Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ἡ δυτικὴ Χριστιανοσύνη ὑπέφερε ἀπὸ αὐτὴ τὴν ὑπερεκτίμηση κατὰ τὸν Μεσαίωνα, ὅπου ἡ θεολογία, ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ σχολαστικοῦ ὀρθολογισμοῦ, εἶχε καταλήξει νὰ εἶναι μία ἀποκλειστικὰ ἐννοιολογικὴ ἄσκηση, καὶ ἡ πίστη πολλῶν χριστιανῶν εἶχε περιοριστεῖ σὲ ἰδέες περὶ Θεοῦ.

  • !

    Ὁ Γέροντας στὴ διδασκαλία του πολλὲς φορὲς ἐκφράζει τὴν ἀντίθεσή του στὸ νὰ βιώνουμε τὴν πίστη μὲ τρόπο διανοητικὸ καὶ νὰ μελετοῦμε τὴ Γραφὴ ἢ νὰ «θεολογοῦμε» μὲ τρόπο ὑπερβολικὰ ἐννοιολογικό. Μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὁ νοῦς δὲν ἀντιπροσωπεύει παρὰ τὸ εἴκοσι πέντε τοῖς ἑκατὸ τῶν λειτουργιῶν τοῦ ἀνθρώπου, κατὰ συνέπεια δὲν θὰ πρέπει νὰ κατέχει στὴν πνευματικὴ ζωὴ μεγαλύτερο μερίδιο ἀπὸ ὅσο πραγματικά τοῦ ἀναλογεῖ.

  • !

    Ὑπογραμμίζει τὴν ἀνάγκη ὁ νοῦς, ὄχι μόνο στὴν προσευχὴ ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλες τὶς ἄλλες δραστηριότητες τῆς πνευματικῆς ζωῆς, νὰ λειτουργεῖ ἑνωμένος μὲ τὴν καρδιά. Ὁ νοῦς ἀποδεικνύεται περισσότερο διαυγὴς καὶ λειτουργεῖ ἀκόμη καλύτερα ὅταν δὲν λειτουργεῖ αὐτόνομα, ἀλλὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὴν καρδιὰ τὴν ὁποία καὶ ἀκολουθεῖ. Ἡ λογικὴ νὰ μὴν ἀσκεῖται αὐτόνομα παρὰ μόνο γιὰ νὰ ἀναμετρᾶ τὰ ὅρια καὶ τοὺς κινδύνους της.

  • !

    Ἡ δράση τοῦ ὀρθολογισμοῦ εἶναι δικαιολογημένη ὡς παιδαγωγικὴ ἐργασία γιὰ τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ ὄχι γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους. Τὰ λογικὰ ἐπιχειρήματα μποροῦν ἐνδεχομένως νὰ χρησιμοποιηθοῦν γιὰ νὰ ἐκφράσουν καὶ νὰ κοινοποιήσουν τὶς ἀλήθειες τῆς πίστεως, δὲν εἶναι ὅμως ποτὲ τὰ καλύτερα.

  • !

    Ὁ Γέροντας τονίζει ὅτι στὴν ἄλλη ζωὴ οἱ διανοητικὲς θεωρήσεις θὰ μᾶς εἶναι ἐντελῶς ἄχρηστες. Σημειώνει ὅτι οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι συχνὰ τὰ καταφέρνουν καλύτερα στὴν πνευματικὴ ζωὴ ἀπ’ ὅ,τι οἱ διανοούμενοι (ἄποψη ποὺ ἐνστερνιζόταν καὶ ὁ φίλος του γέροντας Σωφρόνιος).

  • !

    Ὁ Γέροντας ἐπιμένει στὸ γεγονὸς ὅτι δὲν ὀφείλουμε μόνο νὰ γνωρίσουμε ἢ νὰ καταλάβουμε τὸν Θεό, ἀλλὰ νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε. Γιὰ τὸν πατέρα Σέργιο εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ μὴν προσβάλουμε τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ προσπαθώντας νὰ τὸ ἀναλύσουμε διανοητικά. Δὲν χρειάζεται νὰ ἐξιχνιάσουμε αὐτὸ τὸ μυστήριο (ἀκόμη καὶ ἂν ἦταν δυνατὸ νὰ τὸ κάνουμε), ἀλλὰ νὰ τὸ ἀποδεχθοῦμε, νὰ τὸ σεβαστοῦμε καὶ νὰ τὸ λατρεύσουμε μετὰ φόβου καὶ ἀγάπης.

  • !

    Ὁ Γέροντας, ὅπως καὶ ὁ ἥρωας τοῦ Ὑπογείου τοῦ Ντοστογιέφσκυ, ἔλεγε συχνὰ γι’ αὐτὸ τὸ θέμα, μὲ τρόπο ποὺ χωρὶς ἀμφιβολία σοκάρει τὴ δυτικὴ διανόηση: «Εἶμαι εὐχαριστημένος ὅταν δὲν γνωρίζω». Θεωροῦσε οὐσιαστικὸ νὰ κρατήσει – ἢ νὰ ξαναβρεῖ, ἂν τὴν εἶχε χάσει-, τὴν αἴσθηση τοῦ μυστηρίου. Καὶ θεωροῦσε, κατὰ τρόπο παράδοξο, ὅτι ὅταν ἀποδεχόμαστε τὴν ἄγνοιά μας, τότε ἀνοίγεται μπροστὰ μας ἡ πραγματικὴ γνώση τῶν πνευματικῶν ἀληθειῶν, καὶ ὅταν ἀρνούμαστε νὰ γνωρίσουμε τὸν Θεό, τότε τὰ μυστήριά Του μᾶς ἀποκαλύπτονται.

Οἱ κίνδυνοι τῆς νοησιαρχίας (Στάρετς Σέργιος)

 

Ὅπως πολλοὶ Ρῶσοι πνευματικοί, ὁ Γέροντας (Στάρετς Σέργιος) εἶναι ἰδιαίτερα ἐπικριτικὸς ἀπέναντι στὴν ὑπερεκτίμηση τῶν διανοητικῶν ἱκανοτήτων ποὺ συναντοῦμε στὸν δυτικὸ κόσμο. Ἡ δυτικὴ Χριστιανοσύνη ὑπέφερε ἀπὸ αὐτὴ τὴν ὑπερεκτίμηση κατὰ τὸν Μεσαίωνα, ὅπου ἡ θεολογία, ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ σχολαστικοῦ ὀρθολογισμοῦ, εἶχε καταλήξει νὰ εἶναι μία ἀποκλειστικὰ ἐννοιολογικὴ ἄσκηση, καὶ ἡ πίστη πολλῶν χριστιανῶν εἶχε περιοριστεῖ σὲ ἰδέες περὶ Θεοῦ.

Ὁ Γέροντας συχνὰ ἀναφερόταν στὸ σύντομο διήγημα τοῦ Ντοστογιέφσκυ, Τὸ Ὑπόγειο, ὅπου ὁ συγγραφέας ἀσκεῖ κριτικὴ κατὰ τοῦ «Εὐκλειδείου πνεύματος», δηλαδὴ κατὰ τοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ τῆς δυτικῆς νοησιαρχίας. Ὁ Γέροντας στὴ διδασκαλία του πολλὲς φορὲς ἐκφράζει τὴν ἀντίθεσή του στὸ νὰ βιώνουμε τὴν πίστη μὲ τρόπο διανοητικὸ καὶ νὰ μελετοῦμε τὴ Γραφὴ ἢ νὰ «θεολογοῦμε» μὲ τρόπο ὑπερβολικὰ ἐννοιολογικό. Μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὁ νοῦς δὲν ἀντιπροσωπεύει παρὰ τὸ εἴκοσι πέντε τοῖς ἑκατὸ τῶν λειτουργιῶν τοῦ ἀνθρώπου, κατὰ συνέπεια δὲν θὰ πρέπει νὰ κατέχει στὴν πνευματικὴ ζωὴ μεγαλύτερο μερίδιο ἀπὸ ὅσο πραγματικά τοῦ ἀναλογεῖ.

Ὑπογραμμίζει τὴν ἀνάγκη ὁ νοῦς, ὄχι μόνο στὴν προσευχὴ ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλες τὶς ἄλλες δραστηριότητες τῆς πνευματικῆς ζωῆς, νὰ λειτουργεῖ ἑνωμένος μὲ τὴν καρδιά. Ὁ νοῦς ἀποδεικνύεται περισσότερο διαυγὴς καὶ λειτουργεῖ ἀκόμη καλύτερα ὅταν δὲν λειτουργεῖ αὐτόνομα, ἀλλὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὴν καρδιὰ τὴν ὁποία καὶ ἀκολουθεῖ. Ἡ λογικὴ νὰ μὴν ἀσκεῖται αὐτόνομα παρὰ μόνο γιὰ νὰ ἀναμετρᾶ τὰ ὅρια καὶ τοὺς κινδύνους της.

Ἐδῶ βρίσκουμε ξανὰ ἕνα θέμα τοῦ Pascal οἰκεῖο στοὺς κύκλους τῶν ὑπαρξιστῶν χριστιανῶν, ὅπου συνήθιζε νὰ συχνάζει καὶ ὁ Γέροντας κατὰ τὴ νεότητά του. Ἡ δράση τοῦ ὀρθολογισμοῦ εἶναι δικαιολογημένη ὡς παιδαγωγικὴ ἐργασία γιὰ τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ ὄχι γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους. Τὰ λογικὰ ἐπιχειρήματα μποροῦν ἐνδεχομένως νὰ χρησιμοποιηθοῦν γιὰ νὰ ἐκφράσουν καὶ νὰ κοινοποιήσουν τὶς ἀλήθειες τῆς πίστεως, δὲν εἶναι ὅμως ποτὲ τὰ καλύτερα.

Ὁ Γέροντας τονίζει ὅτι στὴν ἄλλη ζωὴ οἱ διανοητικὲς θεωρήσεις θὰ μᾶς εἶναι ἐντελῶς ἄχρηστες. Σημειώνει ὅτι οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι συχνὰ τὰ καταφέρνουν καλύτερα στὴν πνευματικὴ ζωὴ ἀπ’ ὅ,τι οἱ διανοούμενοι (ἄποψη ποὺ ἐνστερνιζόταν καὶ ὁ φίλος του γέροντας Σωφρόνιος).

Ὁ Γέροντας ἐπιμένει στὸ γεγονὸς ὅτι δὲν ὀφείλουμε μόνο νὰ γνωρίσουμε ἢ νὰ καταλάβουμε τὸν Θεό, ἀλλὰ νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε. Γιὰ τὸν πατέρα Σέργιο εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ μὴν προσβάλουμε τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ προσπαθώντας νὰ τὸ ἀναλύσουμε διανοητικά. Δὲν χρειάζεται νὰ ἐξιχνιάσουμε αὐτὸ τὸ μυστήριο (ἀκόμη καὶ ἂν ἦταν δυνατὸ νὰ τὸ κάνουμε), ἀλλὰ νὰ τὸ ἀποδεχθοῦμε, νὰ τὸ σεβαστοῦμε καὶ νὰ τὸ λατρεύσουμε μετὰ φόβου καὶ ἀγάπης.

Ὁ Γέροντας, ὅπως καὶ ὁ ἥρωας τοῦ Ὑπογείου τοῦ Ντοστογιέφσκυ, ἔλεγε συχνὰ γι’ αὐτὸ τὸ θέμα, μὲ τρόπο ποὺ χωρὶς ἀμφιβολία σοκάρει τὴ δυτικὴ διανόηση: «Εἶμαι εὐχαριστημένος ὅταν δὲν γνωρίζω». Θεωροῦσε οὐσιαστικὸ νὰ κρατήσει – ἢ νὰ ξαναβρεῖ, ἂν τὴν εἶχε χάσει-, τὴν αἴσθηση τοῦ μυστηρίου. Καὶ θεωροῦσε, κατὰ τρόπο παράδοξο, ὅτι ὅταν ἀποδεχόμαστε τὴν ἄγνοιά μας, τότε ἀνοίγεται μπροστὰ μας ἡ πραγματικὴ γνώση τῶν πνευματικῶν ἀληθειῶν, καὶ ὅταν ἀρνούμαστε νὰ γνωρίσουμε τὸν Θεό, τότε τὰ μυστήριά Του μᾶς ἀποκαλύπτονται. Ὁ Γέροντας ἐξέφραζε ἔτσι μὲ τὸν πιὸ ἁπλὸ καὶ βιωματικὸ τρόπο τὴν πεμπτουσία τῆς ἀποφατικῆς παραδόσεως τῆς Ὀρθόδοξης θεολογίας.