ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ

Νέα Ἐποχή: Ἐξέλιξη ἤ Χειραγώγηση


Τῆς Δάφνης Βαρβιτσιώτη

………Θά σᾶς θυμίσω ὅτι, μετά τόν Β\’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, πού προασπισθήκαμε τά σύνορά μας ἀπό τήν ἐπίθεση τῶν δυνάμεων τοῦ Ἄξονα, ἔστω καί ἄν στό τέλος καμφθήκαμε, ἤμασταν οἱ ἥρωες τῆς ὑφηλίου. Τότε, οἱ πάντες ὑποκλίνονταν στίς δικές μας ἀξίες, στά δικά μας ἰδανικά, στίς δικές μας ἀρετές. Τότε, ὁ Οὐίνστων Τσώρτσιλ εἶχε πεῖ: «Τώρα δέν θά λέμε πιά ὅτι οἱ Ἕλληνες πολεμοῦν σάν ἥρωες, ἀλλά ὅτι οἱ ἥρωες πολεμοῦν σάν Ἕλληνες».

Καί ἐνῶ, ὡς πολίτες, ἤμασταν ἀπίστευτα φτωχοί καί ἡ χώρα μας ἦταν ρημαγμένη, εἴχαμε ὡς πρότυπα τόν Ἥρωα, τόν Φιλόσοφο καί τόν Ἅγιο καί ἤμασταν πλούσιοι σέ φιλότιμο, αὐτοσεβασμό καί ὑπερηφάνεια, διότι εἴχαμε ἀποδείξει ὅτι ἤμασταν ἄξιοι, γενναῖοι καί ἀνδρεῖοι, δηλαδή ἀντάξιοι ἀπόγονοι τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων, συνεχιστές τῆς δοξασμένης Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας καί ἀπόγονοι τῶν Ἡρώων τοῦ 1821. Μέ ἄλλα λόγια, τότε εἴχαμε βαθειά ριζωμένη τήν αὐτοσυνειδησία τοῦ Ἕλληνα.

Λίγα χρόνια ἀργότερα, ἐν καιρῷ εἰρήνης, ἀρχίσαμε νά ἀκοῦμε ὅτι εἴμαστε Νεοέλληνες καί ὅτι, ὡς Νεοέλληνες, εἴμαστε περιορισμένων ἀντιλήψεων, ἠθικιστές, σεξουαλικά καταπιεσμένοι καί καταπιεστικοί, προσκολλημένοι στό παρελθόν, γεμάτοι προλήψεις, προκαταλήψεις καί δεισιδαιμονίες, σωβινιστές, ἀνάγωγοι, βρώμικοι, καλοπερασάκηδες, τεμπέληδες. Μᾶς εἶπαν ὅτι ἔπρεπε πλέον νά γίνουμε «προοδευτικοί», «ριζοσπαστικοί», «ἐξελιγμένοι», ὅτι ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νά ἀποκτήσουμε «εὐρύτητα πνεύματος» καί νά γίνουμε «ἐπιτέλους» Εὐρωπαῖοι. Τότε, βάλαμε νερό στό κρασί τῶν ἀξιῶν μας, βάλαμε κατά μέρος τά ἰδανικά μας καί ὑποκλιθήκαμε ἐνώπιον τῆς «ἀνώτερης» Εὐρώπης καί τῶν «ἐξελιγμένων» ἀξιῶν της. Ἔτσι, σχετικοποιήσαμε τήν ἠθική μας, ἐγκαταλείψαμε τό φιλότιμό μας καί προσπαθήσαμε νά ἐξευρωπαϊσθοῦμε καί, κυρίως, νά πλουτίσουμε.

Ἡ Πρώτη Μεταβολή

Τότε, ὑποστήκαμε τήν πρώτη μεταβολή στήν ψυχοσύνθεση καί τήν αὐτοσυνειδησία μας.

Ἀλλάζοντας, προκειμένου νά μοιάσουμε στό πρότυπό μας, τόν Εὐρωπαῖο, ὄντως ἀποκτήσαμε τήν αὐτοσυνειδησία τοῦ Νεοέλληνα. Δηλαδή ἀποκτήσαμε, ἄθελά μας, τήν αὐτοσυνειδησία ἑνός τύπου ἀνθρώπου μέ τεράστιο σύμπλεγμα ἐθνικῆς καί πολιτιστικῆς κατωτερότητας.

Ὡς ὑπό διαμόρφωσιν Εὐρωπαῖοι, κάναμε προσπάθειες νά «κατανοήσουμε» τά μέχρι πρότινος ἀκατανόητα καί ἀδιανόητα, ὅπως, π.χ., τούς λόγους γιά τούς ὁποίους μπορεῖ νά εἶναι πράξεις ἀποδεκτές ὁ βανδαλισμός καταστημάτων ἤ ἀνώτατων ἐκπαιδευτικῶν ἱδρυμάτων, ἤ τό κάψιμο τῆς Σημαίας, ἤ ὅτι ὑπάρχουν καί «μαλακά» ναρκωτικά, ἤ ὅτι ἡ ἔκλυση ἠθῶν, δηλαδή ὁ πανηδονισμός, ὁ διαστροφικός ἐρωτισμός, ἤ ἡ ὁμοφυλοφιλία, ἀποτελοῦν ἀποδείξεις «προοδευτικότητας», ἤ ὅτι τά κίνητρα τοῦ Ἰούδα μπορεῖ νά ἦταν ἀγαθά κ.ο.κ.. Βέβαια, ἐξακολουθούσαμε νά μήν τά κατανοοῦμε, ἀλλά ἀφοῦ μᾶς διαβεβαίωναν ὅτι αὐτά οἱ Εὐρωπαῖοι τά καταλαβαίνουν, ἐμεῖς σωπαίναμε. Τότε, μᾶς εἶπαν ὅτι ἡ γλώσσα μας ἔπρεπε νά «ἐξελιχθεῖ» σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στήν ὀρθογραφία καί τήν γραμματική της καί, ἐνθουσιασμένοι, τό δεχθήκαμε! Ἀργότερα, μέ μεταμεσονύχτια τροπολογία τῆς ἀφαίρεσαν τά πνεύματα καί δύο ἀπό τούς τρεῖς τόνους της. Καί τό δεχθήκαμε! Ἀπό τήν τηλεόραση καί τόν κινηματογράφο μᾶς δόθηκαν νέα «ἐξελιγμένα» πρότυπα ζωῆς καί συμπεριφορᾶς. Καί τά υἱοθετήσαμε!

Ἡ Δεύτερη Μεταβολή

Παρ\’ ὅλα ταῦτα, ἡ κατάσταση ὄχι μόνον δέν βελτιώθηκε, ἀλλά ἐπιδεινώθηκε. Μᾶς πληροφόρησαν ὅτι, ὡς λαός, δέν ἤμασταν μόνο ἀγράμματοι, ἀπαίδευτοι, ὠχαδελφιστές, ὀπισθοδρομικοί, ἀπολίτιστοι, σκληροί μέ τά ζῶα, «προγονόπληκτοι», ἀλλά καί «ἀντιδραστικοί», «δογματικοί», «σκοταδιστές», «θρησκόληπτοι», «μεσαιωνικοί», «φανατικοί», «μισαλλόδοξοι» καί, τελευταίως, «εἰκονολάτρες», «φονταμενταλιστές» καί «ταλιμπάν». Παρά τό γεγονός ὅτι βοηθήσαμε μέ κάθε τρόπο τά πρῶτα κύματα λαθρομεταναστῶν, μᾶς ἀποκάλεσαν «ρατσιστές», μᾶς εἶπαν ὅτι εἴμαστε «ξενοφοβικοί» καί ἐθνικιστές καί ὅτι, ὡς ἐκ τούτου, εἴμαστε «ἐθνο-φυλετιστές», ἄρα αἱρετικοί. Μᾶς κατηγόρησαν καί ὡς «φασίστες», ὡς «καταπιεστές μειονοτήτων» – ἐθνικῶν, θρησκευτικῶν καί σεξουαλικῶν.

Οἱ κατηγορίες αὐτές μᾶς ἔστελναν τό ὑποσυνείδητο μήνυμα ὅτι ἐξακολουθούσαμε νά παραμένουμε Νεοέλληνες, ὅτι, δηλαδή, δέν εἴχαμε γίνει ἀκόμα σωστοί Εὐρωπαῖοι. Ὄχι μόνον πιστέψαμε τίς κατηγορίες, ἀλλά – ξεχνώντας τήν πολύ σοφή λαϊκή ρήση, περί τοῦ τί συμβαίνει σέ ὅποιον δέν παινεύει τό σπίτι του – ἀρχίσαμε νά αὐτοκατηγορούμεθα ὡς λαός. Συγχρόνως, προσπαθήσαμε νά «διευρύνουμε» ἀκόμα περισσότερο τίς ἀντιλήψεις μας, νά «ἀπελευθερωθοῦμε» ἀκόμα πιό δραστικά ἀπό ὅσα μᾶς ἔλεγαν ὅτι ἀποτελοῦσαν τίς «προλήψεις», τίς «προκαταλήψεις», τούς «δογματισμούς», τούς «φανατισμούς» καί τίς «ἀγκυλώσεις» μας.

Τότε, γυρίσαμε τελείως πιά τήν πλάτη στόν Ἕλληνα καί υἱοθετήσαμε ἕναν νέο τρόπο σκέψης, πού κάποιοι μᾶς παρουσίασαν ὡς ἰδέες τοῦ Διαφωτισμοῦ. Ἀγνοήσαμε τίς προειδοποιήσεις τῆς ὀρθόδοξης θεολογικῆς σκέψης, ὅτι δηλαδή ὁ Διαφωτισμός ἀπορρίπτει τόν Χριστιανισμό καί θεοποιεῖ τόν ἄνθρωπο. Ἔτσι, ἐνστερνισθήκαμε μία σκέψη πού γνωρίζαμε ὅτι ἀπορρίπτει τόν ἕνα ἐκ τῶν δύο πυλώνων τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ (ἀφοῦ ὁ δυτικός πολιτισμός θεμελιώθηκε ἀφ\’ ἑνός μέν, ἐπί τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ πολιτισμοῦ καί, ἀφ\’ ἑτέρου, ἐπί τοῦ Χριστιανισμοῦ). Τότε, ξεχάσαμε τόν Ἥρωα καί, γυρίζοντας τήν πλάτη μας στόν ἀρχαῖο Φιλόσοφο, ὑποκλιθήκαμε σέ ὅ,τι μᾶς παρουσίασαν ὡς δυτικό-εὐρωπαϊκή διανόηση, ἀφαιρέσαμε τό καντήλι ἀπό τόν Ἅγιο, τόν βγάλαμε ἀπό τό εἰκονοστάσι καί τόν μεταφέραμε στό σαλόνι, ὡς διακοσμητικό δεῖγμα βυζαντινῆς τέχνης (γιά νά τόν ξανα-θυμηθοῦμε ἴσως μόνον ἐνώπιον ἀσθένειας ἤ θανάτου). Καί περιμέναμε κάποιος νά μᾶς ἐπαινέσει ἐπιτέλους.

Ὄχι μόνο οὐδείς μᾶς ἐπαίνεσε, ἀλλά οἱ κατηγορίες πολλαπλασιάσθησαν καί ἐντάθηκαν. Μέ τήν διαφορά ὅτι ἄρχισαν πλέον νά στρέφονται κατά τοῦ ἱστορικοῦ μας παρελθόντος. Παρα-ἱστορικοί ἄρχισαν νά λυμαίνονται τά ἠλεκτρονικά καί ἔντυπα Μ.Μ.Ε., διαχέοντας συκοφαντικές, ἀνιστόρητες ἤ μονομερεῖς ἐκδοχές τῆς Ἱστορίας μας. Τό Μουσεῖο Εὐρωπαϊκῆς Ἱστορίας στό Στρασβοῦργο ἀρνήθηκε νά συμπεριλάβει ὁτιδήποτε ἑλληνικό. Ἐπιφανεῖς καθηγητές ἐπέμεναν ὅτι προερχόμαστε ἀπό τούς ἱστορικά ἀνύπαρκτους Ἰνδοευρωπαίους, ὅτι τό ἀλφάβητό μας εἶναι φοινικικό καί ὅτι εἶχε δίκιο ὁ Φλαμεράγιερ, ὅτι δηλαδή οὐδεμία σχέση ἔχουμε μέ τούς Ἀρχαίους Ἕλληνες. Ἀκόμα καί ἀπό τό ἐξωτερικό προσκλήθηκαν καθηγητές, προκειμένου νά μᾶς ποῦν ὅτι ὁ Φίλιππος ὁ Β\’ ἦταν, ὅπως καί ὅλοι οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ὁμοφυλόφιλος. Ἄλλοι ἀνέλαβαν νά μᾶς πληροφορήσουν ὅτι ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἦταν μέθυσος, ὁμοφυλόφιλος, ἰμπεριαλιστής καί – φυσικά – «σφαγέας τῶν λαῶν». Ἐπίσημα χείλη μᾶς πληροφόρησαν ὅτι ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ἔγινε ἀπό «κάτι ξυπόλυτους», πού δέν ἐξετίμησαν τήν ἤρεμη καί εἰρηνική ζωή τῶν Ἑλλήνων ἐπί Τουρκοκρατίας! Ἄλλοι ἀνέλαβαν νά μᾶς πληροφορήσουν ὅτι τό 1821 ἔγινε ἀπό τούς Ἀλβανούς (!) ὅτι ὁ Κολοκοτρώνης ἦταν, κατ\’ ἄλλους μέν, Ἀλβανός, κατ\’ ἄλλους δέ, δολοφόνος, ὅτι ὁ Μακρυγιάννης ἦταν τοκογλύφος καί ἄλλα ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός.

Ἡ Τρίτη Μεταβολή

Ἀνυποψίαστοι ἀποδέκτες τῶν μεθοδεύσεων ἀποδόμησης πού χρησιμοποιεῖ ὁ Νέος Διαφωτισμός, ἔχοντας ἤδη διαβρωμένη τήν αὐτο-συνειδησία μας ὡς Νεοέλληνες, μέ ἀποτυχημένη τήν μετάλλαξή μας σέ Εὐρωπαίους, μέ ἀποσυντονισμένη τήν Λογική μας καί μέ διαλυμένη τήν βούλησή μας, ἤμασταν πλέον ἕτοιμοι νά ἀποδεχθοῦμε ἀδιαμαρτύρητα ὁτιδήποτε. Ἔτσι, πιστέψαμε ὅτι «ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ἴδιες», ὅτι «ὅλοι οἱ λαοί εἶναι ἴδιοι», ὅτι «ὅλοι οἱ πολιτισμοί εἶναι ἴδιοι», ὅτι τά σύνορα εἶναι δῆθεν εὐρωπαϊκή ἐπινόηση τοῦ 19ου αἰώνα. Πιστέψαμε ἐπίσης ὅτι οὐδέποτε ὑπήρξαμε ἑνιαῖο Ἔθνος, ἀλλά ὅτι πάντα ἤμασταν συνονθύλευμα ἐθνοτικῶν, φυλετικῶν καί θρησκευτικῶν μειονοτήτων, τίς ὁποῖες, ὅμως, οἱ ἴδιοι καταπιέζουμε (!) καί ὅτι, συνεπῶς, ὀφείλουμε νά ντρεπόμαστε. Ἡ ντροπή καί οἱ ἐνοχές ἄρχισαν νά διαβρώνουν ἐντός μας ὁποιαδήποτε αὐτοσυνειδησία, πρός μεγάλη ἱκανοποίηση τῶν φορέων τοῦ Νέου Διαφωτισμοῦ.

Ἀρχίσαμε, δηλαδή, νά ἀμφισβητοῦμε τό Ἱστορικό μας παρελθόν καί, στήν συνέχεια, ἀρχίσαμε νά τό κατηγοροῦμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι καί, τέλος, ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλο νά τό ἀπορρίπτουμε. Τότε, ἦταν ποὺ ἔσπασε μέσα μας καί ὁ τελευταῖος κρίκος τῆς ἁλυσίδας τῆς Ἱστορίας πού μᾶς συνέδεε πνευματικά, συναισθηματικά καί συνειδησιακά μέ τό παρελθόν μας καί μέ τά παλαιά πρότυπά μας: τόν Ἥρωα καί τόν Φιλόσοφο.

Γνώριζαν ὅτι, μέ τήν βοήθεια τοῦ Νέου Διαφωτισμοῦ, εἴχαμε μεταβληθεῖ σέ ἕναν τύπο ἀνθρώπου πού, ὅπως λέει μέ κρυφή εἰρωνεία ὁ Φουκουγιάμα, «ἀρκεῖται στό νά παραμένει στό σπίτι του, αὐτο-θαυμάζοντας τήν εὐρύτητα τοῦ νοῦ του καί τήν ἔλλειψη φανατισμοῦ του».

Πράγματι, στό βιβλίο τοῦ «Ὁ Τελευταῖος Ἄνθρωπος στό Τέλος τῆς Ἱστορίας», τό 1992, ὁ Φουκουγιάμα ἀναφέρεται στόν σύγχρονο δυτικοευρωπαΐο ὡς σέ ἕναν ἀποδυναμωμένο πλέον ἄνθρωπο καί τόν χαρακτηρίζει «ἄνθρωπο χωρίς σθένος» -ἐννοώντας, βέβαια «ἄνθρωπο χωρίς βούληση», ἄν ὄχι ἄνθρωπο ἐκφυλισμένο καί παρηκμασμένο.

(ἀπό τὸ ἐξαιρετικό βιβλίο «\”ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ\”- Ἐξέλιξη ἤ Χειραγώγηση;» (ἀποσπάσματα σελ. 85-100)