
Ἀλέξανδρος Γ΄ ὁ Μέγας (356 – 323 π.Χ.). Βασιλιὰς τῆς Μακεδονίας, ὁ πιὸ μεγάλος στρατιωτικός της ἀρχαιότητας καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ὅλων τῶν ἐποχῶν.
1. Ἡ καταγωγὴ καὶ ἡ γέννησή του.
Ὁ Ἀλέξανδρος θεωροῦσε τὸν ἑαυτὸ του γιὸ τοῦ θεοῦ τῶν Αἰγυπτίων Ἄμμωνα Δία καὶ ἀπόγονο τοῦ Ἀχιλλέα καὶ τοῦ Ἡρακλῆ, πράγμα ποὺ πίστευαν καὶ οἱ σύγχρονοί του, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν ἀλλιῶς νὰ ἐξηγήσουν τὴ θαυμαστὴ προσωπικότητά του. Οἱ φυσικοί του ὅμως γονεῖς ἦταν ὁ Φίλιππος Β΄ τῆς Μακεδονίας καὶ ἡ Ὀλυμπιάδα, κόρη τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ἠπείρου Νεοπτόλεμου. Ἡ καταγωγὴ του λοιπὸν ἦταν δωρική, διότι καὶ οἱ Μακεδόνες καὶ οἱ Ἠπειρῶτες ἦσαν Δωριεῖς.
Λένε πὼς ἡ γέννησή του προαναγγέλθηκε μὲ θαυμαστὰ σημεῖα. Κατὰ τὸν Πλούταρχο ἡ Ὀλυμπιάδα κατὰ τὴν πρώτη νύχτα τοῦ γάμου της νόμισε ὅτι ἀκούστηκε βροντὴ καὶ ἔπεσε κεραυνὸς στὴν κοιλιά της. Ἀπὸ τὴν πληγὴ ποὺ ἄνοιξε ἔβγαινε πολλὴ φωτιὰ καὶ διασκορπιζόταν σὲ φλόγες ποὺ διαλύονταν. Ὁ Φίλιππος ἐπίσης ὀνειρεύτηκε κάποιο βράδυ ὅτι ἔβαζε σφραγίδα στὴν κοιλιὰ τῆς γυναίκας του. Ἡ σφραγίδα, ὅπως νόμιζε, παρίστανε λιοντάρι. Ἑρμηνεύοντας τὰ σημάδια αὐτὰ ὁ μάγος Ἀρίστανδρος εἶπε ὅτι ἡ Ὀλυμπιάδα θὰ γεννήσει γιὸ ὁρμητικὸ καὶ λεοντόκαρδο.
Καὶ ἡ γέννησή του συνοδεύτηκε μὲ καλοὺς οἰωνούς. Τὴν ἡμέρα ποὺ ὁ Ἀλέξανδρος γεννήθηκε στὴν Πέλλα, ὁ Φίλιππος ἔπαιρνε τρεῖς εὐχάριστες εἰδήσεις: τὰ ἄλογά του εἶχαν νικήσει στοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες, ὁ στρατὸς του εἶχε καταλάβει τὴν Ποτίδαια καὶ ὁ στρατηγὸς τοῦ Παρμενίωνας εἶχε νικήσει τοὺς Ἰλλυριούς.
2. Ἡ παιδικὴ καὶ νεανική του ἡλικία.
Ὁ πρῶτος παιδαγωγὸς τοῦ Ἀλέξανδρου ἦταν ὁ συγγενής τῆς μητέρας του Λεωνίδας, ποὺ χρησιμοποιοῦσε καὶ πολλοὺς ἄλλους βοηθοὺς στὸ ἔργο ποὺ εἶχε ἀναλάβει. Ὅταν ὁ Ἀλέξανδρος ἔγινε 13 χρονῶν, εἶχε τὴ μεγάλη τύχη νὰ σπουδάσει κοντὰ στὸ φιλόσοφο Ἀριστοτέλη. Ἐπὶ τρία χρόνια στὴ Μίεζα τῆς Μακεδονίας ἄκουσε τὰ μαθήματα τοῦ φιλοσόφου μὲ μία μικρὴ συντροφιὰ ἐκλεκτῶν συμμαθητῶν του καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴ φιλομάθειά του. Ἰδιαίτερη ἀγάπη ἔδειχνε γιὰ τὴν «Ἰλιάδα» τοῦ Ὁμήρου, τὴν ὁποία εἶχε σχολιάσει γιὰ τὸ μεγάλο του μαθητῆ ὁ Ἀριστοτέλης καὶ τὴν ὁποία ἐκεῖνος δὲν ἀποχωρίστηκε σ\’ ὅλη του τὴ ζωή. Τὸν συγκινοῦσαν ἐπίσης οἱ τραγωδίες, ἡ μουσικὴ καὶ ἡ λυρικὴ ποίηση, ἰδίως τοῦ Πινδάρου, τὸν ὁποῖο τόσο ἐκτιμοῦσε, ὥστε ὅταν ἀργότερα ἔκαψε τὴ Θήβα, ἔδωσε ἐντολὴ νὰ μὴν πειραχτεῖ τὸ σπίτι τοῦ μεγάλου αὐτοῦ Θηβαίου ποιητῆ. Διδάχτηκε ἀκόμα ἀπὸ τὸν Ἀριστοτέλη ἠθική, ρητορική, πολιτική, φυσική, μεταφυσική, ἰατρική, γεωγραφία κλπ. καὶ ἀπὸ τὸν πατέρα του τὴν τέχνη τῆς διακυβέρνησης τοῦ κράτους. Ἔτσι στὰ 16 χρόνια του ὁ Φίλιππος ἐμπιστεύτηκε στὰ νεανικὰ χέρια τοῦ Ἀλέξανδρου τὴν ἀντιβασιλεία, ὅταν ὁ ἴδιος ἐκστράτευσε ἐναντίον τοῦ Βυζαντίου. Τότε δόθηκε ἡ εὐκαιρία στὸν Ἀλέξανδρο νὰ κάνει τὴν πρώτη ἐκστρατεία του ἐναντίον τῶν Θρακῶν, τοὺς ὁποίους νίκησε καὶ ἵδρυσε στὴ χώρα τους τὴν πρώτη στρατιωτικὴ ἀποικία, τὴν ὁποία γεμάτος περηφάνια ὀνόμασε Ἀλεξανδρούπολη.
Ὕστερα ἀπὸ δύο χρόνια ὁ Ἀλέξανδρος πῆρε μέρος στὴ μάχη ἐναντίον τῶν Θηβαίων, στὴ Χαιρώνεια (338 π.Χ.) καὶ ἡ συμβολὴ του ἔκρινε τὴν ἔκβαση τῆς μάχης. Τότε ὁ πατέρας του τὸν ἔστειλε ὡς πρεσβευτὴ στὴν Ἀθήνα κατὰ τὴ μεταφορὰ τῆς στάχτης τῶν Ἀθηναίων νεκρῶν τῆς μάχης αὐτῆς. Ἦταν ἡ πρώτη ἀλλὰ καὶ ἡ τελευταία φορὰ ποὺ ἐπισκέφτηκε τὴν Ἀθήνα. Οἱ ἐντυπώσεις του ὅμως ἀπὸ τὴν ἱερὴ πόλη τῆς Ἀθηνᾶς ἔμειναν ἄσβηστες στὴ μνήμη του.
3. Ὁ Ἀλέξανδρος βασιλιὰς (336 π.Χ.).
Ἦταν 20 χρονῶν ὁ Ἀλέξανδρος, ὅταν δολοφονήθηκε ὁ πατέρας του. Ὁ νεαρὸς βασιλιὰς εἶχε νὰ ἀντιμετωπίσει στὸ ἐσωτερικό τοὺς μνηστῆρες τοῦ θρόνου καὶ στὸ ἐξωτερικό τοὺς βαρβάρους, ποὺ ἐπαναστάτησαν, μόλις ἔμαθαν τὸ θάνατο τοῦ Φιλίππου. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἑλληνικὲς πόλεις θεώρησαν τὴν περίσταση κατάλληλη, γιὰ νὰ καταλύσουν τὴ μακεδονικὴ κυριαρχία. Ὁ Ἀλέξανδρος δὲ δίστασε οὔτε στιγμή, ἀλλὰ ἐνέργησε μὲ ἀστραπιαία ταχύτητα πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις. Ὁ δολοφόνος τοῦ πατέρα του καὶ τρεῖς ἀδερφοί του, ποὺ διεκδικοῦσαν τὸ θρόνο, ἐκτελοῦνται ἀμέσως. Ἀφοῦ ἔτσι ἐξασφάλισε τὴ ἠρεμία καὶ τὴν ἀσφάλεια στὸ ἐσωτερικό τοῦ κράτους του, ἐκστράτευσε αὐτοπροσώπως ἐναντίον τῆς νότιας Ἑλλάδας, κατέπνιξε στὴ γέννεσή της τὴν ἐπανάσταση καὶ ἀναγνωρίστηκε ἀπὸ ὅλους ὡς ἀρχηγὸς τῆς ἐκστρατείας ὅλων τῶν Ἑλλήνων ἐναντίον τῶν Περσῶν.
Ἀπερίσπαστος κατόπι στρέφεται ἐναντίον τῶν ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν. Πρῶτα ἀναγκάζει τοὺς Θράκες, τοὺς Τριβαλλοὺς καὶ τοὺς Γαῖτες νὰ συνθηκολογήσουν καὶ τοὺς Κέλτες νὰ ζητήσουν τὴ φιλία του. Μετὰ κατευθύνεται ἐναντίον τῆς Ἰλλυρίας καὶ συντρίβει τὸ στρατὸ τοῦ βασιλιᾶ της Κλείτου. Στὸ μεταξὺ ἀποστατοῦν πάλι οἱ νότιοι Ἕλληνες, ἐναντίον τῶν ὁποίων ἐπανέρχεται ὁρμητικὸς ὁ Ἀλεξάνδρος, τοὺς ὑποτάσσει καὶ καταστρέφει ἀπὸ τὰ θεμέλια τὴ Θήβα, ποὺ ἦταν τὸ κέντρο τῆς ἀποστασίας, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἱερὰ καὶ τὸ σπίτι τοῦ Πινδάρου.

4. Ἡ ἐκστρατεία στὴν Ἀσία.
Τὴν ἄνοιξη τοῦ 334 π.Χ. εἶναι πανέτοιμος γιὰ τὴν ἐκστρατεία τῆς Ἀσίας. Τὸ ἐκστρατευτικό του σῶμα ἀποτελεῖται ἀπὸ 32.000 πεζοὺς καὶ 5.000 ἱππεῖς. Τὰ πιὸ ἐπίλεκτα τμήματά του εἶναι οἱ «ἑταῖροι» τοῦ ἱππικοῦ, οἱ «πεζέταιροι» καὶ οἱ «ὑπασπισταὶ τῶν ἑταίρων». Κυριότερο ὅπλο εἶναι ἡ σάρισα, ποὺ ἡ μικρότερη δὲν εἶναι λιγότερο ἀπὸ 5,50 μ. καὶ κάθε ἐπιθετικὴ μονάδα ὀνομάζεται «φάλαγξ». Ὁ στρατὸς αὐτὸς ἀποτελεῖται ὄχι μόνον ἀπὸ Μακεδόνες, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ βαλκανικὰ φύλα (Παίονες, Θράκες, Ἀγριάνες, Τριβαλλοὺς καὶ Ἰλλυριούς), Θεσσαλοὺς ἱππεῖς, Ἀκαρνάνες, Αἰτωλούς, Κρῆτες καὶ Μικρασιάτες Ἕλληνες.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ἱππικὸ καὶ τὸ πεζικὸ ὑπάρχουν καὶ ἄλλα τμήματα. Εἶναι οἱ πολιορκητικὲς μηχανές, τὸ μηχανικό, ἡ ἐπιμελητεία τροφίμων, τὰ σκευοφόρα, τὸ ὑγειονομικό, οἱ διαβιβάσεις κλπ. Καὶ πάνω σ\’ ὅλο αὐτὸν τὸν τεράστιο καὶ πολυδαίδαλο μηχανισμὸ κυριαρχεῖ ὁ Ἀλέξανδρος, ὁ ὁποῖος ὡς ἀνώτατος ἀρχηγὸς διευθύνει τὶς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις. Στὸ ἔργο του βοηθεῖται ἀπὸ ἄξιους στρατηγούς, ὅπως εἶναι ὁ Παρμενίωνας καὶ οἱ γιοὶ του Φιλώτας καὶ Νικάνορας, Κρατερός, Κοινός, Μελέαγρος, Κλεῖτος, Κάζας, Ἀντιγόνος κ.ἄ. Τὸν περιβάλλουν ἐπίσης ἀφοσιωμένοι σωματοφύλακες καὶ πιστοὶ σύμβουλοι. Ἀκόμα οἱ «ἀμφ\’ αὐτὸν ἑταῖροι», ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους διακρίνονται ἰδιαίτερα οἱ Ἅρπαλος, Σέλευκος, Νέαρχος, Εὐμένης, Δημάρατος, Στησάνορας, Πτολεμαῖος, Ἡφαιστίωνας, Περδίκκας, Λεονάτος κ.ἄ. Μὲ ὅλους αὐτούς, καθὼς καὶ μὲ τὴν ἰσχυρὴ καὶ σοφὴ τακτική του, ὁ Ἀλέξανδρος κατορθώνει τὸ μεγαλύτερο στρατιωτικὸ ἀποτέλεσμα τῶν ἀρχαίων χρόνων.
5. Οἱ πρῶτες νίκες.
Ὁ Ἀλέξανδρος, ἀφοῦ ἄφησε ἐπίτροπό του στὴ Μακεδονία τὸν Ἀντιπατρο, διέσχισε τὴ Θράκη καὶ ἔφτασε στὸν Ἑλλήσποντο. Ἐκεῖ συνάντησε τὸ στόλο του, ποὺ τὸν ἀποτελοῦσαν 160 πολεμικὰ καὶ πολλὰ μεταγωγικὰ πλοῖα. Μὲ αὐτὰ πέρασε ἀπέναντι στὴν Τροία, ὅπου ἐπισκέφτηκε τὸν τάφο τοῦ Ἀχιλλέα καὶ ἔκανε θυσίες πάνω σ\’ αὐτόν.
Τὴν πρώτη ἀντίσταση τῶν Περσῶν τὴ συνάντησε στὶς ὄχθες τοῦ Γρανικοῦ ποταμοῦ. Στὴ μάχη, ποὺ προσωπικὰ διεύθυνε ὁ ἴδιος, κινδύνεψε νὰ σκοτωθεῖ. Οἱ Πέρσες τελικὰ δὲν μπόρεσαν νὰ σταματήσουν τὴν ὁρμὴ τῶν Μακεδόνων καὶ ὑποχώρησαν ἄτακτα, προσφέροντας ἔτσι τὴν πρώτη νίκη στὸν Ἀλέξανδρο. Ἀπὸ τὰ λάφυρα ποὺ ἄφησαν στὸ πεδίο τῆς μάχης οἱ βάρβαροι, ἔστειλε 300 πανοπλίες στὴν Ἀθήνα, γιὰ νὰ κοσμήσουν μὲ αὐτὲς τὸν Παρθενώνα. Στὴν ἀφιερωματικὴ ἐπιγραφὴ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ γραφτοῦν τὰ ἑξῆς: «Ἀλέξανδρος Φιλίππου καὶ οἱ Ἕλληνες πλὴν Λακεδαιμονίων ἀπὸ τῶν βαρβάρων τῶν τὴν Ἀσίαν οἰκούντων». Ἑξαιροῦσε τοὺς Λακεδαιμόνιους καὶ τοὺς στιγμάτιζε μ\’ αὐτὸν τὸν τρόπο, διότι ἦταν οἱ μόνοι Ἕλληνες ποὺ δὲν πῆραν μέρος στὴν ἐκστρατεία.
Τώρα ὁ δρόμος ἦταν ἀνοιχτὸς γιὰ τὴ Μ. Ἀσία, ποὺ σὲ λίγο ἐλευθερωνόταν ἀπὸ τὶς μακεδονικὲς φάλαγγες. Τὴν ἄνοιξη τοῦ 333 π.Χ. ἔφτασε στὴν πόλη Γόρδιο. Ἐκεῖ ὑπῆρχε ἕνα ἁμάξι μὲ ἕναν πολύπλοκο κόμπο, ὁ γνωστὸς ὡς Γόρδιος δεσμός. Κατὰ τὴν παράδοση ὅποιος τὸν ἔλυνε, θὰ γινόταν κύριος ὅλης τῆς Ἀσίας. Ὁ Ἀλέξανδρος χωρὶς ἀμφιταλαντεύσεις ἔκοψε μὲ τὸ ξίφος του τὸν ἄλυτο αὐτὸ κόμπο θέλοντας νὰ δείξει ἔτσι πὼς μὲ τὸ σπαθί του θὰ κατακτήσει τὴν Ἀσία. Μετὰ πέρασε τὰ πανύψηλα βουνὰ τοῦ Ταύρου καὶ φτάνοντας ἱδρωμένος στὸν ποταμὸ Κύδνο ἔπεσε στὰ νερά του, γιὰ νὰ δροσιστεῖ. Ἀρρώστησε βαριά, ἀλλὰ ὁ προσωπικός του γιατρὸς Φίλιππος τὸν ἔσωσε.
Τὴ δεύτερη συνάντησή του μὲ τὸν περσικὸ στρατὸ τὴν εἶχε κοντὰ στὴν πόλη Ἰσσὸ τῆς Κιλικίας (331 π.Χ.). Οἱ 500.000 Πέρσες διαλύθηκαν καὶ πάλι καὶ ὁ Δαρεῖος γλίτωσε μὲ τὴ φυγή. Ἄφησε ὅμως στὰ χέρια τοῦ Ἀλέξανδρου τὴ μητέρα του, τὴ γυναίκα του καὶ τὰ παιδιά του. Ἐκεῖνος ὅμως φέρθηκε μὲ μεγαλοψυχία καὶ ἱπποτισμὸ πρὸς τοὺς ὑψηλοὺς αἰχμαλώτους του.
Μετὰ προχώρησε νότια καὶ ἔφτασε στὴ Φοινίκη, τὴν ὁποία κυρίεψε καὶ αἰχμαλώτισε τὸ στόλο της. Ἐπίσης κατέλαβε τὴν Παλαιστίνη καὶ τὴν Αἴγυπτο. Ἐκεῖ ἄφησε τὸ στρατό του καὶ μὲ λίγους διαλεχτοὺς ἄνδρες προχώρησε στὴν ἔρημο, γιὰ νὰ ἐπισκεφτεῖ τὸ μαντεῖο τοῦ Ἄμμωνα Δία. Ὕστερα ἀπὸ περιπετειώδη πορεία ἔφτασε στὸ ξακουσμένο ἱερό, ὅπου τὸν ὑποδέχτηκαν οἱ ἱερεῖς μὲ μεγάλες τιμὲς καὶ ὁ ἀρχιερέας τὸν προσφώνησε «παιδὶ τοῦ Δία». Ἀπὸ ἐκεῖ ἐφοδιασμένος μὲ χρησμοὺς ποὺ ἔλεγαν ὅτι θὰ κυριαρχοῦσε στὴν Ἀσία, ξαναγύρισε στὴν Αἴγυπτο καὶ ἄρχισε νὰ ἑτοιμάζει τὸ στρατό του γιὰ νέες μάχες. Μετά, ἀφοῦ χάραξε τὶς ὄχθες τῆς Αἰγύπτου καὶ κοντὰ στὶς ἐκβολὲς τοῦ Νείλου τὰ τείχη καὶ τοὺς δρόμους μιᾶς νέας πόλης, τῆς Ἀλεξάνδρειας, ξαναγύρισε στὴν Ἀσία.
6. Τὸ τέλος τοῦ Περσικοῦ κράτους καὶ τοῦ Δαρείου.
Μὲ 40.000 πεζικὸ καὶ 7.000 ἱππικὸ πέρασε τὸν Τίγρη ποταμὸ καὶ κινήθηκε πρὸς τὰ Γαυγάμηλα, ὅπου εἶχε πληροφορίες ὅτι τὸν περίμενε ὁ Δαρεῖος μὲ ἕνα ἑκατομμύριο ἄντρες καὶ πολλὰ δρεπανηφόρα ἅρματα. Καὶ πάλι θριάμβευσε ἡ ἀνδρεία τῶν Μακεδόνων καὶ ἡ στρατηγική τοῦ Ἀλέξανδρου. Ὁ μεγάλος περσικὸς στρατὸς διαλύεται καὶ τρέπεται σὲ φυγή. Τὸν ἀκολουθεῖ πανικόβλητος καὶ ὁ Δαρεῖος ἀφήνοντας στὸ πεδίο τῆς μάχης πλούσια λάφυρα. Ὁ Ἀλέξανδρος ὅμως δὲν εἶναι ἀπόλυτα ἱκανοποιημένος. Ὅσο ζεῖ ὁ Δαρεῖος, ἡ κατάκτηση τοῦ Περσικοῦ κράτους δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὅτι ἔχει τελειώσει. Γι\’ αὐτὸ συνεχίζει τὴν καταδίωξή του.
Προχωρώντας κυριεύει τὴ Βαβυλώνα, τὰ Σοῦσα μὲ τοὺς βασιλικοὺς θησαυροὺς τῶν Περσῶν καὶ τέλος τὴν ἀρχαία πρωτεύουσά τους, τὴν Περσέπολη, ὅπου βρίσκονταν τὰ μυθικὰ ἀνάκτορα τοῦ Δαρείου καὶ οἱ τάφοι τῶν προγόνων του. Ἐκεῖ στέφτηκε ὁ Ἀλέξανδρος βασιλιὰς τῆς Περσίας καὶ μετὰ συνέχισε τὴν καταδίωξη τοῦ Δαρείου. Στὸ μεταξὺ ὅμως ὁ σατράπης τῆς Βακτριανῆς Βῆσσος αἰχμαλώτισε τὸ Δαρεῖο, μὲ σκοπὸ νὰ γίνει ὁ ἴδιος βασιλιὰς τῆς Περσίας καί, ὅταν καταδιωκόμενος ἀπὸ τὸν Ἀλέξανδρο εἶδε πὼς ὁ Δαρεῖος θὰ πέσει στὰ χέρια τῶν Μακεδόνων, τὸν σκότωσε. Ἀργότερα ὁ Ἀλέξανδρος ἔπιασε τὸ Βῆσσο καὶ τὸν παρέδωσε στοὺς Πέρσες, γιὰ νὰ τὸν τιμωρήσουν ἐκεῖνοι ὅπως ἤθελαν.
Ἡ μάχη στὰ Γαυγάμηλα (329 π.Χ.) σήμανε τὴν τέλεια καταστροφὴ τοῦ περσικοῦ στρατοῦ καὶ ὁ θάνατος τοῦ Δαρείου τὴν ὑποταγὴ ὁλόκληρου τοῦ Περσικοῦ κράτους στὸν Ἀλέξανδρο.
7. Στὴν Ἰνδία.
Μὲ σκοπὸ τὴν ἐξασφάλιση τῶν ἀνατολικῶν συνόρων του ὁ Ἀλέξανδρος ἀποφάσισε νὰ ἐκστρατεύσει στὴν Ἰνδία καὶ νὰ καταστήσει τὸν Ἰνδὸ ποταμὸ ὅριο δυσκολοδιάβατο τῆς αὐτοκρατορίας του πρὸς τὴν ἀνατολή. Πέρασε λοιπὸν πολεμώντας τὴ Σογδιανὴ καὶ τὴ Βακτριανή, νίκησε καὶ κατέκτησε τὶς ἰθαγενεῖς φυλὲς καὶ τὸ 327 π.Χ. μπῆκε στὴν Ἰνδία. Οἱ πόλεις της ἔπεσαν ἡ μία ὕστερα ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὥσπου φτάνοντας στὸν Ὑδάσπη ποταμὸ συνάντησε τὸ βασιλιὰ Πῶρο νὰ τὸν περιμένει στὴν ἀπέναντι ὄχθη μὲ πολυάριθμο στρατό, ἱππικὸ καὶ 200 ἐλέφαντες. Κατόρθωσε ὅμως νὰ περάσει τὸ στρατὸ του ἀπέναντι, νὰ νικήσει τοὺς Ἰνδοὺς καὶ νὰ συλλάβει αἰχμάλωτο τὸν Πῶρο, τὸν ὁποῖο, ἐπειδὴ θαύμασε γιὰ τὴν ἀνδρεία του, τὸν συγχώρεσε καὶ τοῦ ἀνέθεσε πάλι τὴ διοίκηση τῆς χώρας του. Στὴ μάχη αὐτὴ σκοτώθηκε καὶ ὁ Βουκεφάλας. Ὁ Ἀλέξανδρος ἔθαψε μὲ τιμὲς τὸ ἀγαπημένο του ἄλογο καὶ στὸν τόπο ἐκεῖνο ἔχτισε μία πόλη, στὴν ὁποία ἔδωσε τὸ ὄνομα Βουκεφάλα. Οἱ στρατιῶτες του ὅμως εἶχαν κουραστεῖ καὶ ἀρνήθηκαν νὰ συνεχίσουν τὶς κατακτήσεις. Τότε ὁ Ἀλέξανδρος ἀναγκάστηκε νὰ ἐπιστρέψει (326 π.Χ.). Στὴ χώρα τῶν Μαλλῶν πληγώθηκε καὶ κινδύνεψε νὰ σκοτωθεῖ. Μετὰ προχώρησε στὰ Πάταλλα. Μετὰ ἕνα μέρος τοῦ στρατοῦ τὸ ἔστειλε μὲ τὸ στόλο στὴν Περσία. Ἀρχηγὸ αὐτῶν εἶχε βάλει τὸ ναύαρχο Νέαρχο. Ὁ ἴδιος μὲ τὸν ὑπόλοιπο στρατὸ διέσχισε τὴν ἔρημο Γεδρωσία, ὅπου ἔχασε τὰ 3/4 τῶν ἀντρῶν του καὶ ἔφτασε στὴν πρωτεύουσά της Πούρα.
8. Στὰ Σοῦσα.
Ὁ Ἀλέξανδρος μὲ τὰ ὑπολείμματα τοῦ στρατοῦ του καὶ ὕστερα ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες ἔφτασε στὰ Σοῦσα. Ἐκεῖ ἄρχισε νὰ σκέφτεται τὴν ὀργάνωση τοῦ κράτους του. Ἀπὸ τὴ μελέτη τοῦ τρόπου ζωῆς καὶ διοίκησης τῶν Περσῶν κατέληξε στὸ συμπέρασμα πὼς μόνο ἡ συμφιλίωση μὲ τοὺς Πέρσες εὐγενεῖς θὰ μποροῦσε νὰ διατηρήσει τὴν ἀπέραντη αὐτοκρατορία ποὺ εἶχε δημιουργήσει. Ἔβαλε λοιπὸν σὲ ἐνέργεια τὸ σχέδιό του καὶ ἄρχισε νὰ ἐνεργεῖ ὡς Ἑλληνοπέρσης βασιλιάς. Περιποιήθηκε τοὺς Πέρσες, μιμήθηκε τὴν ἐνδυμασία καὶ τὸν τρόπο ζωῆς τους καὶ ὑποχρέωσε καὶ τοὺς ἄλλους νὰ κάνουν τὸ ἴδιο. Μάλιστα προχώρησε μὲ ἀκόμα πιὸ τολμηρὲς ἐνέργειες. Παντρεύτηκε ὁ ἴδιος τὴν κόρη τοῦ Δαρείου καὶ ἔβαλε καὶ τοὺς ἀξιωματικοὺς καὶ τοὺς στρατιῶτες του νὰ μιμηθοῦν τὸ παράδειγμά του καὶ νὰ παντρευτοῦν Περσίδες. Γιὰ νὰ τοὺς δελεάσει μάλιστα ὑποσχέθηκε σὲ ὅσους ἀκολουθοῦσαν τὴ συμβουλή του νὰ χαριστοῦν τὰ χρέη. Ἔτσι κατὰ τοὺς «γάμους», ποὺ ἐπακολούθησαν, τὸ δημόσιο ταμεῖο πλήρωσε 20 χιλ. τάλαντα, γιὰ νὰ καλυφτοῦν τὰ χρέη τῶν νεονύμφων ἀξιωματικῶν καὶ στρατιωτῶν του. Καὶ γιὰ νὰ ἐνισχύσει τὴν ἑλληνοπερσικὴ αὐτὴ προσέγγιση, ἔδωσε ἀκόμα τὴν ἐντολὴ νὰ γυμναστοῦν 30.000. Πέρσες κατὰ τὸ μακεδονικὸ σύστημα καὶ νὰ ἐνταχτοῦν στὸ στρατό του. Αὐτὲς καὶ ἄλλες ἀλλαγὲς δὲν ἄρεσαν στοὺς Μακεδόνες, οἱ ὁποῖοι ἔδειξαν στασιαστικὲς διαθέσεις. Ὁ Ἀλέξανδρος ὅμως ἀνακάλυψε τοὺς συνωμότες καὶ τοὺς τιμώρησε σκληρά.

9. Ὁ θάνατός του. Ἡ σημασία τοῦ ἔργου του.
Ἡ ὑγεία ὅμως τοῦ Ἀλέξανδρου εἶχε φθαρεῖ. Οἱ κόποι, οἱ διοικητικὲς φροντίδες καὶ ἡ θλίψη γιὰ τὸ θάνατο τοῦ στενοῦ του φίλου Ἡφαιστίωνα τὸν ἐξασθένησαν καί, ἐνῶ βρισκόταν στὴ Βαβυλώνα, ἀρρώστησε καὶ πέθανε σὲ ἡλικία 33 χρόνων (323 π.Χ.). Ἡ μεγάλη του παράλειψη ἦταν ὅτι δὲν εἶχε ὁρίσει διάδοχο τοῦ θρόνου του μὲ συνέπεια νὰ ἀρχίσουν διχόνοιες μεταξὺ τῶν στρατηγῶν του γιὰ τὴ διαδοχὴ καὶ τὴ διαίρεση τῆς ἀπέραντης αὐτοκρατορίας του σὲ μικρὰ κρατίδια.
Τὸ ἐκπολιτιστικὸ ὅμως ἔργο τοῦ Ἀλέξανδρου δὲ χάθηκε μαζὶ μ\’ αὐτόν. Ἐπέζησε καὶ μετὰ τὸ θάνατό του. Ἡ ἐπικοινωνία ποὺ αὐτὸς ἄνοιξε ἀνάμεσα στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀνατολὴ συνεχίστηκε. Καὶ στὶς πολιτιστικὲς ἀνταλλαγὲς ἡ ἑλληνικὴ γλώσσα, ποὺ αὐτὸς διέδωσε, ἐξακολούθησε νὰ παίζει τὸ ρόλο διεθνοῦς γλωσσικοῦ ὀργάνου. Τὰ τεχνικὰ ἔργα του, δηλ. οἱ δρόμοι, οἱ γέφυρες, τὰ λιμάνια καὶ οἱ πόλεις ἀκόμα ποὺ ἵδρυσε, συνέβαλαν στὴ διαμόρφωση μιᾶς εἰρηνικῆς ζωῆς καὶ μιᾶς οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης, τοὺς καρποὺς τῆς ὁποίας ἐπὶ αἰῶνες ἀπολάμβαναν οἱ ἄνθρωποι. Μεγάλη ἦταν ἀκόμα ἡ συμβολή του στὴ διοίκηση, καθὼς καὶ στὴν τόνωση τοῦ θρησκευτικοῦ συναισθήματος μὲ τὸ ὁποῖο ἀπέβλεπε στὴν ἐξημέρωση τῶν ἀγρίων ἠθῶν. Γενικὰ ἔγινε αἴτιος νὰ ἀλλάξει πρὸς τὸ καλύτερο ἡ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ γεννηθεῖ ἕνας νέος πολιτισμός, ὁ πολιτισμὸς τῶν ἀλεξανδρινῶν χρόνων, ὁ ὁποῖος ἔχοντας γιὰ βάση τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα καὶ τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα ἔλαμψε ἐπὶ αἰῶνες καὶ εὐεργέτησε τὴν ἀνθρωπότητα.