Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Τί εἴδους ἄνθρωποι ὑπάρχουν;
Γνωρίζετε, τί εἴδους ἄνθρωποι ὑπάρχουν; Οἱ ἀπογοητευμένοι καὶ μετὰ ἀπ’ αὐτοὺς οἱ γοητευμένοι.
Ἀπογοητευμένοι εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ πρὶν ἀπ’ αὐτὸ ἦταν γοητευμένοι. Γοητευμένοι εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ κατόπιν θὰ γίνουν γοητευμένοι.
Ἔτσι εἶναι καὶ ἀνάμεσά σας, ἀγαπητὰ μυρμηγκάκια; Φαίνεται πὼς ὄχι. Ἔτσι μοῦ φαίνεται, ἐπειδὴ δὲν εἶδα ἀκόμα καμία νύχτα κάποιο ἀπὸ σᾶς νὰ βγαίνει κρυφὰ στὸ σεληνόφως καὶ νὰ ἐξομολογεῖται στὴ νύχτα τὴ σαγήνη του ἢ τὴν ἀπογοήτευσή του. Σὲ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους ὅμως κάθε νύχτα εἶναι γεμάτη μὲ τέτοιες ἐξομολογήσεις. Εἶναι πολὺ χορτάτη κάθε νύχτα ἀπὸ τέτοιες ἐξομολογήσεις.
Ἀπογοητευμένοι εἶναι οἱ πεινασμένοι, ποὺ γοητεύτηκαν μὲ τὴν πρώτη ματιὰ τὰ πλούτη αὐτοῦ τοῦ κόσμου.
Ἀπογοητευμένοι εἶναι οἱ ἐλεήμονες, ἐπειδὴ δὲν εὐνοήθηκαν.
Ἀπογοητευμένοι εἶναι οἱ δίκαιοι, ἐπειδὴ τοὺς εἶχαν κρεμάσει στὸ σταυρό.
Ἀπογοητευμένοι εἶναι οἱ ἁμαρτωλοί, ἐπειδὴ κατάλαβαν, ὅτι ἡ σαγήνη τῆς ἁμαρτίας εἶναι μία πλάνη μόνο.
Ἀπογοητευμένοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἀναζητοῦν τὶς ἀπολαύσεις, ἐπειδὴ ὅταν μ’ ὅλη τους τὴ δύναμη ἄδραξαν κι ἔσφιξαν τὶς ἀπολαύσεις, τὰ μάτια τους ἄνοιξαν κι εἶδαν, ὅτι ἔσφιξαν μόνο τ’ ἄδεια χέρια.
Ἀπογοητευμένοι εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἀναζητοῦν τὸ καθαρὸ μαρτύριο, ἐπειδὴ ἔμαθαν ὅτι καὶ στὸ μαρτύριο ὑπάρχει ἀπόλαυση.
Μὲ τὴν ἀπογοήτευση ὁ Θεὸς διαπαιδαγωγεῖ τοὺς ἀνθρώπους, μικρά μου μυρμηγκάκια. Ἡ ἀπογοήτευση εἶναι ὅπως τὸ μαστίγωμα τῶν μυῶν γιὰ νὰ σκληραγωγηθοῦν.
Πολλὲς μικρὲς ἀπογοητεύσεις προετοιμάζουν ἁπλὰ τὸν ἄνθρωπο γιὰ μία μεγάλη. Τὸ νὰ ὑπομένει μία μεγάλη ἀπογοήτευση, κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ βλέπει μακριὰ πέρα ἀπὸ τὸ σωρὸ τῶν μικρῶν ἀπογοητεύσεων.
Οἱ ἀπογοητεύσεις εἶναι μαστίγωμα. Μ’ ἀρέσουν ἐκεῖνοι ποὺ κάτω ἀπὸ αὐτὸ τὸ μαστίγωμα ἔχουν σκληραγωγηθεῖ καὶ δὲν μ’ ἀρέσουν ἐκεῖνοι ποὺ κάτω ἀπὸ αὐτὸ τὸ μαστίγωμα ἔγιναν μαλθακοί.
Ἡ σκληραγωγία χρειάζεται σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, αὐτὸ τὸ ξεχνοῦν οἱ ἄνθρωποι, ποὺ παραπονοῦνται περισσότερο γιὰ τὶς ἀπογοητεύσεις σ’ αὐτὴ τὴ ζωή.
Σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ δὲν ὑπάρχουν ποτάμια ἀπὸ μέλι καὶ γάλα, εἶπα μία μέρα σὲ ἕνα σωρὸ ἀπογοητευμένων, ποὺ καταριόντουσαν τὴ ζωὴ γιὰ τὶς πλάνες της. Ἡ ζωὴ πότε δὲ σᾶς ὑποσχέθηκε ποτάμια ἀπὸ μέλι καὶ γάλα. Αὐτὴ (ἡ ζωὴ) λοιπόν, δὲν μποροῦσε οὔτε νὰ σᾶς παραπλανήσει ὡς πρὸς αὐτό. Ἐσεῖς παραπλανήσατε τὸν ἑαυτό σας, ἐπειδὴ ὑποσχόσασταν στὸν ἑαυτὸ σας κάτι γιὰ λογαριασμὸ τῆς ζωῆς, μὴ γνωρίζοντας ὅτι ἡ ζωὴ δὲν ἀναγνωρίζει κανένα λογαριασμὸ ποὺ ἔγινε χωρὶς νὰ τὸν δεῖ καὶ χωρὶς νὰ λάβει γνώση.
Μία εἶναι ἡ θανάσιμη ἁμαρτία σας, φίλοι μου. Παραμένετε ἐπίμονα γοητευμένοι ἀπὸ τὸν ἑαυτό σας καὶ ποτὲ δὲν ἐπιτρέπετε στὴ σκέψη σας ν’ ἀπογοητευθεῖ ἀπὸ αὐτὴ τὴν αὐτογοήτευση. Ἡ θανάσιμη ἁμαρτία σας εἶναι, ὅτι δὲν μπορεῖτε ν’ ἀπογοητευθεῖτε ἀπὸ τὸν ἑαυτό σας, ὅτι δὲν τολμᾶτε ν’ ἀπογοητευθεῖτε ἀπὸ τὸν ἑαυτό σας.
Ἡ ἀπογοήτευση γιὰ τὸν ἴδιο μας τὸν ἑαυτὸ εἶναι τὸ μαστίγωμα τοῦ ἑαυτοῦ μας. Μέχρι πότε θὰ μαστιγώνετε τοὺς ἄλλους καὶ θὰ ὑποκρίνεστε ὅτι σᾶς πονᾶ; Μέχρι πότε θὰ κλείνετε τ’ αὐτιά, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦτε ἐκείνους, ποὺ ἀπὸ τὴν ἀπέναντι πλευρὰ τοῦ δρόμου βαδίζοντας παράλληλα μέ σᾶς, ἀναγγέλουν τὴν ἀπογοήτευση μέσα σας; Ἀφουγκρασθεῖτε, ἀφουγκρασθεῖτε πόσες φωνὲς μιλοῦν γιὰ τὴν ἀπογοήτευση μέσα σας! Ὅμως, ἐγὼ εἶναι κάτι περισσότερο, εἶμαι ἀπογοητευμένος καὶ μὲ τὸν ἑαυτό μου. Ἐπέζησα τῆς αὐτοαπογοήτευσης.
Ἂς ἀπογοητευθεῖτε ἐσεῖς οἱ ἴδιοι μὲ τοὺς ἑαυτούς σας, ἐσεῖς οἱ τρυφεροὶ καὶ ψεύτικοι κι ἂν ἀντέξετε αὐτὸ τὸ μαστίγιο καὶ παραμείνετε ζωντανοί, τότε θὰ σᾶς ἀποκαλῶ φίλους μου. Ἂς ἀπογοητευθεῖτε ἐσεῖς οἱ ἴδιοι μὲ τοὺς ἑαυτούς σας κι ἂν τότε δὲν αὐτοκτονήσετε, ἡ ζωὴ θὰ σᾶς περιβάλει στοὺς δικούς της πραγματικοὺς στρατιῶτες. Ἡ αὐτοαπογοήτευση εἶναι στρατολόγηση γιὰ τὴ ζωή. Κατ’ αὐτὴν τὴ στρατολόγηση ἕνα μέρος τῶν ὑποψηφίων παραδίδεται στὴν αὐτοκτονία, ἐνῶ τὸ ἄλλο στὴ ζωή. Ὅμως μεγάλο μέρος τῶν ἀνθρώπων δὲν προφθαίνει αὐτὴ τὴ στρατολόγηση ἐπειδὴ παραμένει ἀνήλικο καὶ στὰ γεράματα ἢ ἀκριβέστερα στὸ μεγάλο μέρος του συχνὰ εἶναι πολύχρονο, ὅμως ποτὲ ἐνήλικο.
Ἂς ἀπογοητευτεῖτε μ’ ὅλα καὶ τότε θὰ εἶστε γοητευμένοι μ’ ὅλα, ἀκόμα καὶ μὲ τὶς ἀπογοητεύσεις σας. Ἐὰν ὁλόκληρη ἡ ζωὴ ἦταν ἀπογοήτευση θὰ αὐτοκτονοῦσε πρὶν ἀκόμα ἐγὼ καὶ ἐσεῖς παρουσιαστοῦμε σ’ αὐτήν.
Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἀπογοητεύονταν πολύ, ἀλλὰ ὅμως δὲν ἔχασαν τὴν ἱκανότητα νὰ γοητεύονται.
Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ βρίσκουν τρόπο νὰ ἐπιβιώνουν καὶ δὲν παραιτοῦνται.
Ἂν δὲν ὑπῆρχαν ἀπογοητεύσεις στὴ γοητεία, ὁ ἄνθρωπος δὲν θὰ εἶχε κόκκαλα καὶ μῦς, ἀλλὰ θὰ ἦταν σὰν σφουγγάρι ποὺ δὲν μπορεῖ τίποτα νὰ τὸν σπάσει καὶ ποὺ ἐξίσου ὑπερήφανα φουσκώνει καὶ μορφάζει, μ’ ὅτι καὶ νὰ τὸν πιέσουμε εἴτε μὲ τὸ κούτελο εἴτε μὲ τὴν πατούσα. Ὅμως τί ρόλο παίζουν οἱ σφουγγαράνθρωποι, ἀφοῦ ἡ φύση δημιούργησε ξέχωρα τὰ σφουγγάρια καὶ τοὺς ἀνθρώπους;
Οἱ ἀπογοητεύσεις εἶναι ἀμόνια πάνω στὰ ὁποῖα ἡ μοίρα σφυρηλατεῖ τοὺς ἀνθρώπους. Οἱ ὑπερβολικὰ ἀδύναμοι πέφτουν σὰν ρινίσματα, ποὺ ἡ μοίρα τὰ ξαναλιώνει στὸ φοῦρνο. Οἱ δυνατοὶ τελικὰ γοητεύονται μ’ ὅλη τὴ διαδικασία στὴν ὁποία τοὺς ὑποβάλει ἡ μοίρα. Πολλὰ κομμάτια πετάγονται ἀπ’ αὐτούς, κάτω ἀπὸ τὰ χτυπήματα τῆς μοίρας, ὅμως ἀρκετὰ παραμένουν καὶ μέσα τους, ὥστε νὰ μποροῦν νὰ νικήσουν τὴν αὐτοκτονία, τότε εἶναι ἐνήλικες, τότε ἔχουν ὡριμάσει γιὰ τὴ ζωή.
Ξέρετε, τί εἴδους ἄνθρωποι ὑπάρχουν περισσότερο μικρά μου μυρμηγκάκια; Ἐκεῖνοι, ποὺ κλαῖνε ἀπογοητευμένοι μ’ ἀναφιλητά, καὶ μετὰ ἀπ’ αὐτοὺς ἐκεῖνοι ποὺ τραγουδοῦν γοητευμένοι. Καὶ γνωρίζετε, σὲ τί ἡ ζωὴ εἶναι μεγάλη; Σ’ αὐτό, ἀγαπητά μου μυρμηγκάκια, ὅτι αὐτή, τὰ δύο τραγούδια τὰ συνθέτει σὲ μία ἁρμονία, ἐπειδὴ αὐτὴ εἶναι πιὸ εὐρεία καὶ ἀπὸ τὴν τραγωδία καὶ ἀπὸ τὴν κωμωδία.