Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ἐδῶ στήν Ἰωάννεια δόμηση τοῦ εὐαγγελίου τό θαῦμα τῆς Κανᾶ ἀποτελεῖ τήν ἀπαρχή τῶν μεσσιανικῶν «σημείων» τοῦ Ἰησοῦ καί τῆς φανερώσεως τῆς «δόξης» του καί ἡ μετατροπή τοῦ νεροῦ σέ κρασί συνδέεται μέ τή νέα ἀρχή πού κάνει ὁ Μεσσίας ἀντικαθιστώντας τήν παλαιά λατρεία πού σχετίζεται μέ τό νερό τῶν καθαρμῶν καί τῶν θυσιῶν καί ἐγκαθιδρύοντας τή νέα λατρεία μέ τόν οἶνο τῆς θείας εὐχαριστίας

  • !

    Πρόκειται γιά τό πολυσυζητημένο «Τί ἐμοί καί σοί, γύναι; οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου». Ἡ ἐπικρατέστερη πατερική ἑρμηνεία τοῦ πρώτου μέρους τῆς φράσης (μέ τό ἐρωτηματικό) εἶναι ἡ ἐπισήμανση τοῦ Ἰησοῦ πρός τή μητέρα του ὅτι δέν ἔχει καμία σχέση ἡ δική του θεία ἀποστολή πού καθορίζεται ἀπό τό θέλημα τοῦ ἐν οὐρανοῖς Πατρός μέ ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινη πρωτοβουλία τῆς μητέρας του ἤ μέ ὁποιονδήποτε δικό του συναισθηματισμό. Ὡστόσο, προβαίνει στή θαυματουργία, εὐλαβούμενος καί τιμῶν τήν μητέρα του, ὅπως σημειώνει ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, («…τιμῶν τήν μητέρα, ἵνα μή διά παντός ἀντιλέγειν αὐτῇ δόξῃ, ἵνα μή ἀσθενείας λάβῃ δόξαν, ἵνα μή αἰσχύνῃ τήν τεκοῦσαν παρόντων τοσούτων», PG 59,134).

  • !

    Οἱ δυνατότητες τοῦ παλαιοῦ λαοῦ ἐξαντλήθηκαν καί ὡς ἐκ τούτου αὐτός ἀπευθύνεται στόν Μεσσία, προφανῶς ζητώντας τήν ἐπέμβασή του. Ἐκεῖνος ὄντως ἐπεμβαίνει καί ἀναδημιουργεῖ τό λαό, δέν ἐξαφανίζει τό παλιό ἀλλά τό ἀνανεώνει: Τό κρασί δέν γίνεται ἐκ τοῦ μηδενός ἀλλά ἀπό προϋπάρχουσα ὕλη τῆς θείας δημιουργίας, ἀπό τό νερό. Τό νερό ὅμως σαφῶς παραπέμπει στήν παλαιά τάξη πραγμάτων, στίς θυσίες τοῦ ναοῦ καί στούς καθαρμούς τῶν καθημερινῶν διατάξεων τοῦ νόμου. Ἄλλωστε ὁ ὑπαινιγμός τῆς διηγήσεως εἶναι σαφής: Ὑπῆρχαν στό σπίτι τοῦ γάμου ἕξι λίθινες ὑδρίες γιά «τόν καθαρισμόν τῶν Ἰουδαίων» (2,6). Ὁ Ἰησοῦς μεταβάλλει τό νερό τοῦ καθαρισμοῦ σέ κρασί τῆς νέας ἐποχῆς, σέ κρασί πού παραπέμπει στή θεία εὐχαριστία. Αὐτό εἶναι τό δῶρο του, τό δῶρο τῶν μεσσιανικῶν χρόνων.

  • !

    Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στό γάμο ἀνανεώνει, χωρίς νά ἐκμηδενίζει, τό παλαιόν: τό θαῦμα γίνεται ἀπό προϋπάρχουσα ὕλη, τό νερό (παρατήρηση πού ἔκανε ἤδη ὁ Εἰρηναῖος ). Μέ ἄλλα λόγια: ὁ παλαιός, ὁ προγαμιαῖος, ἄνθρωπος ἀνανεώνεται σέ μιὰ καινούργια σχέση μέ τήν (ἤ τόν) σύζυγο: Τήν ἀγάπη πού ἤδη προϋπάρχει κατά φυσικό λόγο στούς νυμφευόμενους ἡ Ἐκκλησία τήν ἐξαγιάζει καί τήν ἐπαυξάνει: Εὔχεται «ὑπέρ τοῦ κατεπεμφθῆναι αὐτοῖς ἀγάπην τελείαν».

  • !

    Ὁ γάμος τρέφεται, συντηρεῖται καί αὐξάνει ὄχι μέ τήν τήρηση τύπων θρησκευτικῶν, ὅπως οἱ καθαρμοί τῶν Ἰουδαίων, ἀλλά μέ οὐσιαστική συμμετοχή στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ διά τῆς θείας εὐχαριστίας. Ἡ διατήρηση καί τήρηση ὁρισμένων παραδοσιακῶν θρησκευτικῶν ἐθίμων ἀπό τό ζευγάρι ἔχει νόημα μόνο ἄν ἐντάσσεται σέ μία ἐνεργό συμμετοχή στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας.

  • !

    Εἶναι πολύ ἐνδιαφέρουσα ἡ ἀκόλουθη παρατήρηση τοῦ Ὠριγένη. Ἡ μεταβολή τοῦ νεροῦ σέ κρασί στή διήγηση τοῦ Ἰωάννη δέν εἶναι μόνο μεταβολή τῆς ποιότητας τοῦ ὑγροῦ ἀλλά καί τῆς φύσεώς του. Ἔτσι καί στό γάμο δέν μεταβάλλεται μόνο ἡ ποιότητα ζωῆς τῶν πρώην ἀγάμων, ἀλλά συντελεῖται καί μία οὐσιαστικότερη μεταβολή τῶν «δύο εἰς σάρκα μίαν».

  • !

    Στήν Εὐαγγελική περικοπή ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στό γάμο δηλώνει τήν ἔναρξη μιᾶς νέας ἐποχῆς γιά τήν ἀνθρωπότητα, πού εἶναι ἐποχή εὐφροσύνης καί ἀγαλλιάσεως. Ἡ φύση ἡ ἀνθρώπινη καταφάσκεται, τό νερό τῆς τυπικῆς θρησκείας μεταβάλλεται σέ κρασί οὐσιαστικῆς ἐλπίδας γιά τό μέλλον ἀλλά καί γιά τό νῦν. Καί οἱ εὐχές τῆς ἀκολουθίας τοῦ γάμου δέν ξεχνοῦν τήν ὑλική φύση τοῦ ἀνθρώπου, γι’ αὐτό καί ζητοῦν ἀπό τόν Θεό: «δός αὐτοῖς ἀπό τῆς δρόσου τοῦ οὐρανοῦ ἄνωθεν καί ἀπό τῆς πιότητος τῆς γῆς… δός αὐτοῖς καρπόν κοιλίας, καλλιτεκνίαν, ὁμόνοιαν ψυχῶν καί σωμάτων».

  • !

    Στήν ἀποστολική περικοπή (Ἐφεσ 5,21-33) τό «σημεῖον» τοῦ Ἰωάννη παίρνει Χριστολογικές καί Ἐκκλησιολογικές διαστάσεις. Ὁ γάμος γίνεται «μυστήριον μέγα» ἐντασσόμενο στίς σχέσεις Χριστοῦ-Ἐκκλησιᾶς. Ἡ ἀγάπη καί ἡ ὑπακοή, χωρίς νά παύσουν νά ἔχουν ἀνθρώπινο χαρακτήρα, νοηματοδοῦνται ἀπό τή σχέση Χριστοῦ-Ἐκκλησίας καί παράλληλα Ἐκκλησίας-Χριστοῦ.

Τό Εὐαγγέλιο τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Γάμου

Ἡ Εὐαγγελική περικοπή πού διαβάζεται στό μυστήριο τοῦ γάμου εἶναι ἀπό τό κατά Ἰωάννην εὐαγγέλιο 2,1-11 (τό θαῦμα τῆς μεταβολῆς τοῦ νεροῦ σέ κρασί).

Γιατί ἄραγε ἡ Ἐκκλησία διάλεξε αὐτήν τήν περικοπή, τή στιγμή πού τά Εὐαγγέλια μᾶς διασώζουν διάφορες συζητήσεις τοῦ Ἰησοῦ γιά τό γάμο, ἀκριβέστερα γιά τό ἀδιάλυτο τοῦ γάμου, ὅπως εἶναι π.χ. ἡ συζήτηση μέ τούς Φαρισαίους στό Μθ 19,1-12 (Μρ 10, 1-12), ὅπου ἔχουμε τήν ἀναφορά στό Γεν 2,24 «ἕνεκεν τούτου καταλήψει ἄνθρωπος τόν πατέρα αὐτοῦ καί τήν μητέρα αὐτοῦ καί προσκολληθήσεται πρός τήν γυναῖκα αὐτοῦ, καί ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν» καθώς ἐπίσης καί τή φράση τοῦ Ἰησοῦ ἀμέσως κατόπιν στήν ἴδια συζήτηση «ὥστε οὐκέτι εἰσί δύο, ἀλλά σάρξ μία. Ὅ οὖν ὁ Θεός συνέζευξεν, ἄνθρωπος μή χωριζέτω» -περικοπὴ πού μαρτυρεῖται σποραδικά σέ ἀρχαιότερα ἐκλογάδια.

Νομίζω ὅτι οἱ τά πάντα καλῶς διαταξάμενοι θεῖοι πατέρες ἀπέφυγαν νά συνδέσουν μέ τό ἱερό μυστήριο τοῦ γάμου περικοπές πού περιέχουν λόγια τοῦ Ἰησοῦ περί μοιχείας (ὅπως ἡ προαναφερθεῖσα) καί γενικά περί διαταράξεως τοῦ γάμου καί προτίμησαν τό Ἰω 2,1-11, ὅπου γίνεται λόγος γιά χαρά καί εὐφροσύνη, γιά παρουσία τοῦ Χριστοῦ καί τῶν μαθητῶν του στό γάμο στήν Κανά, στόν ὁποῖο βρίσκεται καί ἡ μητέρα του. Προφανῶς ἡ ἐπιλογή αὐτή σημειολογικά κάτι θέλει νά ὑποδηλώσει. Οἱ πατέρες ἐπισημαίνουν κατά τήν ἑρμηνεία τοῦ Ἰω 2,1-11 ὅτι ὁ Χριστός ὄχι μόνο παρευρίσκεται στό γάμο μαζί μέ τούς μαθητές του (καί πιθανότατα μέ τούς ἀδελφούς του), καί μετέχει – ἴσως- στήν ἑπταήμερη διάρκειά του, ἀλλά κάνει καί δῶρο κατά τό ἔθος στό γαμπρό καί τή νύφη. Καί τό δῶρο αὐτό εἶναι τό καλό κρασί. Αὐτό εἶναι καί τό οὐσιαστικό θεολογικό στοιχεῖο τῆς περικοπῆς, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια μέ τήν ἑρμηνευτική προσέγγιση στήν ὁποία προβαίνουμε.

Ἡ ἀπόσπαση περικοπῶν ἀπό τή συνάφειά τους γιὰ νά διαβαστοῦν σέ ἕνα μυστήριο ἤ σέ μιὰ ἀκολουθία δημιουργεῖ ὁρισμένα ἑρμηνευτικά προβλήματα. Ἐδῶ π.χ. στήν Ἰωάννεια δόμηση τοῦ εὐαγγελίου τό θαῦμα τῆς Κανᾶ ἀποτελεῖ τήν ἀπαρχή τῶν μεσσιανικῶν «σημείων» τοῦ Ἰησοῦ καί τῆς φανερώσεως τῆς «δόξης» του καί ἡ μετατροπή τοῦ νεροῦ σέ κρασί συνδέεται μέ τή νέα ἀρχή πού κάνει ὁ Μεσσίας ἀντικαθιστώντας τήν παλαιά λατρεία πού σχετίζεται μέ τό νερό τῶν καθαρμῶν καί τῶν θυσιῶν καί ἐγκαθιδρύοντας τή νέα λατρεία μέ τόν οἶνο τῆς θείας εὐχαριστίας. Στήν περίπτωση ὅμως τῆς μεταφορᾶς τῆς περικοπῆς ἀπό τήν Ἰωάννεια συνάφεια στό μυστήριο τοῦ γάμου χωρίς τά ὑπόλοιπα συμφραζόμενα τοῦ εὐαγγελίου τό βάρος δέν πέφτει τόσο στό θαῦμα ὅσο στήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στό γάμο. Ὡστόσο θά δοῦμε ὅτι καί ἡ μεταβολή τοῦ νεροῦ σέ κρασί μπορεῖ νά σχετιστεῖ μέ τό γάμο.

Δέν εἶναι ἄσκοπο ἤ ἔξω ἀπό τούς στόχους αὐτοῦ τοῦ συνεδρίου νά μείνουμε γιά λίγο στόν κεντρικό ἑρμηνευτικό κόμβο τῆς περικοπῆς, χωρίς βέβαια νά τόν ἀναπτύξουμε λεπτομερῶς, γιατί αὐτό θά μᾶς ἔβγαζε ἔξω ἀπό τούς στόχους μας.

Πρόκειται γιά τό πολυσυζητημένο «Τί ἐμοί καί σοί, γύναι; οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου». Ἡ ἐπικρατέστερη πατερική ἑρμηνεία τοῦ πρώτου μέρους τῆς φράσης (μέ τό ἐρωτηματικό) εἶναι ἡ ἐπισήμανση τοῦ Ἰησοῦ πρός τή μητέρα του ὅτι δέν ἔχει καμία σχέση ἡ δική του θεία ἀποστολή πού καθορίζεται ἀπό τό θέλημα τοῦ ἐν οὐρανοῖς Πατρός μέ ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινη πρωτοβουλία τῆς μητέρας του ἤ μέ ὁποιονδήποτε δικό του συναισθηματισμό. Ὡστόσο, προβαίνει στή θαυματουργία, εὐλαβούμενος καί τιμῶν τήν μητέρα του, ὅπως σημειώνει ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, («…τιμῶν τήν μητέρα, ἵνα μή διά παντός ἀντιλέγειν αὐτῇ δόξῃ, ἵνα μή ἀσθενείας λάβῃ δόξαν, ἵνα μή αἰσχύνῃ τήν τεκοῦσαν παρόντων τοσούτων», PG 59,134).

Ἡ ἄποψη τῶν Γρηγορίου Νύσσης, Θεοδώρου Μοψουεστίας, Ἐφραίμ τοῦ Σύρου καί μερικῶν συγχρόνων ἑρμηνευτῶν ὅτι τό «οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου» πρέπει νά διαβαστεῖ μέ ἐρωτηματικό («οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου;») καθιστᾶ πιό ἐκλογικευμένο τό κείμενο καί ὁμαλότερη τή μετάβαση στόν ἑπόμενο στίχο (2,5), ὅπου ἡ μητέρα τοῦ Ἰησοῦ δείχνει νά κατανοεῖ ὡς θετική τήν παρατήρησή του καί ὡς ἐκ τούτου ἀπευθύνεται στούς ὑπηρέτες μέ τό «ὅ,τι ἄν λέγῃ ὑμῖν, ποιήσατε». Ὅμως μειώνει τήν πράγματι ὑπάρχουσα ἔνταση ἀνάμεσα στήν «ὥρα» τοῦ Ἰησοῦ πού προσδιορίζεται ἀπό τόν Θεό Πατέρα καί στήν ἀνθρώπινη παρέμβαση τῆς μητέρας του. Μπορεῖ τελικά ὁ Ἰησοῦς νά ἀνταποκρίνεται στήν ἔμμεση παράκλησή της, ἀλλά πρέπει καί ἐκείνη ὡς ἄνθρωπος νά γνωρίζει ὅτι τά βασικά καί σωτηριώδη γεγονότα τῆς ζωῆς του καθορίζονται ἀπό τό θέλημα τοῦ ἐν οὐρανοῖς Πατρός.

Ἡ ἀνάγνωση τῆς περικοπῆς σ’ ἕνα θεολογικό ἐπίπεδο σέ σχέση μέ τήν παλαιά καί τή νέα ἐν Χριστῷ οἰκονομία τοῦ Θεοῦ μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀκόλουθη ἑρμηνεία.

Ὁ γάμος στήν Κανά φέρνει στό νοῦ μας τή γνωστή εἰκόνα τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἰδίως τοῦ Ὠσηέ, γιά τό γάμο τοῦ Γιαχβέ μέ τό λαό του. Στή διαπίστωση τῆς μητέρας τοῦ Ἰησοῦ ὅτι τελείωσε τό κρασί καί στήν ἔμμεση παράκλησή της ἀπηχεῖται κατά κάποιον τρόπο ἡ κατάσταση τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. Οἱ δυνατότητες τοῦ παλαιοῦ λαοῦ ἐξαντλήθηκαν καί ὡς ἐκ τούτου αὐτός ἀπευθύνεται στόν Μεσσία, προφανῶς ζητώντας τήν ἐπέμβασή του. Ἐκεῖνος ὄντως ἐπεμβαίνει καί ἀναδημιουργεῖ τό λαό, δέν ἐξαφανίζει τό παλιό ἀλλά τό ἀνανεώνει: Τό κρασί δέν γίνεται ἐκ τοῦ μηδενός ἀλλά ἀπό προϋπάρχουσα ὕλη τῆς θείας δημιουργίας, ἀπό τό νερό. Τό νερό ὅμως σαφῶς παραπέμπει στήν παλαιά τάξη πραγμάτων, στίς θυσίες τοῦ ναοῦ καί στούς καθαρμούς τῶν καθημερινῶν διατάξεων τοῦ νόμου. Ἄλλωστε ὁ ὑπαινιγμός τῆς διηγήσεως εἶναι σαφής: Ὑπῆρχαν στό σπίτι τοῦ γάμου ἕξι λίθινες ὑδρίες γιά «τόν καθαρισμόν τῶν Ἰουδαίων» (2,6). Ὁ Ἰησοῦς μεταβάλλει τό νερό τοῦ καθαρισμοῦ σέ κρασί τῆς νέας ἐποχῆς, σέ κρασί πού παραπέμπει στή θεία εὐχαριστία. Αὐτό εἶναι τό δῶρο του, τό δῶρο τῶν μεσσιανικῶν χρόνων.

Στήν Παλαιά Διαθήκη καί στό μεταγενέστερο Ἰουδαϊσμό ἡ ἀφθονία κρασιοῦ (μαζί μέ τό λάδι καί τό γάλα) εἶναι χαρακτηριστικό σημάδι τῆς ἐποχῆς τῆς σωτηρίας, πού ἀρχίζει τώρα. Ἐδῶ ἄς προσέξουμε τό «νῦν» τοῦ στίχ. 8: «ἀντλήσατε νῦν καί φέρατε τῷ ἀρχιτρικλίνῳ», ὁ ὁποῖος καί διαπιστώνει ὅτι τώρα ἦλθε «ὁ καλός οἶνος», -ἐνῶ μέχρι τώρα («ἕως ἄρτι») ὁ νυμφίος προσέφερε τόν «ἐλάσσω», τώρα πού ἔφθασε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τώρα πού φανερώνεται ἡ δόξα τοῦ Μεσσία στούς μαθητές του, στήν πρώτη δηλαδή κοινότητα τῆς νέας διαθήκης πού πίστεψε στόν Χριστό. Μέ τό πνεῦμα αὐτῆς τῆς ἀναγνώσεως τῆς περικοπῆς ἀποκτᾶ νέα σημασία καί ἡ ἀρχική πληροφορία τῆς διηγήσεως ὅτι τό γεγονός λαμβάνει χώρα «τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ», ἕνας ὑπαινιγμός δηλαδή στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, στήν καινούργια ἐποχή, στήν Καινή Διαθήκη. Ἄλλωστε αὐτή ἡ εὐχαριστιακή ἀναφορά θά συνεχιστεῖ καί στό ὑπόλοιπο Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννη. Μετά τόν οἶνο, θά γίνει λόγος καί γιά τόν ἄρτο στό κεφ. 6 μέ τόν πολλαπλασιασμό τῶν πέντε ἄρτων καί τή μακρά ὁμιλία τοῦ Ἰησοῦ γιά τόν «ἄρτον τῆς ζωῆς».

Γενικά ἡ περικοπή κατά τήν ἀνωτέρω θεολογική ἀνάγνωσή της ἀλλά καί κατά τή γενικότερα ἐπικρατοῦσα θεολογική ἑρμηνεία της δηλώνει τήν ἀντικατάσταση τῆς παλαιᾶς τάξεως πραγμάτων μέ τή νέα, τῆς παλαιᾶς λατρείας μέ τή θεία εὐχαριστία. Τό παλαιό ἀπό μόνο του τελειώνει καί τό νέο ἔρχεται μέ τή ζωή, τό θάνατο καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, γιά νά ἱκανοποιήσει τίς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων. Τό παλαιό δέν μπόρεσε νά λυτρώσει ἀπό τό θάνατο, τό νέο φέρνει ζωή καί μάλιστα «περισσόν» ζωῆς. Ἄς μήν ξεχνοῦμε ὅτι Ἰωάννης ὀνομάστηκε θεολόγος καί τά κείμενά του ἔχουν ἕνα θαυμαστό θεολογικό βάθος, μέ λεπτές καί ἐπεξεργασμένες ἔννοιες. Ὁ ἄρτος τοῦ κεφ. 6 καί ὁ οἶνος τοῦ κεφ. 2 συνεπῶς δέν μπορεῖ νά εἶναι ἄσχετοι μέ τή θεία εὐχαριστία.

Καί ὁ γνωστός μεγάλος συγγραφέας Ντοστογιέφσκι σχετίζει τό θαῦμα τῆς Κανᾶ μέ τήν ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου καί τήν ἀνάσταση. Στούς «Ἀδελφούς Καραμάζωφ» διαβάζεται ἡ περικοπή τοῦ θαύματος τῆς Κανά πάνω ἀπό τό λείψανο τοῦ στάρετς Ζωσιμᾶ καί κατόπιν ὁ νεαρός Ἀλιόσα βγαίνει ἔξω ἐνθουσιασμένος καί ὅλος ὁ κόσμος τοῦ φαίνεται ἀνανεωμένος, τόσο πού πέφτει κάτω καί φιλάει τό χῶμα.

* * *
Οἱ θεολογικές προσεγγίσεις τῆς περικοπῆς εἶναι πολύ ἐνδιαφέρουσες, ἀλλά ὅ,τι τώρα πρέπει νά ἑλκύσει τήν προσοχή μας εἶναι ἡ συσχέτιση τῆς περικοπῆς μέ τό γάμο. Μετά τά ὅσα λέχθηκαν παραπάνω μποροῦμε νά κάνουμε τίς ἀκόλουθες παρατηρήσεις;

1. Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στό γάμο ἀνανεώνει, χωρίς νά ἐκμηδενίζει, τό παλαιόν: τό θαῦμα γίνεται ἀπό προϋπάρχουσα ὕλη, τό νερό (παρατήρηση πού ἔκανε ἤδη ὁ Εἰρηναῖος ). Μέ ἄλλα λόγια: ὁ παλαιός, ὁ προγαμιαῖος, ἄνθρωπος ἀνανεώνεται σέ μιὰ καινούργια σχέση μέ τήν (ἤ τόν) σύζυγο: Τήν ἀγάπη πού ἤδη προϋπάρχει κατά φυσικό λόγο στούς νυμφευόμενους ἡ Ἐκκλησία τήν ἐξαγιάζει καί τήν ἐπαυξάνει: Εὔχεται «ὑπέρ τοῦ κατεπεμφθῆναι αὐτοῖς ἀγάπην τελείαν».

2. Ὁ γάμος τρέφεται, συντηρεῖται καί αὐξάνει ὄχι μέ τήν τήρηση τύπων θρησκευτικῶν, ὅπως οἱ καθαρμοί τῶν Ἰουδαίων, ἀλλά μέ οὐσιαστική συμμετοχή στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ διά τῆς θείας εὐχαριστίας. Ἡ διατήρηση καί τήρηση ὁρισμένων παραδοσιακῶν θρησκευτικῶν ἐθίμων ἀπό τό ζευγάρι ἔχει νόημα μόνο ἄν ἐντάσσεται σέ μία ἐνεργό συμμετοχή στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας.

3. Εἶναι πολύ ἐνδιαφέρουσα ἡ ἀκόλουθη παρατήρηση τοῦ Ὠριγένη. Ἡ μεταβολή τοῦ νεροῦ σέ κρασί στή διήγηση τοῦ Ἰωάννη δέν εἶναι μόνο μεταβολή τῆς ποιότητας τοῦ ὑγροῦ ἀλλά καί τῆς φύσεώς του . Ἔτσι καί στό γάμο δέν μεταβάλλεται μόνο ἡ ποιότητα ζωῆς τῶν πρώην ἀγάμων, ἀλλά συντελεῖται καί μία οὐσιαστικότερη μεταβολή τῶν «δύο εἰς σάρκα μίαν».

* * *
Στήν Εὐαγγελική περικοπή ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στό γάμο δηλώνει τήν ἔναρξη μιᾶς νέας ἐποχῆς γιά τήν ἀνθρωπότητα, πού εἶναι ἐποχή εὐφροσύνης καί ἀγαλλιάσεως. Ἡ φύση ἡ ἀνθρώπινη καταφάσκεται, τό νερό τῆς τυπικῆς θρησκείας μεταβάλλεται σέ κρασί οὐσιαστικῆς ἐλπίδας γιά τό μέλλον ἀλλά καί γιά τό νῦν. Καί οἱ εὐχές τῆς ἀκολουθίας τοῦ γάμου δέν ξεχνοῦν τήν ὑλική φύση τοῦ ἀνθρώπου, γι’ αὐτό καί ζητοῦν ἀπό τόν Θεό: «δός αὐτοῖς ἀπό τῆς δρόσου τοῦ οὐρανοῦ ἄνωθεν καί ἀπό τῆς πιότητος τῆς γῆς… δός αὐτοῖς καρπόν κοιλίας, καλλιτεκνίαν, ὁμόνοιαν ψυχῶν καί σωμάτων».

Στήν ἀποστολική περικοπή (Ἐφεσ 5,21-33) τό «σημεῖον» τοῦ Ἰωάννη παίρνει Χριστολογικές καί Ἐκκλησιολογικές διαστάσεις. Ὁ γάμος γίνεται «μυστήριον μέγα» ἐντασσόμενο στίς σχέσεις Χριστοῦ-Ἐκκλησιᾶς. Ἡ ἀγάπη καί ἡ ὑπακοή, χωρίς νά παύσουν νά ἔχουν ἀνθρώπινο χαρακτήρα, νοηματοδοῦνται ἀπό τή σχέση Χριστοῦ-Ἐκκλησίας καί παράλληλα Ἐκκλησίας-Χριστοῦ.

(Τμῆμα εἰσηγήσεως πού διαβάστηκε στό Δ΄ Πανελλήνιο Λειτουργικό Συμπόσιο Στελεχῶν ἱερῶν Μητροπόλεων μέ θέμα «Ὁ γάμος στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία». Τό Συμπόσιο διοργανώθηκε ἀπό τήν Εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως στό Προκόπι Εὐβοίας (3-6 Νοεμβρίου 2002).

Γιά περισσότερα ἑρμηνευτικά σχόλια τῶν Πατέρων βλ. Ἰ. Γαλάνη, «Ἡ Θεοτόκος στόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη», Πρακτικά Ι΄ Θεολογικοῦ Συνεδρίου τῆς Ἱ. Μ. Θεσσαλονίκης πρός τιμήν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, Θεσσαλονίκη 1991, σ. 109-122 (:Βιβλικές Θεολογικές καί Ἑρμηνευτικές Μελέτες, 2001, σ. 372-388, στή σειρά Βιβλική Βιβλιοθήκη, 20).

Βλ. γι’αὐτή τή συσχέτηση Εἰρηναίου, Ἔλεγχος Γ΄ 17,7. Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατηχήσεις Δ΄ 2.

Εἰρηναίου, Ἔλεγχος Γ΄ 11.

Ἀπόσπ. Εἰς Ἰωάν. 29,7.30,10. Ἀπόσπ. εἰς Κορ. 36,1