
Ἡ Νίκη τῆς Σαμοθράκης εἶναι ἕνα μαρμάρινο γλυπτὸ ἄγνωστου καλλιτέχνη τῆς ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς ποὺ βρέθηκε στὸ ναὸ τῶν «Μεγάλων Θεῶν» ἢ Καβείρων στὴ Σαμοθράκη, παριστάνει φτερωτὴ τὴ θεὰ Νίκη καὶ ἐκτίθεται στὸ Μουσεῖο τοῦ Λούβρου ἀπὸ τὸ 1884. Εἶναι μία ἀπὸ τὶς τρεῖς φτερωτὲς Νίκες ποὺ βρέθηκαν στὸ ναὸ τῆς Σαμοθράκης.


Ἡ Φτερωτὴ Νίκη τῆς Σαμοθράκης

Στὴν ἀρχαιότητα εἰκάζεται ὅτι ἐκεῖνος ποὺ ἀφιέρωσε τὸ ἔργο στὸ ναὸ τῆς Σαμοθράκης (τόπο φημισμένο στὴν ἀρχαιότητα γιὰ τὴν ἱερότητά του) εἶχε δώσει παραγγελία νὰ σχεδιαστεῖ ἕνα μικρὸ σύμπλεγμα θεᾶς καὶ πλοίου.

Ἡ μὲν θεὰ φιλοτεχνήθηκε χωριστὰ ἀπὸ λευκὸ παριανὸ μάρμαρο καὶ ἴσως κρατοῦσε στεφάνι γιὰ τὸ νικητὴ ἢ εἶχε ὑψωμένο τὸ χέρι της στὸ στόμα γιὰ νὰ διαλαλήσει τὴ νίκη χωρὶς νὰ κρατᾶ τίποτα ἤ, τέλος, ἴσως χαιρετοῦσε [2].

Τὸ ἄγαλμα στὸ ἑλληνιστικὸ σύμπλεγμα ἦταν στερεωμένο στὴν ἐπίσης μαρμάρινη πλώρη ἑνὸς πλοίου καὶ ἔδινε τὴν αἴσθηση ὅτι μόλις εἶχε «προσγειωθεῖ» σὲ αὐτὸ καὶ πατοῦσε φευγαλέα. Τὸ πλοῖο ἦταν ἀπὸ μάρμαρου Ρόδου (τὸ γκριζωπὸ μάρμαρο τῆς Λίνδου καὶ συγκεκριμένα τῆς Λάρδου). Οἱ εἰδικοὶ εἰκάζουν ὅτι τὸ ἔργο ἦταν σχεδιασμένο γιὰ νὰ τὸ βλέπει ὁ κόσμος ἀπὸ τὰ ἀριστερά, κατὰ τὰ ? τοῦ προφίλ, ἐπειδὴ ὅπως συνηθιζόταν στὰ ἑλληνιστικὰ χρόνια ἦταν πιὸ καλοδουλεμένη ἡ μία πλευρὰ του –ἐκείνη ἀπὸ τὴν ὁποία προοριζόταν νὰ τὸ βλέπει τὸ κοινό.

Μία ἐκδοχὴ τῶν ἀρχαιολόγων γιὰ τὸ ἀφιέρωμα ἐπὶ πολλὰ χρόνια ἦταν πὼς τὸ εἶχε κάνει ὁ Δημήτριος ὁ Πολιορκητὴς (337-283 π.Χ.) ὅταν νίκησε τὸν στόλο τοῦ Πτολεμαίου στὰ ἀνοιχτά τῆς Κύπρου γύρω στὸ 290 π.Χ. Σήμερα ὅμως πολλοὶ πιστεύουν ὅτι τὸ ἀφιέρωσαν οἱ Ρόδιοι ὅταν τὸ 191 π.Χ., συμμαχώντας μὲ τὴν Περγάμο, νίκησαν τὸν Ἀντίοχο Γ΄ τῆς Συρίας σὲ ναυμαχία στὰ ἀνοιχτά τῆς Σίδης[3].
Τὸ δεξὶ φτερὸ βρέθηκε σχεδὸν διαλυμένο ἐκτὸς ἀπὸ μικρὰ κομμάτια του καὶ ἀποτελεῖ πρόσθετο ἔργο ἀνασύστασης «καθρέφτη» τοῦ ἀριστεροῦ, ἀπὸ ἐμπειρογνώμονες τοῦ Λούβρου. Τὸ ἄγαλμα εἰκάζεται ὅτι κατακρημνίστηκε καὶ ἔσπασε ἐξαιτίας μεγάλου σεισμοῦ κατὰ τὸν 6ο μ.Χ. αἰώνα.

Τὰ κομμάτια τοῦ γλυπτοῦ βρέθηκαν τμηματικὰ καὶ στὴν ἀρχὴ ἡ Νίκη ἐκτίθετο στὸ Λοῦβρο δίχως τὸν κορμὸ καὶ τὰ φτερὰ της ἀλλὰ καὶ δίχως τὴν πλώρη, τὰ κομμάτια τῆς ὁποίας οἱ Γάλλοι εἰδικοὶ στὴν ἀρχὴ εἶχαν ἐκλάβει ὅτι ἀνῆκαν σὲ τύμβο καὶ τὰ εἶχαν ἀφήσει στὴ Σαμοθράκη. Συγκεκριμένα, ἡ ἀνεύρεση ἄρχισε τὸ 1863 ἀπὸ μία ἀρχαιολογικὴ ἀποστολὴ στὴν ὁποία ἐπικεφαλῆς ἦταν ὁ Σὰρλ Σαμπουαζὸ (1830-1909) (Charles Champoiseau) ὑποπρόξενος τῆς Γαλλίας στὴν Ἀδριανούπολη (σημερινὸ Ἐντιρνὲ Τουρκίας).

Ἐνῶ ἔσκαβαν σὲ μία χαράδρα στὶς 15 Ἀπριλίου τοῦ 1863, στὰ βόρειά του νησιοῦ, ἕνας Ἕλληνας ἐργάτης φώναξε[4]στὸν Σαμπουαζὸ «Κύριε, εὕραμεν μία γυναίκα!» -ἦταν ἡ μισὴ Νίκη τῆς Σαμοθράκης.
Ὁ Σαμπουαζὸ ἦρθε ἀμέσως σὲ ἐπικοινώνία μὲ τὸν πρέσβη τῆς πατρίδας του στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐκεῖνος φρόντισε ἡ Τουρκία νὰ δώσει τότε ἔγκριση γιὰ νὰ ἀποπλεύσει γαλλικὸ πολεμικὸ πλοῖο καὶ νὰ φορτώσει τὴ Νίκη τῆς Σαμοθράκης γιὰ τὴ Γαλλία -ἡ Σαμοθράκη εἶχε σημαντικὴ αὐτονομία, ἀλλὰ ἀνῆκε ἀκόμα στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία καὶ ἀπελευθερώθηκε στὶς 19 Ὀκτωβρίου τοῦ 1912 Τὸ ἄγαλμα ἔφτασε στὸ Λοῦβρο στὶς 11 Μαΐου τοῦ 1864 καὶ δύο χρόνια μετὰ ἐκτέθηκε γιὰ πρώτη φορὰ μετὰ τὶς ἀπαραίτητες ἐργασίες –χωρὶς ὅμως ἀκόμα νὰ μποροῦν νὰ ἐκθέσουν τὸ ἐπάνω μέρος τοῦ κορμοῦ καὶ τὰ φτερά.
Τὸ ἄγαλμα βρέθηκε σὲ πολλὰ κομμάτια γιατί στὰ ἑλληνιστικὰ χρόνια οἱ καλλιτέχνες δούλευαν τὸ γλυπτό τους σὲ πολλὰ κομμάτια ἐξαρχῆς[5] –στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα δούλευαν χωριστὰ μόνον τὸ κεφάλι καὶ τὰ ἄκρα ποὺ ἐξεῖχαν.

Ὁ ἄγνωστος λοιπὸν γλύπτης εἶχε ἐπεξεργαστεῖ τὸ ἔργο του κατὰ τμήματα καὶ μετὰ τὸ εἶχε ἐνώσει, ὁπότε στὸ σεισμὸ μὲ τὴν κατακρήμνιση τοῦ γλυπτοῦ, αὐτὸ ἔσπασε πολὺ πιὸ εὔκολα καὶ σὲ πολλὰ σημεῖα.

Ἀποτελεῖται ἀπὸ τὸ μεγάλο κομμάτι κάτω ἀπὸ τὸ στῆθος μέχρι τὰ πόδια, ἀπὸ ἕνα δεύτερο κομμάτι ποὺ εἶναι ὁ ἄνω κορμός, τὸ ἀριστερὸ φτερὸ (τὸ δεξὶ προστέθηκε ἀντιγράφοντας τὸ ἀριστερὸ) καὶ ἀπὸ τὸ κεφάλι –αὐτὸ δὲν βρέθηκε ποτὲ ἀπὸ ὅσο γνωρίζουν οἱ εἰδικοί. Τὰ χέρια, τὰ φτερὰ καὶ τὰ πόδια, ὅπως καὶ πολλὰ κομμάτια τοῦ ἐνδύματος σμιλεύονταν τότε χωριστὰ καὶ μετὰ τὸ ἄγαλμα συναρμολογεῖτο. Τὰ φτερὰ ἦταν ἀπὸ δύο μεγάλα μάρμαρα ποὺ ἦταν συνδεδεμένα στὴν πλάτη χωρὶς ἐξωτερικὴ στήριξη καὶ αὐτὸ δημιουργοῦσε πρόβλημα ἰσορροπίας στὸ ἄγαλμα, ἀλλὰ ὁ γλύπτης τὸ ἔλυσε μὲ μεγάλη τέχνη.

Ἡ πλώρη τοῦ πλοίου ἀποτελεῖται ἀπὸ 23 κομμάτια μαρμάρου καὶ δείχνει ὅτι ὁ γλύπτης κατεῖχε τέλεια καὶ τοὺς νόμους τῆς φυσικῆς. Σὲ μία ὀρθογώνια βάση ἀπὸ ἕξη μαρμάρινες πλάκες στερεώνονταν 17 κομμάτια ποὺ ἑνώνονταν ἀρχικὰ μὲ μέταλλο καὶ σχημάτιζαν τρεῖς ὁριζόντιες σειρὲς ποὺ κλιμακώνονταν πρὸς τὰ ἐμπρὸς γιὰ τὸ σχηματισμὸ τῆς πλώρης. Ἄγαλμα καὶ πλοῖο ἰσορροποῦσαν τὸ ἕνα τὸ ἄλλο σὰν ἀντίβαρα καὶ τὸ κέντρο βάρους τοῦ ἀγάλματος εἶχε σταθμιστεῖ ἔτσι ὥστε νὰ πέφτει στὸ σημεῖο ποὺ κρατοῦσε ἀνασηκωμένη ζωηρὰ ἡ πλώρη σὰν ἀληθινοῦ ξύλινου καραβιοῦ –τὸ ἄγαλμα δὲν μποροῦσε δηλαδὴ νὰ μετακινηθεῖ χωρὶς νὰ διαλυθεῖ τὸ πλοῖο. Τὸ ὅλο σύμπλεγμα θεωρεῖται ὄχι μόνον ἀριστουργηματικὸ ἀπὸ καλλιτεχνικὴ ἄποψη, ἀλλὰ καὶ ἰδιοφυές.

Τὸ 1875 Αὐστριακοὶ ἀρχαιολόγοι εἶδαν στὸν τόπο τῆς ἀνασκαφῆς τὰ μάρμαρα ποὺ ὁ Σαμπουαζὸ νόμισε ὅτι ἀνῆκαν σὲ τύμβο καὶ ἀναλογιζόμενοι ἑλληνικὰ νομίσματα ποὺ ἀπεικόνιζαν τὴ Νίκη σὲ πλῶρες πλοίων κατάλαβαν ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ τμήματα μαρμάρινης πλώρης. Ὁ Σαμπουαζὸ ἔμαθε γιὰ τὰ μάρμαρα τῆς πλώρης τὸ 1879 καὶ κατάφερε νὰ τὰ πάρει κι αὐτὰ στὸ Λοῦβρο. Ἡ συναρμολόγηση καὶ ἡ ἀποκατάσταση (π.χ. τοῦ ἀριστεροῦ φτεροῦ ποὺ βρέθηκε σὲ πολλὰ κομμάτια καὶ τοῦ δεξιοῦ ποὺ οὐσιαστικὰ εἶναι σχεδὸν ὅλο προσθήκη μιὰ ποὺ βρέθηκε ἕνα πολὺ μικρὸ κομμάτι του) ὁλοκληρώθηκε τὸ 1884.

Ἡ Νίκη τῆς Σαμοθράκης στὴν κορυφὴ τῆς κλίμακας Daru. Τὸν Αὔγουστο τοῦ 1939 ἡ «Νίκη τῆς Σαμοθράκης» μεταφέρθηκε μὲ μεγάλη δυσκολία μὲ μία ξύλινη ράμπα, ὥστε νὰ ἀπομακρυνθεῖ ὅπως καὶ ὅλα τὰ πολύτιμα ἐκθέματα τοῦ Μουσείου σὲ ἀσφαλέστερη τοποθεσία λόγω τοῦ πολέμου -φυλάχτηκε μαζὶ μὲ τὴν Ἀφροδίτη τῆς Μήλου καὶ τοὺς «Σκλάβους» τοῦ Μιχαὴλ Ἀγγέλου στὸ Chateau de Valencay.

Τὸ 1950 ὅταν συναρμολογήθηκε καὶ ἡ δεξιὰ παλάμη της, ἄρχισε νὰ ἐκτίθεται κι αὐτὴ

Ἀπὸ ἑλληνικῆς πλευρᾶς ἔχουν γίνει διάφορες κινήσεις καὶ προσπάθειες γιὰ τὴν ἐπάνοδο τῆς Νίκης τῆς Σαμοθράκης στὴν πατρίδα της, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν στάθηκε δυνατό.

__________________________
1. New York Times, ἄρθρο ποὺ δημοσιεύτηκε στὶς 16 Ὀκτωβρίου τοῦ 2004 ὅταν πέθανε ἡ Phyllis Williams Lehmann, ἡ ὁποία ὑπῆρξε καὶ ἐπίτιμος δημότης Σαμοθράκης. Ὁ σύζυγός της, ποὺ εἶχε ἐπίσης πάθος μὲ τὴν Σαμοθράκη, εἶχε πεθάνει τὸ 1960
2. Ἀπὸ τὸν τεντωμένο κορμὸ καὶ τὴν ἐλαφρὰ στροφὴ του μπορεῖ κάποιος νὰ ὑποθέσει μὲ σιγουριὰ ὅτι τὸ δεξὶ χέρι ἦταν σίγουρα ὑψωμένο ἀλλὰ τὰ τμήματα τοῦ δεξιοῦ χεριοῦ ποὺ βρέθηκαν δὲν διαλευκάνουν πλήρως τὴν κίνηση. Ἂν θέλετε νὰ δεῖτε τὴν δεξιὰ παλάμη ὅπως ἐκτίθεται στὸ Λοῦβρο, ἐπισκεφθεῖτε τὴ διεύθυνση victoiredesamothrace
3. ἐμπορικὸ λιμάνι τῆς Παμφυλίας, στὰ νότια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, περίπου ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Κύπρο, σημερινὸ Selimiye καὶ Eski Antalya
4. Ἀφιέρωμα τῆς ἐφημερίδας «Καθημερινὴ» στὴ Σαμοθράκη, 4/9/1994, μὲ τὴ συνεργασία ἱστορικῶν καὶ ἀρχαιολόγων
5. Marc Ladreit de Lacharriere, ὑπεύθυνος τοῦ τμήματος Ἑλληνικῶν Ἀρχαιοτήτων ἀπὸ τὸ 1995 καὶ Marianne Hamiaux, στὴν ἐπίσημη ἱστοσελίδα τοῦ Λούβρου