Εἰς ὅλην τὴν Χριστιανοσύνη
μία εἶναι μόνη Παναγία ἁγνή,
κόρη παιδίσκη, Ἆσμα τῶν Ἀσμάτων,
χωρὶς Χριστόν, θεῖο παιδί, στὰ χέρια,
καὶ τρεφομένη μὲ ἀγγέλων ἄρτον!..
Ἐσὺ \’σαι ἡ μόνη Παναγία Κουνίστρα,
ποὺ ἐφανερώθης στῆς Σκιάθου τὸ νησί,
εἰς δένδρον πεύκου ἐπάνω καθημένη,
κ\’ αἰωρουμένη εἰς τερπνὴν αἰώραν,
ὅπως αἱ κορασίδες συνηθίζουν…
Ἐφανερώθης, κι ὅλος ὁ λαὸς
μετὰ θυμιαμάτων καὶ λαμπάδων
ἐν θείᾳ λιτανείᾳ σὲ προέπεμψε
κ\’ ἐσήκωσεν ὡραῖον λευκὸν ναόν,
ποὺ μὲ πιατάκια ἑλληνικά σοῦ στόλισε!..
Κι ὅλος ὁ ἥλιος ἔλαμπεν εἰς τὸν ναόν σου,
καὶ φῶς τὸν πλημμυροῦσε μαργαρῶδες,
ὅλα τ\’ ἀστέρια ἐφεγγοβολοῦσαν,
καὶ ἡ σελήνη ἐχάιδευε γλυκὰ
τὰ ἁπλᾶ τῆς ἐκκλησίας σου καντηλάκια!..
Κ\’ εἶδες, ἡ Κόρη, τοῦ λαοῦ τὴν πίστιν,
εἶδες καὶ τὴν πτωχείαν κ\’ εὐσπλαχνίσθης,
ὅπως, τὸ πάλαι, εἶχε σπλαχνισθῆ ὁ Υἱός σου
τοὺς προγόνους τοῦ ἴδιου τοῦ λαοῦ,
ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα…
Κι ἄρχισες νὰ γιατρεύῃς τοὺς ἀρρώστους
καὶ νὰ γιατρεύης τοὺς δαιμονισμένους –
(ποὺ ἤρχετο ὥρα κ\’ εἰς τοὺς τοίχους ἐκτυπῶντο
μὲ φοβερὸν συγκλονισμὸν),
κι ἄρχισες, θεία, νὰ θαυματουργῇς!..
Κ\’ ἡ χάρη σου ξαπλώθηχε ὥς τὰ πέρατα
τοῦ εἰρηνικοῦ νησιοῦ τῆς Σκιάθου,
ὦ Παναγιά μου, Κόρη πάναγνη, καλή.
Κ\’ ἴσως νὰ φτάσῃ κι ὥς ἐμένα καὶ ν\’ ἁπλώσῃ
γαλήνη στὴν ψυχή μου, τὴν ἁμαρτωλή…
(1921)