Σημαντική ἡ σημερινή Κυριακή, καθώς ἡ Ἐκκλησία μας ἔρχεται νά ἀναδείξει μιά μορφή ὑπεροχική στή χορεία τῶν Ἁγίων της, τόν ὅσιο Ἰωάννη, ἡγούμενο τῆς Μονῆς Σινᾶ καί συγγραφέα τοῦ ἀσκητικοῦ βιβλίου πού εἶναι γνωστό ὑπό τόν τίτλο «Κλῖμαξ». Μάλιστα δε, λόγῳ τῆς σπουδαιότητας τοῦ βιβλίου, ὁ τίτλος προσδιορίζει πλέον καί τόν συγγραφέα, ὁ ὁποῖος εἶναι καταχωρημένος στίς ἁγιολογικές δέλτους, ὡς ὁ ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Γι’ αὐτό καί σήμερα προβάλλεται οὐσιαστικά τόσο τό πρόσωπο τοῦ Ὁσίου, ὅσο καί τό βιβλίο, ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία ὄχι μόνο θέλει νά τό ὑποδείξει ὡς ἀπαραίτητο ἀνάγνωσμα γιά τόν κάθε χριστιανό, ἀλλά συνάμα ἐπιθυμεῖ νά ὑπογραμμίσει τό γεγονός τῆς ἄσκησης ὡς ἀπαραίτητου στοιχείου τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Μᾶς τονώνει ἔτσι στήν ἀγωνιστική πορεία μας πρός τό Πάσχα, καθώς ὅσο προχωρᾶ ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἀνθρώπινο εἶναι κάποιοι νά λιποψυχοῦν καί νά χρειάζονται ἐνίσχυση.
Μέ ἀφετηρία τήν ἄσκηση
Γιά νά ἀναδείξει τό σημαντικό τῆς ἄσκησης στήν πορεία μας πρός τόν Θεό Πάτερα καί τήν ἀξία της στή διατήρηση μιᾶς οὐσιαστικῆς σχέσης μαζί του, ἡ Ἐκκλησία ἐπιλέγει τή σημερινή εὐαγγελική περικοπή, ὅπου ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μᾶς μιλᾶ γιά προσευχή καί νηστεία, ὡς ὅπλων τά ὁποῖα ὅταν συνδυάζονται ἐπιφέρουν σπουδαία νίκη κατά τῶν δαιμόνων.
Ἡ ἀναφορά βεβαίως γίνεται ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας τῶν μαθητῶν νά ἐκβάλουν ἕνα δαιμόνιο ἀπό ἕνα δυστυχισμένο νέο, τόν ὁποῖο ὁ πατέρας του στή συνέχεια ἀναγκάζεται νά φέρει μπροστά στόν Κύριο. Παράξενο! Οἱ μαθητές ἦταν οἱ ἴδιοι πού εἶχαν ἐπιτελέσει τόσα θαύματα, ἰδίως ὅταν ὁ Χριστός τούς χώρισε σέ ὁμάδες τῶν δύο καί τούς ἔστειλε ἀνά τήν Ἰουδαία, θά λέγαμε σέ μία ἐκπαιδευτική ἀποστολική περιοδεία. Τότε, ἀλλά καί στή συνέχεια, πῶς τά κατάφεραν ἀλλοῦ καί τώρα ἀποτυγχάνουν; Εἶναι σαφής ἡ πρόθεση τοῦ Κυρίου νά καλλιεργήσει πνεῦμα ταπεινοφροσύνης στούς μαθητές του, ὥστε νά συνειδητοποιήσουν ὅτι ἡ δύναμη πού κατεῖχαν δέν ἦταν δική τους, ἀλλά «ἄνωθεν δώρημα τέλειον».
Ὄχι, ὅμως, μόνον αὐτό. Ὁ Χριστός θέλει νά τονίσει στούς δικούς του ἀνθρώπους, σέ αὐτούς πού ἦταν γνωστοί ὡς μαθητές του, σέ αὐτούς πού εἶχαν διακριθεῖ γιά τήν ἀγαθή τους προαίρεση καί τήν πνευματικότητα, πώς δέν ἐπιτρέπεται νά ἐφησυχάζουν, ἀλλά ὀφείλουν διαρκῶς νά ἀγωνίζονται γιά πνευματική προκοπή, καθώς ἡ στασιμότητα σημασιοδοτεῖ πνευματική παθογένεια. Καί ὡς λεπτή πνευματική ἐργασία, ἄξια νά συνοδεύει τόν χριστιανό στό σύνολο τῆς ζωῆς του, ἀλλά καί ὡς ἀσφάλεια στούς πνευματικούς κινδύνους, ὀ Χριστὸς μᾶς προτείνει τόν συνδυασμό νηστείας καί προσευχῆς, ἀρετές πού ἔκτοτε συναπαρτίζουν τή βάση αὐτοῦ πού ὀνομάζουμε ἀσκητική τῆς Ὀρθοδοξίας. Δέν εἶναι τυχαῖο πώς ὅσοι κατατάσσονται στά ἀγγελοειδῆ μοναστικά τάγματα, καλοῦνται ν’ ἀφιερώσουν τή ζωή τους στό νά φθάσουν μέ τή χρήση ἀσκητικῶν παλαισμάτων καί κυρίως τῆς νηστείας, σέ κατάσταση προσευχητική, ὡς προϋπόθεση ἁγιασμοῦ καί θέωσης.
Ἡ τόνωση τῆς πίστης
Καί κάτι ἄλλο συμβαίνει στή σημερινή περικοπή πού εἶναι ἐνδεικτικό τῆς ὠφέλειας ἀπό τήν ἄσκηση καί τήν προσευχή. Ὁ Χριστός ἀγανακτεῖ καί λέει σκληρή φράση κατά τῆς ἀπιστίας τῆς γενιᾶς ἐκείνης. Κι ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλά καί ἐμμέσως, πλήν σαφῶς, ἐπιτιμᾶ τόν πατέρα τοῦ δαιμονισμένου νέου, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ πρῶτα παραπονέθηκε γιά τήν ἀδυναμία τῶν μαθητῶν νά θεραπεύσουν τό παιδί του, στή συνέχεια ἐκφράζει ἀμφιβολίες ἀκόμη καί γιά τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ μέ τή χαρακτηριστική φράση «εἴ τι δύνασαι», δηλαδή ἄν μπορεῖς νά κάνεις κάτι.
Ὁ Χριστός σ’ αὐτόν τόν ὑποθετικό λόγο ἀπαντᾶ μ’ ἕναν ἄλλο ὑποθετικό λόγο: «Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι», δηλαδή ἄν μπορεῖς καί σύ νά πιστέψεις! Γιά νά συνέλθει ὁ πατέρας ἐκεῖνος ἀπό τήν προσβλητική τακτική του καί νά φωνάξει «πιστεύω Κύριε, βοήθησέ με ν’ ἀπαλλαγῶ ἀπό τήν ὀλιγοπιστία μου καί ἀναπλήρωσε Σύ τήν ἔλλειψη τῆς πίστης μου». Κι αὐτή ἡ προσευχητική ὁμολογία ἦταν πού τελικά βοήθησε τό παιδί καί ἐπέτρεψε στόν Κύριο νά κάνει τό θαῦμα.
Ἄς προσέξουμε πώς στή σύνολη περικοπή συμπλέκονται ἡ ἄσκηση, ἡ προσευχή κι ἡ πίστη. Ἡ ἀποτυχία τῶν μαθητῶν νά θεραπεύσουν τόν νέο ὀφείλεται τόσο σέ δίκη τους ἀμέλεια περί τήν προσευχητική ἄσκηση, ὅσο καί σέ ὀλιγοπιστία τοῦ πατέρα. Ἡ προσπάθεια τῶν μαθητῶν νά θεραπεύσουν τόν νέο προδίδει μιά αὐτοπεποίθηση καί ἐξοικείωση ἀσυγχώρητη, καθώς δέν πορεύονται μέ κυρίαρχη τήν πίστη τους στή θεία παντοδυναμία, ἀλλά μέ κυρίαρχη τήν ἐμπιστοσύνη στούς ἑαυτούς τους. Γι’ αὐτό καί συστέλλοντας ὁ Ἅγιος Θεός τό χάρισμα πού τούς εἶχε δώσει, ἐπιτρέπει νά γίνουν ρεζίλι γιά νά ὀρθοφρονήσουν καί νά καθοδηγηθοῦν σέ περισσότερη νηστεία καί προσευχή. Ὁ πατέρας τοῦ νέου δέν τόν φέρνει μέ καλοπροαίρετη πεποίθηση καί ἐμπιστοσύνη, ἀλλά μέ ἐπιφύλαξη καί διασταγμό. Μόνον δέ ὅταν ὁδηγεῖται νά προσευχηθεῖ δυνατά ζητώντας τήν τόνωση τῆς πίστης του, λαμβάνει ἀπάντηση καί κερδίζει τό ποθούμενο.
Ἀδελφοί, ποτὲ δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει χωρισμένη ἡ πίστη ἀπό τήν προσευχή καί τήν ἄσκηση, ἀλλιῶς δέν μποροῦν νά ὠφελήσουν. Πνευματική ζωή σημαίνει συστηματική οἰκοδόμηση στό θεμέλιο τῆς πίστης μέ ἄσκηση καί προσευχή, κάτι τό ὁποῖο σημασιοδοτεῖ τό ὀρθόδοξο ἦθος, προσπορίζει σωτηρία καί χαρακτηρίζει τήν ἁγιότητα!