Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Στοὺς καταλόγους τῶν Δώδεκα μαθητῶν ποὺ ἀναγράφονται στὴν Καινὴ Διαθήκη ἀναφέρεται τὸ ὄνομα Ματθαῖος.
    Στὴ διήγηση τῆς κλήσεως κάνει λόγο γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ κάθεται στὸ τελώνιο καὶ γι’ αὐτὸ ὁ ἴδιος χαρακτηρίζει τὸν ἑαυτὸ του «Ματθαῖος ὁ τελώνης».
    Τὸ ὄνομα Ματθαῖος, ποὺ τὸ πῆρε μετὰ τὴ κλήση του ἀπὸ τὸν Χριστό, σημαίνει Θεόδωρος ἢ Θεοδώρητος, δήλ. αὐτὸς ποὺ εἶναι δῶρο Θεοῦ.

  • !

    Οἱ δυὸ ἄλλοι εὐαγγελιστές, Μάρκος καὶ Λουκᾶς ἀπὸ σεβασμὸ πρὸς τὸν Ἀπόστολο καὶ Εὐαγγελιστῆ Ματθαῖο, δὲν ἀναφέρουν τὸ ἐπάγγελμα του, διότι ὁ τελώνης ἦταν μισητὸ πρόσωπο.
    Δὲν ἀρνεῖται τὴν προηγούμενη ζωὴ του ὁ ἀπόστολος, ὁμολογεῖ τὴν ἀλλαγὴ του μετὰ τὴν κλήση του. Αὐτὸ φανερώνει τὴν ταπείνωσή του.
    Ὁ ἴδιος, ὡς ὑπάλληλος, θὰ ἀνῆκε στὴν ὑπηρεσία κάποιου ἐπιχειρηματία, ποὺ ἐξαγόραζε ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους τὴν εἴσπραξη τῶν φόρων τῆς πόλεως ἢ καὶ ὁλόκληρης τῆς περιφέρειας. Γνώριζε δὲ, ἀσφαλῶς, τὴν ἀραμαϊκὴ γλώσσα, ποὺ μιλοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι ἀλλὰ καὶ τὴν ἑλληνική.

  • !

    Στὴν κλήση τοῦ Κυρίου «ἀκολούθει μοι», ὑπάκουσε ἀμέσως καὶ χωρὶς δισταγμὸ ἐγκατέλειψε τὰ πάντα. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι γνώριζε καὶ σεβόταν τὸν Κύριο. Ἀνῆκε καὶ αὐτὸς στοὺς τελῶνες, ποὺ πλησίαζε ὁ Κύριος καὶ ποὺ οἱ Φαρισαῖοι γιὰ νὰ τὸν κατηγορήσουν τὸν χαρακτήριζαν «φίλος τῶν τελωνῶν».

  • !

    Μετὰ τὴν κλήση του παραμένει ἀφανὴς μέσα στὸν κύκλο τῶν μαθητῶν. Καὶ ὅταν ζοῦσε ὁ Κύριος ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση. Δὲν ἀναφέρεται πουθενὰ μέσα στὴ Κ. Δ τὸ ὄνομά του. Αὐτὴ ἡ ἀφάνεια μαρτυρεῖ ἀσφαλῶς τὴν ταπεινοφροσύνη του.

  • !

    Μετὰ τὴν κλήση του παραμένει ἀφανὴς μέσα στὸν κύκλο τῶν μαθητῶν. Καὶ ὅταν ζοῦσε ὁ Κύριος ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση. Δὲν ἀναφέρεται πουθενὰ μέσα στὴ Κ. Δ τὸ ὄνομά του. Αὐτὴ ἡ ἀφάνεια μαρτυρεῖ ἀσφαλῶς τὴν ταπεινοφροσύνη του.

  • !

    Μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ὁ Ματθαῖος, ὅπως ἀναφέρουν οἱ Κλήμης, Εὐσέβιος καὶ Εἰρηναῖος, κηρύττει τὸν Χριστό περίπου γιὰ ὀκτὼ χρόνια στοὺς Ἑβραίους. Ἐδῶ γράφει μεταξὺ 60-66 μ.Χ. τὸ Εὐαγγέλιό του στὴν ἀραμαϊκὴ γλώσσα, ποὺ τὸ μετέφρασε ὁ ἴδιος ἢ κάποιος ἄλλος ἀποστολικὸς ἄνδρας ἀργότερα στὰ ἑλληνικά.

  • !

    Σκοπὸς τῆς συγγραφῆς τοῦ Εὐαγγελίου ἀπὸ τὸν Ἄπ. Ματθαῖο ἦταν νὰ φανερώσει, ὅτι ὁ Χριστὸς καταγόταν «ἐκ σπέρματος Δαβίδ», γι’ αὐτὸ καὶ ἀρχίζει τὴν ἀφήγησή του μὲ τὴ Γέννησή Του.
    Γι’ αὐτὸ ἐκλέγει κύρια γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου, συλλέγει λόγους του καὶ τὰ τοποθετεῖ μὲ τρόπο, ὥστε νὰ ἀνταποκρίνονται στὴν ἀπόδειξη τῆς θέσεως, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Μεσσίας ποὺ προαναγγέλθηκε στοὺς Ἰουδαίους.

  • !

    «Σώζεις, Ἰησοῦ καὶ τελῶνες· σ’ Ἐσένα ἀνήκει ἡ χάρη». Ἔτσι φωνάζει ὁ Ματθαῖος βρισκόμενος στὸ μέσο τῆς φωτιᾶς.

Ἕνας τελώνης Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστής

Στοὺς καταλόγους τῶν Δώδεκα μαθητῶν ποὺ ἀναγράφονται στὴν Καινὴ Διαθήκη ἀναφέρεται τὸ ὄνομα Ματθαῖος. Ὁ ἴδιος ἔτσι ὀνομάζει τὸν ἑαυτό του στὸν κατάλογο τῶν μαθητῶν ποὺ παραθέτει στὸ Εὐαγγέλιό του (Μάτθ. 10, 3) ἀλλὰ καὶ στὴ διήγηση τῆς κλήσεῶς του στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Στὴ διήγηση τῆς κλήσεως κάνει λόγο γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ κάθεται στὸ τελώνιο καὶ γι’ αὐτὸ  ὁ ἴδιος χαρακτηρίζει τὸν ἑαυτὸ του «Ματθαῖος ὁ τελώνης». Αὐτὸς ὁ τελώνης στὸ κατὰ Μάρκον εὐαγγέλιο ὀνομάζεται «Λευΐς ὁ τοῦ Ἀλφαίου» (Μάρκ. 2,14), ἐνῶ ὁ Λουκᾶς ἀναφέρει μόνο «Λευΐς» (Λούκ. 5, 27). Πρέπει νὰ ποῦμε, ὅτι στοὺς καταλόγους τῶν μαθητῶν ἀναφέρεται καὶ ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος ὡς υἱὸς τοῦ Ἀλφαίου, ἀλλὰ δὲν ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Ἀποστ. Ματθαίου. Ἂν ἦταν θὰ ἀναφερόταν μέσα στὰ εὐαγγέλια, ὅπως συμβαίνει μὲ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους ποὺ ἤσαν ἀδέλφια π.χ. Ἀνδρέας καὶ Πέτρος, Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης.

Ὁ τελώνης Ματθαῖος καὶ ὁ Λευΐς εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο. Τὸ ὄνομα Ματθαῖος, ποὺ τὸ πῆρε μετὰ τὴ κλήση του ἀπὸ τὸν Χριστό, σημαίνει Θεόδωρος ἢ Θεοδώρητος, δήλ. αὐτὸς ποὺ εἶναι δῶρο Θεοῦ. Εἶναι σύντμηση τοῦ ὀνόματος Ματθανίας, ὅπως σύντμηση τοῦ ὀνόματος Ματθαῖος εἶναι τὸ ὄνομα Ματθίας. Ὁ Τατιανὸς στὸ Μάτθ. 10, 3 παραθέτει τὴν προσθήκη «ὁ καὶ Λεββαῖος». Δὲν γνωρίζομε πότε καὶ γιατί ὁ Κύριος τοῦ ἔδωσε αὐτὸ τὸ ὄνομα, μὲ τὸ ὁποῖο ἦταν πλέον γνωστὸς στὴν Ἐκκλησία ὅταν ἔγραφε τὸ Εὐαγγέλιό του. Οἱ δυὸ ἄλλοι εὐαγγελιστές,  Μάρκος καὶ Λουκᾶς ἀπὸ σεβασμὸ πρὸς τὸν Ἀπόστολο καὶ Εὐαγγελιστῆ Ματθαῖο, δὲν ἀναφέρουν τὸ ἐπάγγελμα του, διότι ὁ τελώνης ἦταν μισητὸ πρόσωπο.

Ὁ ἴδιος, ὅμως, ἀναφέρει ὅτι ὁ Κύριος «εἶδεν ἄνθρωπον καθήμενον ἐπὶ τὸ τελώνιον, Ματθαῖον λεγόμενον» (Μάτθ. θ, 9), ἄνθρωπο δήλ. γνωστὸ μὲ τὸ ὄνομα Ματθαῖος. Ὅπως ἀναφέρει  ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Ἄξιον καὶ τοῦ ἀποστόλου θαυμᾶσαι τὴν φιλοσοφίαν, πὼς οὐκ ἀποκρύπτει αὐτοῦ τὸν ἔμπροσθεν βίον, ἀλλὰ καὶ τὸ ὄνομα τίθησι, τῶν ἄλλων κρυψάντων αὐτὸ προσηγορία ἑτέρα». Δὲν ἀρνεῖται τὴν προηγούμενη ζωὴ του ὁ ἀπόστολος, ὁμολογεῖ τὴν ἀλλαγὴ του μετὰ τὴν κλήση του. Αὐτὸ φανερώνει τὴν ταπείνωσή του.

Ὁ Ἄπ. Ματθαῖος κατοικοῦσε στὴν Καπερναούμ, πόλη ποὺ ἀνῆκε στὴ δικαιοδοσία τοῦ Ἡρώδη. Ὁ ἴδιος, ὡς ὑπάλληλος, θὰ ἀνῆκε στὴν ὑπηρεσία κάποιου ἐπιχειρηματία, ποὺ ἐξαγόραζε ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους τὴν εἴσπραξη τῶν φόρων τῆς πόλεως ἢ καὶ ὁλόκληρης τῆς περιφέρειας. Γνώριζε δὲ, ἀσφαλῶς, τὴν ἀραμαϊκὴ γλώσσα, ποὺ μιλοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι ἀλλὰ καὶ τὴν ἑλληνική.

Στὴν κλήση τοῦ Κυρίου «ἀκολούθει μοι», ὑπάκουσε ἀμέσως καὶ χωρὶς δισταγμὸ ἐγκατέλειψε τὰ πάντα. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι γνώριζε καὶ σεβόταν τὸν Κύριο. Ἀνῆκε καὶ αὐτὸς στοὺς τελῶνες, ποὺ πλησίαζε ὁ Κύριος καὶ ποὺ οἱ Φαρισαῖοι γιὰ νὰ τὸν κατηγορήσουν τὸν χαρακτήριζαν  «φίλος τῶν τελωνῶν» (Λούκ. 7, 35. 15, 1). Ὁ Ματθαῖος πρέπει νὰ ἦταν πλούσιος. Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὸ ὅτι εἶχε δικό του σπίτι. Σ’ αὐτὸ, γιὰ νὰ πανηγυρίσει τὸ γεγονὸς τῆς κλήσεώς του καὶ τὴν ἐγκατάλειψη τοῦ ἐπαγγέλματός του, παραθέτει γεῦμα ἀποχαιρετιστήριο, στὸ ὁποῖο κάλεσε πάρα πολλοὺς ἀνθρώπους. Δὲν φαίνεται ἀπὸ τὰ εὐαγγέλια ὅτι γνώριζε ἢ ἀνῆκε στὸν κύκλο τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ὅπως ἄλλοι μαθητές.

Μετὰ τὴν κλήση του παραμένει ἀφανὴς μέσα στὸν κύκλο τῶν μαθητῶν. Καὶ ὅταν ζοῦσε ὁ Κύριος ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση. Δὲν ἀναφέρεται πουθενὰ μέσα στὴ Κ. Δ τὸ ὄνομά του. Αὐτὴ ἡ ἀφάνεια μαρτυρεῖ ἀσφαλῶς τὴν ταπεινοφροσύνη του. Ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς μᾶς δίνει πληροφορίες γιὰ τὴν αὐστηρὴ ἀσκητικὴ ζωή του. «Ματθαῖος μὲν οὒν ἀπόστολος σπερμάτων καὶ ἀκροδρύων καὶ λαχάνων ἄνευ κρεὼν μετελάμβανεν». Καρποὶ καὶ λαχανικὰ ἦταν ἡ τροφή του, ἀπεῖχε δὲ ἀπὸ κρέας.

Μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ὁ Ματθαῖος, ὅπως ἀναφέρουν οἱ Κλήμης, Εὐσέβιος καὶ Εἰρηναῖος, κηρύττει τὸν Χριστό περίπου γιὰ ὀκτὼ χρόνια στοὺς Ἑβραίους. Ἐδῶ γράφει μεταξὺ 60-66 μ.Χ. τὸ Εὐαγγέλιό του στὴν ἀραμαϊκὴ γλώσσα, ποὺ τὸ μετέφρασε ὁ ἴδιος ἢ κάποιος ἄλλος ἀποστολικὸς ἄνδρας ἀργότερα στὰ ἑλληνικά. Σ’ αὐτὸ περιλαμβάνονται οἱ ἀφηγήσεις γεγονότων τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ διδασκαλίες ποὺ χρησιμοποιοῦσε στὶς κατηχήσεις του. «Τὸ κατὰ Ματθαῖον εὐαγγέλιον πρὸς Ἰουδαίους ἐγράφη», ἀναφέρει πρῶτος ὁ Εἰρηναῖος, ἐννοώντας ὡς παραλῆπτες τοὺς Ἑβραίους ποὺ ἔγιναν χριστιανοὶ ἢ, ὅπως ἀναφέρει, ὁ Ὠριγένης «τοῖς ἀπὸ Ἰουδαϊσμοῦ πιστεύσασι».

Σκοπὸς τῆς συγγραφῆς τοῦ Εὐαγγελίου ἀπὸ τὸν Ἄπ. Ματθαῖο ἦταν νὰ φανερώσει, ὅτι ὁ Χριστὸς καταγόταν «ἐκ σπέρματος Δαβίδ», γι’ αὐτὸ καὶ ἀρχίζει τὴν ἀφήγησή του μὲ τὴ Γέννησή Του. Ὅπως λέει ὁ Ἰ. Χρυσόστομος, ὁ Ματθαῖος «οὐδὲν πλέον ἐζήτησε δεῖξαι ἢ ὅτι ἀπὸ Ἀβραὰμ καὶ Δαβὶδ ἤν…οὐδὲν γὰρ οὕτως ἀνέπαυε τὸν Ἰουδαῖον, ὡς τὸ μαθεῖν αὐτὸν ὅτι τοῦ Ἀβραὰμ καὶ Δαβὶδ ἔκγονος ἢν ὁ Χριστός». Γι’ αὐτὸ ἐκλέγει κύρια γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου, συλλέγει λόγους του καὶ τὰ τοποθετεῖ μὲ τρόπο, ὥστε νὰ ἀνταποκρίνονται στὴν ἀπόδειξη τῆς θέσεως, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Μεσσίας ποὺ προαναγγέλθηκε στοὺς Ἰουδαίους. Μὲ τὴν παράθεση δὲ τῶν προφητειῶν τῆς Π.Δ, φανερώνει ὅτι ἐκπληρώθηκαν στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.

Γιὰ τὴν μετέπειτα δράση του, ὅσα παραδίδονται δὲν μποροῦμε νὰ τὰ θεωρήσουμε ἀκριβὴ καὶ ἱστορικά. Ὁ Ρουφίνος, ὁ Γρηγόριος ὁ Μέγας καὶ ὁ ἐκκλησιαστικὸς ἱστορικὸς Σωκράτης ἀναφέρουν ὅτι πῆγε στὴν Αἰθιοπία. Ὁ Παυλίνος Νώλης ἀναφέρει ὅτι ἐπέστρεψε στὸ Χριστὸ τοὺς εἰδωλολάτρες Πάρθους, ὅπως δὲ ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης «ὕστερον ἐτελειώθη διὰ τοῦ πυρὸς ὑπὸ τῶν ἀπίστων» στὴν Ἱεράπολη τῆς Συρίας. Αὐτὸ φανερώνει καὶ τὸ δίστιχο τοῦ συναξαριστῆ: « Σώζεις Ἰησοῦ καὶ τελώνας· σοὶ χάρις». Οὕτω βοᾶ Ματθαῖος ἐκ πυρὸς μέσου». Δηλαδή, «Σώζεις, Ἰησοῦ καὶ τελῶνες· σ’ Ἐσένα ἀνήκει ἡ χάρη». Ἔτσι φωνάζει ὁ Ματθαῖος βρισκόμενος στὸ μέσο τῆς φωτιᾶς.

Ταῖς τοῦ σοῦ Ἀποστόλου πρεσβείαις ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.