Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ἄν ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἱδρυτής τῆς ἐκκλησίας, τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ὁ ἀρχιτέκτονας καί ἡ ψυχή τοῦ οἰκοδομήματος. Γι’ αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο γιά τή ζωή καί τή δράση τῆς ἐκκλησίας. Εἶναι ἡ ζωοποιός καί μορφοποιός δύναμη καί ἀρχή, μέ τήν ὁποία ζεῖ, δρᾶ καί ἐπιτελεῖ τό θεῖον ἔργο της στόν κόσμο. Εἶναι Αὐτό πού ὀργανώνει, διαπλάσσει καί διαμορφώνει τό σῶμα της σέ σῶμα Χριστοῦ, ἔτσι ὥστε ὅλοι νά συνδέονται σέ μία ἀδιάσπαστη ἑνότητα. Αὐτό ἁγιάζει τά μέλη της, ἀλλά καί διαιρεῖ καί μοιράζει τά χαρίσματά του, πρός τό συμφέρον τοῦ καθενός, ἀνάλογα μέ τή δεκτικότητά του.

  • !

    Τό Ἅγιο Πνεῦμα τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔγινε ἡ θεία ψυχή τοῦ θεανθρώπινου αὐτοῦ σώματός της, στό ὁποῖο ἀπό τότε παραμένει. Γι’ αὐτό ἡ ἐκκλησία μας εἶναι τόσο Χριστολογική ὅσο καί Πνευματολογική. Διότι ὅπως ὁ Χριστός εἶναι ἡ κεφαλή καί τό γενεσιουργό κύτταρο τοῦ σώματος τῆς ἐκκλησίας, ἔτσι καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι «Πνεῦμα τῆς ἐκκλησίας» πού κατοικεῖ σέ αὐτήν, ὡς πνεῦμα ἀπολύτρωσης ζωῆς, ἁγιασμοῦ καί θέωσης.

  • !

    Εἶναι τό μεγαλύτερο δῶρο πού ἔδωσε ὁ Θεός στήν ἐκκλησία μετά τήν Ἀνάληψή του. Εἶναι ἡ ἐγγύηση τῆς ἁγιότητας γιά κάθε χριστιανό, ἀφοῦ «δι’ Αὐτοῦ πάντας ἁγίους ἐποίει καί δι’ Αὐτοῦ ἔδωσεν ἁγιασμόν».

Τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν Ἐκκλησία

Ἡ ἐκκλησία μας γεννήθηκε ἀπό τό Θεό – Πατέρα, ὅμως ἀναγεννήθηκε, ἀναπλάσθηκε καί τελειοποιήθηκε ἀπό τήν Ἁγία Τριάδα. Καί μάλιστα τό ἔργο τῆς ἀναγέννησης ὁλοκληρώθηκε μέ τήν ἀποστολή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Αὐτό καταδεικνύει τήν θέση πού κατέχει τό Πανάγιο Πνεῦμα στό μυστήριο τῆς ἐκκλησίας. Ὁ Κύριος λίγο πρίν τήν ἀνάληψή του μᾶς εἶπε: «Εἶναι πρός τό συμφέρον σας νά φύγω, διότι ἄν δέν φύγω ὁ Παράκλητος δέν θά ἔλθει σέ ἐσᾶς» (Ἰωάν. 16,7). Καί οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων μᾶς διαβεβαιώνουν: «Τότε θά λάβετε δύναμη, ὅταν θά ἔλθει τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐπάνω σας» (Πράξ. 8). Καί αὐτό ἔγινε τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκχύθηκε πάνω στήν ἐκκλησία καί ὅλοι ἐπληρώθησαν ὑπ’ Αὐτοῦ. Ἔκτοτε διαμένει στήν ἐκκλησία πάντοτε, ἐνεργεῖ τά πάντα, καθοδηγεῖ σέ ὅλα καί διδάσκει ἀλαθήτως. Εἶναι Αὐτό πού ἐνεργεῖ ἀδιαλείπτως στό σῶμα τῆς ἐκκλησίας, ἀφοῦ συνεχίζει τό ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.

Ἄν ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἱδρυτής τῆς ἐκκλησίας, τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ὁ ἀρχιτέκτονας καί ἡ ψυχή τοῦ οἰκοδομήματος. Γι’ αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο γιά τή ζωή καί τή δράση τῆς ἐκκλησίας. Εἶναι ἡ ζωοποιός καί μορφοποιός δύναμη καί ἀρχή, μέ τήν ὁποία ζεῖ, δρᾶ καί ἐπιτελεῖ τό θεῖον ἔργο της στόν κόσμο. Εἶναι Αὐτό πού ὀργανώνει, διαπλάσσει καί διαμορφώνει τό σῶμα της σέ σῶμα Χριστοῦ, ἔτσι ὥστε ὅλοι νά συνδέονται σέ μία ἀδιάσπαστη ἑνότητα. Αὐτό ἁγιάζει τά μέλη της, ἀλλά καί διαιρεῖ καί μοιράζει τά χαρίσματά του, πρός τό συμφέρον τοῦ καθενός, ἀνάλογα μέ τή δεκτικότητά του.

Ἄν ὁ Κύριός μας μέ τή σάρκωσή του ἔγινε ὁ πρωτεργάτης ὅλης τῆς οἰκονομίας καί τῆς υἱοθεσίας γιά τόν ἄνθρωπο καί τήν ἐκκλησία, τό Ἅγιο Πνεῦμα τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔγινε ἡ θεία ψυχή τοῦ θεανθρώπινου αὐτοῦ σώματός της, στό ὁποῖο ἀπό τότε παραμένει. Γι’ αὐτό ἡ ἐκκλησία μας εἶναι τόσο Χριστολογική ὅσο καί Πνευματολογική. Διότι ὅπως ὁ Χριστός εἶναι ἡ κεφαλή καί τό γενεσιουργό κύτταρο τοῦ σώματος τῆς ἐκκλησίας, ἔτσι καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι «Πνεῦμα τῆς ἐκκλησίας» πού κατοικεῖ σέ αὐτήν, ὡς πνεῦμα ἀπολύτρωσης ζωῆς, ἁγιασμοῦ καί θέωσης.

Αὐτή τήν πραγματική «ἑνότητα τοῦ πνεύματος» μέσα στήν Ἐκκλησία, μᾶς προτρέπει ὁ ἀπ. Παῦλος νά τηροῦμε, ἔτσι ὥστε νά οἰκοδομεῖται ἡ ἐκκλησία πάνω στό Χριστό καί «ἐν τῷ Χριστῷ» καί νά γίνεται κατοικία τοῦ Θεοῦ «ἐν Πνεύματι». Ἔτσι ὅλα τά μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, συγκροτοῦν ἕνα σῶμα – μία κοινωνία, ἀφοῦ ὅλοι οἱ πιστοί – μέλη γίνονται «κοινωνοί» καί «μέτοχοι» τοῦ Χριστοῦ καί «μέτοχοι» τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄρα ἡ ἑνότητα τῆς ἐκκλησίας, στηρίζεται πάνω στό Χριστό καί πάνω στό Ἅγιο Πνεῦμα τό Ὁποῖο δίνει ζωή καί ψυχή στό σῶμα της.

Ὅμως δέν εἶναι μόνο ὁ θεματοφύλακας, τῆς ἑνότητας τῆς ἐκκλησίας. Τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι Αὐτό πού μᾶς βαπτίζει στό θάνατο καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, εἶναι αὐτό πού ἑνώνει τούς ἀνθρώπους μέ τό μυστήριο τοῦ γάμου, εἶναι αὐτό πού χειροτονεῖ ἐπισκόπους καί ἱερεῖς καί τούς ἀναθέτει «ποιμαίνειν τήν Ἐκκλησία τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ» ὅπως λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος εἶναι αὐτό πού μεταβάλει τό ψωμί καί τό κρασί σέ σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ κατά τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, εἶναι Αὐτό πού τό λάδι στό καντήλι τοῦ εὐχελαίου τό μετατρέπει σέ ἔλαιον ἰάσεως καί θεραπείας γιά κάθε ψυχική καί σωματική ἀσθένεια.

Εἶναι ἡ πηγή κάθε χάρης, ἁγιότητας καί ἀρετῆς μέσα στήν ἐκκλησία καί τή ζωή τῶν πιστῶν. Γι’ αὐτό ὀνομάζεται «Πνεῦμα χάριτος» οἱ δέ ἀρετές εἶναι «καρποί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Εἶναι τό μεγαλύτερο δῶρο πού ἔδωσε ὁ Θεός στήν ἐκκλησία μετά τήν Ἀνάληψή του. Εἶναι ἡ ἐγγύηση τῆς ἁγιότητας γιά κάθε χριστιανό, ἀφοῦ «δι’ Αὐτοῦ πάντας ἁγίους ἐποίει καί δι’ Αὐτοῦ ἔδωσεν ἁγιασμόν».