Συναξαριστής

(Ὀκτ 21) Ἱλαρίωνος ὁσίου (+371)


Ὁ Ὅσιος Ἰλαρίων ὁ Μέγας
Γεννήθηκε τὸ 333 μ.Χ., στὰ χρόνια τοῦ Μ. Κωνσταντίνου.Ἡ κωμόπολη στὴν ὁποία ἀνατράφηκε ὀνομαζόταν Θαβαθά, πέντε μίλια μακριὰ ἀπὸ τὴν Γάζα. Οἱ γονεῖς του ἦταν πλούσιοι εἰδωλολάτρες. Στὴν ἐπιθυμία τους νὰ σπουδάσουν ὅσο γίνεται καλύτερα τὸ γιό τους, ἔστειλαν αὐτὸν στὴν Ἀλεξάνδρεια.Ἐκεῖ, ὁ Ἰλαρίων γνώρισε τὴ χριστιανικὴ πίστη, τὴν ἀγάπησε καὶ βαπτίσθηκε χριστιανός. Ἔγινε μιμητὴς τοῦ Μ. Ἀντωνίου καὶ ἔμεινε ἀρκετὸ καιρὸ κοντά του. Ὅταν πέθαναν οἱ γονεῖς του, γύρισε στὴν πατρίδα του, διαμοίρασε στοὺς φτωχοὺς ὅλην του τὴν κληρονομιὰ καὶ πῆγε στὴν ἔρημο.Ἐκεῖ κάποτε συνάντησε λῃστές, μὲ τοὺς ὁποίους εἶχε τὸν ἑξῆς διδακτικὸ διάλογο: «Ἐὰν σὲ συναντοῦσαν κλέφτες, τὸν ῥώτησαν, τί θὰ ἔκανες;» Ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Τί ἔχει νὰ φοβηθεῖ ὁ γυμνός;». Ἔπειτα τοῦ εἶπαν: «Ἀλλ᾿ ἂν σὲ σκότωναν;» ὁ Ἰλαρίων ἀπάντησε: «Τόσο τὸ καλύτερο. Ὁ σωματικὸς θάνατος κλείνει τὴν νύκτα τῆς παροῦσας ζωῆς καὶ εἰσάγει στὴν ἀνατολὴ τῆς μέλλουσας ζωῆς». Οἱ ἀπαντήσεις τοῦ Ἰλαρίωνα εἶχαν σὰν ἀποτέλεσμα τὴ μετάνοια τῶν λῃστῶν.Ὁ Ἰλαρίων ἔλαβε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τὸ χάρισμα νὰ κάνει θαύματα.Ἀφοῦ περιόδευσε σὲ πολλοὺς τόπους καὶ χῶρες, παρέδωσε στὸ Θεὸ τὴν ψυχή του, ὀγδόντα χρονῶν.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἐγκρατείας τῇ αἴγλη λαμπρυνθεὶς τὴν διάνοιαν, ἤστραψας θαυμάτων ἀκτῖνας Ἰλαρίων Πατὴρ ἠμῶν, καὶ γεγονὸς φωστὴρ περιφανής, καὶ στῦλος εὐσέβειας θεαυγῆς, καταυγάζων τῇ ἐνθέῳ σου βιοτῇ, τοὺς πίστει προσιόντας σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τὸ ἄγονον ἐγεώργησας· καὶ τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατὸν τοὺς πόνους ἐκαρποφόρησας· καὶ γέγονας φωστὴρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Ἱλαρίων Πατὴρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

ΚοντάκιονἮχος γ’.
Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὡς φωστῆρα ἄδυτον, τοῦ νοητοῦ σε Ἡλίου, συvελθόvτες σήμεροv, ἀνευφημοῦμεν ἐν ὕμvοις. Ἔλαμψας τοῖς ἐν τῷ σκότει τῆς ἀγνωσίας, ἅπαντας ἀναβιβάζων πρὸς θεῖοv ὕψος, Ἱλαρίων τοὺς βοῶντας. Χαίροις ὦ Πάτερ, τῶν Ἀσκητῶv ἡ κρηπίς.


Οἱ Ἅγιοι Γάιος, Δάσιος καὶ Ζωτικός
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ βρίσκονταν στὴ Νικομήδεια καὶ ἀπὸ θεῖο ζῆλο ἐμπνεόμενοι, πῆγαν καὶ γκρέμισαν τὰ εἴδωλα τῶν Ἑλλήνων μέσα στοὺς ναούς.Ἔπειτα φανερώθηκαν μόνοι τους καὶ ὑπέστησαν φοβερὰ βασανιστήρια. Τοὺς κρέμασαν ἐπάνω σὲ ξύλα καὶ ἔτριψαν τὶς σάρκες τους μὲ πανιὰ ὑφασμένα ἀπὸ τρίχες κατσίκας. Ἔπειτα, ἀφοῦ ἔδεσαν πέτρες στὸ λαιμό τους, τοὺς ἔριξαν στὴ θάλασσα καὶ ἔτσι ὅλοι ἔλαβαν μαρτυρικὸ τέλος.

Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ποὺ ἀσκήτευσε στὸν Ἄθω

Γεννήθηκε κατὰ τὸν 14ο αἰῶνα στὴ Χρυσούπολη τῆς Μακεδονίας (κοντὰ στὴν Καβάλα), οἱ δὲ γονεῖς του ἦταν ἀπὸ κάποια ἐπαρχία τῆς Μ. Ἀσίας καὶ συγκεκριμένα ἀπὸ τὴν πόλη Ἐλάτεια.Γιὰ τὸ φόβο τῶν Ἀγαρηνῶν ἦλθαν στὴν Χρυσούπολη, ὅπου πέθανε ὁ πατέρας, ἀφοῦ ἔκανε δυὸ παιδιά. Τὰ παιδιὰ αὐτὰ τὰ ἅρπαξαν οἱ Τοῦρκοι καὶ ὁ πόνος τῆς μάνας τους Εὐδοκίας ἦταν μεγάλος καὶ γιὰ νὰ τὸν ἐλαφρύνει, κλείστηκε σὲ γυναικεῖο μοναστήρι.

Κάποτε ὅμως, σὲ μία πανήγυρη ἑνὸς ἀνδρικοῦ μοναστηριοῦ συνάντησε τὰ δυὸ παιδιά της καὶ μὲ μεγάλη συγκίνηση ἄκουσε τὴν ἱστορία τῆς σωτηρίας τῶν παιδιῶν της, ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ ἡγουμένου.

Ὁ Θεόφιλος ἔτσι ἦταν τὸ πρῶτο του ὄνομα, ἔδειξε μεγάλη προθυμία στὸ μοναστήρι αὐτὸ καὶ ἐκάρη μοναχός με τὸ ὄνομα Φιλόθεος. Κατόπιν πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου οἱ ἀσκητικοί του ἀγῶνες ἔγιναν παράδειγμα σὲ πολλοὺς ἀδελφούς.Πέθανε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 84 χρονῶν, ἀφοῦ μόρφωσε πνευματικὰ στὸν τόπο ἐκεῖνο πολλοὺς μοναχούς.


Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρέας, Στέφανος, Παῦλος καὶ Πέτρος

Στοὺς Συναξαριστὲς ὀνομάζονται νεοφανεῖς Ἅγιοι καὶ μαρτύρησαν ἐπὶ Κων/νου τοῦ Κοπρωνύμου.

Ἀπ᾿ αὐτοὺς ὁ Ἀνδρέας ἦταν μοναχὸς ἀπὸ τὴν Κρήτη καὶ ἀφοῦ ἔλεγξε τὸν Κοπρώνυμο ἀποκεφαλίστηκε καὶ τάφηκε «ἐν τῇ Κρίσει» (17 Ὀκτωβρίου).Οἱ δὲ ὑπόλοιποι τρεῖς, μᾶλλον μοναχοὶ καὶ αὐτοί, ἀφοῦ ὑπερασπίστηκαν μὲ σθένος τοὺς ὀρθόδοξους ἱεροὺς κανόνες, ἀποκεφαλίστηκαν ἀπὸ τὸν Κοπρώνυμο.


Ὁ Ἅγιος Ζαχαρίας ὁ Ὁσιομάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ πνιγμοῦ μέσα στὴ θάλασσα.

Ἡ Ἁγία Θεοδότη καὶ ὁ Ἅγιος Σωκράτης ὁ Πρεσβύτερος

Ἔζησαν τὸν 3ο αἰῶνα μ.Χ., ὅταν βασιλιὰς ἦταν ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Σεβῆρος, καὶ μαρτύρησαν στὴν Ἄγκυρα.Ἡ Θεοδότη, ἀπὸ εὐγενικὴ οἰκογένεια, ἦταν θαῤῥαλέα στὴν πίστη καὶ ὅπου καὶ ἂν βρισκόταν μιλοῦσε γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ προσπαθοῦσε νὰ αὐξάνει τὸν ἀριθμὸ τῶν ἀφοσιωμένων στὴ λατρεία τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ πρεσβύτερος Σωκράτης ἦταν ἱερέας ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ δὲν λειτουργοῦν μόνο, ἀλλὰ καὶ φωτίζουν καὶ οἰκοδομοῦν, στὴν ἀνάγκη μάλιστα εἶναι ἕτοιμοι νὰ θυσιαστοῦν γιὰ τὴν πίστη καὶ τὸ ποίμνιό τους.Στὴν ἐργασία του αὐτὴ ὁ Σωκράτης εἶχε πολύτιμο βοηθὸ τὴν εὐσεβὴ Θεοδότη, πού, μὲ τὴν διδασκαλία της, προπαρασκεύαζε εἰδωλολάτρισσες γυναῖκες στὴ γνώση τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστης, καὶ στὴν ἀποδοχὴ τοῦ ἁγίου βαπτίσματος. Ἔτσι λοιπόν, καταγγέλθηκαν καὶ οἱ δυὸ γιὰ τὶς ἐνέργειές τους αὐτές, συνελήφθησαν καὶ μὲ ἀπειλὲς καὶ μαρτύρια τοὺς ἐξανάγκαζαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα.Ἀλλ᾿ ἡ γυναῖκα καὶ ὁ ἱερέας ἀπέκρουσαν μὲ ἀγανάκτηση τὴν ἀσεβὴ πρόταση καὶ σφράγισαν τὴν ὁμολογία τῆς πίστης τους μὲ τὸ αἷμα τους, ἀφοῦ ὑπέστησαν θάνατο μὲ ἀποκεφαλισμό.


Ὁ Ἅγιος Εὐκράτης (ἢ Εὔκρατος) ὁ Ὁσιομάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Ἴσως νὰ πρόκειται γιὰ τὸν πιὸ πάνω ἅγιο Σωκράτη κατὰ τὴν ἀντιγραφή, ἀπὸ λάθος, νὰ ἔγινε Εὔκρατης).

Ὁ Ὅσιος Βαρούχ
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ἅγιος Ἄζης
Μαρτύρησε διὰ πυρός.

Ὁ Ἅγιος Πλαντῖνος
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο σελ. 115, συνοδευμένη μὲ αὐτὴ τῆς ἁγίας Εἰρήνης καὶ ἁγίας Μαρίνας τῆς Ῥαϊθοῦ.

Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος
Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου. Ἡ μνήμη του φέρεται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye, χωρὶς βιογραφικὰ στοιχεῖα, παρὰ μόνο μὲ τὴν ἑξῆς φράση: «Μνήμη τοῦ ὁσίου Ἰακώβου τοῦ γενομένου οἰκονόμου τῆς Μονῆς τοῦ σωτῆρος Χριστοῦ τοῦ Βαθέος Ῥύακος, ὃς ὤρμητο ἐκ τῆς δευτέρας τῶν Καππαδόκων ἐπαρχίας».

Ὁ Ἅγιος Σωκράτης ὁ ἱερομάρτυρας
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη του αὐτὴν τὴν ἡμέρα.(Ἴσως εἶναι ὁ ἴδιος με τὸν προηγούμενο, ποὺ ἑορτάζεται μαζὶ μὲ τὴν ἁγία Θεοδότη).

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας ἀπὸ τὴν Μονεμβασιά
Ἦταν γιὸς ἱερέα καὶ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Γεράκι τῆς Μονεμβασιᾶς.Τὸ 1770 ὅταν οἱ Ἀλβανοὶ ἦλθαν στὴν Πελοπόννησο, ἔσφαξαν τὸν πατέρα του, καὶ αὐτὸν μαζὶ μὲ τὴν μητέρα του ἀπήγαγαν στὴ Λάρισα. Ἦταν τότε ὁ Ἰωάννης 15 χρονῶν. Ἐκεῖ πουλήθηκε μαζὶ μὲ τὴν μητέρα του σὲ κάποιο Τοῦρκο.Ἐπειδὴ ὅμως ὁ Τοῦρκος αὐτὸς δὲν εἶχε παιδιά, θέλησε νὰ υἱοθετήσει τὸν Ἰωάννη ἀφοῦ τὸν ἐξισλαμίσει. Οἱ τεράστιες καὶ ποικίλες προσπάθειες τοῦ Τούρκου γιὰ νὰ ἐξισλαμίσει τὸν Ἰωάννη, δὲν ἔφεραν κανένα καρπό. Ὁ νέος με ὑψηλὸ φρόνημα, διαρκῶς ἔλεγε: «ἐγὼ Τοῦρκος δὲν γίνομαι, ἐγὼ εἶμαι χριστιανὸς καὶ χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω». Τότε ὁ Τοῦρκος, μέσα στὸ σπίτι του, ἄρχισε νὰ βασανίζει σκληρὰ τὸν Ἰωάννη.Τὴν περίοδο τοῦ Δεκαπενταύγουστου τὸν πίεζε νὰ καταλύσει, καὶ μάλιστα εἶχε βάλει καὶ τὴν μητέρα του νὰ τὸν παρακαλέσει νὰ φάει ἀπὸ τὰ δελεαστικὰ φαγητά. Ἀλλ᾿ ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε: «ἐγὼ εἶμαι γιὸς παπᾶ καὶ πρέπει νὰ φυλάττω καλύτερα ἀπὸ τοὺς γιοὺς τῶν λαϊκῶν τοὺς νόμους καὶ τὰ ἔθιμα τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας».Ἐξαγριωμένος ὁ σκληρὸς Τοῦρκος ἀπὸ τὴν στάση τοῦ Ἰωάννη, τὸν μαχαίρωσε στὴν καρδιά, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πεθάνει στὶς 21 Ὀκτωβρίου 1773.
ἈπολυτίκιονἮχος γ’. Θείας πίστεως.Θεῖον γόνον σε, Μονεμβασία, ἀνεβλάστησε, καρποφοροῦντα, Ἰωάννη τὰς τῆς πίστεως χάριτος, τῶν γὰρ πατρῴων θεσμῶν ἀντεχόμενος, τοὺς ἐκ τῆς Ἀγαρ ἀθλήσας κατήσχυνας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἡ Ἀνακομιδὴ τοῦ Λειψάνου τοῦ Ὁσίου Χριστοδούλου τοῦ Θαυματουργοῦ
Βλέπε βιογραφικό του σημείωμα τὴν 16η Μαρτίου.

Ἡ Ἀνακομιδὴ τῶν Λειψάνων τοῦ Ὁσίου Ἰλαρίωνα Ἐπισκόπου Μεγληνίας (Ρῶσος)
Ἡ Ἀνακομιδὴ τῶν Ἱερῶν Λειψάνων τοῦ Ὁσίου Ἰλαρίωνα Ἐπισκόπου Μεγληνίας ἀπὸ τὴν Μεγληνία στὸ Τύρνοβο τῆς Βουλγαρίας ἔγινε τὸ 1206 μ.Χ. Δὲν ἔχουμε ἄλλες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.Περιληπτικὰ ἀναφέρουμε ὅτι ὁ Ἅγιος Ἰλαρίων γεννήθηκε γύρω στὰ 1080 – 1090 μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς Ἕλληνες γονεῖς μετὰ ἀπὸ ἀδιάκοπες προσευχὲς τῆς στείρας μητέρας του πρὸς τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Κάποια νύχτα τῆς φανερώθηκε στὸν ὕπνο της, ἡ Παναγία καὶ τῆς ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ γεννήσει γιό, ποὺ θὰ μεταστρέψει πολλοὺς ἀπὸ τὴν πλάνη στὸ φῶς τῆς θεογνωσίας.Ὅταν συμπλήρωσε τὰ δεκαοχτώ του χρόνια, ὁ Ἰλαρίων μετέβη σὲ κάποιο μοναστῆρι τῆς περιοχῆς του καὶ ἐκάρη μοναχός. Ζοῦσε μὲ μεγάλη ἄσκηση, ὥστε νὰ μιλοῦν γι\’ αὐτὸν ὅλοι οἱ ἀδελφοί της Μονῆς. Ἀργότερα τοῦ ἀνέθεσαν καὶ τὴν γεροντία τοῦ Μοναστηριοῦ καὶ ἐνῷ ἀκόμη ἦταν ἡγούμενος ὁ ὅσιος ἔκανε πολλὰ θαύματα καὶ ἡ φήμη του διαδόθηκε παντοῦ. Ὅπως ἐμφανίστηκε ἡ Θεοτόκος στὴ μητέρα του καὶ τῆς ἀνήγγειλε τὴ γέννησή του, ἔτσι ἐμφανίσθηκε καὶ στὸν ἀρχιεπίσκοπο ἀχρίδας Εὐστάθιο, προτρέποντάς τον νὰ τοποθετήσει ὡς Ποιμενάρχη τοῦ λαοῦ τῶν Μογλενῶν τὸν ὅσιο Ἰλαρίωνα. Πράγματι, μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ὁ Ἅγιος χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Μογλενῶν.Ἡ ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς του φημολογεῖται ὅτι ἦταν τὸ σημερινὸ χωριὸ Χρυσῆ. Ἡ περιοχὴ ὅμως ὅπου ἀρχιεράτευε ὁ ὅσιος ἦταν γεμάτη ἀπὸ αἱρετικοὺς ποὺ ἀκολουθοῦσαν τοὺς μονοφυσῖτες Ἀρμενίους καὶ Βογόμιλους. Τοὺς αἱρετικοὺς αὐτοὺς τοὺς εἶχε ἐγκαταστήσει στὰ Μογλενά, ποὺ ἦταν τόπος ἐξορίας πάσης φύσεων αἱρετικῶν, ἡ δυναστεία τῶν Κομνηνῶν. Ὁ Ἅγιος Ἰλαρίων μὲ τὸ κηρυκτικὸ του ἔργο καὶ τὸν ἐπίμονο ἀντιαιρετικό του ἀγῶνα προκάλεσε τὴν μεταστροφὴ μεγάλων αἱρετικῶν μαζῶν στὴν Ὀρθόδοξη πίστη.

Ὁ Ὅσιος Φίλιππος

Ἡ Ἁγία Ursula (Βρεταννίδα)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτῆς τῆς ἁγίας τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Ὁ Ἅγιος Finan (Ἰρλανδός)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.