ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ

Πατέρα μας


\"\"

ΔΟΚΙΜΙΟ ΣΥΝΕΙΡΜΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ ΣΤΟ ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ

Τοῦ Ἀλεξάνδρου Μ. Σταυρόπουλου | Ὁμότιμου Καθηγητῆς | Τμῆμα Κοινωνικῆς Θεολογίας ΕΚΠΑ

Πολὺς λόγος γίνεται, ἰδιαίτερα τὸν τελευταῖο καιρό, γιὰ τὴν προσευχὴ στὰ σχολεῖα, γιὰ τὴν ἀντικατάσταση τοῦ «Πάτερ ἡμῶν» μὲ ἄλλα αὐτοσχέδια ἢ ἤδη ὑπάρχοντα ποιήματα (π.χ. Γιάννη Ρίτσου), γιὰ τὴν ἀναγκαιότητά της ἢ ὄχι. Πολλοὶ ἀκόμη ἐκθρονίζουν τὸν Θεὸ Πατέρα ἀπὸ τὸν οὐράνιο θρόνο του καὶ μεταθέτουν τὴν πατρικὴ ἐπίκληση σὲ πρόσωπα τῆς γῆς (Μπολιβάρ, Τσάβες, Κάστρο), φέρνοντας στὴ μνήμη τὸ ποίημα τοῦ Γ. Βερίτη, ποὺ συνοψίζει τὴ στάση τῶν υἱῶν τῆς ἀποστασίας καὶ τῆς ἀρνήσεως: «Δὲν θὰ σὲ ποῦμε πιὰ πατέρα…» (1).

Σὲ μία ἐποχὴ μάλιστα, ὅπως ἡ σημερινή, ποὺ ἡ αὐθεντία τοῦ πατέρα δέχεται καίρια πλήγματα καὶ πολλοὶ τῶν Ἑλλήνων αἰσθάνονται ὅτι «δὲν ἔχουμε πατέρα στὸ σπίτι» (2), οἱ Χριστιανοὶ τολμοῦμε, ἀκολουθώντας τὴν προτροπὴ τοῦ Ἰησοῦ, νὰ ἀναφερόμαστε στὸν Θεὸ σὰν σὲ Πατέρα (Κυριακὴ προσευχή). Ἄλλωστε καὶ οἱ συμμετέχοντες στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ἐπίσκοποι πιστεύουν εἰς ἕνα Θεὸ Πατέρα. Ὅλοι οἱ ἄλλοι χαρακτηρισμοὶ ἕπονται στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως. Ὁ πατέρας αὐτὸς βρίσκεται στοὺς οὐρανούς, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Θέλει νὰ δηλώσει ὅτι δὲν εἶναι σὰν ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς. Εἶναι διαφορετικός. Διαχωρίζεται γιὰ νὰ μᾶς βεβαιώσει ὅτι εἶναι ὅλως ἄλλος. Ὅπου κι ἂν πορευτοῦμε τὸν συναντᾶμε, εἶναι πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν. Ταυτόχρονα, δὲν εἶναι μόνο πατέρας μου, εἶναι πατέρας μας. Δὲν εἶναι ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο δικός μου. Εἶναι δικός μας. Αὐτὸ τὸ ἡμῶν μᾶς βάζει σὲ κοινωνία. Κοινωνοῦμε μὲ τοὺς ἄλλους καὶ οὔτε στιγμὴ νὰ σκεφτοῦμε ὅτι εἴμαστε μόνοι, δηλαδή, ἀπομονωμένοι, κι ἂν αἰσθανόμαστε μόνοι, σημαίνει ὅτι ξεχνᾶμε τὴν ὑπάρχουσα κοινωνία καὶ παίρνουμε τὶς ἀποστάσεις μας. Δὲν πρέπει, ὅμως, νὰ λησμονοῦμε ὅτι αὐτὸς ὁ πληθυντικός μᾶς ἀκολουθεῖ σὲ ὅλα τὰ αἰτήματα, ποὺ ἕπονται στὴν Κυριακὴ προσευχή. Τὸν ἄρτον ἡμῶν δὸς ἡμῖν, ἁφὲς ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν, μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς, ἀλλὰ ρῦσαι ἡμᾶς. Ἀρκοῦν αὐτὰ τὰ ὀλίγα ὡς πρὸς τὸ «κοινωνικὸν» μέρος τῆς προσευχῆς.

Ἐκεῖ ποὺ θέλω νὰ ἑστιάσω, εἶναι στὰ αἰτήματα ποὺ ὁ Ἰησοῦς μᾶς ὁδηγεῖ νὰ θέσουμε σ’ αὐτὸν τὸν Θεὸ Πατέρα μας. Μπορεῖ νὰ ζητᾶμε καὶ τὰ ἑπτὰ καθημερινά; Δὲν εἶναι πολλά; Μήπως διασπᾶται ἡ προσοχή μας καὶ χρειάζεται κάποιος ἐπιμερισμός; Σίγουρα καὶ τὰ ἑπτὰ ἔχουν μία πληρότητα. Καὶ τῶν ἑπτὰ ἔχομεν χρείαν. Σκέπτομαι, ὅμως, αὐτὴν τὴν ἑβδομάδα τῶν αἰτημάτων νὰ τὴν ἐφημεροποιήσουμε καθ’ ὅλην τὴν ἑβδομάδα: ἕνα αἴτημα γιὰ κάθε ἡμέρα (3).

Ἂς ἀρχίσουμε, λοιπόν, ἀπὸ τὴν Κυριακὴ μὲ τὸ πρῶτο μας αἴτημα.


Ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου

Τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ γνωρίζουμε ὅτι δὲν εἶναι εὔκολο νὰ προσδιορισθεῖ. Μεγάλη διαπάλη στὴν Παλαιὰ Διαθήκη γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ὅποιο ὄνομα κι ἂν τοῦ δοθεῖ, τὸ σημαῖνον ὑποκρύπτει τὸ σημαινόμενο. Σημασία δὲν ἔχει τὸ ὄνομα, ἀλλὰ ἡ πράξη τοῦ ἁγιασμοῦ. Ἁγιάζω σημαίνει κυρίως ξεχωρίζω. Ἔχουμε συναίσθηση ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι κάτι τὸ ξεχωριστό; Ἔχουμε συναίσθηση αὐτῆς τῆς διαφορετικότητας, ὅσο κι ἂν μᾶς δημιούργησε σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα του, γιὰ νὰ τοῦ μοιάσουμε; Ὅσο κι ἂν μᾶς ἀποκαλεῖ φίλους του, ὅτι δὲν εἴμαστε «φιλαράκια»; Αὐτὸς ὁ ἁγιασμὸς τοῦ ὀνόματος σημαίνει ὅτι ἔχω συναίσθηση ὅτι παρὰ τὴν ἐγγύτητα, τηροῦμε τὶς ἀποστάσεις. Δὲν ξεθαρεύουμε οὔτε λεπτὸ γιὰ νὰ δειχτοῦμε ἀσεβεῖς. Σέβομαι, λοιπόν, αὐτὸν τὸν Θεό. Δὲν τὸν καλῶ ἐπὶ ματαίῳ, γιὰ ψύλλου πήδημα. Παρὰ τὴν οἰκειότητα ποὺ αἰσθάνομαι, γνωρίζω τὴν καταγωγή μου. Τιμῶ τὸ ὄνομα ποὺ φέρω «Χριστιανός», μὲ ἀνάλογη συμπεριφορὰ γιὰ νὰ μὴν δυσφημισθεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο, ἀπὸ τότε πού μοῦ τὸ ἔδωσαν, στὸ βάπτισμα, ἕως τὰ τέλη τῆς ζωῆς μου, νὰ τὰ τηρήσω Χριστιανά.

Ἐλθέτω ἡ Βασιλεία σου

Δεύτερο αἴτημα γιὰ τὴ δεύτερη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδας (Δευτέρα). Ἐπιθυμία μου εἶναι νὰ εὔχομαι νὰ ἔλθει ἡ Βασιλεία Του. Ὁ τρόπος, δηλαδή, ποὺ θέλουμε νὰ βασιλεύει, νὰ εἶναι δηλαδὴ ὁ μόνος Δεσπότης, ὁ Κύριος τῆς Οἰκουμένης. Νὰ μὴν κυριαρχεῖ κανένας ἄλλος σὲ ἐμᾶς, στοὺς ἄλλους, στὸν κόσμο ἅπαντα. Νὰ εἶναι ὁ μοναδικὸς Κυβερνήτης σὲ ἐμᾶς καὶ στοὺς κόσμους, στὴ ζωή μας καὶ παντού (4). Αὐτὸς ὁ ἐρχομὸς τῆς Βασιλείας Του ἔχει σχέση μὲ τὸ τρίτο αἴτημα, μὲ τὴν τρίτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδας, τὴν Τρίτη.

Γενηθήτω τῷ θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς

Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγαθή του βούληση εἶναι αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ γίνεται, ὄχι νὰ κάνουμε τὸ δικό μας (θέλημα). Καὶ γνωρίζουμε ὅτι στὸν οὐρανὸ γίνεται, γιατί οἱ Ἄγγελοι ὑπακούουν. Ὅσοι ἐξέπεσαν, ἐξέπεσαν. Οἱ ἐναπομείναντες, οἱ περισσότεροι, ὑπακούουν καὶ ἀνταποκρίνονται στὸ πρόσταγμα τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ: «πρόσχωμεν»• οἱ ἄλλοι ἂς πρόσεχαν… Ἀπὸ ἐμᾶς ἀναμένεται ἡ προσοχή μας στὴν τήρηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶναι μία ἀπρόσωπη διαδικασία, ἕνα πρόσταγμα: γενηθήτω (πὲς το κι ἔγινε). Χρειάζεται τὸ δικό μας θέλημα νὰ συνταχθεῖ μὲ τὸ δικό Του. Χρειαζόμαστε τὴ δική Του ἐνίσχυση καὶ τὴν προσωπική μας συμμετοχή. Διπλὸ γενηθήτω: Τοῦ Θεοῦ, ποὺ προστάζει καὶ τὸ δικό μας (προσ)εὐχητικὸ γενηθήτω, ὡς ἐπίκληση, παράκληση, δέηση.

Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον, δὸς ἡμῖν σήμερον

Τὸ τέταρτο αἴτημα, τῆς Τετάρτης, ἀναφέρεται συνεκδοχικὰ στὰ καθημερινὰ ἀπαραίτητα γιὰ νὰ ζήσει κανείς. Ἀρκεῖται ὁ αἰτῶν στὰ ὀλίγα. Γνωρίζει πὼς εἶναι ἀναγκαῖα. Τὰ ζητάει, λοιπόν, σήμερα. Ὄχι αὔριο. Παρ’ ὅλο ὅτι πολλοὶ τὸν ἐπιούσιον τὸ ἐκλαμβάνουν ὡς τὸν ἄρτον τῆς ἐπιούσης ἡμέρας. Σήμερα τὴ βγάλαμε ὅπως ὅπως, ἂς μεριμνήσουμε καὶ γιὰ τὴν αὐριανή… δὲν εἶναι ὅμως ἔτσι τὰ πράγματα. Κυριολεκτεῖ τὸ κείμενο. Θέλει τὴν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη σ΄ αὐτὸν τὸν Πατέρα τὸν Ἐπουράνιο, ποὺ γιὰ νὰ χορτάσει τὰ παιδιά του στὴν ἔρημο στέλνει τὸ μάνα ἐξ\’ οὐρανοῦ κάθε ἡμέρα.

Καὶ ἁφὲς ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν

Τὴν Πέμπτη εἰσάγουμε τὸ πέμπτο αἴτημα. Γνωρίζουμε ὅλοι ὅτι χρωστᾶμε, ὅτι εἴμαστε ὀφειλέτες. Χρειαζόμαστε λοιπὸν τὴν ἀπάλειψη τῶν χρεῶν μας. Γνωρίζουμε ἀπὸ ἄλλες εὐκαιρίες, πόσο ἀδυσώπητος εἶναι ὁ Κύριος, στὸν ὁποῖο κάποιοι χρεωστοῦν (βλ. Ματθαίου 18,23-35, πρβλ.18,15-22).

Προσπίπτουμε λοιπὸν καὶ ζητᾶμε τὸ ἔλεός του, νὰ μᾶς χαρίσει αὐτὰ ποὺ τοῦ ὀφείλουμε, προσθέτοντας νὰ μᾶς τὰ χαρίσει στὸ μέτρο ποὺ (ὡς καὶ) ἐμεῖς χαριζόμαστε σὲ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ὀφείλουν. Δὲν εἶναι μία ἐφαρμογὴ τοῦ do et des (δίνω γιὰ νὰ δώσεις). Εἶναι μία συμ-μετοχὴ στὴν ἐλεήμονα καρδιά τοῦ Ἰησοῦ, ποὺ ἐπίγραμμά της ἔχει τὸ ἑβδομηκοντάκις ἑπτὰ (ἑβδομήντα φορὲς ἑπτά).

Ἀναγνωρίζουμε ὅτι ἢ εἴμαστε χρεῶστες ἢ ὅτι μᾶς χρωστᾶνε. Ἐμεῖς παραγράφουμε τὰ χρέη ἐξ ἰδίας πρωτοβουλίας ἢ ἀφοῦ μᾶς τὸ ζητήσουν; Φαίνεται, ὅτι παρὰ τὸ ποιμαντικὸ τάκτ ποὺ πρέπει νὰ μᾶς διακρίνει, γιὰ λόγους δικαιοσύνης ὀφείλουμε, ὅταν σφάλει ἀπέναντί μας ὁ ἀδελφός μας, νὰ τὸν ἐπιπλήξουμε χωρὶς νὰ εἶναι ἄλλος μπροστὰ (Ματθαίου 18,15). Στὴ συνέχεια ὑπάρχει κάποια διαδικασία διαδοχικῶν προσεγγίσεων.

Χρειάζεται, ὅμως, πάντα μία ἐπιμελὴς καὶ ὀρθὴ ἀνάγνωση τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς, γιατί στὸ σημεῖο αὐτό, τοῦ πέμπτου αἰτήματος, κάποιος διάβασε «καὶ ἅφες ἡμῖν τὰ ὀφελήματα (sic) ἡμῶν». Δηλαδή, ἄφησέ μας, παραχώρησέ μας τὰ ὠφελήματά μας, τὰ κέρδη μας, μὴ μᾶς τὰ παίρνεις πίσω. Βέβαια, τὸ ὡς καὶ ἡμεῖς πάει περίπατο, γιατί τῶν ἄλλων παραμένουν ὀφειλήματα ποὺ μᾶς χρωστοῦν.

Τὴν Παρασκευὴ ἔρχεται τὸ ἑπόμενο ἕκτο αἴτημα:

Καὶ μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμὸν

Καὶ μὴ μᾶς ἀφήσεις νὰ πέσουμε σὲ πειρασμό. Πολλοὶ ἐκλαμβάνουμε αὐτὸ τὸ αἴτημα σὰν ὁ Θεὸς νὰ ἦταν ὁ πειράζων σὲ διάφορες καταστάσεις τῆς ζωῆς μας, γιὰ νὰ ἀποδείξουμε πόσο πιστοὶ εἴμαστε στὸ θέλημά Του, ὅταν ὅλα μᾶς ἔρχονται ἀνάποδα. Ἐδῶ, πρέπει νὰ λάβουμε σοβαρὰ ὑπ’ ὄψη τὴν προειδοποίηση τοῦ Ἰακώβου 1,12-13: «Μηδεὶς πειραζόμενος λεγέτω ὅτι ἀπὸ Θεοῦ πειράζομαι· ὁ γὰρ Θεὸς ἀπείραστος ἐστὶν κακῶν, πειράζει δὲ αὐτὸς οὐδένα».

Στὴν οὐσία πρόκειται γιὰ κάτι διαφορετικό. Ὁ πειρασμός, γιὰ τὸν ὁποῖο γίνεται λόγος, φαίνεται νὰ εἶναι κάτι ἄλλο. Τὴ στιγμὴ τῶν δοκιμασιῶν νὰ μὴ χάσουμε τὴν ἐμπιστοσύνη μας στὸ Θεό. Νὰ Τὸν ἐκπειράσουμε, δηλαδή, ἀμφιβάλλοντας γι’ Αὐτόν. Γιὰ τὴν παρουσία Του δηλαδὴ κοντά μας, «εἰ ἔστιν Κύριος ἐν ἡμῖν ἢ οὔ;» (Ἐξόδου 17,7). Ὅλοι μας καλοπροαίρετα νομίζουμε ὅτι οἱ περὶ ὧν ὁ λόγος πειρασμοὶ ἀναφέρονται στὸ ἠθικὸ κακό: πειρασμοὶ τοῦ ψεύδους, τῆς πορνείας κ.τ.τ. Μήπως, ὅμως, ἀναφέρονται σὲ κάτι τοπικό, σὲ ἕνα τόπο; Ἐδῶ εἶναι καλὸ νὰ θυμηθοῦμε ἕνα περιστατικὸ ἀπὸ τὸ 17ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τῆς ἐξόδου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (στίχοι 1-7).

Πιὸ συγκεκριμένα, φτάνει ἡ στιγμὴ ποὺ πᾶσα συναγωγὴ υἱῶν Ἰσραὴλ μετακινήθηκε ἀπὸ τὴν ἔρημο Σὶν στὴν περιοχὴ Ραφιδίν, ποὺ σημαίνει στὰ Ἑβραϊκὰ ἀνάπαυση, ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό. Αὐτὸς ὁ τόπος ὅμως, λόγω τῆς λειψυδρίας γίνεται τόπος πειρασμοῦ καὶ λοιδορήσεως τοῦ Θεοῦ (μασά στὰ Ἑβραϊκά). Ἀπευθυνόμαστε, λοιπόν, στὸν Θεὸ Πατέρα παρακαλώντας Τον, ἀπὸ τὴν ἀμφιβολία γιὰ τὴν παρουσία Του κοντά μας, νὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν κατάπαυσή Του, σὲ τόπο Ἀναπαύσεως, γιατί, γνωρίζουμε, ὅτι «ἡ ἀμφιβολία φέρνει τὴν ξηρασία» (5). Ἐξ οὕ καὶ τὸ ἕκτο αἴτημα: «καὶ μὴ μᾶς ἀφήσεις νὰ πέσουμε σὲ πειρασμό».

Τὸ αἴτημα συμπληρώνεται μὲ τὴν παράκληση:

ἀλλὰ ρῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ

(ἀλλὰ γλύτωσέ μας ἀπὸ τὸ πονηρό). Ἔτσι, φθάνουμε στὸ Σάββατο μὲ τὸ ἕβδομο αἴτημα. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶχε ἀντιμετωπίσει προσωπικὰ τὸν Διάβολο -περὶ αὐτοῦ πρόκειται- σὲ ποικίλες περιστάσεις στὴ ζωὴ Του (πειρασμοὶ στὴν ἔρημο, Πάθος καὶ ἀλλοῦ). Μᾶς καθιστᾶ σαφὲς ὅτι ἔχουμε ἕναν ἀντίπαλο στὴν ἱστορία τῆς σωτηρίας μας. Μόνοι μας δὲν μποροῦμε νὰ γλυτώσουμε ἀπὸ ἐκεῖνον, παρὰ μόνον ἀπὸ Ἐκεῖνον ποὺ τὸν ἐνίκησε κατὰ κράτος καὶ εὐαρέστησε στὸν Πατέρα. Ὁ διάβολος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀντιδικεῖ μαζί μας, στήνοντας συνεχῶς παγίδες γιὰ νὰ μᾶς παγιδεύει, μὲ πρώτη τὴν παγίδα τῆς ἀμφιβολίας γιὰ τὴν ὕπαρξή του. Ἡ δική μας ἡ ἐπιλογὴ κρίνει τὰ πάντα: μὲ τὸν Χριστὸ ἢ μὲ τὸν Διάβολο; Μὲ τὸν Χριστό, ποὺ εἶναι ὁ Ἀντιφωνητὴς καὶ βρίσκει πάντοτε μία δικαιολογία γιὰ νὰ μὴν καταδικαστοῦμε; Μὲ τὸν δημόσιο κατήγορο ἢ μὲ τὸν συνήγορο ὑπερασπίσεως;

Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο, ὀφείλουμε νὰ κάνουμε μία θετικὴ σκέψη -ὅπως συνηθίζουν σήμερα ὅλοι νὰ μᾶς προτρέπουν- καὶ νὰ ἀκολουθοῦμε τὸν δρόμο ὄχι τοῦ φόβου (τοῦ Διαβόλου), ἀλλὰ τῆς ἀγάπης (τοῦ Θεοῦ) καὶ γιὰ νὰ μεταλλάξουμε μία γνωστὴ διαφήμιση ποὺ κυκλοφορεῖ κατὰ κόρον θυμίζουμε μία ἐπιγραμματικὴ φράση τοῦ Γέροντα, Ὁσίου πλέον, Πορφυρίου: «ἄσε τὴν κόλαση, πιάσε τὸν Παράδεισο». Αὐτὸς τελικὰ εἶναι ὁ στόχος μας, ὅταν ἐπικαλούμεθα τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ Πατέρα, νὰ μᾶς γλυτώσει ἀπὸ τὸν πονηρό.

Μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ ἑπτὰ αἰτήματα -ἕνα γιὰ κάθε ἡμέρα τῆς ἑβδομάδας ὅπως εἰσηγούμεθα- ὁ Κύριος στὴν προσευχὴ ποὺ μᾶς δίδαξε καταλήγει συνοψίζοντας τὸν λόγο, τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους ἀπευθυνόμαστε στὸν Πατέρα μας:

«Γιατί σ’ ἐσένα ἀνήκει παντοτινὰ ἡ βασιλεία, ἡ δύναμη καὶ ἡ δόξα. Ἀμήν».

Εἴμαστε σὲ καλὰ χέρια… Δόξα τῷ Θεῷ!

Ἀρκεῖ νὰ εἴμαστε ἄξιοι αὐτῆς τῆς υἱότητας: ἀπὸ μόνοι μας δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ τὸ ἐπιτύχουμε. Γι΄ αὐτὸ καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀπαγγελία τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς, τῆς ἐνταγμένης στὴ λειτουργικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας μας (Θ. Λειτουργία), ὁ λειτουργὸς-ἱερέας, ἐκπροσωπώντας ὅλους μας, δέεται ἐκφώνως νὰ μᾶς καταστήσει ὁ Χριστὸς ἀξίους νὰ τολμήσουμε νὰ ὀνομάσουμε μὲ παρρησία καὶ χωρὶς φόβο κατακρίσεως τὸν ἐπουράνιον Θεὸν Πατέρα, ὅπως ὁ ἴδιος μᾶς εἶχε διδάξει:

«Καὶ καταξίωσον ἡμᾶς, Δέσποτα,

μετὰ παρρησίας, ἀκατακρίτως

τολμᾶν ἐπικαλεῖσθαι

σὲ τὸν ἐπουράνιον Θεὸν Πατέρα

καὶ λέγειν: Πάτερ ἡμῶν…»

Ἐπίμετρο

Στὸ τέλος αὐτῆς τῆς ἐπίμονης καὶ ἐπίπονης γραφῆς, ὅπου ποικίλα ἀκούσματα καὶ διαβάσματα συνωστίζονταν στὴ μνήμη γιὰ νὰ κατατεθοῦν καὶ νὰ δοῦν τὸ φῶς τῆς δημοσιότητος, ἐκπλήσσεται κανεὶς μὲ τὸ τί θησαυρίσματα ἔχουν ὑπάρξει, ποὺ ἑρμηνεύουν καὶ μᾶς καθοδηγοῦν στὴν κατανόηση τοῦ κειμένου τοῦ Πάτερ ἡμῶν. Ἀπευθυνόμενοι στὸ Θεὸ Πατέρα μὲ τὰ λόγια τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς γινόμαστε διδακτοὶ Θεοῦ, ἔχοντας ὡς πρῶτο διδάξαντα τὸν Κύριό μας. Σίγουρα ὅλοι οἱ τίτλοι κειμένων καὶ βιβλίων, ποὺ παραθέτουμε στὸ τέλος τοῦ ἄρθρου μας, ἔπαιξαν ἕνα ρόλο καὶ κατὰ κάποιο τρόπο ἐνέπνευσαν τὶς δοκιμὲς καταγραφῆς τοῦ δικοῦ μας κειμένου. Κάποια βήματά μας πάτησαν στὰ ἴχνη τους, χωρὶς νὰ μποροῦν ἀπόλυτα καὶ ἀκριβῶς νὰ ἐπισημανθοῦν. Τελικά, ἡ συγγραφὴ ἑνὸς δοκιμίου συνειρμικῆς γραφῆς, ὅπως σημειώνεται στὸν ὑπότιτλο τῆς μελέτης, κατέληξε νὰ εἶναι μία δοκιμασία γιὰ τὸν συγγραφέα χωρὶς νὰ εἶναι βέβαιο ὅτι καταξιώνεται ὡς δόκιμος. Ἐναπόκειται στοὺς ἀναγνῶστες νὰ τὸ κρίνουν.

Ὑποσημειώσεις:

1 Ἂς πάρουμε ὡς χαρακτηριστικὸ παράδειγμα αὐτῆς τῆς «ἐκθρονίσεως» τὸ ποίημα τοῦ Πάμπλο Νερούδα, «Ἕνα τραγούδι γιὰ τὸν Μπολιβὰρ» (ἐθνικὸ ἥρωα τῆς Βολιβίας, ποὺ ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία της):

«Πατέρα μας ποὺ βρίσκεσαι στὴ γῆ

στὸ νερό, στὸν ἀγέρα

σ’ ὁλάκερα τὰ σιωπηλὰ κι ἀπέραντα πλάτη μας,

τὸ κάθε τί φέρνει τ’ ὄνομά σου, πατέρα, στὸν τόπο μας:

Τὸ μέταλλο μπολιβὰρ ἔχει μι’ ἀχτινοβολία τοῦ Μπολιβὰρ

τὸ πουλὶ μπολιβὰρ πάνω στὸ ἡφαίστειο τοῦ Μπολιβάρ…».

Ἀνάλογοι εἶναι καὶ οἱ στίχοι οἱ ἀφιερωμένοι στὸν Οὖγκο Τσάβες, ὡς πατέρα, ποὺ ἀπαγγέλθηκε μπροστὰ σὲ μία φωτογραφία τοῦ Τσάβες σὲ συγκέντρωση στὸ Καράκας τῆς Βενεζουέλας (Σεπτέμβριος 2014, ὁ Τσάβες εἶχε ἤδη πεθάνει τὸν Μάρτιο τοῦ 2013):

«Τσάβες ἡμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἐν τῇ γῇ, ἐν τῇ θαλάσσῃ καὶ ἐν τοῖς ἀντιπροσώποις. Ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου, εἴθε ἡ κληρονομιά σου νὰ ἔρθει σέ μᾶς, ἔτσι ὥστε νὰ μποροῦμε νὰ τὴν ἐξαπλώσουμε στοὺς ἀνθρώπους ἐδῶ καὶ ἀλλοῦ. Δῶσε μας τὸ φῶς σου νὰ μᾶς καθοδηγεῖ κάθε μέρα. Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμὸν τοῦ καπιταλισμοῦ, ρῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ τῆς ὀλιγαρχίας, ὅπως τὸ ἔγκλημα τῆς λαθρεμπορίας: ἐπειδὴ δική μας εἶναι ἡ πατρίδα, ἡ εἰρήνη καὶ ἡ ζωὴ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

«Λατρεμένο Πατέρα» τους ἀπεκάλεσαν καὶ τὰ πλήθη τῶν Κουβανῶν τὸν πρόσφατα ἀποθανόντα (25/11/2016) ἡγέτη τους, Φιντὲλ Κάστρο.

2 Βλ. Α.Μ. Σταυρόπουλου, Συμβουλευτικὴ Ποιμαντική, Ἔκδ. Λύχνος, Ἀθήνα 1984, σ. 7 καὶ ὀπισθόφυλλο τοῦ ἀφηγήματος τοῦ Γιώργου Σανιδᾶ, Ἂν ξυπνοῦσε ὁ κυρ-Ἀλέξανδρος, Ἔκδ. Κύμα, Θεσσαλονίκη 2014, 54 σ. (ὑπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ Συλλόγου Γυναικὼν Σκιάθου). Σήμερα, ὅσο ποτὲ ἄλλοτε, εἶναι ἐπίκαιρη ἡ προτροπή: «Ἀνακαλύψτε τὴν πατρότητα!». Ὁ ψυχίατρος Frank Pitman ἀποτεινόμενος στοὺς ἄνδρες ὑποστηρίζει: «δὲν φαντάζεστε τί θεραπευτικὴ δύναμη ἀποτελεῖ γιὰ τὸν ἄνδρα ἡ ἐκ νέου ἀνακάλυψη τῆς λησμονημένης ἀποστολῆς του: τῆς πατρότητας»! (Βαρνάβα Λαμπρόπουλου (Ἀρχιμανδρίτου), Χτίζοντας σπίτι. Κείμενα γιὰ τὴν οἰκογένεια, ἔκδ. Ἱ. Μ. Προφήτου Ἠλιοῦ, Πρέβεζα 2016, σ.70. Πρβλ. καὶ Markos Ζafiropoulos, Du Pere mort au declin du pere de famille. Ou va la psychanalyse? Presses Universitaires de France, Paris 2014, σ.238.

3 Ὁ ἐπιμερισμὸς αὐτὸς εἶναι συνήθης στὴν ἐκκλησιαστικὴ πράξη. Ἡ κάθε ἡμέρα τῆς ἑβδομάδας εἶναι ἀφιερωμένη στὴν μνήμη ἑνὸς ἢ περισσοτέρων προσώπων ἢ γεγονότων γιὰ τὴν καλύτερη συγκέντρωσή μας ἐκείνη τὴν ἡμέρα σὲ αὐτά. Ἔτσι ἡ Κυριακὴ εἶναι ἀφιερωμένη στὸν Κύριο καὶ τὴν Ἀνάστασή του. Ἡ Δευτέρα στὶς Ἀσώματες Δυνάμεις, τοὺς Ἁγίους Ἀγγέλους. Ἡ Τρίτη εἶναι ἀφιερωμένη στὴν μνήμη τοῦ Προδρόμου. Ἡ Τετάρτη στὴν Παναγία καὶ τὴν προδοσία τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Ἰούδα. Ἡ Πέμπτη στὴ μνήμη τῶν Ἀποστόλων καὶ τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ἡ Παρασκευὴ στὰ Ἅγια Πάθη, τὴ Σταύρωση καὶ τὸν ἐνταφιασμό Του. Τὸ Σάββατο ἡ Ἐκκλησία μας θυμᾶται τοὺς Μάρτυρες καὶ τοὺς κεκοιμημένους. Καὶ τὶς ὧρες τῆς ἡμέρας πολλοὶ νεότεροι Γέροντες (Ἀμφιλόχιος, Παΐσιος) ἀφιερώνουν σὲ προσευχὴ γιὰ εἰδικὲς περιπτώσεις (ἀσθενῶν καὶ λοιπῶν δεομένων τὴν ἄνωθεν βοήθειαν). Ὡς πρὸς αὐτὸ στοιχοῦν στὴν ὡραία παράδοση τῶν Εὐχῶν, Κατὰ τὸ μέτρον τῶν εἰκοσιτεσσάρων ὡρῶν τοῦ νυχθημέρου, τῶν ἐπιγραφομένων Ἰωάννη τῷ Χρυσοστόμῳ. (Βλ. Ἠλία Γ. Γιακουμάκου (Πρεσβυτέρου), Προσευχή. Ὁ πιὸ ἄμεσος καὶ σύντομος τρόπος ἐπικοινωνίας μὲ τὸ Θεό. Λόγος τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου γιὰ τὴν Προσευχή. Ἐλεύθερη ἀπόδοση, Ἔκδ. «Παρρησία» χ.χ. σ.91-93.

4 Ἐδῶ ἔρχεται στὴ μνήμη μας ἕνας ὕμνος, ποὺ ὡς νέοι ψάλλαμε στὰ Κατηχητικά: «Σὺ ποὺ κόσμους κυβερνᾶς καὶ ζωὴ παντοῦ σκορπᾶς…».

5 Πρβλ. τὸν Βροχοποιὸ τοῦ Richard Nash παιγμένον ὑποδειγματικὰ ἀπὸ τὸν Δημήτρη Χὸρν καὶ τὴν Ἕλλη Λαμπέτη· ἡ πρώτη παράσταση στὴ Νέα Ὑόρκη 29 Ὀκτωβρίου 1954.

Κείμενα καὶ Βιβλία:

Εὐαγγέλιον Κατὰ Ματθαῖον, 6, 9–13. Εὐαγγέλιον Κατὰ Λουκᾶν 11,2-4. Πρβλ. Εὐαγγέλιον Κατὰ Ἰωάννην, 17.
ΩΡΙΓΕΝΟΥΣ, Περὶ εὐχῆς, I –XXXIV, ΒΕΠΕΣ τ. 10Ος, σ. 223-307.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ Νύσσης, Λόγοι εἰς τὴν προσευχὴν («Πάτερ ἡμῶν»), Εἰσαγωγὴ – Μετάφραση – Σχόλια Ἀρχιμ. Παγκρατίου Μπρούσαλη, ἔκδ. Ἀποστολικὴ Διακονία, ³ 2001 συμπληρωμένη καὶ βελτιωμένη (1983).
ΜΑΞΙΜΟΥ τοῦ Ὁμολογητοῦ, Εἰς τὴν προσευχὴν τοῦ Πάτερ ἡμῶν, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, τ. Β’, «Ἀστήρ», Ἀθῆναι, 1984, σ.187-202.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Φώτη, Ποιμένας ἢ Τύραννος, Ὁ πατέρας στὴν Χριστιανικὴ λογοτεχνία τῆς Ὕστερης Ἀρχαιότητας, Ἔκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2013, σ. 366.
ΓΕΩΡΓΙΟΥ (Καψάνη) Ἀρχιμ. Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, Ἡ Κυριακὴ Προσευχή, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἅγιον Ὅρος 2010, 54 σ.
ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΟΥ Ἠλία Γ. (Πρεσβυτέρου), Προσευχή, Ὁ πιὸ ἄμεσος καὶ σύντομος τρόπος ἐπικοινωνίας μὲ τὸ Θεό, Λόγος τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου γιὰ τὴν Προσευχή. Ἐλεύθερη ἀπόδοση: Πρεσβύτερος Ἠλίας Γ. Γιακουμάκος. Ἔκδ. «Παρρησία», χ.χ, 96 σ.
ΓΟΝΤΙΚΑΚΗ Βασιλείου (Ἀρχιμ), Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων, Πάτερ ἡμῶν
ΘΕΟΔΩΡΟΥ Ἀνδρέα, Ἀπὸ τὴ σοφία τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς, στὸ Ἰστολόγιο: Θησαυρὸς γνώσεων καὶ εὐσεβείας (I), Πνευματικὰ θησαυρίσματα τοῦ πρωτ. Δημητρίου Ἀθανασίου.
ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΥ Βαρνάβα (Ἀρχιμ.), Χτίζοντας σπίτι, Κείμενα γιὰ τὴν Οἰκογένεια, ἔκδ. Ἱ. Μ. Προφήτου Ἡλιοῦ, Πρέβεζα 2016, 84 σ.
ΜΟΥΡΙΚΗ Κατερίνας, Τὰ 7 κλειδιὰ τοῦ Πάτερ Ἡμῶν, μὲ ἐπιτραπέζιο παιχνίδι. Εἰκονογράφηση: Γιάννης Ἀντωνόπουλος, Θεολογικὴ ἐπιμέλεια – Γλωσσάρι: π. Ἀλέξανδρος καὶ Ἀγγελικὴ Καριώτογλου, Ἔκδ. Πορφύρα, Ἀθήνα 2015, 32 σ.
ΣΜΕΜΑΝ Ἀλεξάντερ, Πάτερ Ἡμῶν, Μτφρ. Ἰωάννης Λάππας, ἔκδ. Μαΐστρος, Σειρά: Θεολογικὸ Ἀλφαβητάρι 1, Ἀθήνα 2003. 64 σ.
ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ Ἀλεξάνδρου Μ., Ὁ Κατηχητής, Παιδαγωγὸς καὶ Πατέρας γιὰ τοὺς νέους, ἄρθρο στὸ περ. «Ἐφημέριος», Μάρτιος 2007, σ.20-21 καὶ Ἀπρίλιος 2007, σ. 22-23.
BARBARIN Philippe (Cardinal), Le Notre Pere, chemin de vie spirituelle, Conferences de Cazeme a Fourviere, Ed. Soceval: Parole et Silence, Paris 2007, 184 σ.
CLEMENT Olivier, Πάτερ ἡμῶν…., Σχόλια στὴν Κυριακὴ Προσευχή, Μτφρ. Πολυξένη Τσαλίκη–Κιοσόγλου, Ἔκδ.«Παρρησία», Ἀθήνα 2014, 128 σ.
DANNEELS Gotfried (Cardinal), Esperer et prier, Meditations sur le Notre Pere, Les Editions du Cerf: Epiphanie, Paris 2010, 142 σ.
ΖAFIROPOULOS Markos, Du Pere mort au declin du pere de famille. Ou va la psychanalyse? Presses Universitaires de France, Paris 2014, σ.238.