Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς ἀπὸ βρεφικῆς ἡλικίας ἦταν ἁγιασμένος. Τὶς περισσότερες φορὲς ὡς παιδὶ ἦταν στὸν Ἱερὸ αὐτὸ Ναὸ καὶ περνοῦσε πολλὲς ὧρες ἐκεῖ ψάλλοντας ὅσα ἤξερε καὶ φορώντας πολλὲς φορές, ἀντὶ ἱερατικοῦ φελωνίου, κάποιο σεντόνι, μιμούμενος τοὺς Ἱερεῖς. Μία μέρα ἔψαλλε τόσο κατανυκτικά, ὥστε προκάλεσε τὸν θαυμασμὸ τῶν περαστικῶν.

  • !

    Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὑπῆρξε ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ λειτουργὸς ὁ ἅγιος τοῦ Ὑψίστου, ὁ ἄοκνος ἱερουργὸς καὶ λάτρης τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἡ μεγάλη του εὐλάβεια, ἡ ἀπεριόριστη καλωσύνη του, ἡ ὑπερβολική του ἀφιλοχρηματία, ἡ ἁπλότητά του, τὸ ἀκτινοβόλο ἱερατικό του ἦθος, ἡ ἄφθαστη ἱεροπρέπειά του, ἡ ταπείνωσή του, ἡ ἀγάπη του γιὰ τὴν Θεία Λατρεία καὶ οἱ λοιπές του ἀρετές, τὸν καταξίωσαν στὴ συνείδηση τοῦ λαοῦ. Ὅλοι ἐσέβοντο τὸν ἅγιο Νικόλαο, ἐπίσημοι καὶ ἀφανεῖς.

  • !

    Ξημέρωσε ἡ Κυριακή του Ἀσώτου, 28η Φεβρουαρίου τοῦ ἔτους 1932. Αὐτὴ εἶναι ἡ μέρα ποὺ λειτούργησε γιὰ τελευταία φορὰ στὸ ἐπίγειο Ἱερὸ Θυσιαστήριο. Μετὰ τὴ Θεία Λειτουργία ἔχασε τὶς αἰσθήσεις του. Οἱ πιστοὶ καὶ οἱ οἰκεῖοι του τὸν φρόντισαν. Ἀλλὰ παρ’ ὅλες τὶς φροντίδες τους, δὲν μπόρεσαν νὰ ἀναστρέψουν τὴν πορεία ποὺ εἶχε πάρει ἡ ὑγεία του. Ἦταν δέκα ἡ ὥρα τὸ βράδυ τῆς 2ας Μαρτίου τοῦ 1932. Ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ψιθύριζε προσευχές. Εἶπε: «Τὸν δρόμον τετέλεκα!». «Δόξα σοι ὁ Θεός!». «Ἡ Θεία Χάρη νὰ σᾶς εὐλογεῖ»

Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς

\"\"

Κορυφαία ἔκφραση τῆς ἀληθινῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς τοῦ κάθε συνειδητοῦ πιστοῦ καὶ πιὸ πολύ τοῦ πραγματικοῦ καὶ τελείου Ἱερέως, ἀποτελεῖ ἡ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Ἱερέως Νικολάου τοῦ Πλανᾶ, ἁγίου τῶν ἡμερῶν μας.

Ἡ ὡραία, ἡ εὔανδρος καὶ ἁγιοτόκος Νάξος, εἶχε τὴν θεία εὔνοια καὶ εὐλογία νὰ εἶναι ἡ Γενέτειρά του. Γεννήθηκε τὸ ἔτος 1851. Οἱ γονεῖς του, Καπετὰν Γιάννης καὶ Αὐγουστίνα ἦταν ἄνθρωποι εὐσεβεῖς καὶ καλοκάγαθοι, ὅπως ὅλοι οἱ νησιῶτες, καὶ εὔποροι. Εἶχαν καὶ ἕνα ἐμπορικὸ καΐκι, ποὺ πήγαινε ἀπὸ τὴ Νάξο στὴν Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, ἀκόμα καὶ στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου. Μέσα σὲ κάποιο ἀπὸ τὰ κτήματά τους εἶχαν καὶ ἕνα μικρὸ παρεκκλήσιο ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο Νικόλαο.

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς ἀπὸ βρεφικῆς ἡλικίας ἦταν ἁγιασμένος. Τὶς περισσότερες φορὲς ὡς παιδὶ ἦταν στὸν Ἱερὸ αὐτὸ Ναὸ καὶ περνοῦσε πολλὲς ὧρες ἐκεῖ ψάλλοντας ὅσα ἤξερε καὶ φορώντας πολλὲς φορές, ἀντὶ ἱερατικοῦ φελωνίου, κάποιο σεντόνι, μιμούμενος τοὺς Ἱερεῖς. Μία μέρα ἔψαλλε τόσο κατανυκτικά, ὥστε προκάλεσε τὸν θαυμασμὸ τῶν περαστικῶν.

Ἡ ὅλη του ζωὴ ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια ἀκόμα, προέλεγε τὴ μέλλουσα ζωὴ καὶ πολιτεία του. Τὶς θεῖες θαυματουργικὲς δυνάμεις ἔλαβε μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια. Ἔτσι, ἐγνώριζε τὸν καταποντισμὸ τοῦ καϊκιοῦ τους ἔξω ἀπὸ τὴν Πόλη, καὶ τὸ εἶπε στοὺς γονεῖς του.

Τὰ πρῶτα γράμματα ἔμαθε ἀπὸ τὸν παππού του – πατέρα τῆς μητέρας του – ἱερέα Γεώργιο Μελισσουργό, κοντὰ στὸν ὁποῖο ἔμαθε νὰ διαβάζει τὸ Ἱερὸ Ψαλτήριο. Μαζί του ἐπίσης πήγαινε στὶς θεῖες Λειτουργίες καὶ τὸν διακονοῦσε στὸ Ἱερὸ Βῆμα, ἐνῶ παράλληλα δεχόταν τὰ νάματα τῆς Θείας Λατρείας.

Ὅταν ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἦταν δεκατεσσάρων ἐτῶν, ὁ πατέρας του ἄφησε τὸν κόσμο αὐτό. Ἔτσι, ἡ μητέρα του μαζὶ μὲ τὴν ἀδελφή του ἦρθαν στὴν Ἀθήνα καὶ πῆγε καὶ ὁ ἴδιος μαζί τους. Ἔμεναν στὴν περιοχὴ ποὺ εἶναι μεταξύ τοῦ ἱ. Ναοῦ τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τῆς Πλάκας καὶ τοῦ Ναοῦ τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος Ἰλισσοῦ, ὅπου ὑπῆρχαν πολλοὶ Ναξιῶτες.

Μοίρασαν μὲ τὴν ἀδελφή του τὴν πολὺ ἀξιόλογη πατρική τους περιουσία. Ἀλλὰ τὸ μερίδιό του τὸ ἔκανε ἐνέχυρο γιὰ κάποιο φτωχό, ποὺ δὲν τοῦ τὸ ἐπέστρεψε ποτέ.

Ἔτσι παρέμεινε γιὰ ὅλη του τὴν ζωὴ φτωχός. Σὲ ἡλικία δέκα ἑπτὰ ἐτῶν συνῆψε τίμιο γάμο κατόπιν πιέσεων τῆς μητέρας του, μὲ τὴν Ἑλένη Προβελεγγίου ἀπὸ τὰ Κύθηρα. Ἀπὸ τὸν γάμο αὐτὸ ἀπέκτησε ἕνα γιό, τὸν Ἰωάννη. Ὕστερα ἀπέθανε ἡ σύζυγός του. Στὶς 28 Ἰουλίου τοῦ ἔτους 1879 χειροτονήθηκε Διάκονος στὸν Ἱερὸ Ναὸ Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Πλάκας. Στὶς 2 Μαρτίου τοῦ 1885 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καὶ τοποθετήθηκε στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Παντελεήμονος Ἰλισσοῦ. Καὶ στὴν Ἐνορία αὐτὴ καὶ στὴν Ἐνορία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τῆς ὁδοῦ Βουλιαγμένης ὑπηρέτησε. Στὸν Ἅγιο Ἐλισσαῖο λειτουργοῦσε καθημερινά.

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὑπῆρξε ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ λειτουργὸς ὁ ἅγιος τοῦ Ὑψίστου, ὁ ἄοκνος ἱερουργὸς καὶ λάτρης τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἡ μεγάλη του εὐλάβεια, ἡ ἀπεριόριστη καλωσύνη του, ἡ ὑπερβολική του ἀφιλοχρηματία, ἡ ἁπλότητά του, τὸ ἀκτινοβόλο ἱερατικό του ἦθος, ἡ ἄφθαστη ἱεροπρέπειά του, ἡ ταπείνωσή του, ἡ ἀγάπη του γιὰ τὴν Θεία Λατρεία καὶ οἱ λοιπές του ἀρετές, τὸν καταξίωσαν στὴ συνείδηση τοῦ λαοῦ. Ὅλοι ἐσέβοντο τὸν ἅγιο Νικόλαο, ἐπίσημοι καὶ ἀφανεῖς.

Δὲν ἀγάπησε ποτὲ του τὰ πλούτη. Ὅσα τοῦ ἔδιναν ἀμέσως τὰ ἔδινε στοὺς φτωχούς. Εἶχε μισθοδοτήσει ἕνδεκα οἰκογένειες χηρῶν καὶ ὀρφανῶν. Χρόνια καὶ χρόνια τοὺς ἔδινε ἐπίδομα μέχρι ποὺ τὰ παιδιὰ τους ἔγιναν δεκατεσσάρων ἐτῶν. Βοηθοῦσε νεαροὺς Διακόνους στὶς σπουδές τους. Ἐνίσχυε ὑλικὰ καὶ πνευματικὰ ὅσους εἶχαν ἀνάγκη.

Ὑπῆρξε ὁ ἀκαταπόνητος. Γιὰ μισὸ καὶ πλέον αἰώνα λειτουργοῦσε καθημερινά. Λιτός, ἀπέριττος σὲ ὅλες του τὶς ἐκδηλώσεις! Πλοῦτος του καὶ θησαυρός του, κέντρο τῆς ζωῆς του ἡ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας! Ἄνθρωπος προσευχῆς, τοῦ ὁποίου ἡ ζωὴ ἦταν μία διακονία πίστεως καὶ ἀγάπης.

Ἦταν νηστευτής. Ἐνήστευε ὅλες τὶς Σαρακοστὲς καὶ τὸ λάδι. Καὶ τὴν νηστεία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τὴν ἄρχιζε ἀπὸ τὴν 1η Σεπτεμβρίου, μέχρι τὴν 14η. Ἐπίσης καὶ τῶν Ταξιαρχῶν ἐνήστευσε ἀπὸ τὴ 1η μέχρι καὶ τὴν 8η Νοεμβρίου.

 

\"\"

Ἁπλὸς καὶ πανέξυπνος, εὔστοχος στὶς ἀπαντήσεις του, συνεδίαζε τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν ἱεροπρέπεια, τὴν ἀφέλεια μὲ τὴν ἁγιότητα.

Δὲν εἶχε σπουδάσει σὲ Πανεπιστήμια, οὔτε σὲ Ἐκκλησιαστικὲς Σχολές, οὔτε σὲ Λύκεια καὶ Γυμνάσια. Καὶ ἴσως νὰ μὴ φοίτησε καὶ σὲ καμμιὰ τάξη τοῦ τότε Ἑλληνικοῦ Σχολείου. Ὅμως ἄριστα κατεῖχε τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Θεὸς ἐδόξασε τὸν Ἅγιο Νικόλαο μὲ τὸ νὰ θαυματουργεῖ. Εἶναι ἀμέτρητα τὰ θαύματά του. Ἐθεράπευε ἀσθενεῖς, ἀπεμάκρυνε δαιμόνια, προέλεγε τὸ μέλλοντα, ἔλυνε δύσκολα θέματα, συμβούλευε πρεπόντως.

Ὅμως, ὕστερα ἀπὸ μία ζωὴ ἁγία, μία ζωὴ ποὺ ὑπῆρξε προσφορὰ στὸν Θεό, ἔπρεπε κι αὐτὸς ὡς ἄνθρωπος νὰ ἀφήσει τὸν κόσμο αὐτὸ καὶ νὰ ὁδηγηθεῖ στὴν αἰώνια καὶ ἀληθινὴ ζωή.

Ξημέρωσε ἡ Κυριακή του Ἀσώτου, 28η Φεβρουαρίου τοῦ ἔτους 1932. Αὐτὴ εἶναι ἡ μέρα ποὺ λειτούργησε γιὰ τελευταία φορὰ στὸ ἐπίγειο Ἱερὸ Θυσιαστήριο. Μετὰ τὴ Θεία Λειτουργία ἔχασε τὶς αἰσθήσεις του. Οἱ πιστοὶ καὶ οἱ οἰκεῖοι του τὸν φρόντισαν. Ἀλλὰ παρ\’ ὅλες τὶς φροντίδες τους, δὲν μπόρεσαν νὰ ἀναστρέψουν τὴν πορεία ποὺ εἶχε πάρει ἡ ὑγεία του.

Ἦταν δέκα ἡ ὥρα τὸ βράδυ τῆς 2ας Μαρτίου τοῦ 1932. Ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ψιθύριζε προσευχές. Εἶπε: «Τὸν δρόμον τετέλεκα!». «Δόξα σοι ὁ Θεός!». «Ἡ Θεία Χάρη νὰ σᾶς εὐλογεῖ»

…καὶ ἄλλα, καὶ ἄφησε τὸν κόσμο αὐτό.

Τὸ πρωὶ ἔφεραν τὸ ἱερό του λείψανο στὸν Ναὸ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Ὁδοῦ Βουλιαγμένης, ἐκεῖ ὅπου ἐφημέρευε. Γιὰ τρεῖς μέρες ἐτέθη σὲ λαϊκὸ προσκύνημα. Οἱ λαϊκὲς ἐκδηλώσεις ἦταν πρωτοφανεῖς καὶ τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ ἀναρίθμητο. Χιλιάδες λαοῦ κατέφθασαν ἀπὸ τὸ λεκανοπέδιο Ἀττικῆς γιὰ νὰ ἀποχαιρετήσουν τὸν σύγχρονο Ἅγιο!

Στὶς 29 Αὐγούστου τοῦ 1992, τὰ ἱερώτατα καὶ θαυματουργὰ Λείψανα τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Πλανᾶ τοποθετήθηκαν σὲ ἀσημένια λάρνακα, ποὺ σήμερα βρίσκεται στὸ δεξιὸ κλίτος τοῦ Ἱεροῦ αὐτοῦ Ναοῦ.

Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἀνεκήρυξε καὶ ἐπισήμως ὡς ἅγιο τὸν Ἅγιο Νικόλαο τὸν Πλανᾶ κατὰ τὴν 135η Συνοδικὴ Περίοδο (1991-1992) τοῦ Πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, μὲ εἰσήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. Νικοδήμου, καὶ βεβαίως μὲ τὴν φροντίδα τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ.κ. Ἀμβροσίου.

Ἀναμφίβολα, εἶναι πολὺ ὠφέλιμο τὸ νὰ παρουσιόζονται στὶς μέρες μας ζωντανὰ πρότυπα, παραδείγματα ποὺ ἐνσαρκώνουν τὸν ἀληθινὸ τρόπο ζωῆς, δηλαδὴ τὸν τρόπο τῆς κατὰ Χριστὸν Ὀρθοδόξου ζωῆς.

Μεταξὺ αὐτῶν τῶν σπουδαίων ἁγίων παραδειγμάτων, εἶναι καὶ τὸ παράδειγμα τῆς ζωῆς τοῦ μεγάλου Ναξιώτη, τοῦ ἐπιλέκτου τέκνου τῆς Νάξου καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, τοῦ ἁγίου συμπατριώτη μας Ἱερέως Νικολάου τοῦ Πλανᾶ. Τοῦ ἁγίου, ποὺ δὲν ἔζησε στὰ παλιὰ χρόνια, ἀλλὰ ἔζησε μόλις πρὶν ἑξήντα ἑπτὰ χρόνια, πράγμα ποὺ σημαίνει ὅτι ὑπάρχουν πολλοὶ ἡλικιωμένοι ποὺ ἴσως τὸν θυμοῦνται, ἄρα εἶναι σύγχρονός τους.

Ἔτσι, ὁ ὑπεράξιος, ὁ ἐκλεκτός, ὁ ἅγιος αὐτὸς ἱερέας τοῦ Ὑψίστου. μὲ τὴν πάμφωτη ζωή του, φωτίζει ἄπλετα καὶ τὸν δρόμο τῆς δικῆς μας ζωῆς.

Ἡ παρουσία του στὴν τοπική μας Ἐκκλησία, ἡ διακονία του στὸν εὐρύτερο χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μαρτυρία του μέσα στὴν Ὀρθοδοξία, εἶναι ἕνας ἀνεκτίμητος θησαυρός, ποὺ πρέπει νὰ ἀποτελέσει γιὰ ὅλους μας καὶ μάλιστα γιὰ τοὺς ἱερεῖς μας κανόνα, ὑπογραμμὸ καὶ πρότυπο πορείας.

Ἡ ζωὴ του ἂς μᾶς ἐμπνέει καὶ οἱ ἅγιες εὐχὲς του ἂς μᾶς στηρίζουν. Ἀμήν.

Ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Πλανᾶς ἑορτάζει κατὰ τὴν καθιερωμένη Πανήγυρη τῆς 2ας Μαρτίου. Ἐὰν ἡ ἡμέρα τῆς Ἑορτῆς συμπίπτει κατὰ τὴν περίοδο τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, τότε ἡ Μνήμη τοῦ ἑορτάζεται κατὰ τὴν ἑπομένη Κυριακή.

Ὠσαύτως, ἑορτάζει τὴν πρώτη Κυριακή τοῦ Σεπτεμβρίου, κατὰ τὴν καθιερωθεῖσα προσφάτως Σύναξη τῶν Πέντε Ἁγίων της Παροναξίας, ἡ ὁποία τελεῖται στὸν νεόδμητο Ι. Ναὸ τῶν Ναξίων Ἁγίων Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορειτου καὶ Νικολάου τοῦ Πλανᾶ‚ στὴν πόλη τῆς Νάξου.

Ἀκόμη, τὴν Τρίτη Κυριακή τοῦ Σεπτεμβρίου στὴν Πάρο, ὅπου ἐπίσης τελεῖται ἡ Σύναξη τῶν Ἁγίων.

Οἱ Ἀσματικὲς Ἀκολουθίες τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Πλανᾶ, οἱ ὁποῖες εὑρίσκονται σὲ λειτουργικὴ χρήση, συντάχθηκαν ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Πατρῶν κ. Νικόδημο, καὶ ἀπὸ τὸν Ἀρχιμ. Νικόδημο Παυλόπουλο, Ἡγούμενο τῆς Ἱ. Μονῆς Λειμῶνος Λέσβου.