Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Θά ἐπιχειρήσει ἡ Ἐκκλησία μιά νέα σύζευξη τῆς πίστης μέ τήν πολυδιάστατη γνώση (ἐπιστημονική- τεχνολογική κ.λ.π.) τοῦ σημερινοῦ κόσμου, ἤ θά παραμείνει ἀπομονωμένη στό παραδοσιακό της ὀχυρό; Θά ἐξαγιάσει ἡ Ἐκκλησία τά δημιουργήματα τῆς σύγχρονης ἐπιστήμης καί τῆς τεχνικῆς, δημιουργήματα τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, γιά νά τά ἐντάξει στό ἀρχικό κεφάλαιο τῆς Θείας δημιουργίας, ἤ θά τά ἀφήσει ἔξω ἀπό τήν ἁγιαστική της χάρη στήν ἐξουσία καί τήν διαστροφή τοῦ δαιμονισμοῦ;

  • !

    Θά ἐξακολουθήσει ἡ ἑλληνική μας Διανόηση, ἀγνοώντας τήν Ἑλληνοχριστιανική της κληρονομιά, νά ἀπομονώνεται στό στυγνό ὀρθολογισμό τοῦ δεκάτου ὀγδόου αἰῶνα καί στά μηδενιστικά ρεύματα τῆς ἐποχῆς μας, ἤ θά ἀγκαλιάσει εὐρύτερες περιοχές τοῦ ἠθικοῦ κόσμου γιά νά δώσει μιά ἰσόρροπη ἀνάπτυξη στόν πνευματικό βίο τοῦ τόπου μας καί τοῦ Λαοῦ μας; Θά ἀπολιθωθεῖ ἡ Διανόησή μας στόν λαθεμένο δογματισμό «ἡ ἐπιστήμη γιά τήν ἐπιστήμη» καί «ἡ τέχνη γιά τήν τέχνη» γιά νά στρέψει τελικά τήν πρόοδό της ἐναντίον τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου, ἤ θά εὕρη τρόπους καί μεθόδους νά ἀνθρωποποιήσει τήν ἐπιστήμη καί τήν τεχνική τῆς ἐποχῆς μας;

  • !

    Μιά νέα σύζευξη γνώσης καί ἀρετῆς, ὅπως ἔγινε μέ τήν ἑλληνική φιλοσοφία καί τήν χριστιανική ἠθική στήν ἐποχή τῶν οἰκουμερνικῶν Διδασκάλων. Μιά νέα «σάρκωση» τοῦ Χριστιανικοῦ Λόγου στόν πανανθρώπινο λόγο τῆς ἐποχῆς μας.

Ἐκκλησία καὶ Διανόηση στὴν ἐποχή μας

Ἡ ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου καί Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, πού μπῆκε στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας τόν 11ον αἰῶνα ἐπί Κωνσταντίνου τοῦ Μονομάχου καί καθιερώθηκε σάν ἑορτή τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων τό 1834, θέτει σήμερα μερικά ἐρωτηματικά, τόσο στήν ἴδια τήν Ἐκκλησία ὅσο καί στήν Παιδεία καί γενικότερα τήν σύγχρονη Ἑλληνική μας Διανόηση.

Καί πρῶτα – πρῶτα ποιά στάση θά τηρήσει ἡ σημερινή Ἐκκλησία μπροστά σέ μιά Διανόηση πού ὅλο καί περισσότερο αὐτονομεῖται καί ἀποκόπτεται ἀπό κάθε μεταφυσική καί ἠθική ἀρχή; Θά ἐπιχειρήσει ἡ Ἐκκλησία μιά νέα σύζευξη τῆς πίστης μέ τήν πολυδιάστατη γνώση (ἐπιστημονική-τεχνολογική κ.λ.π.) τοῦ σημερινοῦ κόσμου, ἤ θά παραμείνει ἀπομονωμένη στό παραδοσιακό της ὀχυρό;

Θά ἐξαγιάσει ἡ Ἐκκλησία τά δημιουργήματα τῆς σύγχρονης ἐπιστήμης καί τῆς τεχνικῆς, δημιουργήματα τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, γιά νά τά ἐντάξει στό ἀρχικό κεφάλαιο τῆς Θείας δημιουργίας, ἤ θά τά ἀφήσει ἔξω ἀπό τήν ἁγιαστική της χάρη στήν ἐξουσία καί τήν διαστροφή τοῦ δαιμονισμοῦ; Θά ἁπλώσει ἡ Ἐκκλησία τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ πάνω ἀπό τήν «ἄβυσσο» τῆς σημερινῆς διανόησης γιά νά τήν κάμει «φῶς», ἤ θά τήν ἀφήσει νά πλανιέται στὸ σκότος σύγχυσης καί μηδενιστικῆς κουλτούρας στή ζωή ἀνθρώπων καί λαῶν;

Θά ἐνσαρκώσει ἡ Ἐκκλησία δραστικότερα καί πρακτικότερα τό μήνυμα τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου στίς κοινωνικές πραγματικότητες τοῦ σημερινοῦ κόσμου, ἤ θά τό ἀφήσει μόνο σάν μακρινή ἐσχατολογική ἐλπίδα;

Τά ἐρωτήματα αὐτά πρέπει νά ἀπασχολήσουν τήν Ἐκκλησία καί τή χριστιανική Διανόηση γενικά, γιατί μέσα σ’ αὐτά ὑπάρχουν θέματα καί προβλήματα πού ἔχουν σχέση μέ τό σημερινό ἀδιέξοδο καί τό μέλλον τῆς ἀνθρωπότητας.

Ἀπό τό ἄλλο μέρος ἡ ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν θέτει καί στήν σύγχρονη Διανόηση (καί μιλοῦμε ἐδῶ γιά τήν Ἑλληνική Διανόηση), μερικά ἄλλα ἐρωτηματικά:

Θά ἐξακολουθήσει ἡ ἑλληνική μας Διανόηση, ἀγνοώντας τήν Ἑλληνοχριστιανική της κληρονομιά, νά ἀπομονώνεται στό στυγνό ὀρθολογισμό τοῦ δεκάτου ὀγδόου αἰῶνα καί στά μηδενιστικά ρεύματα τῆς ἐποχῆς μας, ἤ θά ἀγκαλιάσει εὐρύτερες περιοχές τοῦ ἠθικοῦ κόσμου γιά νά δώσει μιά ἰσόρροπη ἀνάπτυξη στόν πνευματικό βίο τοῦ τόπου μας καί τοῦ Λαοῦ μας;

Θά ἀπολιθωθεῖ ἡ Διανόησή μας στόν λαθεμένο δογματισμό «ἡ ἐπιστήμη γιά τήν ἐπιστήμη» καί «ἡ τέχνη γιά τήν τέχνη» γιά νά στρέψει τελικά τήν πρόοδό της ἐναντίον τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου, ἤ θά εὕρη τρόπους καί μεθόδους νά ἀνθρωποποιήσει τήν ἐπιστήμη καί τήν τεχνική τῆς ἐποχῆς μας;

Εἶναι ἆραγε ἀκίνδυνη ἡ αὐτοθέωση τοῦ ἀνθρώπου τῆς σημερινῆς Παιδείας καί εἶναι τάχα ἀσυμβίβαστη ἡ ἀνάπτυξη τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν «θέωσή» του, ὅπως τήν ἐννοεῖ ἡ χριστιανική ἀποκάλυψη;

Γιατί ἡ σύγχρονη Παιδεία καί διανόησή μας, ἀγνοώντας τήν πνευματική (παγκόσμια) κρίση τῶν καιρῶν ρίχνει τό βάρος της μόνο στίς γλωσσικές καί μεθοδολογικές μεταρρυθμίσεις, χωρίς καμιά ἀναφορά σέ βαθύτερες ἀναπλαστικές δυνάμεις πού ὁδηγοῦνε ἀνθρώπους καί πολιτισμούς νά ξεπερνοῦν τίς πτώσεις καί τίς κρίσεις των;

Γιατί καταργοῦμε στήν ἐποχή μας τίς κλασικές ἔννοιες καί λέξεις «πνευματικός βίος», «πνευματικές ἐκδηλώσεις» κ.λ.π., καί τίς ἀντικαθιστοῦμε μέ τά ἄχυρα καί τά σκύβαλα τῶν «πολιτιστικῶν ἐκδηλώσεων» πού προσφέρομε στό Λαό μας;

Θά βροῦμε ἆραγε ἕνα σύστημα Παιδείας πού πέρα ἀπό τή βαθμομανία, πέρα ἀπό τή θεσολογία καί τήν φτηνή πολιτικολογἰα, θά δίνει καί κάποιο νόημα στήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη καί θά προσφέρει μιά ἀγωγή πού θά βοηθᾶ τήν κοινωνική συμπεριφορά καί τήν πολιτική βούληση στήν λύση τῶν μεγάλων παγκόσμιων προβλημάτων;

Ἡ ἀπάντηση στά ἐρωτήματα αὐτά χρειάζεται, νομίζομε, μιά νέα πνευματική σύνθεση. Μιά νέα σύζευξη γνώσης καί ἀρετῆς, ὅπως ἔγινε μέ τήν ἑλληνική φιλοσοφία καί τήν χριστιανική ἠθική στήν ἐποχή τῶν οἰκουμερνικῶν Διδασκάλων. Μιά νέα «σάρκωση» τοῦ Χριστιανικοῦ Λόγου στόν πανανθρώπινο λόγο τῆς ἐποχῆς μας. Δέν εἶναι ἀσυμβίβαστη, τό ἐπαναλαμβάνομε, ἡ ἀνέλιξη καί ἡ πορεία πού ζητεῖ ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἀπό τό μέλλον του, ὅπως τό ὁραματίζεται ἡ χριστιανική ἀποκάλυψη: «Ὁ Θεός καί ὁ ἄνθρωπος – λέγει ὁ Ὀρθόδοξος Θεολόγος Δημήτριος Στανιλοάε – δέν εἶναι χωρισμένοι καί πολύ περισσότερο δέν εἶναι ἀντίθετοι. Ὁ Θεός παραμένει πάντα μιά ζωντανή πηγή γιά τήν πλήρη ἀνάπτυξη τοῦ ἀνθρώπου»