ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ

Ὁ δρόμος τῆς θυσίας





\"\"


τοῦ Ἰωάννη Καραβιδόπουλου, Ὁμότ.Καθηγητῆ Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.

Στὸ μέσον τῆς περιόδου τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας κατὰ τὴν Γ΄ Κυριακὴ τῶν νηστειῶν τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ τὸν προσκυνήσουν οἱ πιστοὶ καὶ νὰ συνεχίσουν ἔτσι ἐνισχυμένοι τὸν πνευματικὸ ἀγώνα, ποὺ θὰ τοὺς φέρει στὴ Μ. Ἑβδομάδα καὶ τὸ Πάσχα, διαβάζει δὲ κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ τὴν περικοπὴ μὲ τὰ ἀκόλουθα λόγια ποὺ ὁ Χριστοῦ ἀπηύθυνε πρὸς τοὺς μαθητὲς του μόλις προανήγγειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν ἐπικείμενο σταυρικό του θάνατο:

 

«Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, ἂς σηκώσει τὸ σταυρό του κι ἂς μὲ ἀκολουθεῖ. Γιατί ὅποιος θέλει νὰ σώσει τὴ ζωή του θὰ τὴ χάσει· ὅποιος ὅμως χάσει τὴ ζωὴ του ἐξαιτίας μου καὶ ἐξαιτίας τοῦ εὐαγγελίου, αὐτὸς θὰ τὴ σώσει. Τί θὰ ὠφεληθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἂν κερδίσει ὁλόκληρο τὸν κόσμο ἀλλὰ χάσει τὴ ζωή του; Τί μπορεῖ νὰ δώσει ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα γιὰ τὴ ζωή του; Ὅποιος, ζώντας μέσα σ\’ αὐτὴ τὴ γενιὰ τὴν ἄπιστη κι ἁμαρτωλή, ντραπεῖ γιὰ μένα καὶ γιὰ τὴ διδασκαλία μου, θὰ ντραπεῖ γι\’ αὐτὸν καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου, ὅταν ἔρθει μὲ ὅλη τὴ λαμπρότητα τοῦ Πατέρα του, μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους».

 

Καὶ τοὺς ἔλεγε ἀκόμη: «Σᾶς βεβαιώνω πὼς ὑπάρχουν μερικοὶ ἀνάμεσα σ\’ αὐτοὺς ποὺ βρίσκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δὲ θὰ γευτοῦν τὸ θάνατο, πρὶν δοῦν νὰ ἔρχεται δυναμικὰ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Μάρκ. 8,34 – 9,1).

 

Τὰ λόγια αὐτὰ εἶναι πολὺ σημαντικὰ καὶ βαριὰ γι’ αὐτοὺς ποὺ θέλουν νὰ εἶναι μαθητὲς τοῦ Ἰησοῦ. Ἐφόσον ὁ Ἰησοῦς ἔχει νὰ ἀντιμετωπίσει ὄχι τὴ δόξα ἀλλὰ τὸ σταυρὸ καὶ τὸ πάθος, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι διαφορετικὴ καὶ ἡ τύχη τῶν μαθητῶν του, ἐὰν θέλουν βέβαια νὰ εἶναι στὴν οὐσία, ὄχι μόνο στὸ ὄνομα, μαθητές του, μαθητὲς βέβαια μὲ τὴν εὐρύτερη ἔννοια τοῦ ὄρου, δηλ. τοῦ χριστιανοῦ ποὺ ἀκολούθει πιστὰ καὶ συνειδητὰ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.

 

Καταναγκασμὸς δὲν ὑπάρχει στὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Μπορεῖ κανεὶς ἐλεύθερα νὰ ἀποφασίσει τὸ δρόμο τοῦ σταυροῦ ἀφοῦ ἀναλογισθεῖ πρῶτα τὶς δυσκολίες καὶ ἀναλάβει ἀποφασιστικὰ τὶς εὐθύνες του: «Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, ἂς σηκώσει τὸ σταυρό του κι ἂς μὲ ἀκολουθεῖ». Ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ ἐπὶ τῶν ὤμων εἶναι οἱ βασικὲς προϋποθέσεις γιὰ νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν Χριστό. Ἀρνοῦμαι τὸν ἑαυτόν μου, σημαίνει: ἐγκαταλείπω τὶς νόμιμες καὶ δίκαιες ἀπαιτήσεις, τὶς φυσιολογικὲς καὶ δικαιολογημένες ἐπιθυμίες ποὺ ἔχει τὸ ἐγώ μου μέσα στὴ ζωή, ἀρνοῦμαι τὴν ἀσφάλεια μιᾶς καλοβολεμένης ζωῆς, γιὰ νὰ ἀποδυθῶ στὴν κατὰ τὰ κριτήρια τοῦ κόσμου ἀβεβαιότητα καὶ ἀνασφάλεια ποὺ συνεπάγεται τὸ νὰ ἀκολουθῶ τὸν Χριστὸ στὸ δρόμο τοῦ πάθους. Ὁ ἐμπειρικὸς ἄνθρωπος, ὅπως τὸν γνωρίζουμε ὅλοι μας, ζητεῖ τὴν τακτοποίηση καὶ τὴν ἀσφάλεια, τὴν ἀποφυγὴ τῆς σκέψης τοῦ θανάτου, τὴν παράταση τῆς ζωῆς του μὲ κάθε τρόπο. Μὲ μία παράξενη ὅμως ἐπιχειρηματολογία γιὰ τὴν ἀνθρώπινη λογικὴ ὁ Χριστὸς διδάσκει ὅτι ἡ ζωὴ κερδίζεται μόνον ὅταν χαθεῖ. Ἡ θυσία τῆς ζωῆς ὁδηγεῖ στὴν κατ’ ἐξοχὴ ζωή. Ὁ Χριστὸς χρησιμοποιεῖ στὶς φράσεις του αὐτὲς τὴ λέξη «ψυχὴ» μὲ τὴν διπλὴ ἔννοια τῆς ζωῆς, τῆς βιολογικῆς ζωῆς καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς ποὺ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος θέλει τὴν πραγματικὴ ζωή, πρέπει νὰ θυσιάσει τὴν εὔκολη ζωὴ τοῦ κόσμου.

 

Τὰ λόγια αὐτὰ προϋποθέτουν ἢ προβλέπουν συνθῆκες διωγμοῦ μπροστὰ στὸν ὁποῖο εἶναι δυνατὸ νὰ φοβηθεῖ κανεὶς καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χάσει τὴν πραγματικὴ ζωή. Δὲν χάνουν τὴ βαρύτητά τους ὅμως τὰ λόγια αὐτὰ ἀκόμη κι ὅταν δὲν ὑπάρχει διωγμός. Εἶναι βέβαια αὐτονόητο ὅτι, ὅταν κανεὶς συμβιβασθεῖ μὲ τὶς δυνάμεις τῆς ζωῆς μέσα στὸν κόσμο καὶ βολευτεῖ μέσα στὴν ἀσφάλεια τῆς ὀργανωμένης κοινωνίας, δὲν ἀντιμετωπίζει θέμα διωγμοῦ ἢ πάθους ἢ θυσίας τῆς ζωῆς του.

 

Σὲ ποιὲς ὅμως περιπτώσεις μπορεῖ κανεὶς σήμερα νὰ μιλᾶ γιὰ σταυρὸ καὶ γιὰ μαρτύριο; Μήπως αὐτὰ εἶναι ἡρωϊκὲς πραγματικότητες τοῦ παρελθόντος τῆς Ἐκκλησίας; Ὁ συνεπὴς Χριστιανισμὸς δὲν εἶναι μόνο ἱστορικὸ παρελθόν, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ ζωντανὸ παρόν. Ὅταν μέσα σ’ ἕνα κόσμο πεσμένων ἀξιῶν μπορεῖς νὰ πιστεύεις στὶς ἄξιες τῆς πίστης, ὅταν μέσα στὸ συνηθισμένο ψέμα ἐσὺ συντάσσεσαι μὲ τὸ μέρος τῆς ἀλήθειας, ὅταν ὅλοι κάνουν τὰ πάντα γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουν τὸν ἑαυτό τους καὶ σὺ τὸν ἀρνεῖσαι, ὅταν ὅλοι συμβιβάζονται γιὰ νὰ ἐξασφαλισθοῦν κι ἐσὺ δὲν προδίδεις τὶς ἀρχές σου μὲ κίνδυνο νὰ ζημιωθεῖς καὶ νὰ χάσεις τὴ θέση σου, ὅταν οἱ ἄλλοι ὀρθολογιστικὰ ἐξηγοῦν τὰ πάντα μὲ ἐνδοκοσμικὸ πρίσμα, ἐνῶ τὴν δική σου καρδιὰ τὴν ζεσταίνει ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως, τότε εἶσαι πραγματικὸς μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ, ποὺ τὸν ἀκολουθεῖς στὸ δύσκολο δρόμο τῆς θυσίας.

 

Ὅλα αὐτὰ ὅμως ποὺ φαίνονται ἀδύνατα γιὰ τὸν φυσιολογικὸ ἄνθρωπο, γίνονται πραγματικότητες μέσα στὴν περιοχὴ τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀναγεννᾶ καὶ μεταβάλλει τὸν ἄνθρωπο σὲ νέο δημιούργημα, σὲ «καινὴ κτίση».

 

Ἕνα μήνυμα, λοιπόν, ἑκούσιας αὐταπαρνήσεως μᾶς ἀπευθύνει τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, αὐταπαρνήσεως ὄχι γιὰ ὁποιοδήποτε ἄλλο λόγο ἀλλὰ γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὸ Εὐαγγέλιο. Οἱ ἥρωες τῆς πίστης καὶ οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν εἶναι μόνον μορφὲς τοῦ μακρινοῦ παρελθόντος· μποροῦν νὰ γίνουν καὶ ζωντανὲς πραγματικότητες στὴν ἐποχή μας.