Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ἕνα παιδὶ χωρὶς ἐξαιρετική, δαιμονιώδη εὐφυΐα, κινδυνεύει μέσα στὸν κόσμο λιγότερο, δὲν χάνει πολὺ εὔκολα τὴν ἰσορροπία του γιατί δὲν προβαίνει σὲ πετάγματα καὶ δὲν βασανίζεται ἀπὸ ἀπόλυτες ἐξάρσεις κι ὀραματισμούς. Ἂν πῆτε γιὰ τὰ βαθειὰ καὶ μεγάλα μυστικὰ τοῦ κόσμου, αὐτὰ μπορεῖ μιὰ χαρὰ ν’ ἀπομείνουν γιὰ πάντα σκεπασμένα, κρυμμένα ἀπὸ τὴ συνείδησή του.

  • !

    Ὁ εὐφυής, μὲ τὸ ἐξαίσιο χάρισμά του, κατευθύνεται ἀπὸ κάποιον τρομερὸ ἐσωτερικὸ δυναμισμὸ ποὺ εὔκολα τὸν ὁδηγεῖ στὰ ἔσχατα. Γι’ αὐτὸν ὁ κόσμος εἶναι διάτρητος καὶ ἀνάμεσα ἀπὸ τὰ πρόσωπα καὶ τὰ γεγονότα, χαίνουν οἱ μεγάλες, συνταρακτικὲς ἀλήθειες, οἱ συγκλονίζουσες ἀποκαλύψεις, ποὺ μεταγγίζουν τὸν πυρετό τους στὸ πνεῦμα. Μία εὐφυΐα πυρετική, αἰσθάνεται τὸν κόσμο ν’ ἀναμοχλεύεται μέσα σὲ φωτιὰ καὶ πάθος.

  • !

    Ἀλλὰ ὁ συνειδητὰ εὐφυὴς ἄνθρωπος ἀγαπᾶ καὶ τὸ πάθος γιατί γνωρίζει τὶς δυνατότητές του καὶ πιστεύει πὼς μπορεῖ νὰ διαβεῖ ἀπ’ ἀνάμεσά του καὶ ν’ ἀποκομίσει γνώση καὶ πείρα χωρὶς ν’ ἀνατραπεῖ, χωρὶς νὰ διαραγεῖ ἀπὸ τὴν ἔνταση καὶ τὴν κίνηση. Ἀγαπᾶ νὰ ‘ναὶ παράτολμος, γιατί ἀκριβῶς ἔχει συνείδηση τῆς δύναμης τῆς εὐφυΐας του. Μὲ τοῦτο δὲ θέλω νὰ πῶ ὅτι ὁ εὐφυὴς εὔκολα γίνεται τυχοδιωκτικὸς τύπος ἀνθρώπου — ποὺ κι αὐτὸ δὲν ἀποκλείεται. Ἐκεῖνος ποὺ αἰσθάνεται τὸ χάρισμά του περιορισμένο, σπάνια ἀνοίγεται στὰ βαθειὰ νερά. Παραμένει μέσα στὸ λιμάνι τῆς κοινωνικῆς ἀσφάλειας — ὅπου, φυσικά, ὁ εὐφυὴς μεγαλουργεῖ — καὶ χτίζει τὴ ζωή του μὲ φρόνιμα ὄνειρα. Ὁ εὐφυὴς κινδυνεύει, κι ὁ κίνδυνος βρίσκεται μέσα του, σ’ αὐτὴ τὴ δύναμη τῆς σύλληψης, τῆς κατανόησης, τῆς ταχύτατης ἀντίληψης, τῆς εὔκολης ἑρμηνείας πραγμάτων ποὺ γιὰ τοὺς πολλοὺς θὰ παραμείνουν γιὰ πάντα αἰνίγματα.

  • !

    Ἂν οἱ εὐφυεῖς τοῦ κόσμου εἶχαν τέτοια ἰσχυρὴ καὶ ἀναλλοίωτη θωράκιση, ἡ τεχνικὴ πρόοδος τῶν καιρῶν μας καὶ οἱ ἐπικίνδυνες ἀνακαλύψεις ποὺ κάθε τόσο πραγματοποιοῦνται ἀπὸ τοὺς φυσικούς, τοὺς χημικοὺς ἢ τοὺς τεχνικούς, θὰ εἶχαν τιθασευθεῖ καὶ θ’ ἀκολουθοῦσαν ἀπαρέγκλιτα τὴν ἐπιταγὴ τῆς ἠθικῆς συνείδησης ποὺ σήμερα βρίσκεται σὲ διάσταση μαζί τους ἢ καλύτερα, ποὺ οἱ ἐπιστήμονες αὐτοὶ ἀπόχτησαν μία εἰδικὴ ἠθικὴ συνείδηση, κάτι σὰν τὴν «ποιητικὴ ἄδεια» τῶν καλλιτεχνῶν, μία συνείδηση αὐτοτελῶς ἐπιστημονική, ἀποδεσμευμένη ἀπὸ τὰ πράγματα καὶ τὴν ἠθικὴ μοίρα τοῦ ἀνθρώπου.

  • !

    Ὁ πρῶτος κίνδυνος τῆς εὐφυΐας ἦταν ἡ ὑπερβολικὴ τόλμη καὶ τὸ πάθος τοῦ ἀκραίου στὴν προσωπικὴ ζωή, ὁ δεύτερος, εἶναι ὁ κίνδυνος τοῦ ἀποχωρισμοῦ της ἀπὸ τὸν ἠθικὸ ἄνθρωπο καὶ τῆς δράσης της ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς ἐπιταγὲς τῆς συνείδησης.

  • !

    Ὑπάρχει ὅμως ἕνας ἄλλος, τρομερώτερος κίνδυνος: ἡ σιγουριὰ τῆς εὐφυΐας ἀναπτύσσει τὸν ἐγκέφαλο σὲ βάρος τῆς καρδιᾶς. Ἡ λογική, ἡ εὐφυολογία καὶ ἡ εἰρωνεία ἀποκόβουν τὸν ἄνθρωπο ἀπ’ τὴν καρδιά του καὶ τεχνουργοῦν ἕνα διχασμὸ στὴν προσωπικότητα ἀπὸ τοὺς πιὸ φοβερούς, τοὺς πιὸ ἀπογοητευτικούς. Στὸν ἔξυπνο ἄνθρωπο ἀρχίζει σιγὰ-σιγὰ νὰ ἐπιβάλλεται κάποια ἀδιόρατη αὐτάρκεια, νὰ δημιουργεῖται μία ἐξόγκωση τῶν λογικῶν στοιχείων τῆς προσωπικότητάς του σὲ βάρος τῶν συναισθηματικῶν.

  • !

    Οἱ εὐφυεῖς, μέσα στὴ σιγουριὰ τῆς δύναμης καὶ τῆς ἀλήθειας τοῦ στοχασμοῦ τους, λησμονοῦν πὼς καὶ ἡ καρδιὰ ἔχει τὴ δική της, ἰδιότυπη εὐφυΐα ποὺ ἐκφράζεται ὡς ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπινου ἀπολύτου στοὺς ἄλλους, τοῦ ἀπολύτου τῆς φιλίας, τοῦ ἔρωτα, τῆς εἰλικρίνειας, τῆς συνειδητῆς ἐπιείκιας, τῆς σωστῆς κατανόησης τῶν περιπετειῶν της ἀπὸ τοὺς ἀντικρινούς της. Ἔχει καὶ ἡ καρδιὰ τὸν τρομερό της δυναμισμὸ καὶ τὰ ἀπαράγραπτα δικαιώματά της πάνω στὸν ἄνθρωπο καὶ στὴ ζωή του.

Ἡ εὐφυΐα ὡς κίνδυνος

 

Χαίρεσαι ν\’ ἀνταμώνεις μ\’ ἕναν ἔξυπνο ἄνθρωπο, γιατί εἶναι σὰ νὰ συναντᾶς συναρθρωμένη σ\’ ἕνα ἄτομο τὴν περηφάνεια, τὴν ἀξία καὶ τὴ γοητεία τοῦ εἴδους μας. Χαίρεσαι νὰ τὸν κοιττάζεις κατάματα, γιατί αὐτὸ τὸ βλέμμα δὲν ἔχει τὴ νωθρότητα καὶ τὴ ρηχότητα ποὺ ἔχει τὸ βλέμμα τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς μας, γιατί τὰ μάτια τοῦ εὐφυοῦς ἀστράφτουν ὅλο ζωντάνια ἐνῶ τὰ μάτια τῶν πολλῶν, ὅταν δὲν εἶναι μάτια φθονερὰ ἢ ἁρπακτικά, εἶναι μάτια παγωμένα, παραδομένα πρὶν τῆς ὥρας τους στὸ θάνατο. Χαίρεσαι νὰ κουβεντιάζεις μ\’ ἕναν ἔξυπνο ἄνθρωπο γιατί ὁ λόγος του εἶναι γεμάτος νοήματα, εὔστροφος, λαμπερός, πηγαῖος κάποτε καὶ ζεστός, λόγος ποὺ ἄξια βγαίνει ἀπὸ ἀνθρώπινα χείλη, συχνὰ αὐλακωμένος ἀπὸ λεπτὴ εἰρωνεία, λόγος δυνατός, ἀνθρώπου ποὺ πιστεύει σ\’ αὐτόν.

Κι ἐπιτέλους: σὲ καιροὺς ποὺ κάθε τόσο σκοντάφτουμε πάνω σ\’ ἀνθρώπους πονηροὺς ποὺ θεωροῦν τὸν ἑαυτὸ τους ἔξυπνο, ἐνῶ ἔχουν φορτωθεῖ ὅλη τὴ χαμέρπεια καὶ τὴν ποταπότητα ποὺ μποροῦν, καὶ δηλητηριασμένοι ἀπὸ τὴν κακότητά τους δὲν κάνουν ἄλλο παρὰ νὰ δηλητηριάζουν καὶ τοὺς ἄλλους, εἶναι ἕνα ἀληθινὸ προνόμιο πού σοῦ ἐπιφυλάσσει ἡ ζωὴ αὐτή, ἡ συνάντησή σου μ\’ ἕναν ἄνθρωπο ἀληθινὰ ἔξυπνο. Ξανανεβαίνει ἡ ἐκτίμησή σου γιὰ τὸν Ἄνθρωπο, ξαναοπλίζεσαι μὲ τὸν ἀναγκαῖο γιὰ τὸ βίο σου ἐνθουσιασμὸ καὶ ξανασυνειδητοποιεῖς πὼς τὸ χρέος σου μέσα στὸν κόσμο καὶ στὴν ἐποχή σου παραμένει ἀμετάθετο χρέος εὐγένειας καὶ ἀρετῆς.

Πρόθεσή μας ὅμως δὲν εἶναι νὰ πλέξουμε τὸ ἐγκώμιο τῆς εὐφυΐας ἄλλα νὰ τὴν ἰδοῦμε ἀπὸ κάποιαν ἄλλη, ἀπροσδόκητη ἴσως ἄλλα ἐξαιρετικὰ βαρυσήμαντη πλευρά της, νὰ ἐπισημάνουμε τοὺς κινδύνους ποὺ φέρνει μέσα της, κινδύνους ποὺ ἀλλοιώνουν ριζικὰ τὴν οὐσία τοῦ ἠθικοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ ἁπλὸς λαός, ποὺ μέσα στὴν ἁπλότητά του, μὲ τὸ πολυδύναμο ἔνστικτο τῆς ζωῆς του ξέρει νὰ φτάνει ἀμέσως στὶς ρίζες πολλῶν πραγμάτων, ὅταν βρεθεῖ μπροστὰ σ\’ ἕνα πολὺ ἔξυπνο παιδί, σταματᾶ μ\’ ἀνησυχία: πρέπει νὰ τὸ προσέξουν πολὺ αὐτὸ τὸ παιδί, μᾶς λέει, γιατί ἡ μεγάλη εὐφυΐα τὸ ὁδηγεῖ στὰ ἄκρα. Καὶ χρειάζεται μία σωστὴ καὶ νοηματισμένη ἀγωγὴ γιὰ νὰ τὸ κατευθύνει, μὲ προσεχτικοὺς χειρισμούς, πρὸς τὴν πλήρη καὶ ἀγαθότατη ἀξιοποίηση τοῦ χαρίσματος ποὺ τοῦ ἔδωκε ὁ Θεὸς Ἕνα παιδὶ χωρὶς ἐξαιρετική, δαιμονιώδη εὐφυΐα, κινδυνεύει μέσα στὸν κόσμο λιγότερο, δὲν χάνει πολὺ εὔκολα τὴν ἰσορροπία του γιατί δὲν προβαίνει σὲ πετάγματα καὶ δὲν βασανίζεται ἀπὸ ἀπόλυτες ἐξάρσεις κι ὀραματισμούς. Ἂν πῆτε γιὰ τὰ βαθειὰ καὶ μεγάλα μυστικὰ τοῦ κόσμου, αὐτὰ μπορεῖ μιὰ χαρὰ ν\’ ἀπομείνουν γιὰ πάντα σκεπασμένα, κρυμμένα ἀπὸ τὴ συνείδησή του.

Ὁ εὐφυής, μὲ τὸ ἐξαίσιο χάρισμά του, κατευθύνεται ἀπὸ κάποιον τρομερὸ ἐσωτερικὸ δυναμισμὸ ποὺ εὔκολα τὸν ὁδηγεῖ στὰ ἔσχατα. Γι\’ αὐτὸν ὁ κόσμος εἶναι διάτρητος καὶ ἀνάμεσα ἀπὸ τὰ πρόσωπα καὶ τὰ γεγονότα, χαίνουν οἱ μεγάλες, συνταρακτικὲς ἀλήθειες, οἱ συγκλονίζουσες ἀποκαλύψεις, ποὺ μεταγγίζουν τὸν πυρετό τους στὸ πνεῦμα. Μία εὐφυΐα πυρετική, αἰσθάνεται τὸν κόσμο ν\’ ἀναμοχλεύεται μέσα σὲ φωτιὰ καὶ πάθος.

Ἀλλὰ ὁ συνειδητὰ εὐφυὴς ἄνθρωπος ἀγαπᾶ καὶ τὸ πάθος γιατί γνωρίζει τὶς δυνατότητές του καὶ πιστεύει πὼς μπορεῖ νὰ διαβεῖ ἀπ\’ ἀνάμεσά του καὶ ν\’ ἀποκομίσει γνώση καὶ πείρα χωρὶς ν\’ ἀνατραπεῖ, χωρὶς νὰ διαραγεῖ ἀπὸ τὴν ἔνταση καὶ τὴν κίνηση. Ἀγαπᾶ νὰ ‘ναὶ παράτολμος, γιατί ἀκριβῶς ἔχει συνείδηση τῆς δύναμης τῆς εὐφυΐας του. Μὲ τοῦτο δὲ θέλω νὰ πῶ ὅτι ὁ εὐφυὴς εὔκολα γίνεται τυχοδιωκτικὸς τύπος ἀνθρώπου — ποὺ κι αὐτὸ δὲν ἀποκλείεται. Ἐκεῖνος ποὺ αἰσθάνεται τὸ χάρισμά του περιορισμένο, σπάνια ἀνοίγεται στὰ βαθειὰ νερά. Παραμένει μέσα στὸ λιμάνι τῆς κοινωνικῆς ἀσφάλειας — ὅπου, φυσικά, ὁ εὐφυὴς μεγαλουργεῖ — καὶ χτίζει τὴ ζωή του μὲ φρόνιμα ὄνειρα. Ὁ εὐφυὴς κινδυνεύει, κι ὁ κίνδυνος βρίσκεται μέσα του, σ\’ αὐτὴ τὴ δύναμη τῆς σύλληψης, τῆς κατανόησης, τῆς ταχύτατης ἀντίληψης, τῆς εὔκολης ἑρμηνείας πραγμάτων ποὺ γιὰ τοὺς πολλοὺς θὰ παραμείνουν γιὰ πάντα αἰνίγματα.

Εἴτε θηρεύει τὴν ἔσχατη ἀλήθεια, εἴτε πλάθει τὴν προσωπική του ζωή, ὁ εὐφυὴς ἄνθρωπος κινδυνεύει περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Τοῦτο δὲν σημαίνει πὼς πρέπει νὰ παραμείνει ἀδρανής. Ἡ ζωὴ γίνεται γοητευτικὴ ὅταν τὴ ζεῖς ὡς πνευματικὴ περιπέτεια. Ἀλλὰ στὴν εὐφυΐα χρειάζεται μία γερὴ ἰδεολογικὴ ξυλοδεσία. Χρειάζεται μία πίστη συγκεκριμένη καὶ συνολικὴ γιατί μονάχη ἡ εὐφυΐα, οὔτε τὸν ἄνθρωπο ὡς παρουσία τὸν δικαιώνει, οὔτε οὐσιαστικὰ μπορεῖ νὰ καρποφορήσει. Χρειάζονται ἀρχὲς ἠθικὲς ποὺ νὰ διέπουν τὴ ζωὴ καὶ τὴ δραστηριότητα τοῦ εὐφυοῦς, ἀρχὲς ποὺ νὰ λύουν τὰ διλήμματά του καὶ ν\’ ἀποκρίνονται σταθερὰ στὰ προβλήματα ποὺ τοῦ θέτει ἡ ζωή.

Ἂν οἱ εὐφυεῖς τοῦ κόσμου εἶχαν τέτοια ἰσχυρὴ καὶ ἀναλλοίωτη θωράκιση, ἡ τεχνικὴ πρόοδος τῶν καιρῶν μας καὶ οἱ ἐπικίνδυνες ἀνακαλύψεις ποὺ κάθε τόσο πραγματοποιοῦνται ἀπὸ τοὺς φυσικούς, τοὺς χημικοὺς ἢ τοὺς τεχνικούς, θὰ εἶχαν τιθασευθεῖ καὶ θ\’ ἀκολουθοῦσαν ἀπαρέγκλιτα τὴν ἐπιταγὴ τῆς ἠθικῆς συνείδησης ποὺ σήμερα βρίσκεται σὲ διάσταση μαζί τους ἢ καλύτερα, ποὺ οἱ ἐπιστήμονες αὐτοὶ ἀπόχτησαν μία εἰδικὴ ἠθικὴ συνείδηση, κάτι σὰν τὴν «ποιητικὴ ἄδεια» τῶν καλλιτεχνῶν, μία συνείδηση αὐτοτελῶς ἐπιστημονική, ἀποδεσμευμένη ἀπὸ τὰ πράγματα καὶ τὴν ἠθικὴ μοίρα τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ πρῶτος κίνδυνος τῆς εὐφυΐας ἦταν ἡ ὑπερβολικὴ τόλμη καὶ τὸ πάθος τοῦ ἀκραίου στὴν προσωπικὴ ζωή, ὁ δεύτερος, εἶναι ὁ κίνδυνος τοῦ ἀποχωρισμοῦ της ἀπὸ τὸν ἠθικὸ ἄνθρωπο καὶ τῆς δράσης της ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς ἐπιταγὲς τῆς συνείδησης.

Ὑπάρχει ὅμως ἕνας ἄλλος, τρομερώτερος κίνδυνος: ἡ σιγουριὰ τῆς εὐφυΐας ἀναπτύσσει τὸν ἐγκέφαλο σὲ βάρος τῆς καρδιᾶς. Ἡ λογική, ἡ εὐφυολογία καὶ ἡ εἰρωνεία ἀποκόβουν τὸν ἄνθρωπο ἀπ\’ τὴν καρδιά του καὶ τεχνουργοῦν ἕνα διχασμὸ στὴν προσωπικότητα ἀπὸ τοὺς πιὸ φοβερούς, τοὺς πιὸ ἀπογοητευτικούς. Στὸν ἔξυπνο ἄνθρωπο ἀρχίζει σιγὰ-σιγὰ νὰ ἐπιβάλλεται κάποια ἀδιόρατη αὐτάρκεια, νὰ δημιουργεῖται μία ἐξόγκωση τῶν λογικῶν στοιχείων τῆς προσωπικότητάς του σὲ βάρος τῶν συναισθηματικῶν. Ἔτσι ἐξηγεῖται τὸ γεγονὸς πὼς πολλοὶ εὐφυέστατοι ἄνθρωποι γίνονται χλιαροὶ καὶ ἄφιλοι, πὼς γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουν τὴν εὐφυΐα τους συχνὰ θυσιάζουν τοὺς φίλους τους μιλώντας ὑπὲρ μιᾶς ἀλήθειας ποὺ ἡ καρδιὰ ἐπίμονα ἀγνοεῖ, κι ὅσο ἐκείνη τὴν ἀγνοεῖ, ἡ ἀλήθεια μένει ἀμετακίνητα ἔξω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ποὺ τὴν ἐκφράζει.

Ἡ εὐφυΐα, ὅταν δὲν εἶναι σωστὰ νοηματισμένη, ὀρθὰ αἰτιολογημένη μέσα στὸν ἄνθρωπο, τοῦ ξεραίνει τὸν αὐθορμητισμὸ καὶ τοῦ παγώνει τὴν καρδιά. Κι ἔχουμε ἔτσι τὸ ἀποκαρδιωτικὸ φαινόμενο ἀνθρώπων εὐφυέστατων ἀλλὰ ἀναίσθητων στὴν καρδιά, ἀνύποπτων γιὰ τὶς δικές της ἀξιώσεις καὶ γιὰ τὶς δικές της ἡδονές. Ἔτσι ὅμως χάνεται ἡ πολύτιμη ὑπαρξιακὴ ἑνότητα, χάνεται ἡ σύμπνοια καρδιᾶς καὶ σκέψης καὶ ὁ ἄνθρωπος παθαίνει μία διαστροφὴ ἀπὸ τὶς πιὸ ὀδυνηρές.

Οἱ εὐφυεῖς, μέσα στὴ σιγουριὰ τῆς δύναμης καὶ τῆς ἀλήθειας τοῦ στοχασμοῦ τους, λησμονοῦν πὼς καὶ ἡ καρδιὰ ἔχει τὴ δική της, ἰδιότυπη εὐφυΐα ποὺ ἐκφράζεται ὡς ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπινου ἀπολύτου στοὺς ἄλλους, τοῦ ἀπολύτου τῆς φιλίας, τοῦ ἔρωτα, τῆς εἰλικρίνειας, τῆς συνειδητῆς ἐπιείκιας, τῆς σωστῆς κατανόησης τῶν περιπετειῶν της ἀπὸ τοὺς ἀντικρινούς της. Ἔχει καὶ ἡ καρδιὰ τὸν τρομερό της δυναμισμὸ καὶ τὰ ἀπαράγραπτα δικαιώματά της πάνω στὸν ἄνθρωπο καὶ στὴ ζωή του.

Στοὺς καιροὺς αὐτοὺς ποὺ ἡ εὐφυΐα ἐκτιμᾶται περισσότερο ἀπὸ ὅσο πρέπει, χρειάζεται κανεὶς νὰ θυμᾶται καὶ νὰ συνειδητοποιεῖ τοὺς κινδύνους ποὺ ἐγκυμονεῖ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ γιὰ τὴν ἀκεραιότητα τῆς ὕπαρξής του, γιὰ τὴ ζηλευτὴ ἑνότητα τοῦ βίου του. Καὶ γιὰ νὰ θυμᾶται, καὶ γιὰ νὰ συνειδητοποιεῖ, πρέπει νὰ φροντίζει ν\’ ἀκούει καὶ τὸ λόγο τῆς καρδιᾶς πρὶν ἡ εὐφυΐα τὴν ἀδρανήσει καὶ τὴν παγώσει. Κι ὁ λόγος αὐτὸς δὲν εἶναι ποτὲ λόγος μωρίας, ἄλλα σοφίας καὶ χάριτος τοῦ ἀνθρώπου.

1966