Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ὁ ἀββὰς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος διαφωνεῖ, λέγοντας: Αὐτὸς ποὺ συναισθάνεται τὶς ἁμαρτίες του καὶ μετανοεῖ εἰλικρινά, εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ἀνασταίνει νεκρούς. Ἡ ἀνάσταση ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ ἀπὸ τὴ νέκρα τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴν ἀνάσταση τοῦ σώματος ἑνὸς νεκροῦ.

  • !

    Ὁ Ζακχαῖος ὅμως δούλεψε σκληρὰ γιὰ τὴ δική του ἀνάσταση. Ξεκίνησε ἀπὸ τὴν ἔντονη ἐπιθυμία νὰ συναντήσει τὸν Χριστό, ἀκούγοντας ὅτι εἶναι κάποιος ποὺ τουλάχιστον δὲν βλέπει τοὺς ἁμαρτωλοὺς ρατσιστικά. Ἀψήφησε τὰ σχόλια -ἴσως καὶ τὶς εἰρωνεῖες- τοῦ κόσμου, ὅταν λόγω συνωστισμοῦ ἀνέβηκε σὲ μία συκομουριὰ γιὰ νὰ δεῖ τὸν Χριστό, ἐπειδὴ ἦταν κοντός. Καὶ τὸ πιὸ δαπανηρό: Ἐπέβαλε στὸν ἑαυτὸ του τὸ πιὸ σκληρὸ ἴσως «μνημόνιο» στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρώπινης οἰκονομίας, ὅταν εἶδε τὸν κόσμο νὰ γογγύζει γιὰ τὸ ὅτι ὁ Χριστός, ὄχι ἁπλῶς γύρισε νὰ τὸν κοιτάξει, ἀλλὰ τὸν κάλεσε μὲ τὸ ὄνομά του καὶ θέλησε νὰ φιλοξενηθεῖ στὸ σπίτι του. Τὸ «μνημόνιο» περιλάμβανε προσφορὰ τῆς μισῆς περιουσίας του στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀποκατάσταση ὅσων ἀδίκησε στὸ τετραπλάσιο.

  • !

    Ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος λέει ὅτι, ὅσο κι ἂν σακατευτεῖ ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ πάθη, ὅσο κι ἂν γίνει ἄτονος, δηλαδὴ χωρὶς σφυγμό, ὅμως ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ζητήσει τὸν ἀληθινὸ ἰατρό, ἀκριβῶς ὅπως τὸ βρέφος, ποὺ ἀκόμα δὲν ἔκανε τὰ πρῶτα του βήματα, ἔστω κι ἂν δὲν μπορεῖ νὰ περπατήσει πρὸς τὴ μητέρα του, ὅμως «κυλίεται καὶ βοᾷ καὶ κλαίει» ζητώντας τὴ μητέρα του «ἐν πόνῳ καὶ κραυγῇ».

  • !

    Μία «μητρικὴ» ἀγκαλιά, λοιπόν, ζητοῦσε ὁ Ζακχαῖος. Ἢ μᾶλλον ἀναζητοῦσε τὴν ἀγκαλιὰ Ἐκείνου, ποὺ εἶναι πιὸ ζεστὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἀγκαλιὰ μιᾶς μητέρας. Ὁ Ἴδιος εἶπε ὅτι «ἀκόμα κι ἂν μία μάνα ξεχάσει τὰ παιδιά της, ἐγὼ δὲν θὰ σὲ ξεχάσω» (Ἠσ. 49,15). Γι’ αὐτὸ σὰν παιδάκι σκαρφάλωσε ὁ ἀρχιτελώνης στὴ συκομουριά, γιὰ νὰ ἀκουστεῖ πιὸ δυνατὰ τὸ σιωπηρὸ κλάμα τῆς πονεμένης ψυχῆς του.

  • !

    Κι ἐκεῖ, τελικά, δὲν θὰ μὲ περιποιηθεῖς ἐσύ, ἀλλὰ ἐγὼ «περιζώσομαι καὶ ἀνακλινῶ σε καὶ παρελθὼν διακονήσω σοι» (Λουκ. 12, 37). Ἐγὼ θὰ φορέσω ποδιά, θὰ σὲ βάλω νὰ καθίσεις καὶ θὰ σὲ σερβίρω. Σήμερα ἔφερα τὴ σωτηρία σ’ αὐτὸ τὸ σπίτι. Γι’ αὐτὸ ἦρθα στὸν κόσμο: Γιὰ νὰ ἀναζητήσω καὶ νὰ σώσω τὰ χαμένα πρόβατά μου.

  • !

    Ὁ δεύτερος θάνατος, ὁ ὁριστικὸς χωρισμὸς τοῦ ἀμετανόητου ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεὸ κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία του, δὲν θὰ ἀπειλήσει κανέναν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀγωνίζονται δυναμικὰ καὶ σταθερὰ ἐδῶ καὶ τώρα γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ «πρώτη ἀνάστασή» τους. Τὴν ἀνάσταση τῆς διαρκοῦς μετανοίας τους.

Ἡ πρώτη Ἀνάσταση

Ποιὸ εἶναι τὸ μεγαλύτερο θαῦμα τοῦ Χριστοῦ; Ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, θὰ ἀπαντούσαμε οἱ περισσότεροι. Ὁ ἀββὰς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος διαφωνεῖ, λέγοντας: Αὐτὸς ποὺ συναισθάνεται τὶς ἁμαρτίες του καὶ μετανοεῖ εἰλικρινά, εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ἀνασταίνει νεκρούς. Ἡ ἀνάσταση ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ ἀπὸ τὴ νέκρα τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴν ἀνάσταση τοῦ σώματος ἑνὸς νεκροῦ.

Ὁπωσδήποτε ὅλες οἱ σωματικὲς ἀναστάσεις εἶναι συγκλονιστικὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ ἢ τῶν Ἁγίων του καὶ μαρτυροῦν γιὰ τὴ νίκη του ἐπὶ τοῦ θανάτου καὶ γιὰ τὴν «κοινὴν ἀνάστασιν» τῶν σωμάτων μας, ποὺ θὰ μᾶς χαρίσει κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία του. Ὅμως ἡ μετοχή μας στὴν αἰώνια δόξα τῆς Βασιλείας του προϋποθέτει τὸ ἀσύγκριτα συγκλονιστικότερο θαῦμα τῆς ἀνάστασης τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν θάνατο τῆς ἁμαρτίας.

Ἀναγκαία ἡ συνεργασία μας

Ἕνα τέτοιο θαῦμα παρακολουθοῦμε στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. Καὶ βλέπουμε ὅτι, γιὰ νὰ συντελεστεῖ μία τέτοια ἀνάσταση, δὲν ἀρκεῖ τὸ ἐξουσιαστικὸ πρόσταγμα τοῦ Χριστοῦ. Χρειάζεται ἀπαραίτητα καὶ ἡ συνεργασία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Λάζαρος δὲν συνεργάστηκε μὲ τὸν Χριστὸ γιὰ τὴν ἀνάστασή του. Πῶς θὰ μποροῦσε ἄλλωστε εὑρισκόμενος στὸν τάφο. Ὁ Χριστὸς ἀνάστησε τὸν Λάζαρο ἐπειδὴ μόνο ὁ Ἴδιος τὸ θέλησε.

Ὁ Ζακχαῖος ὅμως δούλεψε σκληρὰ γιὰ τὴ δική του ἀνάσταση. Ξεκίνησε ἀπὸ τὴν ἔντονη ἐπιθυμία νὰ συναντήσει τὸν Χριστό, ἀκούγοντας ὅτι εἶναι κάποιος ποὺ τουλάχιστον δὲν βλέπει τοὺς ἁμαρτωλοὺς ρατσιστικά. Ἀψήφησε τὰ σχόλια -ἴσως καὶ τὶς εἰρωνεῖες- τοῦ κόσμου, ὅταν λόγω συνωστισμοῦ ἀνέβηκε σὲ μία συκομουριὰ γιὰ νὰ δεῖ τὸν Χριστό, ἐπειδὴ ἦταν κοντός. Καὶ τὸ πιὸ δαπανηρό: Ἐπέβαλε στὸν ἑαυτὸ του τὸ πιὸ σκληρὸ ἴσως «μνημόνιο» στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρώπινης οἰκονομίας, ὅταν εἶδε τὸν κόσμο νὰ γογγύζει γιὰ τὸ ὅτι ὁ Χριστός, ὄχι ἁπλῶς γύρισε νὰ τὸν κοιτάξει, ἀλλὰ τὸν κάλεσε μὲ τὸ ὄνομά του καὶ θέλησε νὰ φιλοξενηθεῖ στὸ σπίτι του. Τὸ «μνημόνιο» περιλάμβανε προσφορὰ τῆς μισῆς περιουσίας του στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀποκατάσταση ὅσων ἀδίκησε στὸ τετραπλάσιο.

Ἡ πορεία τῆς μετανοίας

Αὐτὸ τὸ τόσο ριζικὸ ξεθεμέλιωμα τοῦ πάθους τῆς φιλαργυρίας ἦταν καρπὸς τῆς πνευματικῆς ἀνάστασης τοῦ Ζακχαίου καὶ μαρτυρία τῆς δυναμικῆς μετανοίας του. Πῶς γίνεται ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ἦταν ἐξαρτημένος ἀπὸ τὴν ἀγάπη τῶν χρημάτων σὲ βαθμὸ ποὺ νὰ μὴ διστάζει νὰ καταπιέζει τοὺς ἄλλους, ἕνας τόσο πωρωμένος ἄνθρωπος, νὰ μεταβαίνει ἐκ τοῦ θανάτου τῆς ἁμαρτίας στὴν ἐν Χριστῷ ζωή;

Ὁ Θεὸς δὲν σώζει τὸν ἄνθρωπο οὔτε μαγικὰ οὔτε μὲ ἐξαναγκασμό. Περιμένει ἀφ’ ἑνὸς τὴν πρόσκληση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀφ’ ἑτέρου τὴ σταθερὴ μετάνοιά του. Ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος λέει ὅτι, ὅσο κι ἂν σακατευτεῖ ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ πάθη, ὅσο κι ἂν γίνει ἄτονος, δηλαδὴ χωρὶς σφυγμό, ὅμως ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ζητήσει τὸν ἀληθινὸ ἰατρό, ἀκριβῶς ὅπως τὸ βρέφος, ποὺ ἀκόμα δὲν ἔκανε τὰ πρῶτα του βήματα, ἔστω κι ἂν δὲν μπορεῖ νὰ περπατήσει πρὸς τὴ μητέρα του, ὅμως «κυλίεται καὶ βοᾷ καὶ κλαίει» ζητώντας τὴ μητέρα του «ἐν πόνῳ καὶ κραυγῇ».

Μία «μητρικὴ» ἀγκαλιά, λοιπόν, ζητοῦσε ὁ Ζακχαῖος. Ἢ μᾶλλον ἀναζητοῦσε τὴν ἀγκαλιὰ Ἐκείνου, ποὺ εἶναι πιὸ ζεστὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἀγκαλιὰ μιᾶς μητέρας. Ὁ Ἴδιος εἶπε ὅτι «ἀκόμα κι ἂν μία μάνα ξεχάσει τὰ παιδιά της, ἐγὼ δὲν θὰ σὲ ξεχάσω» (Ἠσ. 49,15). Γι’ αὐτὸ σὰν παιδάκι σκαρφάλωσε ὁ ἀρχιτελώνης στὴ συκομουριά, γιὰ νὰ ἀκουστεῖ πιὸ δυνατὰ τὸ σιωπηρὸ κλάμα τῆς πονεμένης ψυχῆς του.

Ἡ ἀναζήτηση τοῦ «χαμένου προβάτου»

Καὶ ὁ Χριστός, δείχνοντας ὅτι οὐσιαστικὰ γι’ αὐτὸν πέρασε ἀπὸ τὴν Ἱεριχώ, τοῦ εἶπε: Ζακχαῖε, γρήγορα κατέβα κάτω. Σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου. Μὲ ἄλλα λόγια, τοῦ εἶπε: Ἐσὺ ἐλεύθερα μοῦ ἄνοιξες τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς σου. Αὐτὸ εἶναι τὸ σημαντικότερο. Χωρὶς αὐτὴ τὴν ἀνταπόκριση, δὲν θὰ μποροῦσα νὰ σὲ σώσω. Τὴν ἔχω ἀνάγκη αὐτὴ τὴ συνεργασία. Αὐτὸ εἶναι τὸ ὑψωμένο χέρι σου, γιὰ νὰ σὲ κρατήσω καὶ νὰ σὲ ἀναστήσω. Καὶ αὐτὸ γιὰ Μένα εἶναι πρόσκληση νὰ μπῶ καὶ στὸ σπίτι σου. Κι ἐκεῖ, τελικά, δὲν θὰ μὲ περιποιηθεῖς ἐσύ, ἀλλὰ ἐγὼ «περιζώσομαι καὶ ἀνακλινῶ σε καὶ παρελθὼν διακονήσω σοι» (Λουκ. 12, 37). Ἐγὼ θὰ φορέσω ποδιά, θὰ σὲ βάλω νὰ καθίσεις καὶ θὰ σὲ σερβίρω. Σήμερα ἔφερα τὴ σωτηρία σ’ αὐτὸ τὸ σπίτι. Γι’ αὐτὸ ἦρθα στὸν κόσμο: Γιὰ νὰ ἀναζητήσω καὶ νὰ σώσω τὰ χαμένα πρόβατά μου.

Λέει τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη: «Μακάριος καὶ ἅγιος ὁ ἔχων μέρος ἐν τῇ ἀναστάσει τῇ πρώτῃ· ἐπὶ τούτων ὁ δεύτερος θάνατος οὐκ ἔχει ἐξουσίαν». Δηλαδή: Ὁ δεύτερος θάνατος, ὁ ὁριστικὸς χωρισμὸς τοῦ ἀμετανόητου ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεὸ κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία του, δὲν θὰ ἀπειλήσει κανέναν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀγωνίζονται δυναμικὰ καὶ σταθερὰ ἐδῶ καὶ τώρα γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ «πρώτη ἀνάστασή» τους. Τὴν ἀνάσταση τῆς διαρκοῦς μετανοίας τους.