Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Εἶναι γεγονὸς ὅτι, στὶς σύγχρονες κοινωνίες, οἱ διαχωριστικὲς γραμμὲς μεταξύ τοῦ «σωστοῦ» καὶ τοῦ «λάθους», τοῦ «ἠθικοῦ» καὶ τοῦ «ἀνήθικου» εἶναι μᾶλλον θολὲς καὶ προκειμένου νὰ μὴ «βασανιστοῦμε», συχνὰ λαμβάνουμε τὶς ἀποφάσεις μὲ μοναδικὸ κριτήριο τὸ «εἶναι πρὸς τὸ συμφέρον μας ἤ ὄχι;». Ποιὸς σκέφτεται ἀγοράζοντας, γιὰ παράδειγμα, ἕνα βιομηχανοποιημένο προϊὸν ὅτι ἡ φθηνή του τιμὴ ἐνδέχεται νὰ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς παιδικῆς ἐργασίας σὲ κάποια ἀναπτυσσόμενη χώρα; Πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς ὅταν ἀγοράζουμε ἕνα πειρατικὸ CD ἀπὸ κάποιο συμπαθητικὸ μετανάστη σκεφτόμαστε ὅτι ἔτσι στεροῦμε τὸ εἰσόδημα ἀπὸ ἕνα δημιουργὸ ποὺ ἴσως δὲν διατηρεῖ παράλληλα θέση σὲ κάποια δισκογραφικὴ ἑταιρεία ἡ ἐκπομπὴ στὴν τηλεόραση; Ἄραγε, τί κρύβεται πίσω ἀπὸ τὴν ἀπόφασή μας νὰ προσλάβουμε μιὰ οἰκιακὴ βοηθὸ ἤ νὰ ἀγοράσουμε ἕνα ἐξοχικὸ σπίτι;

Διλήμματα ποὺ ἀφοροῦν τὴν καθημερινὴ ζωὴ

Ἐκκοσμίκευση ἤ πνευματικότητα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας;

Μπορεῖ ὁ δημοσιογράφος νὰ ἀποφαίνεται γιὰ τὴν ἐνοχὴ ἤ τὴν ἀθωότητα κάποιου;

Ἡ τηλεόραση καταγράφει ἤ ἐκμεταλλεύεται τὸν ἀνθρώπινο πόνο;

Βιολογικὸ εἰσαγόμενο ἤ συμβατικὸ ἐγχώριο προϊόν;

Φθηνὸ βιομηχανοποιημένο ἤ ἀκριβὸ χειροποίητο προϊόν;

Μὲ ἤ χωρὶς οἰκιακὴ βοηθό;

Ἡ ἐξοχικὴ κατοικία εἶναι πολυτέλεια ἤ ἀνάγκη;

Μιά δουλειὰ καὶ ἐλεύθερος χρόνος ἤ δύο δουλειὲς καὶ ὑψηλότερο ἐπίπεδο διαβίωσης;

Διλήμματα ποὺ ἀφοροῦν τὴν καθημερινὴ ζωὴ καὶ δείχνουν πόσο δύσκολη εἶναι ἡ διάκριση μεταξύ τοῦ «σωστοῦ» καὶ τοῦ «λάθους»

Ἔχετε σκεφτεῖ πόσα διλήμματα ἀντιμετωπίζουμε καθημερινά; Ἀκόμα καὶ σὲ μία καὶ μόνη ἐπίσκεψη στὸ σοῦπερ μάρκετ, οἱ ἐπιλογὲς ποὺ καλούμαστε νὰ κάνουμε εἶναι δεκάδες – «νὰ ἀγοράσω τὸ φθηνὸ ἤ τὸ ἀκριβότερο;», «τὸ βιολογικὸ ἤ τὸ συμβατικό;», «τὸ ἐγχώριο ἤ τὸ εἰσαγόμενο;» κ.ἄ. Ἀναρίθμητες μικρὲς καὶ μεγάλες ἀποφάσεις, οἱ ὁποῖες, ἀκόμα κι ἂν δὲν τὸ ἀντιλαμβανόμαστε κάθε φορὰ, ἀντικατοπτρίζουν σὲ ἕνα βαθμὸ τὴ στάση ζωῆς μας, ἐν τέλει τὴν ἠθική μας.

Εἶναι γεγονὸς ὅτι, στὶς σύγχρονες κοινωνίες, οἱ διαχωριστικὲς γραμμὲς μεταξύ τοῦ «σωστοῦ» καὶ τοῦ «λάθους», τοῦ «ἠθικοῦ» καὶ τοῦ «ἀνήθικου» εἶναι μᾶλλον θολὲς καὶ προκειμένου νὰ μὴ «βασανιστοῦμε», συχνὰ λαμβάνουμε τὶς ἀποφάσεις μὲ μοναδικὸ κριτήριο τὸ «εἶναι πρὸς τὸ συμφέρον μας ἤ ὄχι;». Ποιὸς σκέφτεται ἀγοράζοντας, γιὰ παράδειγμα, ἕνα βιομηχανοποιημένο προϊὸν ὅτι ἡ φθηνή του τιμὴ ἐνδέχεται νὰ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς παιδικῆς ἐργασίας σὲ κάποια ἀναπτυσσόμενη χώρα; Πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς ὅταν ἀγοράζουμε ἕνα πειρατικὸ CD ἀπὸ κάποιο συμπαθητικὸ μετανάστη σκεφτόμαστε ὅτι ἔτσι στεροῦμε τὸ εἰσόδημα ἀπὸ ἕνα δημιουργὸ ποὺ ἴσως δὲν διατηρεῖ παράλληλα θέση σὲ κάποια δισκογραφικὴ ἑταιρεία ἡ ἐκπομπὴ στὴν τηλεόραση; Ἄραγε, τί κρύβεται πίσω ἀπὸ τὴν ἀπόφασή μας νὰ προσλάβουμε μιὰ οἰκιακὴ βοηθὸ ἤ νὰ ἀγοράσουμε ἕνα ἐξοχικὸ σπίτι;

Ἐὰν μάλιστα ἀσχοληθοῦμε μὲ ἐπιμέρους τομεῖς τῆς δημόσιας ζωῆς, τὰ ἐρωτήματα πληθαίνουν: Οἱ δημοσιογράφοι μποροῦν νὰ ἀποφαίνονται γιὰ τὴν ἐνοχὴ ἑνὸς ἀτόμου; Οἱ πολιτικοὶ πρέπει νὰ διατηροῦν μυστικὴ τὴν προσωπική τους ζωὴ ἤ νὰ τὴν προβάλλουν ὡς πρότυπο μέσω τῶν MME; Εἶναι ἠθικὸ νὰ «στήνονται» ἐκπομπὲς πάνω στὸν ἀνθρώπινο πόνο; Καὶ μιά καὶ βρίσκεται στὴν ἐπικαιρότητα: Τί πρέπει νὰ ὑπερισχύει στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἐκκοσμίκευση ἤ ἡ πνευματικότητα;

Ἡ «K» ἔθεσε μιὰ σειρὰ ἀπὸ διλήμματα στοὺς εἰδικοὺς καὶ ζήτησε τὶς ἀπόψεις τους:

Ἐκκοσμίκευση ἤ πνευματικότητα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας;

Ἡ ἐμφάνιση καὶ πραγμάτωση τοῦ χριστιανισμοῦ στὴν Ἱστορία ὑπερβαίνει τὰ ὅρια τῆς θρησκείας καὶ λειτουργεῖ ὡς ζωὴ ἐν ἁγίῳ Πνεύματι. Ἡ ἑνότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος βιώνεται ὡς «κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ἑνότητα χαρισματικὴ καὶ μαρτυρική, ἐνώπιον «βασιλέων καὶ ἀρχόντων», τῶν δομῶν καὶ δυνάμεων τοῦ κόσμου, ποὺ καθιστᾶ τὸν φορέα τῆς Πίστεως τοῦ Χριστοῦ σὲ «φῶς τοῦ κόσμου» καὶ «ἅλας τῆς γῆς», ὅπως συμβαίνει στὰ πρόσωπα τῶν Ἁγίων.

Ἡ ὤσμωση ὅμως τῶν χριστιανῶν μὲ τὸν «κόσμο» καὶ τὶς προκλήσεις του ὁδήγησαν καὶ παρασύρουν συχνὰ ἀπὸ τὴ μαρτυρία καὶ τὸν ἀγώνα γιὰ πρόσληψη καὶ ἐν Χριστῷ μεταμόρφωση τοῦ κόσμου στὸν «συσχηματισμὸ» μαζί του (Ρωμ. 12, 2) καὶ μετάβαση ἀπὸ τὸν τρόπο ὑπάρξεως τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἐν Χριστῷ κοινωνίας, στὸν τρόπο ὑπάρξεως τοῦ πτωτικοῦ καὶ νεκρωμένου ἀπὸ τὴν ἁμαρτία κόσμου. Ἔτσι, ἀπὸ τὴ μαρτυρία καὶ τὸ μαρτύριο, ἐξ-ἱστάμεθα σὲ ἕνα ἐκκοσμικευμένο χριστιανισμό, χωρὶς τὴν πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, φορέα κοσμικῆς ἐξουσίας, μὲ ἐκκλησιαστικὲς ἡγεσίες κατ’ ὄνομα χριστιανικὲς (καὶ μάλιστα ὀρθόδοξες) καὶ στὴν οὐσία διεκδικήτριες κοσμικῆς ἐξουσίας καὶ προβολῆς.

Ὁ μοναχισμὸς ὡς διαρκὴς ἀσκητικὴ πάλη κατὰ τῆς ἐκκοσμίκευσης σώζει τὴν πνευματικὴ καὶ κοινωνικὴ συνέχεια τῆς Ἐκκλησίας τῶν ἀποστολικῶν χρόνων, μέσῳ τῶν Ἁγίων, ποὺ διακρατοῦν σὲ κάθε ἐποχὴ τὴν αὐθεντικότητα τῆς ἐν Χριστῷ ὑπάρξεως ὡς ἁγιοπνευματικότητα, μένοντας ξένοι πρὸς τὴ θεσμοποίηση (δογματοποίηση) τῆς ἐκκοσμίκευσης (Δύση) ἤ τὶς θλιβερὲς ἀτομικὲς ἀπομιμήσεις της στὴν «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή».

Πατὴρ Γεώργιος Μεταλληνὸς – Κοσμήτορας Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

Ἡ τηλεόραση καταγράφει ἤ ἐκμεταλλεύεται τὸν ἀνθρώπινο πόνο;

Ὁ ἀνθρώπινος πόνος δὲν μπορεῖ νὰ ἀποσιωπηθεῖ ἤ νὰ ἐπικαλυφθεῖ μὲ ἕνα «μπίπ», ὅπως συμβαίνει μὲ τὰ «κακὰ λόγια» στὰ ριάλιτι. Ὡστόσο, μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ προσεγγίζεται μὲ σεβασμὸ καὶ ὄχι μὲ μελοδραματικὴ φλυαρία καὶ ἄκαρδες λεπτομέρειες. Στὶς περισσότερες περιπτώσεις, ἡ τηλεοπτικὴ καταγραφὴ τῆς ἀνθρώπινης δυστυχίας ἀποσκοπεῖ στὸν ἐντυπωσιασμὸ τοῦ τηλεθεατῆ, στὴν ἀφύπνιση τοῦ οἴκτου του. Ταυτόχρονα, προκαλεῖ ἕνα αἴσθημα ἀνακούφισης ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴ διαπίστωση ὅτι ὑπάρχουν καὶ χειρότερα…

Ἂν καὶ οἱ κανόνες δεοντολογίας τοῦ EΣP ἀπαγορεύουν ρητὰ τὴν ἀπεικόνιση ἀνθρώπων σὲ ὁριακὲς στιγμὲς πόνου, ὀργῆς καὶ ἀπόγνωσης, οἱ κανόνες αὐτοὶ παραβιάζονται, συχνὰ μὲ τὴ συναίνεση τοῦ ἴδιου τοῦ πάσχοντος. Ἔτσι, ὁδηγούμαστε σὲ μίαν ἰδιότυπη πορνογραφία συναισθημάτων, κατὰ τὴν ὁποία οἱ ἄνθρωποι αὐτοξεγυμνώνονται ψυχικὰ μπροστὰ στὴν κάμερα καὶ ὁ πόνος γίνεται μετρήσιμο μέγεθος καὶ ἐμπόρευμα. Ὑπάρχει μιὰ λεπτὴ γραμμὴ ποὺ διαχωρίζει τὴ συμπόνια ἀπὸ τὴ λεηλασία τοῦ ἀνθρώπινου πόνου καὶ ἡ χάραξή της δὲν εἶναι μόνο θέμα κανόνων, ἀλλὰ κυρίως κουλτούρας, συλλογικῆς καὶ ἀτομικῆς.

Μαριάννα Τζιαντζῆ – Δημοσιογράφος τῆς «K»

Μπορεῖ ὁ δημοσιογράφος νὰ ἀποφαίνεται γιὰ τὴν ἐνοχὴ ἤ τὴν ἀθωότητα κάποιου;

Ὁ καθένας μπορεῖ νὰ ἀποφαίνεται γιὰ ὁτιδήποτε! Τὸ ζήτημα εἶναι πῶς στηρίζει τὴν κάθε του ἀπόφανση, τί τεκμήρια προσκομίζει γιὰ νὰ τὴν στηρίξει. Τὸ ζήτημα, ὡστόσο, περιπλέκεται ὅσον ἀφορᾶ τοὺς δημοσιογράφους ἐξ αἰτίας τριῶν, κυρίως, λόγων. Πρῶτον, ὁ Τύπος ἀποτελεῖ ἕναν ἐλεγκτικὸ τῶν ἄλλων τριῶν ἐξουσιῶν μηχανισμό. Ὡς ἐκ τούτου, οἱ ἀποφάνσεις ποὺ διατυπώνονται εἶναι ἐκ προοιμίου φορτισμένες. Δεύτερον, οἱ δημοσιογράφοι εἶναι περιβεβλημένοι μὲ τὸ κύρος τοῦ Μέσου στὸ ὁποῖο ἐργάζονται. Συνεπῶς, οἱ ἀποφάνσεις τους ἔχουν εἰδικὸ βάρος. Τρίτον, τὸ ἀκροατήριο στὸ ὁποῖο ἀπευθύνονται εἶναι σημαντικὰ μεγαλύτερο ἀπὸ τῶν ἄλλων ἐπαγγελματιῶν, πράγμα ποὺ καθιστᾶ τὶς ἀποφάνσεις τους εὐρύτερα γνωστές, μὲ ὅποιες συνέπειες αὐτὸ ἔχει γιὰ ἐκεῖνον στὸν ὁποῖον ἀφοροῦν. Οἱ λόγοι αὐτοὶ ἐπιβάλλουν μεγαλύτερη αὐστηρότητα, προσοχὴ καὶ αὐτοσυγκράτηση κατὰ τὴ διατύπωση κρίσεων ποὺ ἀποφαίνονται γιὰ τὴν ἐνοχὴ ἤ τὴν ἀθωότητα ἑνὸς ἀνθρώπου.

Γιῶργος Παπαγοῦνος – Καθηγητὴς Φιλοσοφίας καὶ Βιοηθικῆς, Πανεπιστήμιο Κρήτης

Βιολογικὸ εἰσαγόμενο ἤ συμβατικὸ ἐγχώριο προϊόν;

Ἔχει βρεθεῖ ὅτι περίπου 30% τῶν φυτικῶν προϊόντων περιέχουν ὑπολειμματικὰ φυτοφάρμακα. Σὲ ἕνα ποσοστὸ περίπου 5%, οἱ συγκεντρώσεις ξεπερνοῦν τὰ «ἀποδεκτὰ» ὅρια. Πολίτες, πολιτικοί, ἀγρότες συμφωνοῦν ὅτι ἡ στροφὴ πρὸς τὴ γεωργία ποιότητας εἶναι μονόδρομος γιὰ τὸ περιβάλλον, τὴν ὑγεία καὶ τὴ βιωσιμότητα τοῦ ἀγροτικοῦ ἐπαγγέλματος. Ὡς τότε, ὅμως, θὰ εἰσάγουμε βιολογικὰ ἀχλάδια Ἀργεντινῆς, βιολογικὰ μάνγκο ἀπὸ τὸ Περού, βιολογικοὺς χουρμάδες Τυνησίας ποὺ συσκευάζονται στὴ Γερμανία; Μπορεῖ εὔλογα νὰ ἰσχυριστεῖ κάποιος ὅτι τὰ τοπικὰ περιβαλλοντικὰ ὀφέλη ἀπὸ τὴ βιολογικὴ καλλιέργεια ἑνὸς προϊόντος ὑποβαθμίζονται ἀπὸ τὴν κατανάλωση ἐνέργειας κατὰ τὴ μεταφορά του στὴν ἄλλη ἄκρη τοῦ κόσμου. Ἐπιπλέον, «κάθε πράγμα στὸν καιρό του καὶ ὁ κολιὸς τὸν Αὔγουστο». Τί κι ἂν οἱ φράουλες εἶναι βιολογικὲς ἅμα τὶς τρώω χριστουγεννιάτικα; Ἡ ἀπάντηση, λοιπόν, εἶναι ἁπλή: προτιμῶ βιολογικὸ ἐγχώριο. Καὶ θὰ ἐπιμείνω μέχρι νὰ γίνει τὸ ὄνειρο πραγματικότητα.

Νίκος Χαραλαμπίδης – Διευθυντὴς ἑλληνικοῦ τμήματος Greenpeace

Φθηνὸ βιομηχανοποιημένο ἤ ἀκριβὸ χειροποίητο προϊόν;

Σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ πολλὰ ἔχουν ἀλλάξει, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ἀναθεωρήσουμε καὶ τὴν ἔννοια τοῦ κόστους. Πόσο φτηνὸ εἶναι ἕνα προϊὸν ποὺ κατασκευάζεται σὲ φάμπρικες ὅπου ἀνήλικοι ἐργάτες δουλεύουν μέχρι τελικῆς πτώσεως καὶ ἀποκτᾶ τὴν ἐπώνυμη ἐτικέτα του στὴν Εὐρώπη; Πῶς ὑπολογίζεται τὸ κοινωνικὸ κόστος τῆς ἀπανθρωπιᾶς καὶ τῆς ἀποσύνθεσης τοῦ κοινωνικοῦ ἱστοῦ στὶς περιοχὲς ποὺ μετατράπηκαν σὲ φάμπρικες περικυκλωμένες ἀπὸ παράγκες καὶ λαμαρίνες; Στὸν ἀντίποδα, τὸ χειροποίητο (τὸ ὁποῖο πρὶν ἀπὸ 50 χρόνια ἐθεωρεῖτο δεδομένο) σήμερα εἶναι ἀκριβὸ καὶ ἀπευθύνεται σὲ μία ἐλίτ. Γιὰ νὰ γίνει προσιτό, συνήθως προέρχεται ἀπὸ κάποια ἀναπτυσσόμενη χώρα. Ὑπάρχει διέξοδος; Ναί, ἀρκεῖ νὰ ἐπαναπροσδιορίσουμε τὶς ἀνάγκες μας. Μὲ τὸν ὑπερκαταναλωτισμὸ ποὺ μᾶς διακρίνει, χρειαζόμαστε 2 μὲ 3 φορὲς τοὺς φυσικοὺς πόρους τῆς γῆς γιὰ νὰ ντύνουν, στολίζουν, νοικοκυρεύουν τὶς ἀνικανοποίητες ἀνάγκες μας καὶ στὴ συνέχεια νὰ θάβουν τὰ ἀντίστοιχα ἀπορρίμματα. Μέτρο λοιπὸν καὶ στροφὴ στὶς πραγματικὲς ἀνάγκες. Γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ μετατρέψουμε τὸ ἐρώτημα σὲ «ἀξιοπρεπὲς βιομηχανοποιημένο ἤ προσιτὸ χειροποίητο;».

Νίκος Χαραλαμπίδης – Διευθυντὴς ἑλληνικοῦ τμήματος Greenpeace

Μὲ ἤ χωρὶς οἰκιακὴ βοηθό;

Ἐὰν ἰσχυρίζομαι ὅτι χρειάζομαι οἰκιακὴ βοηθὸ διότι ἡ ὑγεία μου δὲν μοῦ ἐπιτρέπει νὰ διατηρῶ τὸ σπίτι μου καθαρὸ ἤ διότι οἱ καινούργιες μου ἐπαγγελματικὲς ὑποχρεώσεις δὲν μοῦ ἀφήνουν τὸν χρόνο νὰ ξεσκονίζω τὰ βιβλία μου καὶ νὰ καθαρίζω τὸ μπάνιο μου ἀντὶ νὰ παίζω, λ.χ., μὲ τὰ παιδιά μου, χρησιμοποιῶ διαφορετικὰ κριτήρια ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἔχω κατὰ νοῦν ὅταν δηλώνω ὅτι θεωρῶ τὶς οἰκιακὲς ἐργασίες μειωτικὲς καί, συνεπῶς, κάποιος ἄλλος πρέπει νὰ τὶς κάνει κι ὄχι ἐγώ. Καλὸν εἶναι, λοιπόν, νὰ ἐλέγχουμε τοὺς λόγους ποὺ κάποιος ἐπικαλεῖται προτοῦ ἀποφανθοῦμε περὶ τοῦ ἠθικῶς ἀποδεκτοῦ ὁποιουδήποτε ἐνεργήματός του, τῆς πρόσληψης οἰκιακῆς βοηθοῦ συμπεριλαμβανομένης.

Γιῶργος Παπαγοῦνος – Καθηγητὴς Φιλοσοφίας καὶ Βιοηθικῆς, Πανεπιστήμιο Κρήτης

Ἡ ἐξοχικὴ κατοικία εἶναι πολυτέλεια ἤ ἀνάγκη;

Θεωρῶ ὀρθὸ ὁ ὅρος «ἀνάγκη» νὰ χρησιμοποιεῖται ἀποκλειστικῶς γιὰ νὰ δηλώνει τὰ πράγματα ποὺ χρειαζόμαστε ἀπαραιτήτως καὶ χωρὶς τὰ ὁποῖα θὰ πεθαίναμε. Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι ἀπόρροια ἐπιθυμιῶν, οἱ ὁποῖες διαμορφώνονται ὑπὸ τὸ κράτος κοινωνικῶν, οἰκονομικῶν καὶ πολιτισμικῶν πιέσεων καὶ ἀπὸ τὸν ψυχισμὸ τοῦ καθενός. Βεβαίως, εἶναι πολὺ πιθανὸν ἡ ἱκανοποίηση μιᾶς ἐπιθυμίας νὰ ἀποτελεῖ ἰσχυρότερο κίνητρο ἀπὸ τὴν ἀντίστοιχη μιᾶς ἀνάγκης. Ὡστόσο, σὲ καμία περίπτωση μία ἐπιθυμία δὲν εἶναι ἀνάγκη, stricto sensu. Ἕνα «ἐξοχικὸ» δὲν ἱκανοποιεῖ καμία ἀνάγκη διότι κανεὶς ποτὲ δὲν πέθανε χωρὶς αὐτό! Ἡ ἀπόκτησή του μπορεῖ νὰ ἱκανοποιεῖ εἴτε πολλὲς διαφορετικὲς ἐπιθυμίες εἴτε κάποιο συνδυασμό τους: κοινωνικὴ προβολή, φυγὴ ἀπὸ ἕνα ἀσφυκτικὸ ἀστικὸ περιβάλλον, ἀπομόνωση καὶ περισυλλογή, σύσφιγξη τῶν οἰκογενειακῶν σχέσεων, δραστηριότητες κοντὰ στὴ Φύση κ.ο.κ. Τὸ ἐρώτημα, ὡστόσο, ποὺ ἀνακύπτει εἶναι ποιὲς ἄλλες ἐπιθυμίες του ἤ κοινὰ ἀγαθὰ εἶναι κάποιος διατεθειμένος νὰ θυσιάσει ὥστε νὰ ἀποκτήσει τὸ «ἐξοχικό».

Γιῶργος Παπαγοῦνος – Καθηγητὴς Φιλοσοφίας καὶ Βιοηθικῆς, Πανεπιστήμιο Κρήτης

Μία δουλειὰ καὶ ἐλεύθερος χρόνος ἤ δύο δουλειὲς καὶ ὑψηλότερο ἐπίπεδο διαβίωσης;

Τὸ ἐρώτημα εἶναι τί κάποιος θεωρεῖ «ὑψηλότερο ἐπίπεδο διαβίωσης». Ὁρισμένοι ἔχουν ὑποστηρίξει ὅτι ἡ ὕπαρξη ἐλεύθερου χρόνου συνιστᾶ τὸ μεῖζον κριτήριο τῆς ποιότητας ζωῆς. Μία τέτοια στάση δὲν συνάδει μὲ τὴν πολλαπλὴ ἀπασχόληση. Ἄλλοι θεωροῦν ὅτι ἡ ἀγοραστικὴ δύναμη καί, συνεπῶς, τὸ εἰσόδημα ἀποτελεῖ τὸ κριτήριο τῆς ποιότητας ζωῆς. Ἄρα, τὸ ζήτημα εἶναι ποιὰ ἀπὸ τὶς δύο αὐτὲς στάσεις υἱοθετεῖ κάποιος καὶ γιατί. Ὡστόσο, οἱ δύο αὐτὲς θεωρήσεις τῆς ποιότητας ζωῆς ἐρείδονται σὲ μία πλειάδα πολιτισμικῶν, ἰδεολογικῶν, κοινωνικῶν, οἰκονομικῶν, ψυχολογικῶν παραδοχῶν καὶ ἀντιλήψεων οἱ ὁποῖες συχνὰ μεταβάλλονται, πράγμα ποὺ ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴ διαφοροποίηση τοῦ κριτηρίου τῆς ποιότητας ζωῆς καί, συνεπῶς, τῶν ἑκάστοτε ἐπιλογῶν ποὺ κάνει κάποιος. Βεβαίως, αὐτὸ τὸ δίλημμα δὲν ὑφίσταται γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν μποροῦν μὲ τὴ μία μόνο δουλειὰ νὰ ἀντεπεξέλθουν στὶς ἀπαιτήσεις τῆς καθημερινότητας καὶ οἱ ὁποῖοι στὶς μέρες μας συγκροτοῦν, δυστυχῶς, μιὰ πολὺ μεγάλη ὁμάδα.

Γιῶργος Παπαγοῦνος – Καθηγητὴς Φιλοσοφίας καὶ Βιοηθικῆς, Πανεπιστήμιο Κρήτης