοι καὶ τὰ μάτια τους νὰ βγάλουν γιὰ χάρι του. Ὅταν ὅμως ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ κοντά τους, ἦλθαν κάποιοι δοκησίσοφοι καὶ ἄρχισαν νὰ τοὺς κηρύττουν καὶ αὐτοὶ τὸ Εὐαγγέλιο, τὴν χαρμόσυνη εἴδηση τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας, ὄχι καθαρή, ἀλλὰ ἀναμεμειγμένη μὲ τὸ ψέμα. Οἱ Γαλάτες δὲν πῆραν στὰ σοβαρὰ τὸ θέμα, ἑλκύσθηκαν ἀπὸ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου τους, τοὺς θεώρησαν εὐαγγελιστὲς καὶ ἔπεσαν στὰ δίχτυα τῆς πλάνης. Τὰ λόγια τους ἦσαν ἑλκυστικά, ἐφ\’ ὅσον τὸ Εὐαγγέλιο κήρυτταν, τὸ ἀποτέλεσμά τους ὅμως ἦταν καταστρεπτικό. Τόσο ὕπουλο εἶναι τὸ ψέμα, ποὺ καλύπτεται κάτω ἀπὸ τὰ ἱερὰ καὶ γλυκύτατα ὀνόματα!

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν κατάστασί τους, ἔγραψε σὰν νόμο ἀμετάθετο γιὰ ὅλες τὶς ἐποχὲς τὴν ἑξῆς φράσι: «Ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ\’ ὅ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω (Γαλάτ. 1, 8). Καὶ γιὰ νὰ τὸ τυπώσουν καλύτερα μέσα τους ἐπανέλαβε: «Καὶ ἄρτι πάλιν λέγω· εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ’ ὅ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω (Γαλάτ. 1, 9).

Βλέπετε λοιπόν, ὅτι ὑπάρχει Εὐαγγέλιο καὶ ὑπάρχει καὶ εὐαγγελισμός, τοῦ ὁποίου οἱ κήρυκες ἀναθεματίζονται, καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο!

Ἐσεῖς ὅμως λησμονήσατε τὴν περίπτωσι αὐτὴ καὶ μόλις ἐμφανίσθηκε κάποιος διδάσκαλος μὲ τὸ Εὐαγγέλιο στὸ χέρι, ἐμπιστευθήκατε σ\’ αὐτόν, χωρὶς νὰ σκεφθῆτε ὅτι ἔχετε ὀρθόδοξη πίστι καὶ σωστὰ ἀγωνίζεσθε γιὰ τὴν σωτηρία σας. Μοιάσατε ἀκριβῶς μὲ τοὺς τότε Γαλάτες. Εἶναι δίκαιο λοιπὸν ν\’ ἀποδώση κανεὶς καὶ σὲ σᾶς τὸν ἐλεγκτικὸ ἀποστολικὸ λόγο: «Ὦ ἀνόητοι Γαλᾶται, τὶς ὑμᾶς ἐβάσκανε τῇ ἀληθείᾳ μὴ πείθεσθε;» (Γαλ. 3, 1).

Δ\’. Μοῦ γράφετε ὅτι διαβάζει καὶ διδάσκει μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο. Ἀσφαλῶς τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο καὶ ὅλη ἡ Καινὴ Διαθήκη εἶναι ἡ πλέον πιστὴ πηγή, ὁ πραγματικὸς ὁδηγὸς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, ὁ ἀσφαλὴς φάρος τῆς σωστῆς πορείας πρὸς τὴν σωτηρία. Ὅσοι σώζονται, ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη ἀντλοῦν τὴν γνῶσι γιὰ τὸ πῶς θ\’ ἀγωνισθοῦν γιὰ τὴν σωτηρία τους.

Ἀλλὰ δὲν εἶναι εὔκολο γιὰ τὸν καθένα ποὺ διαβάζει τὸ Εὐαγγέλιο νὰ τὸ κατανοῆ πλήρως καὶ νὰ βαδίζη ἔτσι ἀσφαλῶς στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Μπορεῖ κάποιος νὰ διαβάζη τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ νὰ τὸ ἑρμηνεύη λανθασμένα. Γι\’ αὐτὸν τὸ Εὐαγγέλιο ἀποτελεῖ ὄργανο καταστροφῆς! Καὶ δὲν τὸν ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὸν ἔλεγχο καὶ τὴν καταδίκη του γιὰ τὴν ἄγνοια τῆς ἀληθείας τὸ γεγονὸς ὅτι κρατᾶ στὸ χέρι τὸ Εὐαγγέλιο, καθὼς καὶ τὸ ὅτι τὸ μελετᾶ.

Θὰ σᾶς ἀναφέρω ἕνα παράδειγμα:

Ἔχουμε ἕνα κομμάτι πολύτιμο ὕφασμα. Ἔρχεται ἕνας ἔμπειρος καὶ ἐκλεκτὸς ράπτης, τὸ κόβει καὶ ράβει ἕνα ὡραῖο φόρεμα. Μπορεῖ ὅμως νὰ ἔρθει ἕνας ἀνίδεος καὶ κακόγουστος ράπτης, νὰ τὸ κόψη καὶ νὰ ράψη ἕνα τερατούργημα ποὺ οὔτε τὸ σῶμα θὰ καλύπτη οὔτε ἀπὸ τοὺς καιροὺς θὰ προστατεύη, δηλαδὴ θὰ καταστρέψη τὸ πολύτιμο ὕφασμα.

Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τοὺς διαφόρους κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου. Μπορεῖ κάποιος νὰ τὸ διαβάζη καὶ νὰ τὸ ἑρμηνεύη μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ ν\’ ἀτιμάζη τὸν ἀτίμητο θησαυρό. Νὰ τὸ κηρύττη μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ νὰ ὁδηγῆ στὴν πλάνη ὁ ὁδηγὸς αὐτὸς τῆς σωτηρίας.

Καὶ αὐτὸ γιατί; Γιατί δὲν γνωρίζει καλὰ τὸ δρόμο τῆς σωτηρίας. Δὲν γνωρίζει ὁρισμένες προϋποθέσεις τῆς σωτηρίας ἤ μᾶλλον μερικὰ σημεῖα τῆς πνευματικῆς πορείας, ὅπως π.χ. τὴν πίστι, τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν, τὴν ἀπόκτησι τῆς θ. Χάριτος κ.τ.λ. Στὸ Εὐαγγέλιο τὰ σημεῖα αὐτὰ δὲν ἀναφέρονται συγκεντρωμένα, ἀλλὰ ἔχουν καταγραφῆ σὲ διάφορα χωρία. Γιὰ νὰ βαδίση ὅμως κανεὶς ἀσφαλῶς τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας πρέπει νὰ γνωρίζη ὅλα αὐτὰ τὰ σημεῖα.

Σ\’ αὐτὸ πολλοὶ σκοντάφτουν. Ἀρχίζει κάποιος νὰ συγκεντρώνη διάφορα ἁγιογραφικὰ χωρία, ποὺ σχετίζονται ἄμεσα μὲ τὴν σωτηρία καὶ ἀποτελοῦν βασικὲς προϋποθέσεις της, στρέφει μετὰ τὴν προσοχὴ του σ\’ ἕνα ἤ σὲ δύο ἀπ\’ αὐτά, τ\’ ἀπομονώνει ἀπ\’ ὅλη τὴν Ἁγ. Γραφὴ καὶ φωνάζει: «Βρῆκα, βρῆκα τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας!»

Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὁ ἕνας διακηρύττει: «Πίστευε καὶ θὰ σωθῆς». Ὁ δεύτερος ἀποφαίνεται: «Ἀπόκτησε τὴν θ. Χάρι καὶ τίποτε ἄλλο δὲν χρειάζεσαι». Ὁ τρίτος συμβουλεύει: «Ἀγάπα καὶ θὰ φθάσης στὸν οὐρανό». Καὶ οἱ ἄλλοι ὁμοίως.

Ὅλες αὐτὲς οἱ ὑποδείξεις, εἶναι βεβαίως πραγματικὲς καὶ στὴν Ἁγ. Γραφὴ βασισμένες. Ἀλλὰ καμιὰ ξεχωριστὰ δὲν καλύπτει ὁλόκληρη τὴν ὑπόθεσι τῆς σωτηρίας. Πρέπει κανεὶς ὅλα αὐτὰ νὰ τὰ συνενώση καὶ τότε θὰ ἀποκτήση μία πλήρη γνῶσι τῆς πραγματικῆς μορφῆς τῆς σωτηρίας.

Νὰ λοιπὸν καὶ ὁ ψευδοδιδάσκαλός σας ἀνάμεσα σ\’ αὐτοὺς ποὺ πλανήθηκαν. Ἀσφαλῶς κι αὐτὸς τὸ Εὐαγγέλιο διαβάζει, καθώς μοῦ γράφετε, καὶ διδάσκει τὸ πῶς θὰ σωθοῦμε. Παρουσιάζει ὅμως ὅλο τὸ πλάτος τοῦ ἀγῶνος ποὺ ἀπαιτεῖται ἢ μόνον ἕνα μέρος τῶν προσπαθειῶν; Προσέξτε στὰ λόγια του καὶ θὰ διαπιστώσετε τὴν ἔλλειψι: Στὸ κήρυγμά του ἀκούγεται μόνο τὸ «Μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε». Αὐτὸ ὅμως περιλαμβάνει ὅλες τὶς σωτηριώδεις προσπάθειες; Ἀσφαλῶς ὄχι.

Ἀλλὰ καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ στοιχεῖα, μετάνοια καὶ πίστις, διδάσκονται μὲ πληρότητα; Λέει π.χ. «Μετανοεῖτε». Ρωτῆστε τον: «Δηλαδὴ πρέπει καὶ νὰ ἐξομολογηθοῦμε; Κι ἂν δὲν ἐξομολογηθοῦμε, πῶς θὰ λάβουμε τὴν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν μας;». Σ\’ αὐτὸ τίποτε δὲν θὰ τολμήση νὰ πῆ. Θὰ ξεφύγη μὲ τὴν πολυλογία του. Σύμφωνα μὲ τὴν κακοδοξία του ἡ ἐξομολόγησις δὲν χρειάζεται, ἔστω κι ἂν ἀναφέρεται στὴν Ἁγ. Γραφή.

Ἀσφαλῶς κανεὶς δὲν θὰ ἐπιχειρήση νὰ τοῦ ἀποδείξη ὅτι λέει ψέματα, ὅταν διδάσκη: «Μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε», διότι αὐτὰ εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴν σωτηρία καὶ ἀποτελοῦν ἐντολὲς τοῦ Κυρίου. Μπορεῖ ὅμως κανεὶς νὰ τοῦ ἀποδείξη ἀπὸ τὴν Ἁγ. Γραφὴ ὅτι πλανιέται, ὅταν διακηρύττη ὅτι μόνον αὐτά, ἡ μετάνοια καὶ ἡ πίστις, ἐξασφαλίζουν τὴ σωτηρία. Διότι γιὰ τὴν σωτηρία χρειάζονται καὶ πολλὰ ἄλλα.

Φαντασθῆτε γιὰ μία στιγμὴ ἕνα γιατρὸ νὰ δίνη μία συνταγὴ μὲ πολλὰ φάρμακα καὶ ὁ φαρμακοποιὸς νὰ διαλέγη ἀπ\’ αὐτὰ δύο ἢ τρία μόνο καὶ νὰ τὰ παραδίδη στὸν ἀσθενῆ λέγοντας: «Νά, πάρε τὰ φάρμακα, πού σοῦ ἔγραψε ὁ γιατρός». Ὁ φαρμακοποιὸς αὐτὸς δὲν εἶναι ψεύτης καὶ ἀπατεώνας;

Τὸ ἴδιο ὅμως συμβαίνει καὶ στὴν περίπτωσί σας. Ὁ Κύριός μας, ποὺ ἦλθε γιὰ νὰ μᾶς θεραπεύση ἀπὸ τὰ πάθη, ἔγραψε στὰ Εὐαγγέλιά Του μία πλήρη θεραπευτικὴ ἀγωγὴ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ψυχῶν μας, ποὺ διατυπώνεται σὲ διάφορα χωρία. Ὁ νέος διδάσκαλός σας λοιπόν, ἅρπαξε δύο ἢ τρία ἀπ\’ αὐτὰ καὶ ἄρχισε νὰ φωνάζη: «Ἰδοὺ γιὰ σᾶς τὸ σωτήριο φάρμακο! Πάρτε το καὶ θὰ σωθῆτε!». Κατὰ συνέπεια εἶναι ψεύτης καὶ ἀπατεώνας, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ φαρμακοποιός, ποὺ ἀναφέραμε.

Καὶ σεῖς ἀκούγοντάς τον ἀποστομωθήκατε καὶ τοῦ δώσατε θάρρος νὰ δακηρύττη ἀνεμπόδιστα: «Πιστέψτε στὸν Σωτήρα Χριστὸ καὶ θὰ σωθῆτε».

Ε\’. Πραγματικὰ ἔτσι εἶναι! «Οὐδὲ γὰρ ὄνομα ἐστὶν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. 4, 12). «Μέγα ἐστι τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον· Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκὶ» (Α\’ Τιμοθ. 3, 16). Ὁ Χριστὸς «ἔκλινεν οὐρανοὺς» καὶ κατῆλθε, γιὰ νὰ ὁδηγήση τοὺς ἀνθρώπους στοὺς οὐρανούς. Νὰ χαίρεσθε καὶ νὰ εὐγνωμονῆτε τὸν Κύριο γι’ αὐτό. Νὰ εὐχαριστῆτε τὸν Σωτήρα ποὺ ἀνέβηκε στοὺς οὐρανοὺς καὶ τοποθέτησε καὶ τὴν ἀνθρώπινη φύσι στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός.

Ὁπωσδήποτε λοιπὸν πρέπει νὰ πιστεύουμε στὸν Χριστὸ γιὰ νὰ σωθοῦμε. Ἀλλὰ δὲν ἀρκεῖ αὐτὸ τὸ στοιχεῖο μόνο γιὰ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας. Ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ προστέθηκαν κι ἄλλα στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα ὁμοίως εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὸ ἔργο αὐτό. Περὶ αὐτῶν θὰ μιλήσουμε ἀργότερα. Ἐδῶ θὰ σᾶς ἐπισημάνω ὅτι καὶ αὐτὴ τὴν πίστι μας στὸν Χριστό, πρέπει μὲ τέτοιο τρόπο νὰ τὴ δεχώμαστε, ὥστε νὰ εἶναι συνυφασμένη μὲ τὴν πίστι μας στὴν Ἁγ. Τριάδα. Διότι ἀκούγοντας κανεὶς διαρκῶς «σωτηρία ἐν Χριστῷ» εἶναι δυνατὸν τόσο πολὺ ἀποκλειστικὰ νὰ τυπωθῆ αὐτὴ ἡ ἀλήθεια μέσα του, ποὺ ν\’ ἀτονίση ἡ σημασία τῆς Ἁγ. Τριάδος στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας καὶ ἔτσι νὰ καλυφθῆ ἡ Ἁγ. Τριὰς ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Αὐτὸ ὅμως σημαίνει παρέκκλισι ἀπὸ τὴν καθιερωμένη πορεία τῆς σωτηρίας. Καὶ δὲν εἶναι τίμιο νὰ ἐγκολπώνεται κανεὶς τὴν χριστιανικὴ πίστι καὶ μετὰ νὰ τὴν διαστρέφη.

Νά, τί θέλω νὰ ὑπογραμμίσω μὲ ὅλα αὐτά: Ὅπως ἡ ἐνσάρκωσις καὶ ἡ σταυρικὴ θυσία τοῦ Υἱοῦ δὲν ἔλαβε χώρα χωρὶς τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἔτσι καὶ ἡ σωτηρία τοῦ καθενός μας δὲν ἐπιτυγχάνεται χωρὶς τὴν συνεργασία τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, ὁλοκλήρου δηλαδὴ τῆς Ἁγ. Τριάδος. Ἡ «ἔνσαρκος οἰκονομία» καὶ ἡ σωτηρία κάθε ψυχῆς οἰκοδομήθηκαν ἀπὸ τὸν ἐν Τριάδι Ἕνα Θεό, τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἁγ. Πνεῦμα. Αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ βάλη κανεὶς βαθειὰ στὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά του. Ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶχαν συνειδητοποιήσει αὐτὴ τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴν σωτηρία μας.

Προσέξτε πῶς ἐπιτελεῖται τὸ βάπτισμα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ! Ἔχουμε φανερὴ συμμετοχὴ ὁλοκλήρου τῆς Ἁγ. Τριάδος. Ἡ φωνὴ τοῦ Πατρός, ἡ βάπτισις τοῦ Υἱοῦ, ἡ «ἐν εἴδει περιστερᾶς» ἐμφάνισις τοῦ Ἁγ. Πνεύματος. Γι\’ αὐτὸ ἐξ ἄλλου καὶ ἡ ἑορτὴ τοῦ γεγονότος αὐτοῦ ὀνομάζεται Ἐπιφάνεια ἢ Θεοφάνεια. Βαπτίζεται ὁ «ἐνανθρωπήσας» Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐπαναπαύεται «ἐπ\’ αὐτοῦ καὶ ἐντὸς αὐτοῦ» μὲ τὴν εὐδοκία Του ὁ Θεὸς Πατὴρ καὶ συμμετέχει τὸ Ἁγ. Πνεῦμα.

Αὐτὸ φανερώνει ὅτι ἡ σωτηρία μας συντελεῖται ἀπὸ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ μὲ τὴν εὐδοκία τοῦ Πατρὸς καὶ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγ. Πνεύματος. Ὁ Υἱὸς τίποτε δὲν ἔκανε χωρισμένος ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἁγ. Πνεῦμα. Ἐνῶ ἔγινε καὶ τέλειος ἄνθρωπος οὐδέποτε ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τοὺς κόλπους τοῦ Πατρός.

Εἴδατε πῶς ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους οἰκοδομήθηκε μὲ τὴν συνεργασία τῆς Ἁγ. Τριάδος; Προσέξτε τώρα πῶς καὶ ἡ σωτηρία κάθε ψυχῆς οἰκοδομεῖται μὲ τὴν ἴδια συνεργασία:

Ἡ ζωὴ μας βρίσκεται σὲ μία ζωντανὴ σχέσι καὶ κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Μὲ τὴν πτῶσι τῶν πρωτοπλάστων χάσαμε αὐτὴ τὴν κοινωνία. Γι\’ αὐτὸ σαρκώθηκε ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ἕνωσε τὴν μέχρι τότε ἀποχωρισμένη καὶ πεσμένη ἀνθρώπινη φύσι μὲ τὸν Θεό. Οἱ πιστοὶ ἑνώνονται μὲ τὸν Υἱὸ καὶ μέσω τοῦ Υἱοῦ μὲ τὸν Πατέρα. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος φανέρωσε αὐτὸ λέγοντας στοὺς ἀποστόλους: «Ἐγὼ ἐν τῷ Πατρί μου καὶ ὑμεῖς ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν ὑμῖν» (Ἰωάν. 14, 20).

Ὅ,τι ἀναφέρεται ἐδῶ στοὺς ἀποστόλους, ἀναφέρεται καὶ πρὸς ὅλους τοὺς πιστούς. Εἶναι ἡ χρυσὴ ἁλυσίδα τῆς ἐπανασυνδέσεώς μας μὲ τὸν Θεό. Αὐτὸ ὑπογράμμισε ὁ Κύριος καὶ σὲ ἄλλο μέρος: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωὴ· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν Πατέρα εἰ μὴ δι’ ἐμοῦ» (Ἰωάν. 14, 6).

Ἔτσι οἱ πιστοὶ ἔρχονται πρὸς τὸν Πατέρα διὰ τοῦ Υἱοῦ. Πῶς ὅμως ἔρχονται πρὸς τὸν Υἱό; Ἔρχονται διὰ τοῦ Πατρός, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἀποκαλύπτει: «Οὐδεὶς δύναται ἐλθεῖν πρὸς με, ἐὰν μὴ ὁ Πατὴρ ὁ πέμψας με ἑλκύσῃ αὐτὸν» (Ἰωάν. 6, 44).

Ἐὰν χωρὶς αὐτὴ τὴν ἕλξι πρὸς τὸν Υἱὸ δὲν εἶναι δυνατὸν ν\’ ἀρχίση τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας, κι ἂν ἡ ἕλξις αὐτὴ ἐπιτελῆται ὑπὸ τοῦ Πατρός, τότε εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἡ πρώτη ἀρχὴ τῆς σωτηρίας κάθε ψυχῆς εἶναι ὁ Θεὸς Πατήρ.

Νὰ ἐνθυμῆσθε τὴν ἁγιογραφικὴ αὐτὴ ἀλήθεια καὶ νὰ τὴν ὁμολογῆτε. Ἑλκυσθήκατε πρὸς τὸν Κύριο, ποὺ παντοτεινὰ βρίσκεται στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός, ἀπ’ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Πατέρα.

Ἀλλὰ καὶ ὁ Πατὴρ πῶς ἑλκύει πρὸς τὸν Υἱό; Ἑλκύει διὰ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐπιτελεῖ ὅλα τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴ σωτηρία στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιὰ τῶν σωζομένων. Ὁ Κύριος ποὺ ἔπαθε, πέθανε πάνω στὸ Σταυρό, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στοὺς οὐρανοὺς καὶ κάθησε στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός, ἔστειλε ἀπὸ τὸν Πατέρα τὸ Ἅγ. Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο διαμένει στὴν ἀληθινὴ Ἐκκλησία καὶ ἐπιτελεῖ τὴν σωτηρία κάθε μέλους της.

Τὸ Ἁγ. Πνεῦμα κατῆλθε στοὺς ἀποστόλους. Τοὺς ὁδηγοῦσε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης, τοὺς χαρίτωνε μὲ λόγο ζωογονικό, τοὺς ἐνδυνάμωνε στὴν πίστη. Ἐξαγίαζε καὶ ἐνίσχυε σὲ κάθε ἔργο ἀγαθό τοὺς χριστιανούς. Θεμελίωσε τὴν Ἐκκλησία καὶ οἰκοδομεῖ τὴν σωτηρία ὅλων τῶν τέκνων της. Χωρὶς τὸ Ἁγ. Πνεῦμα κανεὶς δὲν σώζεται. Οὔτε εἶναι δυνατὸν νὰ σωθῆ. Γι\’ αὐτὸ εἶπε ὁ Κύριος: «Συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγὼ ἀπέλθω· ἐὰν γὰρ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς» (Ἰωάν. 16, 7). Εἶναι σὰν νὰ ἔλεγε: «Ἐὰν δὲν ἔλθη ὁ Παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, ματαία ἡ ἐνσάρκωσίς Μου, μάταιος ὁ θάνατος, ματαία καὶ ἡ ἀνάστασις. Θὰ μείνετε μακρυὰ ἀπὸ τὴν σωτηρία, διότι χωρὶς τὸ Ἁγ. Πνεῦμα δὲν μπορεῖτε νὰ μεταμορφωθῆτε, νὰ λάβετε τὰ χαρακτηριστικά τοῦ σεσωσμένου».

Πιστεύοντας λοιπὸν ὅτι εἶσθε σεσωσμένος, νὰ ἐνθυμῆσθε ὅτι αὐτὸ τὸ ὀφείλετε καὶ στὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, ποὺ μέσῳ τῶν θείων μυστηρίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σᾶς προσφέρεται καὶ ποὺ ἀδιάλειπτα σᾶς χειραγωγεῖ καὶ σᾶς ἐνισχύει στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.

Βλέπετε λοιπὸν πῶς σωζόμαστε; Σωζόμαστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μὲ τὴν εὐδοκία τοῦ Πατρὸς καὶ τὴν χάρι τοῦ Ἁγ. Πνεύματος. Αὐτὸ νὰ ὁμολογῆτε καὶ νὰ τὸ συγκρατῆτε πάντοτε στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιά. Ὅποιος ἐπιμένει λέγοντας μόνο: «Πίστευε στὸν Κύριο, πίστευε στὸν Κύριο», καὶ δὲν ἐπεκτείνεται στὴν διδασκαλία τῆς συμμετοχῆς στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, αὐτὸς φαίνεται ὅτι δὲν κατέχει ὅλη τὴν ἀλήθεια. Συγχύζει τὴν χριστιανικὴ συνείδησι καὶ ἀμαυρώνει τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ.

Κατανόησαν βαθειὰ αὐτὸ οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καὶ μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο ἐκφράζουν στοὺς πιστοὺς τὴν εὐχὴ γιὰ τὴν σωτηρία: «Κατὰ πρόγνωσιν Θεοῦ Πατρός, ἐν ἁγιασμῷ Πνεύματος, εἰς ὑπακοὴν καὶ ραντισμὸν αἵματος Ἰησοῦ Χριστοῦ χάρις ὑμῖν» (Α\’ Πέτρ. 1, 2), «Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετὰ πάντων ὑμῶν» (Β\’ Κοριν. 13, 13).

Τὰ τελευταῖα αὐτὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἐπαναλαμβάνονται στὴν θ. Λειτουργία μετὰ τὴν ἀπαγγελία τοῦ «Πιστεύω» καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν τέλεσι τοῦ μυστηρίου τῆς θ. Εὐχαριστίας.

Ἐπίσης καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες μας διδάσκοντας γιὰ τὴν σωτηρία, τὴν ἀνέφεραν ὄχι σὰν ἔργο τοῦ Χριστοῦ μόνον, ἀλλὰ ὁλοκλήρου της Ἁγ. Τριάδος. Τὴν ἀνέφεραν σὰν ἔργο τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, σὰν ν\’ ἀποτελοῦν καὶ τὰ τρία πρόσωπα τῆς θεότητος τὴν μία πηγὴ τῆς σωτηρίας.

Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο νὰ κατανοῆτε καὶ σεῖς τὴν ὑπόθεσι τῆς σωτηρίας σας καὶ μ\’ αὐτὸ τὸ κριτήριο νὰ ἐλέγχετε τὴν ἀλήθεια τῆς ὁμολογίας τόσο τοῦ σημερινοῦ, ὅσο καὶ κάθε ἄλλου νέου διδασκάλου.

ΣΤ\’. Θὰ σᾶς ὑποδείξω τώρα τί εἶναι περισσότερο σπουδαῖο γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ καθενός. Μπορεῖ κανεὶς σύντομα νὰ ἐκφρασθεῖ ὡς ἑξῆς: «Νὰ πιστεύετε καὶ νὰ δέχεσθε τὴν θ. Χάρι, ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν χριστιανικὴ ζωὴ διὰ μέσου τῶν μυστηρίων. Νὰ ζῆτε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγησι τῶν θεοπέμπτων ποιμένων. Νὰ βρίσκεσθε σὲ μία ζωντανὴ σχέσι μὲ τὴν Ἐκκλησία».

Γιὰ νὰ κατανοήσετε καλύτερα πόσο ἀπαραίτητα εἶναι ὅλα αὐτά, συγκρίνετε τὴν πορεία τῆς σωτηρίας μὲ τὴν συνηθισμένη ὀδοιπορεία. Γιὰ νὰ βάδιση ἕνας ὁδοιπόρος εὔκολα καὶ ἀκίνδυνα πρέπει νὰ ὑπάρχη φῶς, νὰ εἶναι καθορισμένος ὁ δρόμος, νὰ εἶναι ὁ ἴδιος ὑγιὴς καὶ δυνατός. Ἀκόμη στὴν περίπτωσι μίας δυσκολίας, ὅπως π.χ. μπροστὰ σὲ μία διακλάδωσι ἢ ἕνα σταυροδρόμι, νὰ ὑπάρχη κάποιος νὰ τὸν βοηθήση δείχνοντάς του τὴν σωστὴ κατεύθυνσι.

Κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ γιὰ τὴν πορεία στὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ὑπάρχη φῶς, δηλαδὴ ἡ ὀρθὴ πίστις, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ εἶναι καθορισμένος ὁ δρόμος, δηλαδὴ οἱ θεῖες ἐντολές, εἶναι ἀπαραίτητες ἡ ψυχικὴ ὑγεία καὶ ἡ ἰσχύς, δηλαδὴ οἱ δυνάμεις τῆς θ. Χάριτος διὰ μέσου τῶν μυστηρίων, εἶναι ἀπαραίτητοι οἱ γνῶστες τοῦ δρόμου καὶ οἱ χειραγωγοί, δηλαδὴ οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας.

Ὅλα αὐτὰ συντελοῦνται στοὺς κόλπους τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Μ\’ αὐτὴ εἶναι ἑνωμένος καθένας ποὺ κατεργάζεται σωστὰ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας. Ὅλοι οἱ σεσωσμένοι αὐτὸν τὸν δρόμο ἀκολούθησαν καὶ ὅλοι οἱ σωζόμενοι αὐτὸν τὸν δρόμο βαδίζουν. Ἄλλος δρόμος σωτηρίας δὲν ὑπάρχει.

Δὲν νομίζω ὅτι ἔπρεπε νὰ σᾶς ἀναφέρω ὅλα αὐτά.

Ὡστόσο θὰ προσθέσω καὶ κάτι ἀκόμα.

Εἶναι περιττὸ νὰ συζητῆται ὅτι ἡ πίστις εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὴν σωτηρία. Ὁ ἄπιστος δὲν θέλει οὔτε κἄν νὰ σκέπτεται τὴν σωτηρία. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Χωρὶς δὲ πίστεως ἀδύνατον εὐαρεστῆσαι (Θεῷ)· πιστεῦσαι γὰρ δεῖ τὸν προσερχόμενον τῷ Θεῶ ὅτι ἐστι καὶ τοῖς ἐκζητοῦσιν αὐτὸν μισθαποδότης γίνεται» (Ἑβρ. 11, 6).

Ὀφείλουμε νὰ πιστεύουμε σὲ ὅλα ὅσα εὐδόκησε νὰ μᾶς ἀποκαλύψη ὁ Θεὸς χωρὶς προσθῆκες ἢ ἀφαιρέσεις, ἔτσι ὅπως φυλάγονται στὴν ἁγία Ὀρθοδοξία. Συγκεκριμένα:

Ὁ Θεὸς εἶναι ἕνας κατὰ τὴν οὐσία, ἀλλὰ μὲ τρία χωριστὰ πρόσωπα. Ὁ Πατὴρ διὰ τοῦ Υἱοῦ ἔπλασε τὸν κόσμο καὶ προνοεῖ γι\’ αὐτόν. Ἔπλασε κατ\’ εἰκόνα Του τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ ζῆ μέσα στὸν παράδεισο. Μὲ τὴν παρακοὴ τῶν πρωτοπλάστων χάσαμε τὴν παραδείσια ζωὴ καὶ μᾶς ἦταν ἀδύνατον νὰ σωθοῦμε.

Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ μᾶς λυπήθηκε, ἀνέλαβε τὸ ἔργο τῆς ἐξαγορᾶς καὶ τῆς ἀποκαταστάσεως, ἦλθε στὴν γῆ, ἔλαβε σάρκα, ἔπαθε, πέθανε πάνω στὸν Σταυρό, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στοὺς οὐρανοὺς καὶ κάθησε ὡς Θεάνθρωπος στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός, ὁ ὁποῖος μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἔδειξε ὅτι ἀποδέχεται τὴν θυσία τοῦ Υἱοῦ καὶ τὴν μεσιτική Του δύναμι γιὰ τὴν σωτηρία τῶν πιστῶν.

Ὁ ἴδιος ὁ Υἱὸς ἔστειλε τὸ ἐκπορευόμενο ἀπὸ τὸν Πατέρα Ἅγ. Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο κατῆλθε στοὺς ἀποστόλους, τοὺς γέμισε μὲ θεία σοφία καὶ δύναμι. Ἐκεῖνοι, πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου, φύτεψαν τὴν χριστιανικὴ πίστι καὶ συγκρότησαν ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν πιστῶν τὴν Ἐκκλησία, ποὺ ἔχει κεφαλὴ τὸν Χριστό. Οἱ ἴδιοι, κατὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, τελοῦσαν τὰ μυστήρια, ποὺ προσφέρουν τὴν θ. Χάρι στοὺς πιστούς, καὶ ἄφησαν τοὺς ἐπισκόπους καὶ τοὺς ἱερεῖς διαδόχους τους στὸ ἀποστολικὸ ἔργο καὶ διαχειριστές, οἰκονόμους τῶν οὐρανίων πνευματικῶν θησαυρῶν, ποὺ τὸ Ἅγ. Πνεῦμα ἐμπιστεύθηκε στὴν Ἐκκλησία.

Συνέχισαν τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας διὰ μέσου τῶν αἰώνων οἱ διάδοχοι τῶν ἀποστόλων μὲ τὴν ἰδιαίτερη χάρι τῆς χειροτονίας, καὶ ἔτσι τὸ ἔργο αὐτὸ ἐξακολουθεῖ ἀδιάσπαστα νὰ συνεχίζεται καὶ στὶς ἡμέρες μας. Οἱ πιστοὶ ποὺ δέχονται τὴν θ. Χάρι μὲ τὰ μυστήρια, σώζονται μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας ὄχι μεμονωμένοι, ἀλλὰ ἑνωμένοι ὅλοι μαζὶ στὴν πραγματικὴ βιωματικὴ πίστι καὶ κάτω ἀπὸ τὴν χειραγώγησι τῶν ποιμένων. Ἡ σωτηρία κάθε ψυχῆς τελεῖται μυστικὰ καὶ ὁ κάθε πιστὸς προσδοκᾶ μία ἄλλη φωτεινὴ ζωή, χάριν τῆς ὁποίας ὑπομένει ἑκούσιες καὶ ἀκούσιες στερήσεις. Πιστεύει ἀκόμη ὅτι οἱ κεκοιμημένοι δὲν παύουν νὰ παραμένουν στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ἐπικοινωνοῦν μαζί μας ὄχι βέβαια μὲ ὁρατὸ τρόπο, ἀλλὰ ἀόρατα.

Σὲ ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ πιστεύετε ὁλόψυχα. Κι ἐμεῖς ὁμολογοῦμε αὐτὴ τὴν πίστι μελετώντας συχνὰ τὸ σύμβολο τῆς πίστεως. Αὐτὲς εἶναι οἱ ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι ἄλλες.

Ζ\’. Μόνη της ἡ πίστις δὲν εἶναι ἐπαρκὴς γιὰ τὴν σωτηρία. Πρέπει νὰ συνοδεύεται καὶ ἀπὸ τὰ καλὰ ἔργα καὶ μία ζωὴ ἁγία, σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου. «Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι, Κύριε, Κύριε, εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ\’ ὁ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 7, 21). Τὸ θέλημα δὲ τοῦ οὐρανίου Πατρὸς διατυπώνεται στὶς ἐντολές Του.

Διαβάζετε συχνὰ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ θὰ διδαχθῆτε τοὺς ὅρους τῆς σωτηρίας. Θὰ λάβετε μαθήματα γιὰ τὴν ἁγία καὶ θεοφιλῆ ζωή, πῶς δηλαδὴ νὰ ἐκτελῆτε μὲ εἰλικρίνεια καὶ μὲ ἀκρίβεια πάντοτε τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου καὶ ἔτσι νὰ σωθῆτε. Θὰ εὐαρεστῆτε τὸν Θεό: «Ὁ ἔχων τὰς ἐντολὰς μου καὶ τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνος ἐστὶν ὁ ἀγαπῶν με· ὁ δὲ ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται ὑπὸ τοῦ Πατρός μου, καὶ ἐγὼ ἀγαπήσω αὐτόν… Ἐὰν τις ἀγαπᾶ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ Πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ\’ αὐτῷ ποιήσομεν» (Ἰωάν. 14, 21-23).

Ἐπίσης καὶ οἱ ἀποστολικὲς ἐπιστολὲς γράφουν πολλὰ γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς πίστεως, περισσότερα ὅμως γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς ἁγίας ζωῆς προκειμένου νὰ σωθοῦμε. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὰ συνόψισε καὶ τὰ συνδύασε ὡς ἑξῆς: «Πίστις δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένη» (Γαλάτ. 5, 6). Μὲ τὴν «ἀγάπη» ἐννοεῖ τὴν ἐκπλήρωσι ὅλων τῶν ἐντολῶν καὶ τὴν ἀποξένωσι ἀπ\’ ὅλα τὰ πάθη.

Σ\’ ὅλες του τὶς ἐπιστολὲς στρέφει τὴν φροντίδα τῶν χριστιανῶν πρὸς τὴν ἁγία καὶ θεοφιλῆ ζωή: «Ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε… καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ\’ ὑμῶν» (Φιλιπ. 4, 8-9). «Ἐπεφάνη γὰρ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς, ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, προσδεχόμενοι τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Τίτον 2, 11-12).

Ἐπίσης καὶ ὁ Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος γράφει: «Τί τὸ ὄφελος, ἀδελφοί μου, ἐὰν πίστιν λέγῃ τις ἔχειν, ἔργα δὲ μὴ ἔχῃ;» (Ἰακώβ. 2, 14). «Ὁρᾶτε τοίνυν ὅτι ἐξ ἔργων δικαιοῦται ἄνθρωπος καὶ οὐκ ἐκ πίστεως μόνον» (Ἰακώβ. 2, 24).

Βλέπετε πόσον ἀπαραίτητη εἶναι γιὰ τὴν σωτηρία ἡ ἐκπλήρωσις τῶν ἐντολῶν; Γι\’ αὐτὸ κι ἐγὼ ἐπεκτάθηκα στὸ σημεῖο αὐτό. Ἐκεῖνοι ποὺ παρέσυραν στὴν πλάνη τὸν νέο σας διδάσκαλο δὲν σκέπτονται σωστά. Ἀποδίδουν ὅλο τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας στὴν πίστι. Τὰ ἔργα σχεδὸν τὰ ἀπορρίπτουν. Καθόλου ἀπίθανο καὶ αὐτὸς νὰ σκέπτεται παρόμοια.

Σύμφωνα ὅμως μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ ἔχουν ἴση σημασία καὶ ἡ πίστις καὶ τὰ ἔργα. Σὲ κανένα ἀπὸ τὰ δύο δὲν δίνεται προβάδισμα. Ἡ πίστις χωρὶς ἔργα καὶ τὰ ἔργα χωρὶς πίστι καθόλου δὲν ὠφελοῦν. Μόνον ἑνωμένα οἰκοδομοῦν τὴν σωτηρία μας. Μὲ τὴν ἄρρηκτη ἑνότητά τους ἀποκτοῦν πραγματικὴ ἀξία, δύναμι καὶ σημασία.

Η\’. Εἶναι ἀπαραίτητη ἡ θ. Χάρις γιὰ νὰ εἶναι ἡ πίστις σωστὴ καὶ τὰ ἔργα ἅγια. Χωρὶς τὴν θ. Χάρι ὄχι μόνο δὲν μποροῦμε νὰ πιστεύουμε, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ σκεπτώμαστε τὸ καλό. Ἀλλὰ κι ἂν θὰ μπορούσαμε νὰ σκεφθοῦμε τὸ καλό, δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ τὸ πράξουμε, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Τὸ γὰρ θέλειν παράκειταί μοι, τὸ δὲ κατεργάζεσθαι τὸ καλὸν οὐχ εὑρίσκω» (Ρωμ. 7, 18).

Ἐὰν ὁ Κύριος μόνο μᾶς δίδασκε τί πρέπει νὰ πιστεύουμε καὶ πῶς πρέπει νὰ ζοῦμε, καὶ μᾶς ἄφηνε μόνο μ\’ αὐτὴ τὴν γνῶσι, θὰ μοιάζαμε μ\’ ἐκεῖνον ποὺ φωτίζεται μὲ τὸ φῶς τοῦ ἡλίου, βλέπει τὸν δρόμο ποὺ πρέπει νὰ διασχίση, ἀλλὰ δὲν ἔχει τὴν δύναμι νὰ βαδίση, διότι εἶναι παράλυτος καὶ ἀσθενής. Στὴν περίπτωσι αὐτὴ θὰ ἦταν καλύτερα τίποτε νὰ μὴ γνώριζε καὶ τίποτε νὰ μὴν ἔβλεπε.

Ὁ φιλάνθρωπος Κύριος δὲν μᾶς ἄφησε μόνο στὴν γνῶσι τοῦ δρόμου τῆς σωτηρίας, ἀλλὰ εὐδόκησε νὰ ἐνεργήση καὶ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, γιὰ νὰ μᾶς βοηθήση νὰ ἐπιτύχουμε τὴν σωτηρία.

Τὸ Ἁγ. Πνεῦμα κατῆλθε στοὺς ἀποστόλους καὶ κατόπιν διὰ μέσου αὐτῶν σὲ ὅλους τους πιστούς. Αὐτὸ διήγειρε τὴν πίστι σ’ ὅσους ἤθελαν νὰ πιστέψουν. Αὐτὸ ἐνίσχυε στὴν ἐκπλήρωσι τῶν ἐντολῶν ὅσους μὲ τὴν βοήθεια τῆς πίστεως ἔφθαναν στὴν ἀπόφασι νὰ ζήσουν ἅγια. Ὅ,τι συνέβαινε μὲ τοὺς ἀποστόλους, τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ μετέπειτα, τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ σήμερα διὰ μέσου τῶν διαδόχων τους, σύμφωνα μὲ τὴν τάξη ποὺ τὸ Ἁγ. Πνεῦμα θέσπισε. Ἔτσι ἡ θ. Χάρις παραμένει διαρκῶς μέσα στὴν ἁγία μας Ἐκκλησία, μέσα στὸ πλῆθος τῶν πιστῶν. Ὅλους τοὺς φωτίζει, ὅλους τοὺς ἐνισχύει, ὅλους τοὺς ἁγιάζει.

Μὲ τὴν θ. Χάρι σώθηκαν καὶ σώζονται οἱ πιστοί: «Χάριτι ἐστε σεσωσμένοι» (Ἐφεσ. 2, 8), γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἡ θ. Χάρις ἐγκαταβιώνει στοὺς πιστούς: «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;» (Α\’ Κορινθ. 3, 16), συνεχίζει μὲ ἀναμφισβήτητη βεβαιότητα γι\’ αὐτὴ τὴν ἐνοίκησι τοῦ Ἁγ. Πνεύματος. Ὁ ἴδιος ὁμολογοῦσε γιὰ τὸν ἑαυτό του: «Χάριτι δὲ Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι» (Α\’ Κορινθ. 15, 10). Καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος μαρτυρεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ ὅλους: «Πάντα ἡμῖν τῆς θείας δυνάμεως αὐτοῦ τὰ πρὸς ζωὴν καὶ εὐσέβειαν δεδωρημένης» (Β\’ Πέτρου 1, 3).

Γι\’ αὐτὸ πολὺ συχνὰ στὶς ἀποστολικὲς ἐπιστολές, ἰδιαίτερα στὴν ἀρχὴ καὶ στὸ τέλος, διατυπώνεται ἡ εὐχὴ νὰ παραμένη καὶ ν\’ αὐξάνη σὲ κάθε πιστὸ ἡ θ. Χάρις. Ὡς πρὸς τὸ ὅτι εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας μας, δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία. Ἀλλὰ ὡς πρὸς τὸν τρόπο ποὺ λαμβάνεται καὶ ἐνεργεῖ ὑπάρχουν διαφωνίες.

Ἐπίτηδες σᾶς θίγω αὐτὸ τὸ θέμα, γιατί ἔχω τὴν ὑποψία ὅτι ὁ πλανεμένος διδάσκαλός σας ἀνήκει στὴν κατηγορία ἐκείνων ποὺ δὲν κατανοοῦν σωστὰ τὸ ἔργο της. Ὑπάρχουν ἐπίσης κακόδοξοι ποὺ διακηρύττουν ὅτι ἀρκεῖ νὰ πιστέψη κανεὶς καὶ αὐτόματα ἡ θ. Χάρις θὰ ἐγκατασταθῆ μέσα του.

Μάθετε λοιπὸν καὶ πιστέψτε βαθειὰ ὅτι ἡ θ. Χάρις δὲν παρέχεται καὶ δὲν λαμβάνεται διαφορετικά, παρὰ μὲ τὰ ἅγια μυστήρια ποὺ τελοῦνται ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους ἢ τοὺς διαδόχους τους, ὅπως θέσπισε στὴν Ἐκκλησία ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Καὶ γιὰ νὰ βεβαιωθεῖτε περισσότερο σ\’ αὐτό, θὰ σᾶς ἀναφέρω μερικὰ παραδείγματα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή:

1) Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας συζητώντας μὲ τὸν Νικόδημο εἶπε: «Δεῖ ὑμᾶς γεννηθῆναι ἄνωθεν» (Ἰωάν. 3, 7), ἐννοώντας τὴν διὰ τῆς θ. Χάριτος πνευματικὴ ἀναγέννησι. Καὶ μὲ τί μέσον θὰ ἐρχόταν καὶ θὰ ἐνεργοῦσε; Μήπως εἶπε: «Πίστεψε, ἄνοιξε τὸ στόμα καὶ ἡ θ. Χάρις θὰ εἰσχωρήση μέσα σου καὶ θὰ σὲ ἀναγεννήσει;». Ἀσφαλῶς ὄχι. Δὲν εἶπε κάτι τέτοιο. Τί εἶπε; «Ἐὰν μὴ τὶς γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάν. 3, 5-7). Αὐτὴ ἡ γέννησις «δι\’ ὕδατος καὶ Πνεύματος» τί ἄλλο εἶναι παρὰ τὸ ἅγ. βάπτισμα, τὸ πρῶτο χριστιανικὸ μυστήριο;

Ἡ ἀναγέννησις κάνει τὴν φύσι μας ἱκανὴ νὰ δέχεται καὶ νὰ συγκρατῆ τὴν θ. Χάρι. Ἡ προσφορὰ της ὅμως γίνεται μὲ τὰ μυστήρια καὶ πιὸ συγκεκριμένα μὲ τὴν «ἐπίθεσιν τῶν χειρῶν», δηλαδὴ τὴν τοποθέτησι τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἢ τῶν διαδόχων τους πάνω στοὺς πιστούς.

2) Ἕνα περιστατικὸ ποὺ συνέβη στὴν Ἔφεσο κατὰ τὴν περίοδο μίας περιοδείας τοῦ ἀποστόλου Παύλου θ\’ ἀποδείξη αὐτὴ τὴν ἀλήθεια. Φθάνοντας στὴν Ἔφεσο ὁ ἀπόστολος συνάντησε δώδεκα πιστοὺς καὶ τοὺς ρώτησε:

– Ὅταν πιστέψατε, λάβατε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο;

Κι ἐκεῖνοι ἀπάντησαν:

– Δὲν ἀκούσαμε τίποτα γιὰ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο.

– Πῶς τότε βαπτισθήκατε; ρώτησε ὁ ἀπόστολος.

– Στὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου, ἀπάντησαν.

Τότε ὁ ἀπόστολος τοὺς ἐξήγησε ὅτι τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ἦταν μόνο προετοιμασία γιὰ τὴν πίστι στὸν Χριστό. Καὶ ἀφοῦ τοὺς ὠλοκλήρωσε τὴν εὐαγγελικὴ διδασκαλία, τοὺς βάπτισε μὲ τὸ χριστιανικὸ βάπτισμα. Μετὰ τὴν βάπτισι τοποθέτησε πάνω τους τὰ χέρια του καὶ ἔλαβαν τὸ Ἅγ. Πνεῦμα.

Βλέπετε ὅτι ἄλλο εἶναι τὸ βάπτισμα καὶ ἄλλο ἡ «ἐπίθεσις τῶν χειρῶν». Μὲ τὴν «ἐπίθεσι τῶν χειρῶν» μόνο, δίνεται ἡ θ. Χάρις. Αὐτὴ τὴν αἰσθητὴ ἐνέργεια τὴν ἀντικατέστησαν ἀργότερα οἱ ἀπόστολοι μὲ τὸ χρίσμα καὶ ἔτσι καθιερώθηκε τὸ χρίσμα σὰν μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας μας.

Τὰ δύο αὐτὰ περιστατικά, τοῦ ἁγίου Νικοδήμου καὶ τῶν πιστῶν της Ἐφέσου, εἶναι ἀρκετὰ γιὰ νὰ βεβαιωθῆτε ὅτι ἡ θ. Χάρις μεταδίδεται μὲ αἰσθητὴ ὁδό, διὰ μέσου τῶν ἁγίων μυστηρίων καὶ ὄχι μὲ τὴν νοερὴ μόνον ὁδὸ τῆς θεωρητικῆς ἁπλῶς πίστεως.

Ἔτσι θέσπισε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Θ\’ ἀπαριθμήσω ἐδῶ καὶ τὰ ἄλλα μυστήρια:

Ἡ συγχώρησις τῶν ἁμαρτιῶν, στὶς ὁποῖες πέφτει κανεὶς μετὰ τὸ βάπτισμα, δὲν ἐπιτελεῖται μὲ μία ἁπλὴ νοερὴ ἐξομολόγησι στὸν Θεό, ἀλλὰ μὲ ἐξομολόγησι ποὺ γίνεται ἐνώπιον πνευματικοῦ πατρός, μὲ βαθειὰ συντριβὴ καὶ ἀπόφασι νὰ μὴν ἐπαναληφθοῦν οἱ ἴδιες ἁμαρτίες.

Τὸ μυστήριο τῆς θ. Κοινωνίας δημιουργεῖ μία ζωντανὴ ἑνότητα τοῦ πιστοῦ μὲ τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.

Ἡ δύναμις τῆς θ. Χάριτος γιὰ τὴν συνέχιση τοῦ ἑξαγιαστικοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας παρέχεται μὲ τὸ μυστήριο τῆς χειροτονίας.

Δύο πρόσωπα ἑνώνονται σὲ ἕνα καὶ δημιουργοῦν εὐλογημένη χριστιανικὴ οἰκογένεια μὲ τὸ μυστήριο τοῦ γάμου.

Οἱ ἀσθενεῖς θεραπεύονται μὲ τὸ μυστήριο τοῦ εὐχελαίου.

Τὰ μυστήρια εἶναι ρυάκια τῆς θ. Χάριτος ποὺ ἀρδεύουν ζωογόνα τους πιστούς. Δὲν ὑπάρχει ἄλλη ὁδός, ἄλλο μέσο γιὰ νὰ λάβει κανεὶς τὴν θ. Χάρι. Καὶ ὅποιος διακηρύττει ἄλλο δρόμο, εἶναι κακόδοξος καὶ πλανεμένος.

Θ\’. Τὰ τρία σημεῖα ποὺ μέχρι τώρα ἐκθέσαμε σὰν ἀναγκαῖα γιὰ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας, δηλαδὴ ἡ πίστις, ἡ ζωὴ ἡ σύμφωνη μὲ τὶς θεῖες ἐντολὲς καὶ ἡ θ. Χάρις ποὺ προσφέρεται μὲ τὰ ἅγια μυστήρια, ἀπαιτοῦν καὶ ἕνα τέταρτο: Τὸ ἱερατεῖο, ποὺ θέσπισε ὁ Κύριος.

Πρέπει νὰ πιστέψουν οἱ ἄνθρωποι. «Πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν; πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος; πῶς δὲ κηρύξουσιν ἐὰν μὴ ἀποσταλῶσι; (Ρωμ. 10, 14-15). Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ λάβουμε μὲ τὰ μυστήρια τὴν θ. Χάρι. Ἀλλὰ πῶς θὰ γίνει αὐτὸ χωρὶς τοὺς «ὑπηρέτες Χριστοῦ καὶ οἰκονόμους μυστηρίων Θεοῦ;» (Α\’ Κορινθ. 4, 1). Εἶναι ἀναγκαῖο νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς θεῖες ἐντολές, ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνη χωρὶς τὴν χειραγώγησι ἀπὸ τὰ κατάλληλα ὄργανα τοῦ Θεοῦ ποὺ θὰ μᾶς συμβουλεύουν, θὰ μᾶς ἐφιστοῦν τὴν προσοχή, θὰ μᾶς διορθώνουν τὰ λάθη, θ\’ ἀνορθώνουν ὅσους πέφτουν, θὰ ἐπαναφέρουν στὸν ἴσιο δρόμο ὅσους λοξοδρομοῦν…

Γιὰ τὴν οἰκοδομὴ τῆς σωτηρίας εἶναι λοιπὸν ἀπαραίτητα τὰ πρόσωπα, ποὺ θὰ ἐνεργοῦν σύμφωνα μὲ τὸ θεῖο θέλημα, ποὺ θὰ διδάσκουν τὴν πίστη, θ\’ ἁγιάζουν μὲ τὴν θ. Χάρη διὰ μέσου τῶν μυστηρίων καὶ θὰ χειραγωγοῦν στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Εἶναι ἀπαραίτητοι οἱ ποιμένες, οἱ χαρισματοῦχοι καὶ θεόκλητοι.

Αὐτοὺς ἀκριβῶς ἀποστέλλει ὁ Κύριος. Καὶ ἰδοὺ ἡ ἀποστολικὴ διαβεβαίωσις: «Ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστάς, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους, πρὸς καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. 4, 11-13).

Ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια ἡ πράξις αὐτὸ ἀποδεικνύει. Ὁ Κύριος ἐξαπέστειλε τοὺς ἀποστόλους λέγοντάς τους: «Πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. 28, 19-20).

Καὶ οἱ ἀπόστολοι ὑπάκουσαν σ\’ αὐτό. Ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν ἦσαν αἰώνιοι, τὸ δὲ ἔργο τους ἔπρεπε νὰ συνεχισθεῖ σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες, ἄφηναν παντοῦ κατ\’ ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ διαδόχους τους ποιμένες καὶ διδασκάλους, ποὺ θὰ ἱερουργοῦσαν τὰ ἅγια μυστήρια καὶ θὰ ὑπηρετοῦσαν στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας.

Ἔτσι διαβάζουμε στὶς Πράξεις τῶν ἀποστόλων: Οἱ ἀπόστολοι Παῦλος καὶ Βαρνάβας κήρυξαν τὴν πίστι στὰ Λύστρα, στὴν Δέρβη, στὸ Ἰκόνιο, στὴν Ἀντιόχεια, στὴν Πισιδία. Ἦλθε πλέον καιρὸς νὰ ἐπιστρέψουν ἐκεῖ, ἀπὸ ὅπου ξεκίνησαν, στὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Τί λοιπόν; Ἐγκατέλειψαν τοὺς νεοφωτίστους στὴν τύχη, νὰ ζοῦν μόνο μὲ τὴν πίστι; Ὄχι. Ξαναπέρασαν ἀπ\’ ὅλες τὶς πόλεις καὶ θέσπισαν πῶς νὰ ζοῦν χριστιανικά. Καὶ γιὰ τὴν παρακολούθησι καὶ τὴν ἐκπλήρωση τῶν θρησκευτικῶν ὑποχρεώσεων τῶν πιστῶν, χειροτόνησαν καὶ τοποθέτησαν πρεσβυτέρους (Πράξ. 14, 22-23).

Τὸ ἴδιο ἔκανε ὁ ἀπόστολος Παῦλος καὶ στὴν Ἔφεσο καὶ σὲ ὅλες τὶς πόλεις τῆς Ἀσίας. Παντοῦ χειροτόνησε καὶ τοποθέτησε ποιμένες καὶ διδασκάλους. Ἀργότερα δὲ κάλεσε ὅλους τοὺς ποιμένες τῆς Ἐφέσου στὴν Μίλητο, μὴν ἔχοντας χρόνο νὰ τοὺς ἐπισκεφθῆ ὁ ἴδιος, καὶ τοὺς ἀποχαιρέτησε συμβουλεύοντάς τους γιὰ τὴν διαποίμανσι τοῦ ποιμνίου τους: «Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, ἥν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος» (Πράξ. 20, 28).

Ἀλλὰ καὶ ἀργότερα, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴν Ρώμη, μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὰ πρῶτα δεσμά, ἔφθασε στὴν Κρήτη καὶ διέδωσε τὴν πίστη στὸν Χριστό. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν εἶχε τὸν χρόνο νὰ τοποθετήση ὁ ἴδιος ποιμένες, ἄφησε τὸν ἀπόστολο Τίτο «ἵνα τὰ λείποντα ἐπιδιορθώσῃ καὶ καταστήσει κατὰ πόλιν πρεσβυτέρους» (Τίτον 1, 5).

Ἀσφαλῶς παντοῦ τὸ ἴδιο ἔκανε. Καὶ ὅπως χειροτονοῦσε ποιμένες ὁ ἴδιος, ἔτσι χειροτονοῦσαν καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι. Διότι δὲν ἐνεργοῦσαν μόνοι τους, ἀλλὰ κατ\’ ἐντολὴν τοῦ Κυρίου. Καμιὰ χριστιανικὴ κοινότητα δὲν ἐγκαταλείφθηκε χωρὶς χειροτονημένους ἱερεῖς.

Τὸ ἴδιο ἀκριβῶς γίνεται καὶ σήμερα. Καὶ οἱ πιστοὶ ἔχουν λάβει τὴν ἐντολή: «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν» (Ἑβρ. 13, 17). Ἐνῶ γιὰ τοὺς ἱερεῖς ἰσχύει ὅ,τι εἶπε ὁ Κύριος στοὺς ἀποστόλους: «Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με» (Λουκ. 10, 16).

Ι΄. Σᾶς ἀνέφερα τὰ τέσσαρα ἀπαραίτητα γιὰ τὴν σωτηρία μας στοιχεῖα. Ἀλλὰ ὑπάρχει ἀκόμη ἕνα: Ν\’ ἀνήκουμε στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ζωντανὰ ἑνωμένοι μὲ ὅλο τὸ πλῆθος τῶν πιστῶν.

Ὁ Κύριος ὀνόμασε τὴν Ἐκκλησία Τοῦ «ἄμπελον», κληματαριά. Αὐτὸς εἶναι ὁ κορμὸς καὶ οἱ πιστοὶ τὰ κλαδιά της. Ἡ συνάθροισις ὅλων τῶν πιστῶν ἀποτελεῖ ἕνα ἀδιαίρετο σύνολο, ζωντανὰ ἑνωμένο μὲ τὸν Κύριο. Ὅπως ἕνα κλαδὶ ποὺ κόβεται, ξεραίνεται καὶ παύει νὰ ζῆ, ἔτσι καὶ κάθε πιστὸς ποὺ μὲ ὁποιοδήποτε τρόπο ἀποκόπτεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ συνεπῶς καὶ ἀπὸ τὸν Κύριο, νεκρώνεται πνευματικὰ (Ἰωάν. 15, 1-6).

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει τὸ ἴδιο πιὸ καταληπτὰ ὀνομάζοντας τὴν Ἐκκλησία, σῶμα Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶναι κεφαλὴ καὶ οἱ πιστοὶ τὸ ὑπόλοιπο σῶμα. Καὶ ὅπως στὸ σῶμα κάθε μέλος ζῆ ἐφ\’ ὅσον εἶναι ἑνωμένο μὲ τὰ ὑπόλοιπα μέλη, ἐνῶ ἐὰν ἀποκοπεῖ, πεθαίνει καὶ σαπίζει, ἔτσι, καὶ κάθε πιστὸς δὲν ζῆ μόνος του, ἀλλὰ συμμετέχοντας στὴν κοινὴ ζωὴ ὅλων τῶν μελῶν, ὅλων τῶν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐὰν ἀποκοπῆ, νεκρώνεται πνευματικὰ καὶ χάνεται (Α΄ Κορινθ. 12, 12-27).

Γι\’ αὐτὸ σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες μέχρι σήμερα, πάντοτε οἱ πραγματικὰ πιστοὶ χριστιανοὶ ἔνοιωθαν ὅτι ζοῦν, ὅταν ἦσαν ἑνωμένοι μὲ τοὺς ἄλλους πιστούς, ἑνωμένοι μὲ τὴν Ἐκκλησία. Θεωροῦμε τὴν Ἐκκλησία σὰν μητέρα μας. Καὶ ἀληθεύει ὁ λόγος ὅτι γιὰ ὅποιον ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μητέρα, γι\’ αὐτὸν δὲν εἶναι καὶ ὁ Θεὸς πατέρας. Καὶ ἐὰν δὲν εἶναι γι\’ αὐτὸν ὁ Θεὸς πατέρας, τότε ποιὸς εἶναι;

Ὁ Κύριος θεμελίωσε διὰ τῶν ἀποστόλων τὴν Ἐκκλησία καὶ τῆς ἐμπιστεύθηκε ὅλα τὰ σωστικὰ μέσα γιὰ φύλαξι καὶ ἐπέκτασι πάνω στὴν γῆ.

Αὐτὴ διαφυλάττει ὅλα τὰ μυστικὰ τῆς πίστεως καὶ ὅλη τὴν ἀλήθεια. Μέσα της βρίσκεται ἡ θ. Χάρις, τὰ ἅγια μυστήρια, τὸ ἱερατεῖο ποὺ χειραγωγεῖ στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Σ\’ αὐτὴν ἐπαναπαύεται ἡ εὐδοκία τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀκούει τὴν προσευχὴ τόσον τὴν δική της, ὅσον καὶ τῶν τέκνων της.

Ἡ συμμετοχὴ στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ ἐντὸς τῶν κόλπων της κατεργασία τῆς σωτηρίας, ἐπιβάλλει στὸν κάθε πιστὸ τὶς ἑξῆς ὑποχρεώσεις:

1) Νὰ πιστεύη, ὅπως πιστεύει ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ἀρχὴ της μέχρι σήμερα. Νὰ ἐλέγχη κάθε σκέψι, εἴτε δική του εἴτε ξένη, σύμφωνα μὲ τὰ δικά της κριτήρια καὶ σὲ καμιὰ περίπτωσι νὰ μὴν ἐπιτρέπη στὸν ἑαυτὸ του τὴν παραμικρὴ διαφωνία μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ αὐτὴ εἶναι «στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α\’ Τιμόθ. 3, 15). Ὅποιος δὲν τηρεῖ αὐτά, εἶναι σὰν «τὸν ἐθνικὸ καὶ τὸν τελώνη», σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου (Μάτθ. 18, 17).

2) Σὲ τίποτε δὲν πρέπει νὰ ξεχωρίζη ἀπὸ τοὺς ἄλλους στὴν τάξι τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Νὰ νηστεύη, ὅταν ὅλοι νηστεύουν. Νὰ προετοιμάζεται γιὰ τὴν θ. Κοινωνία τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου, ὅπως εἶναι καθωρισμένο μέσα στὴν Ἐκκλησία. Νὰ συμμετέχει σὲ ὅλες τὶς λατρευτικὲς καὶ ἑξαγιαστικὲς ἐκδηλώσεις τῆς Ἐκκλησίας, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου νὰ μὴν ἐγκαταλείπη κανεὶς τὴν «ἐπισυναγωγὴ» (Ἑβρ. 10, 25).

3) Νὰ ἔχη βαθειὰ πεποίθησι ὅτι τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ποὺ βρίσκονται στὸν οὐρανό, ἔχουν ζωντανὴ καὶ ἄμεση ἐπικοινωνία μὲ τὰ μέλη ποὺ βρίσκονται στὴν γῆ. Οἱ προσευχὲς τῶν μὲν γιὰ τοὺς δὲ εἰσακούονται καὶ ἐκπληρώνονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς ἐδῶ στὴν γῆ εἴμαστε οἰκεῖοι μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ μὲ ὅλους τοὺς ἁγίους κάθε ἐποχῆς, διότι ἔχουμε προσέλθει «πόλει Θεοῦ ζῶντος, Ἱερουσαλὴμ ἐπουρανίῳ, καὶ μυριάσιν ἀγγέλων, πανηγύρει καὶ ἐκκλησίᾳ πρωτοτόκων ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων» (Ἑβρ. 12, 22-23).

Ἂς ἀνακεφαλαιώσουμε λοιπὸν ἐδῶ ὅλα τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας καὶ ἂς τονίσουμε:

Θέλετε νὰ σωθεῖτε; Νὰ πιστεύετε σὲ ὅλη τὴν ἀλήθεια, ὅπως τὴν ἀποκάλυψε ὁ Θεός. Νὰ δέχεσθε τὴν ἐνίσχυσι τῆς θ. Χάριτος ποὺ προσφέρεται μὲ τὰ μυστήρια. Νὰ ἐφαρμόζετε πάντοτε στὴν ζωὴ σας τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγησι τῶν θεοπροβλήτων ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ὅλα αὐτὰ μέσα στὸ πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας, μέσα στοὺς νόμους της καὶ στὶς διατάξεις της, ἑνωμένος ζωντανὰ καὶ ἄρρηκτα μαζί της. Ἔτσι θὰ σωθῆτε.

Στὴν περιγραφὴ αὐτὴ τῆς ὁδοῦ τῆς σωτηρίας μποροῦμε μὲ πεποίθησι νὰ προσθέσουμε τὴν ἑπόμενη νουθεσία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου: «Πᾶς ὁ παραβαίνων καὶ μὴ μένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ Θεὸν οὐκ ἔχει· ὁ μένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ, οὗτος καὶ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸν ἔχει· εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβάνεται αὐτὸν εἰς οἰκίαν, καὶ χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε· ὁ γὰρ λέγων αὐτῷ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» (Β\’ Ἰωάν. 9-11).

ΙΑ΄. Ἔπειτα ἀπὸ ὅλα ὅσα εἴπαμε, μπορεῖτε καὶ μόνος σας νὰ κρίνετε πόση ἀλήθεια περιέχεται στὰ λόγια τοῦ νέου σας διδασκάλου.

Συνεχίζετε στὸ γράμμα σας: «Ἐπέμενε πολὺ νὰ ὁμολογοῦμε μὲ τὰ χείλη μας τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ διαβεβαίωνε ὅτι ὅποιος Τὸν ὁμολογεῖ μὲ τὰ χείλη, ἀμέσως Τὸν ὑποδέχεται καὶ γεμίζει μὲ τὴν θ. Χάρι. Σὲ κάποιον μάλιστα ἐπέμενε πολὺ νὰ ὁμολογήσει τὸν Κύριο, ἀλλὰ ἐκεῖνος δὲν δέχθηκε λέγοντας ὅτι αὐτὸ εἶναι θέμα συνειδήσεως».

Πολὺ καλὰ ἔκανε καὶ δὲν δέχθηκε! Πολὺ σωστὰ ἔκρινε, διότι μία τέτοια ὁμολογία, ὅταν γίνεται ἐπὶ ματαίῳ, εἶναι ἀντίθετη πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Φαίνεται ὅτι ἦταν λεπτὴ ἡ συνείδησις τοῦ χριστιανοῦ αὐτοῦ καὶ δὲν τοῦ ἐπέτρεψε νὰ ὁμολογήση στὴν περίπτωση ἐκείνη. Αὐτὸ θὰ ἦταν ἕνας κομπασμὸς καὶ μία ἀγυρτεία.

Τὸ νὰ ὁμολογήσει κανεὶς τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ εἶναι μεγάλο κατόρθωμα καὶ ὁ Κύριος ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ δοξάση τὸν ὁμολογητὴ ἐνώπιον τοῦ οὐρανίου Πατρὸς (Ματθ. 10, 32). Ἀλλὰ πότε ἐκτιμᾶ ὁ Κύριος μία τέτοια ὁμολογία; Ὅταν γίνεται ἐνώπιον ἐχθρικοῦ γιὰ τὴν πίστι μας περιβάλλοντος καὶ ὅταν διακινδυνεύη κανεὶς μὲ τὴν ὁμολογία αὐτὴ νὰ ὑποστῆ διωγμοὺς καὶ βάσανα.

Ὅποιος τότε ὁμολογεῖ τὸν Χριστό, μέσα του ἀποδέχεται τὸ μαρτύριο. Γι\’ αὐτὸ καὶ ἡ ὁμολογία του ἔχει τόση ἀξία. Στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ οἱ ὁμολογητὲς στέκονται πλάι στοὺς μάρτυρες. Μάρτυρες εἶναι ὅσοι ὁμολογώντας τὸν Χριστὸ βασανίσθηκαν μέχρι θανάτου. Ἐνῶ ὁμολογητὲς εἶναι ὅσοι ὁμολογώντας τὸν Χριστὸ βασανίσθηκαν, ἀλλὰ γιὰ κάποιο λόγο δὲν ἔφθασαν στὸν θάνατο. Νὰ γιὰ ποιὰ ὁμολογία ὁμιλεῖ ὁ Κύριος! Γιὰ ἐκείνη ποὺ ἂν δὲν ὁμολογηθῆ, θὰ σημαίνει ἄρνησί Του. Ὁπότε κατὰ συνέπειαν θ\’ ἀκολουθήση τό: «Ὅστις δ\’ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἄγὼ ἔμπροσθέν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 10, 33).

Σὲ σᾶς λοιπὸν ἐκεῖ, ὑπάρχουν ἄραγε τέτοιες συνθῆκες ποὺ ἢ θὰ ὁμολογήση κανεὶς τὸν Χριστὸ καὶ θὰ βασανίζεται ἢ θὰ τὸν ἀπαρνηθῆ καὶ θὰ ζῆ εὐτυχισμένος; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ἄρα δὲν εἶναι κατάλληλη ἡ περίπτωσις γιὰ μία ὁμολογία ποὺ νὰ θεωρηθῆ ἀξιόλογη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ γιὰ κομπασμοὺς καὶ ἀγυρτεῖες εἶναι πάντοτε κατάλληλες ὅλες οἱ περιπτώσεις!

Βγῆτε στὸν δρόμο καὶ φωνάξτε: «Πιστεύω στὸν Χριστὸ καὶ ὁμολογῶ τὴν πίστη μου». Μία τέτοια ὁμολογία, ὁμολογία δηλαδὴ ποὺ γίνεται μὲ τέτοιες συνθῆκες, εἶναι ἀνόητη. Εἶναι ἀκριβῶς αὐτὴ ποὺ ἀπαιτοῦσε ὁ νέος σας δάσκαλος!

Ἀλλὰ ὁ ταλαίπωρος συνεχίζει καὶ συνδυάζει τὴν ὁμολογία αὐτὴ μὲ μία ὑπόσχεσι: «Μόλις ὁμολογήσης μὲ τὰ χείλη σου τὸν Χριστό, Τὸν δέχεσαι μέσα σου». Ἀπὸ ποῦ τὸ ἔβγαλε αὐτό; Ὁ Κύριος καὶ οἱ ἀπόστολοι δίδαξαν ποιὸς δέχεται τὸν Χριστὸ μέσα του καὶ μὲ ποιὸν τρόπο. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε» (Γαλάτ. 3, 27).

Ὅποιος «ἐνδύεται» τὸν Χριστό, αὐτὸς Τὸν δέχεται μέσα του. Ἑπομένως ὅποιος βαπτίζεται, αὐτὸς δέχεται μέσα του τὸν Χριστό. Προτοῦ βαπτισθῆ, ὁμολογεῖ τὸν Χριστὸ ἀπαγγέλλοντας τὸ σύμβολο τῆς πίστεως, τὸ «Πιστεύω». Μὲ τὸν τρόπον αὐτὸν δὲν ἔρχεται ἀκόμη μέσα του ὁ Χριστός. Ἁπλῶς γίνεται ὁ πιστὸς ἱκανὸς νὰ Τὸν δεχθῆ. Μόνο μὲ τὸ βάπτισμα Τὸν δέχεται μέσα του. Αὐτὸ διδάσκει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἐνῶ ὅ,τι λέει ὁ νέος σας διδάσκαλος προέρχεται ἀπὸ τὸ μυαλό του καὶ δὲν στηρίζεται πουθενά.

Καὶ κάτι ἄλλο ἀκόμη. Ὁ Κύριος παραγγέλλει: «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει κἀγὼ ἐν αὐτῷ» (Ἰωάν. 6, 56). Κάθε χριστιανὸς λοιπὸν ποὺ κοινωνεῖ τὸ ἄχραντο Σῶμα καὶ τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου, Τὸν δέχεται μέσα του. Καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν θ. Κοινωνία διαβάζοντας τὴν εὐχὴ τῆς προετοιμασίας γιὰ τὴν θ. Μετάληψι «Πιστεύω, Κύριε, καὶ ὁμολογῶ, ὅτι σὺ εἶ ἀληθῶς ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος», ὁμολογεῖ τὴν πίστι του, ἀλλὰ μὲ αὐτὴ τὴν ὁμολογία δὲν δέχεται ἀκόμη μέσα του τὸν Χριστό. Τὸν δέχεται κοινωνώντας τὸ ἄχραντο Σῶμα Του καὶ τὸ τίμιο Αἷμα Του. Ἡ ὁμολογία ἁπλῶς μᾶς ἀνοίγει τὴν εἴσοδο νὰ Τὸν δεχθοῦμε.

Βλέπετε λοιπόν, ὅτι μὲ τὸ ἅγιο βάπτισμα καὶ τὴν θ. Κοινωνία δεχόμαστε μέσα μας τὸν Χριστὸ καὶ ὄχι μὲ τὴν ἁπλὴ ὁμολογία τῆς πίστεώς μας. Ἐνῶ ἔτσι διδάσκει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ὁ αἱρετικὸς διδάσκαλος σας ἐφεῦρε ἄλλο δρόμο ἑνώσεώς μας μὲ τὸν Χριστό. Ἀσφαλῶς μὲ τὸν δικό του λογισμὸ καὶ τὴν δική του πλάνη.

Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἕνας ἄλλος ὀρθόδοξος δρόμος. Εἶναι αὐτὸς ποὺ ὑποδεικνύει ὁ Κύριος: «Ὁ ἔχων τὰς ἐντολάς μου καὶ τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνος ἐστὶν ὁ ἀγαπῶν με· ὁ δὲ ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται ὑπὸ τοῦ Πατρός μου, καὶ ἐγὼ ἀγαπήσω αὐτὸν καὶ ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν… Ἐὰν τις ἀγαπᾶ με τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ Πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ\’ αὐτῷ ποιήσομεν» (Ἰωάν. 14, 21-23).

Μὴ νομίσετε ὅμως ὅτι αὐτὴ ἡ ἐκπλήρωσις τῶν θείων ἐντολῶν ἐξασφαλίζει τὸν ἐρχομὸ τοῦ Κυρίου στὶς ψυχὲς μας ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ ἅγιο βάπτισμα καὶ τὴν θ. Κοινωνία. Ἡ ἁγιαστικὴ ἐνέργεια αὐτῶν τῶν μυστηρίων, δίνει δυνάμεις γιὰ τὴν πιστὴ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ὅποιος ἐκπληρώνει τὶς ἐντολές, στολίζει τὴν ψυχή του μὲ διάφορες ἀρετὲς καὶ κάνει τὴν καρδιὰ του ναὸ ἄξιο νὰ ὑποδεχθῆ τὸν Κύριο. Ὁ Κύριος ἔρχεται καὶ κατοικεῖ μέσα του. Ἀκριβέστερα ἤδη ἔχει ἔλθει μὲ τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος καὶ κατοικεῖ μέσα του μὲ τὸ μυστήριο τῆς θ. Εὐχαριστίας.

Ἀλλὰ ἐφ\’ ὅσον ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει καθαρισθῆ ἀπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν ἔχει στολισθῆ μὲ τὶς ἀρετές, ὁ Κύριος δὲν εὐαρεστεῖται καὶ δὲν ἀναπαύεται μέσα του. Ἡ ταραχὴ τῶν παθῶν καὶ ἡ δυσοσμία τῆς ἁμαρτίας τὸν δυσαρεστεῖ. Μοιάζει σὰν νὰ μὴν ἐμπιστεύεται καὶ ἁπλῶς ἀκόμη νὰ προετοιμάζει «μονὴν» μέσα του. Ὅταν ὅμως ἡ ψυχὴ φωτισθῆ μὲ τὶς ἀρετές, τότε εἰσέρχεται μὲ βεβαιότητα μέσα της, ὅπως μπαίνει κανεὶς σ\’ ἕνα οἰκεῖο σπίτι καὶ παραμένει ἐκεῖ ἥσυχος, μακριὰ ἀπὸ δυσάρεστες κινήσεις ἁμαρτιῶν καὶ παθῶν.

Ἡ πίστις μας προσελκύει τὸν Κύριο. Τὰ μυστήρια μᾶς ἀξιώνουν νὰ Τὸν δεχθοῦμε. Ὅταν ὅμως μὲ τὴν βοήθειά Του ἐκπληρώνουμε τὶς ἐντολές Του καὶ καθαριζώμαστε ἀπὸ τὰ πάθη, τότε ὁριστικὰ ἔρχεται καὶ παραμένει μέσα μας. Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος καὶ ὁ τρόπος ὑποδοχῆς τοῦ Κυρίου, ὅπως τὸν διδάσκει ἡ Ἐκκλησία. Ἔχει τὶς βαθμίδες του. Ἔχει τὴν ἀρχή, τὴν συνέχεια καὶ τὸ τέλος, δηλαδὴ τὴν τελείωσι.

Ἀλλὰ ρίζα ὁλοκλήρου αὐτοῦ τοῦ ἔργου εἶναι ὁ ἐρχομὸς τοῦ Κυρίου μὲ τὰ μυστήρια. Χωρὶς τὰ μυστήρια, οὔτε πίστις, οὔτε ἔργα, μποροῦν νὰ ἑλκύσουν τὸν Κύριο. Ἔχουν τὴν ἀξία τους σὰν προϋποθέσεις γιὰ νὰ ὁδηγηθῆ κανεὶς στὰ μυστήρια. Μὲ τὰ μυστήρια θὰ ἐγκαταβιώσει ὁ Κύριος μέσα στὸν πιστό. Ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως στὸν Κύριο, ἔχει κι αὐτὴ τὴν θέσι της, ἀλλὰ μόνο σὰν κάποιο μέρος τῆς προετοιμασίας καὶ ὄχι σὰν μέσο ἱκανὸ μόνο του νὰ φέρη τὸν Χριστὸ μέσα μας.

Ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως μόνο μὲ τὰ χείλη, χωρὶς καμιὰ συνέπεια στὴν ζωή μας, δὲν ἔχει σημασία. Ὅταν μᾶς ρωτοῦν τί θρήσκευμα ἔχουμε, κι ἐμεῖς ὁμολογοῦμε ὅτι εἴμαστε χριστιανοί, αὐτὸ σημαίνει ὅτι πιστεύουμε σωστὰ καὶ ζοῦμε ἅγια, ὅτι παίρνουμε θ. χάρη μὲ τὰ μυστήρια, ἀκολουθοῦμε τὶς συμβουλὲς τῶν πνευματικῶν πατέρων, ἀνήκουμε στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ σχολαστικότητα τηροῦμε ὅ,τι αὐτὴ προστάζει. Ἐκτελοῦμε δηλαδὴ ὅλα ἐκεῖνα, ποὺ ὅπως προείπαμε, μᾶς καθοδηγοῦν στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.

Ἑπομένως εἰλικρινὰ ὁμολογεῖ τὸν Κύριο μόνον ἐκεῖνος ποὺ πιστεύοντας σ\’ Αὐτόν, ἁγιάζεται μὲ τὰ μυστήρια καὶ ἀντλεῖ δυνάμεις ἀπ\’ αὐτά, ζεῖ ἅγια σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, κάτω ἀπὸ τὴν χειραγώγησι τῶν πνευματικῶν πατέρων καὶ μέσα στὸ πνεῦμα τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Αὐτὸς εἶναι ὁ πραγματικὸς ὁμολογητής! Καὶ ὄχι ἐκεῖνος ποὺ μόνο μὲ τὰ χείλη ὁμολογεῖ τὸν Κύριο. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ θεολόγος, στὴν πρώτη του καθολικὴ ἐπιστολὴ γράφοντας γιὰ τὴν πραγματικὴ ὁμολογία, ἐννοεῖ ἀκριβῶς μία τέτοια ἔμπρακτη ὁμολογία.

Ἐπὶ πλέον, ὁ αἱρετικὸς θεωρεῖ σὰν καρπὸ τῆς προφορικῆς ὁμολογίας τὴν θ. Χάρι. Ἐὰν ἡ ὁμολογία αὐτὴ ἦταν ἱκανὴ νὰ φέρη τὸν Κύριο, θὰ ἔφερνε καὶ τὴν θ. Χάρι. Διότι ἡ θ. Χάρις εἶναι ἡ κοινωνία μὲ τὸν Κύριο. Ἀλλά, ὅπως ἐξηγήσαμε προηγουμένως, ὁ Κύριος ἔρχεται μέσα μας μὲ τὰ μυστήρια κι ὄχι μὲ τὴν ὁμολογία. Ἄρα τὰ μυστήρια μᾶς γεμίζουν μὲ τὴν θ. Χάρι κι ὄχι ἡ ὁμολογία. Καὶ πιὸ πάνω σᾶς ἐξήγησα ὅτι ἡ θ. Χάρις δὲν προσφέρεται παρὰ μόνο μὲ τὰ μυστήρια. Δὲν ὑπάρχει περίπτωσις στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ ποὺ νὰ τὴν ἔλαβε κανεὶς μὲ ἄλλο τρόπο.

Ἑπομένως δὲν μποροῦμε νὰ σκεφθοῦμε ὅτι μὲ μία ἁπλὴ προφορικὴ ὁμολογία μποροῦμε νὰ λάβουμε τὴν θ. Χάρι. Αὐτὸ θὰ ἔμοιαζε μὲ τὸ νὰ λέγαμε σὲ κάποιον: «Ἄνοιξε τὸ στόμα σου καὶ θὰ γεμίσης μὲ τὴν θ. Χάρι». Γι\’ αὐτὸ ταιριάζει πολὺ νὰ χαρακτηρίση κανεὶς σὰν ἀνόητο τὸν αἱρετικό, ποὺ πιστεύει ὅτι μὲ μόνη τὴν προφορικὴ ὁμολογία θὰ τὴν ἀποκτήση.

ΙΒ΄. Γράφετε ὅτι ὁ αἱρετικός σας προσεύχεται μὲ δικές του προσευχὲς καὶ κατὰ τὶς προσευχές του δὲν σχηματίζει τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ οὔτε κάνει μετάνοιες.

Βλέπετε ἀπ\’ αὐτὸ πόσο μοντερνίζει. Ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἀκόμη καὶ οἱ περισσότεροι αἱρετικοί, κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Ἐκεῖνος ὅμως ντρέπεται. Καὶ ὅμως εἶναι καὶ αὐτὸς ἕνας τρόπος ὁμολογίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ γιὰ χάρι μας ὑπέμεινε τὸν Σταυρὸ καὶ μᾶς ἐξαγόρασε.

Ὅταν λοιπὸν ἐκεῖνος σᾶς προτρέπη «ὁμολογῆστε, ὁμολογῆστε τὸν Χριστὸ μὲ τὰ χείλη σας», ἐσεῖς πλησιάστε τον καὶ προτρέψτε τον «ὁμολογῆστε καὶ σεῖς, ὁμολογῆστε τὸν Χριστὸ μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ». Ὁμολογία καὶ τὸ ἕνα, ὁμολογία καὶ τὸ ἄλλο. Τὸ ἕνα μόνο μὲ λόγια. Τὸ ἄλλο μὲ ἔργα. Τὰ ἔργα ὅμως εἶναι σημαντικώτερα ἀπὸ τὰ λόγια.

Καὶ ὅταν εἶπε σ\’ ἐκεῖνον ποὺ ἀρνήθηκε νὰ ὁμολογήση μὲ τὰ χείλη τὸν Χριστὸ «φαίνεται ὅτι ντρέπεσαι τοὺς ἀνθρώπους», θὰ ἔπρεπε καὶ σεῖς νὰ τοῦ λέγατε «ἐφ\’ ὅσον ἀρνεῖσθε νὰ κάνετε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ποὺ κι αὐτὸ εἶναι ὁμολογία, φαίνεται ὅτι καὶ σεῖς ντρέπεσθε νὰ ὁμολογήσετε τὸν Χριστὸ ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων».

Ο Μ. Βασίλειος μᾶς βεβαιώνει ὅτι τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ ποὺ κάνουμε, θεσπίστηκε ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους καὶ ὅτι, ὅταν γίνεται μὲ πίστι, διώχνει τοὺς ἀοράτους ἐχθρούς, ἀνατρέπει τὰ σκοτεινά τους σχέδια καὶ προφυλάσσει τὸν χριστιανὸ ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις τους.

Ὁ Κύριος διὰ τοῦ Σταυροῦ συνέτριψε τὴν δύναμι τῶν ἐχθρῶν. Τὸ ἐνθυμοῦνται αὐτὸ οἱ ἐχθροὶ καὶ ἀποφεύγουν κάθε ἀνάμνησί του. Ὅποιος δὲν σφραγίζει τὸν ἑαυτό του μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ἀφήνει ἐλεύθερο πεδίο δράσεως στοὺς ἐχθρούς. Χριστιανὸς χωρὶς τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ μοιάζει μὲ στρατιώτη χωρὶς ὅπλο. Βρίσκεται στὴν διάθεσι τοῦ ἐχθροῦ. Ὁ Σταυρὸς ἁγιάζει κάθε ἄνθρωπο καὶ κάθε ἀντικείμενο. Ἔτσι παρέλαβε ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους καὶ ἔτσι πιστεύουν οἱ χριστιανοί. Γι\’ αὐτὸ εὔλογα ἀναρωτιέται κανείς: Εἶναι χριστιανὸς ἐκεῖνος ποὺ ἀποφεύγει τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ;

Μὲ τὴν κλίσι τῆς κεφαλῆς συνήθως ἐκδηλώνουμε σεβασμὸ καὶ ὑποταγή. Εἶναι λοιπὸν ἀπαραίτητο στὸν προσευχόμενο νὰ ἐκδηλώνη τὴν ἐσωτερική του εὐλάβεια καὶ ὑποταγὴ στὸν Θεὸ μὲ τὴν κλίσι τῆς κεφαλῆς. Ὅλοι οἱ χριστιανοὶ προσκυνοῦν τὸν Κύριο καὶ σωματικά, σὰν δεῖγμα ἐσωτερικοῦ σεβασμοῦ καὶ ὑποταγῆς στὸ ἅγιο θέλημά Του. Ὅποιος δὲν ὑποκλίνεται, δημιουργεῖ ἀμφιβολία ἂν κυριαρχῆται ἀπὸ τὰ αἰσθήματα αὐτά. Καὶ ἂν δὲν κυριαρχεῖται, τότε τί εἴδους προσευχὴ κάνει; Χρησιμοποιοῦμε ἐδῶ στὴν Ρωσία τὴν ἔκφραση «ὁ τράχηλός του δὲν λυγίζει», γιὰ νὰ χαρακτηρίσουμε τὸν ἀνυπότακτο, τὸν ἐγωιστή, ποὺ δὲν ἀναγνωρίζει κανένα. Μήπως τέτοιος δὲν εἶναι πολλὲς φορὲς κι ἐκεῖνος ποὺ ἀρνεῖται νὰ κάνη μετάνοιες τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς μπροστὰ στὸν Θεό; Φοβᾶται μήπως τσαλακώση τὰ ροῦχα του;

ΙΓ.\’ Μοῦ γράφετε: «Ὁ νέος μας δάσκαλος καὶ οἱ πιστοί του ὀπαδοὶ δὲν ἐμφανίζονται στὸν ναὸ καὶ δὲν ἐπικαλοῦνται στὶς προσευχὲς τοὺς τοὺς ἁγίους, οὔτε τὴν Μητέρα τοῦ Θεοῦ, οὔτε τοὺς ἀγγέλους, οὔτε τοὺς ἀποστόλους, οὔτε τοὺς προφῆτες, οὔτε τοὺς ὁσίους. Ἐπίσης δὲν νηστεύουν, δὲν ἐξομολογοῦνται, δὲν κοινωνοῦν καὶ δὲν ἀναγνωρίζουν τὶς ἑορτές».

Βλέπετε τί χριστιανοὶ εἶναι; Θεωροῦν τοὺς ἑαυτοὺς τους πνευματικούς, ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, ἁγίους, γιὰ τοὺς ὁποίους δὲν χρειάζεται ἡ ἐξωτερικὴ ἐκκλησιαστικὴ τάξις, οὔτε οἱ πνευματικὲς ἀσκήσεις, κανένα ἁγιαστικὸ μυστήριο καὶ καμιὰ ἱερουργία.

Δὲν καταλαβαίνω λοιπόν, τί θέλετε καὶ τρέχετε πίσω ἀπ\’ αὐτόν; Ἤ, γιατί νὰ γεμίζη τ\’ αὐτιά σας μὲ κούφια λόγια; Μ\’ αὐτὰ πού μοῦ γράφετε γίνεται ὁλοφάνερος ὁ ξεπεσμός του ἀπὸ τὴν ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Ἀγωνίζεται ν\’ ἀπομακρύνη καὶ σᾶς ἀπ\’ αὐτή, γιὰ νὰ δημιουργηθῆ μία νέα αἱρετικὴ ὁμάδα βδελυκτὴ στὸν Θεὸ τῆς ἀληθείας. Καὶ σεῖς ὅλο καὶ περισσότερο γλυστρᾶτε πρὸς αὐτόν, ὅπως οἱ ἀνόητες μύγες πρὸς τὰ δηλητηριώδη δολώματα.

Σᾶς συνιστῶ τὸ βιβλίο «Ἡ πέτρα τῆς πίστεως» τοῦ Στεφάνου Γιαβόρσκυ. Διαβάστε το μὲ προσοχὴ καὶ ἐγκολπωθῆτε τὸ περιεχόμενό του, γιατί μ\’ αὐτὴ τὴν πέτρα θὰ μπορέσετε εὔκολα ν\’ ἀποστομώνετε τοὺς αἱρετικοὺς καὶ νὰ σπάζετε τὰ δόντια τῶν ψευδοδιδασκάλων ποὺ μισοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ φῶς.

ΙΔ΄. Γράφετε: «Μεταξὺ μας δημιουργήθηκε σύγχυσις, γιατί οἱ πνευματικοί μας πατέρες σιωποῦν. Ἐνῶ αὐτὸς ὁ κήρυκας πηγαίνει παντοῦ, ἀγωνίζεται, διδάσκει, ὁμιλεῖ μ\’ ἐνθουσιασμό, οἱ δικοί μας ποιμένες σιωποῦν. Καὶ στὸν ναὸ σπάνια κηρύττει κάποιος. Περιορίζονται στὴν τέλεσι τῶν ἀκολουθιῶν. Χρειάζεται ζωντανὸς λόγος καὶ δὲν μᾶς τὸν δίνουν».

Θὰ σᾶς ρωτήσω κάτι: Ἀπευθυνθήκατε ποτὲ στοὺς ἱερεῖς σας; Τοὺς εἴπατε ὅτι στὴν περιοχὴ σας κυκλοφορεῖ κάποιος ξενόφερτος ποὺ σᾶς συγκεντρώνει καὶ σᾶς διδάσκει; Τοὺς ζητήσατε τὴν γνώμη τους γιὰ τὰ κηρύγματά του; Ἀσφαλῶς δὲν τὸ κάνατε αὐτό! Γράφετε ἀπὸ τὴν ἄλλη ἄκρη τοῦ κόσμου καὶ ἀπευθύνεστε σὲ μένα καὶ ποτὲ δὲν ἀναζητήσατε τὴν βοήθεια τῶν ποιμένων σας γιὰ τὴν ὑπόθεσι αὐτή. Δὲν μοῦ γράψατε ποτὲ ὅτι τὴν συζητήσατε μὲ τοὺς ἐφημερίους της ἐνορίας σας, ποὺ εἶναι δίπλα σας καὶ ποὺ τοὺς βλέπετε κάθε Κυριακὴ καὶ ἑορτή!

Πῶς ἔπειτα ἀπ\’ αὐτὸ νὰ γνωρίζουν οἱ πνευματικοί σας πατέρες τί σᾶς συμβαίνει; Οἱ ἱερεῖς ἔρχονται στὸν ναό, βλέπουν συγκεντρωμένους τοὺς ἐνορίτες νὰ προσεύχωνται καὶ μένουν ἥσυχοι ὅτι δὲν ἀντιμετωπίζουν προβλήματα.

Ἐξ ἄλλου ἐσεῖς γνωρίζετε τὰ δόγματα, ἐνθυμεῖσθε τὶς ἐντολὲς καὶ ὑποτάσσεσθε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Τί ἄλλο χρειάζεσθε; Μήπως καμιὰ φορὰ θὰ θέλατε νὰ σᾶς ἐξηγηθῆ κάποιο δόγμα, κάποια ἐντολὴ ἢ κάποιο μυστήριο; Ἀλλὰ αὐτό, ὅπως γράφετε, γίνεται. Ἐκτὸς ἀπ\’ αὐτό, ἡ ἴδια ἡ ἀκολουθία ὑπενθυμίζει στὸν προσεκτικὸ πιστὸ καὶ τὰ δόγματα καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Καὶ διδάσκει πῶς θὰ ἑνωθοῦμε μ\’ Αὐτόν. Ἀρκεῖ ἡ παραμονὴ μέσα στὸν ναὸ γιὰ ν\’ ἀνανεώση ὅλο τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα, ὅπως πολλοὶ βιωματικὰ ὁμολογοῦν.

Συμφωνῶ μαζί σας στὸ ὅτι οἱ ἱερεῖς πρέπει συχνότερα νὰ συζητοῦν μὲ τοὺς πιστοὺς καὶ νὰ διαλέγωνται μ\’ αὐτοὺς εἴτε μέσα στὸν ναὸ εἴτε ὁπουδήποτε ἀλλοῦ. Δὲν συμφωνῶ ὅμως στὸ ὅτι, ἐὰν δὲν συμβαίνη αὐτό, οἱ ἐνορίτες ἔχουν ἔλλειψι πνευματικῆς τροφῆς. Ἀλλὰ καὶ στὴν περίπτωσι αὐτή, ἐὰν θὰ ἔπρεπε κάποιον νὰ μεμφθῶ, θὰ κατηγοροῦσα περισσότερο τὸ ποίμνιο, παρὰ τοὺς ποιμένες! Γιατί ποιὸς κληρικὸς θὰ περιφρονοῦσε μία παράκλησι τῶν ἐνοριτῶν γιὰ περισσότερη καὶ εἰδικώτερη διδασκαλία; Μόνοι σας ἀποφεύγετε τοὺς κληρικοὺς καί, ἂν συμβεῖ νὰ συναντηθεῖτε μὲ κάποιον ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς, δὲν τὸν ρωτᾶτε γιὰ θέματα πίστεως. Γι\’ αὐτὸ κι ἐκεῖνοι δὲν σᾶς θίγουν τέτοια θέματα καὶ ἀποφεύγουν νὰ σᾶς διδάξουν μέσα στὸν ναὸ μὲ τὸν φόβο, μήπως σᾶς γίνουν φορτικοὶ καὶ σᾶς ψυχράνουν.

Ἐγὼ δὲν δικαιώνω τοὺς ἱερεῖς ποὺ δὲν διδάσκουν καὶ δὲν κηρύττουν. Τὸ δικό τους χρέος εἶναι νὰ φλογίζονται ἀπὸ ἱεροὺς πόθους καὶ νὰ ὁμιλοῦν στοὺς πιστούς, ἐνῶ τὸ χρέος τῶν πιστῶν εἶναι πρόθυμα νὰ ἐγκολπώνονται τὴν διδασκαλία. Ἐπισημαίνω μόνον ὅτι ὑπάρχει καὶ δική σας εὐθύνη γιὰ τὴν σπανιότητα τοῦ κηρύγματος.

ΙΕ΄. Μοῦ γράφετε: «Ἐνῶ οἱ κληρικοὶ μας σιωποῦν, ἐκεῖνος παντοῦ κηρύττει».

Ἐκεῖνος κηρύττει, γιατί πρέπει νὰ συγκεντρώσει γύρω του μαθητὲς καὶ ὀπαδούς. Ὅταν τοὺς συγκεντρώσει, κι ἐκεῖνος θὰ σιωπήσει, γιατί οἱ ἀκροατές του θὰ γνωρίζουν ὅλα ὅσα διδάσκει. Πρέπει ὅμως νὰ γνωρίζετε ὅτι οἱ πολλὲς φροντίδες, οἱ πληθωρικὲς δραστηριότητες καὶ οἱ μεγάλες φωνές, δὲν χαρακτηρίζουν τὴν ὑγιῆ κατάσταση τῶν πραγμάτων.

Προσέξτε τὸ σῶμα: Ὅταν εἶναι ὑγιές, ὅλες οἱ ἐσωτερικὲς λειτουργίες του ἐκτελοῦνται ἥσυχα. Ὁ σφυγμὸς εἶναι ἤρεμος, ἡ ἀναπνοὴ ὁμαλή, τὰ νεῦρα καὶ οἱ κινήσεις κανονικά. Μόλις ὅμως σὲ κάτι ἀπ\’ αὐτὰ συμβεῖ μία ἀνωμαλία, ἡ ἁρμονία τῆς λειτουργικότητας καταστρέφεται καὶ τὸ σῶμα παρουσιάζεται ἄρρωστο.

Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὸ ἔργο τῆς πίστεως καὶ τῆς σωτηρίας. Ἐσεῖς καὶ ὁλόκληρη ἡ ἐνορία ἀποτελεῖτε μία μικρογραφία τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλες οἱ σωτηριώδεις λειτουργίες τοῦ σώματος αὐτοῦ τελοῦνται ἥσυχα. Κατέχετε τὴν ὀρθόδοξη πίστη, ἀγωνίζεσθε νὰ ζεῖτε χριστιανικά, ἁγιάζεστε μὲ τὰ μυστήρια, ἀκολουθῆτε ὁλόκληρη τὴν τάξι τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὑπακούετε στοὺς ἱερεῖς σας.

Τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας ὅλων καὶ καθενὸς ξεχωριστὰ προχωρεῖ κανονικά. Ὅπως τὸ ὑγιὲς σῶμα ἀναπτύσσεται καὶ ζῆ ἀπαρατήρητο, ἔτσι καὶ σεῖς ζῆτε καὶ ἀναπτύσσεσθε πνευματικά, ἂν καὶ αὐτὸ δὲν γίνεται ἀντιληπτό.

Ἡ ἠρεμία λοιπὸν ἡ δική σας, ποὺ ἔρχεται σὲ ἀντίθεσι μὲ τὴν ἔκτακτη δραστηριοποίησι τοῦ ψευδοδιδασκάλου, δὲν σημαίνει ὅτι βρίσκεσθε σὲ μειονεκτικὴ θέσι. Ἀντιθέτως ἡ ἀθόρυβη καὶ κανονικὴ πρόοδος στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας σημαίνει ὅτι σεῖς βρίσκεσθε σὲ ὑγιῆ κατάστασι, ἐνῶ ἐκεῖνος βρίσκεται σὲ ἀνώμαλη.

Βέβαια ἐὰν κανεὶς ἀπὸ σᾶς κατὰ τὴν διάρκεια τῆς εἰρηνικῆς πορείας τῆς πνευματικῆς ζωῆς παραδίδεται στὴν ἀμέλεια καὶ τὴν ἀδιαφορία, αὐτὸ ἀποτελεῖ σφάλμα. Ἀλλ\’ ἐὰν ὁ καθένας σύμφωνα μὲ τὶς δυνάμεις του ἐκτελεῖ ὅλες τὶς ὑποχρεώσεις, ποὺ τοῦ ὑπαγορεύει ἡ χριστιανική του συνείδησις, τότε τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας βρίσκεται σὲ τάξι καὶ δὲν ὑπάρχει λόγος ν\’ ἀνησυχῆτε γι\’ αὐτό. Πολὺ περισσότερο νὰ τρέχετε πίσω ἀπὸ κάποιον, ποὺ παρουσιάζει κάτι τὸ ξεχωριστό.

Ἐνθυμηθῆτε τί σᾶς εἶπα στὴν ἀρχὴ φέρνοντάς σας τὴν εἰκόνα τῆς χορωδίας καὶ τῆς κακῆς ἐντυπώσεως ποὺ κάνει ἡ φωνὴ ποὺ ξεχωρίζει. Ἡ ἴδια εἰκόνα χρησιμεύει καὶ γιὰ τὴν κατανόησι ὅσων σᾶς γράφω στὸ σημεῖο αὐτό.

Σᾶς ἀνέφερα ὅλα τὰ προηγούμενα παίρνοντας ἀφορμὲς ἀπὸ τὸ γράμμα σας. Δὲν μένει παρὰ νὰ προσθέσω τὸ συμπέρασμα καὶ τὴν συμβουλή.

Ἀπομακρυνθῆτε ἀπὸ τὸν αἱρετικὸ ψευδοδιδάσκαλο καὶ προσκολληθῆτε σταθερώτερα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Αὐτὸ νὰ συμβουλεύετε καὶ τοὺς ἄλλους χριστιανούς. Ἀρκετὰ ἀκούσατε ἀπὸ τὸν κακόδοξο καὶ ἀρκετὰ ταλαιπωρήσατε τ\’ αὐτιά σας μὲ τὰ γλυκανάλατα λόγια του. Φτάνει πιά! Σὲ τίποτε τὸ καλὸ δὲν θὰ σᾶς ὁδηγήση.

Καὶ γιὰ ν\’ ἀποτοξινωθῆτε γρηγορώτερα ἀπ\’ ὅσα ἀκούσατε, νὰ μελετήσετε τὸ βιβλίο «Ἡ πέτρα τῆς πίστεως», ποὺ σᾶς ἀνέφερα. Καλύτερα ὅμως θὰ εἶναι νὰ συγκεντρώνεσθε ὅλοι μαζί, ὅσοι μολυνθήκατε ἀπὸ τὰ δηλητηριώδη αἱρετικὰ λόγια του, νὰ διαβάζετε τὸ βιβλίο μὲ προσοχὴ καὶ νὰ σημειώνετε ὁ καθένας γιὰ τὸν ἑαυτὸ του ὅ,τι βρίσκει καταλληλότερο στὴν ἄμυνα ἐναντίον τῶν προσβολῶν τοῦ ἐχθροῦ»

(*) ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΣ

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Ὁ ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος, κατὰ κόσμον Γεώργιος Βασίλιεβιτς Γοβόρωφ, ὑπῆρξε γιὸς ἱερέως. Γεννήθηκε στὶς 10 Ἰανουαρίου 1815 στὸ χωριὸ Τσερνάφσκα τῆς ἐπαρχίας Ὀρλώφ.

Ἀπὸ μικρὸς δέχθηκε τὴν εὐεργετικὴ ἐπίδρασι ποὺ ἐξασκεῖ στὴν ψυχὴ τὸ ἐκκλησιαστικὸ περιβάλλον μὲ τὶς εἰκόνες, τὶς ψαλμωδίες, τὶς ἀκολουθίες, τὶς τελετές. Ὁ ἴδιος ἔγραφε ὅτι τὸ περιβάλλον αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸν ἰσχυρότερο παράγοντα γιὰ τὴ σωστὴ ἀγωγὴ τῆς παιδικῆς ψυχῆς.

Μετὰ ἀπὸ τὰ πρῶτα γράμματα μπῆκε στὸ Σεμινάριο τοῦ Ὀρλὼφ (1831-37) καὶ ἀργότερα ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές του στὴ Θεολογικὴ Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου (1837-41).

Καθὼς σπούδαζε στὸ Κίεβο ἐπισκεπτόταν συχνὰ τὰ σπήλαιά του, ποὺ ὑπῆρξαν ἡ κοιτίδα τοῦ ρωσικοῦ μοναχισμοῦ. Ἡ Κιεβοπετσέρσκαγια Λαύρα, γεμάτη ἄφθορα καὶ μυροβλύζοντα λείψανα ὁσίων, ἀκτινοβολοῦσε τὴ δόξα τοῦ λαμπροῦ της παρελθόντος.

Ἡ καρδιὰ τοῦ νεαροῦ ἱεροσπουδαστοῦ δονήθηκε ἀπὸ τὸν πόθο τῆς μοναχικῆς ζωῆς καὶ λίγους μῆνες πρὶν τελειώση τὶς σπουδὲς του ἔγινε μοναχός.

O φημισμένος στάρετς Παρθένιος, ποὺ ἦταν πνευματικός τοῦ Μητροπολίτου καὶ τῆς Λαύρας, ἔδωσε στὸν νεόκουρο καὶ στοὺς συντρόφους του τὶς ἑξῆς συμβουλές:

«Ἐσεῖς οἱ μορφωμένοι μοναχοὶ νὰ μὴν ξεχνᾶτε ὅτι τὸ πιὸ ἀπαραίτητο εἶναι ἕνα: Ἡ ἀδιάλειπτη προσευχὴ μὲ τὸν νοῦ συγκεντρωμένο στὴν καρδιά. Αὐτὸ κι ἐγὼ ἐπεδίωκα ἀπὸ τὰ νεανικά μου χρόνια καὶ φρόντιζα νὰ μὴ μὲ διακόπτη κανεὶς ἀπὸ τὴ συνεχῆ ἐπικοινωνία μου μὲ τὸν Θεό».

Τὸν ἴδιο χρόνο (1841) χειροτονεῖται διάκονος καὶ σὲ λίγους μῆνες ἱερεύς.

Τελειώνοντας τὴν Ἀκαδημία διορίζεται καθηγητὴς τῆς Ἠθικῆς, τῆς Φιλοσοφίας, τῆς Ψυχολογίας, τῆς Λογικῆς καὶ τῶν Λατινικῶν σὲ διάφορες σχολὲς καὶ ἀκαδημίες.

Τὸ 1847 ἔρχεται στὰ Βαλκάνια καὶ γιὰ ἑπτὰ χρόνια μελετᾶ τὸν ἑλληνορθόδοξο μοναχισμό.

Τὸ 1857 γίνεται πρύτανης τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τῆς Πετρουπόλεως καὶ ἐπιθεωρητὴς τῶν θρησκευτικῶν μαθημάτων σ\’ ὅλες τὶς σχολὲς τῆς πρωτευούσης καὶ τῶν περιχώρων της.

Τὸ 1859 χειροτονεῖται ἐπίσκοπος τῆς ἐπαρχίας Ταμπὼφ καὶ ἀργότερα ἀναλαμβάνει τὴν ἕδρα τῆς ἐπαρχίας Βλαδιμίρ. Σὰν ἐπίσκοπος ἐργάσθηκε μ\’ ὅλες του τὶς δυνάμεις. Ἔμεινε κοντὰ στὸ ποίμνιο ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς καὶ δοκίμασε μαζί του πολλὲς δυσκολίες.

Τὸ 1861 ἀξιώνεται νὰ παρευρεθῆ στὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου Τύχωνος τοῦ Ζαντόνσκ, τὸν ὁποῖο ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια ὑπεραγαποῦσε καὶ προσπαθοῦσε νὰ μιμηθῆ.

Τὸ 1866, μετὰ ἀπὸ εἰκοσιπέντε χρόνια πολύπλευρης καὶ καρποφόρου ἐκκλησιαστικῆς διακονίας, ἀφήνει τὴν ἐπαρχία του καὶ κλείνεται σ\’ ἕνα φτωχικὸ κελὶ στὴν ἔρημο Βισένσκ. Ἐκεῖ θὰ ζήση ἔγκλειστος τὰ ὑπόλοιπα εἰκοσιοκτὼ χρόνια τῆς ζωῆς του.

Ὁ ἀποχαιρετιστήριος λόγος πρὸς τὸ ποίμνιό του εἶναι συγκινητικός:

«Μὴ μὲ παρεξηγῆτε ποὺ σᾶς ἀποχωρίζομαι. Ἡ ἀγάπη σας δὲν θὰ μὲ ἄφηνε νὰ φύγω, ἂν δὲν ὑπῆρχε μέσα μου ἕνας ἀκατανίκητος πόθος γιὰ μία ὑψηλότερη ζωή… Πάντοτε θὰ προσεύχομαι νὰ σᾶς χαρίζη ὁ Κύριος κάθε καλό, νὰ σᾶς γλιτώνη ἀπὸ κάθε συμφορὰ καὶ νὰ ἐξασφαλίζη τὴ σωτηρία σας… Ἔχετε μάθει τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας, καθὼς καὶ ὅλα τὰ μέσα ποὺ ὁδηγοῦν σ\’ αὐτή. Εἶναι λοιπὸν ἀρκετὸ νὰ σᾶς ὑπενθυμίσω τὴ συμβουλὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου πρὸς τὸν Τιμόθεο: \”Τὴν παρακαταθήκην φύλλατε\”. Νὰ φυλάγεσθε ἀπὸ τοὺς ψευδοδιδασκάλους. Ὅσους δὲν συμφωνοῦν μ\’ αὐτὰ ποὺ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία νὰ τοὺς ἀπομακρύνετε, ὁποιαδήποτε θέσι καὶ ὁποιουσδήποτε τίτλους κι ἂν κατέχουν… Πίσω ἀπὸ τὴ γνησιότητα τῆς πίστεως ἔρχεται ἡ ἐπίσκεψις τῆς θείας χάριτος. Μὲ τὴ βοήθειά της οἱ καθαροὶ στὴν ψυχὴ βλέπουν τὸν Θεὸ ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωὴ καὶ προγεύονται τὴ μακαριότητα τῆς αἰωνίας».

Ὁ ὅσιος Θεοφάνης ὑπῆρξε πολυγραφώτατος. Ἡ ἀδελφή τοῦ Λέοντος Τολστόι ἔλεγε: «Δύο σύγχρονοί μας ἔγραψαν πολλά. Ὁ ἀδελφός μου Λέων καὶ ὁ ἐπίσκοπος Θεοφάνης. Μὲ τὴ διαφορὰ ὅτι ὁ ἕνας ἔγραψε πρὸς ἀπώλεια τῆς ψυχῆς, ἐνῶ ὁ ἄλλος πρὸς σωτηρία της».

Τὰ συγγράμματά του εἶναι κλασσικὰ καὶ διαιροῦνται σὲ ἠθικά, ἑρμηνευτικὰ καὶ μεταφραστικά. Μετέφρασε στὰ ρωσικὰ τὴ «Φιλοκαλία» καὶ παρουσίασε σ\’ ἕνα μεγάλο σύγγραμμα πολλοὺς κανόνες τῶν ἁγίων Παχωμίου, Μεγάλου Βασιλείου, Βενεδίκτου καὶ Κασσιανού. Ἀπὸ σκέψεις καὶ βιώματα δικά του ἀποτελεῖται καὶ τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ περίφημου φιλοκαλικοῦ ἔργου τῆς μονῆς τοῦ Βάλαμο «Ἡ νοερὰ ἄθλησις».

Καθημερινὰ ἔφθαναν στὸ ἐρημικὸ κελὶ του πολυάριθμες ἐπιστολές, ἀπ\’ ὅλα τὰ μέρη τῆς Ρωσίας, μὲ διάφορα ἐρωτήματα. Προσπαθοῦσε ν\’ ἀπαντᾶ σὲ ὅλες. Ἔτσι στὸ διάστημα τῶν εἰκοσιοκτὼ ἐτῶν τῆς ἔγκλειστης ζωῆς του, ἔγραψε πολλὲς χιλιάδες γράμματα ποὺ ἀποτελοῦν ἕναν ἀνεκτίμητο πνευματικὸ θησαυρό.

Στὴν ἔρημο Βισὲνσκ ὁ ὅσιος Θεοφάνης δὲν ἄλλαξε μόνο τὴ λαμπρὴ ἀρχιερατικὴ στολὴ μὲ τὸ ταπεινὸ ἔνδυμα τοῦ ἀσκητοῦ, ἀλλὰ προσπάθησε νὰ θάψει καὶ ὅτι κοσμικὸ εἶχε: τὴ σοφία του, τὰ ἀξιώματά του, τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του!

Ἀλλὰ ὅπως ὁ ἥλιος δὲν μπορεῖ νὰ κρυφτῆ, ἔτσι καὶ ἡ ἔρημος δὲν μπόρεσε νὰ κρύψει τὸν μεγάλο φωστήρα. Ἡ ἔρημος Βισὲνσκ ἔγινε φάρος ὑψηλῆς πνευματικῆς ἀκτινοβολίας. Ἐνῶ σταμάτησαν τὰ φλογερὰ κηρύγματα τοῦ λαμπροῦ ἐπισκόπου, τὰ συγγράμματα καὶ οἱ ἐπιστολὲς του κατέκλυζαν ὁλόκληρη τὴν ἀπέραντη Ρωσία. Ἐνσάρκωναν τὴ γνησιότητα καὶ τὴν αὐθεντικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας, γι\’ αὐτὸ εἶχαν καὶ ἔχουν ἀπήχηση σὲ κάθε ὀρθόδοξο χριστιανό.

Ἡ μακαριὰ ψυχὴ του ἀνῆλθε στὰ οὐράνια σκηνώματα τὸ 1894.

Ἕναν αἰώνα ἀργότερα ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας διακήρυξε ἐπίσημα τὴν ἁγιότητα τοῦ ἡρωικοῦ ἱεράρχου — ἁγιότητα ἀνέκαθεν ὡμολογημένη ἀπὸ τὸν εὐσεβῆ ρωσικὸ λαὸ – γιὰ τὴ συμβολή του στὴν πνευματικὴ ἀναγέννησι τῆς συγχρόνου του ρωσικῆς κοινωνίας, γιὰ τὰ οἰκοδομητικὰ καὶ ἑρμηνευτικά του συγγράμματα καὶ κατ\’ ἐξοχὴν βέβαια γιὰ τὴν ἁγία ζωὴ του· ζωὴ ποὺ δὲν ἦταν παρὰ ἡ συνέπεια τῆς βαθειᾶς θεολογικῆς καὶ ἐμπειρικῆς βιώσεως τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὅλ’ αὐτὰ «μᾶς ἐπιτρέπουν νὰ βλέπουμε τὶς διδαχὲς καὶ τὶς συγγραφές του σὰν ἀνάπτυξι τῆς ἁγιοπατερικῆς διδασκαλίας, μὲ τὴν ὁποία διατηροῦν τὴν ἴδια ὀρθόδοξη καθαρότητα καὶ τὴν ἴδια διάφανη θεοπνευστία» (Πρᾶξις Ἱερᾶς Τοπικῆς Συνόδου τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, 6-9 Ἰουνίου 1988).