Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ἀλήθεια, σκέφτηκες ποτέ:
    Ὅτι ὑπάρχουν ἐκκρεμότητες στὴ σχέση σου μὲ ἀνθρώπους, γιατί ζήτησες συγγνώμη ἀλλὰ τὸ λάθος δὲν διόρθωσες;

  • !

    Ὅτι ἡ ἀδιαφορία γιὰ τὶς ἀνάγκες – ὁποιασδήποτε μορφῆς – τοῦ συνανθρώπου σου εἶναι τὸ ἴδιο ὡς νὰ τοῦ στέρησες αὐτὸ ποῦ χρειάζεται;

  • !

    Ὅτι δὲν μπορεῖς νὰ κρίνεις τοὺς ἄλλους, ὅ,τι καὶ νὰ εἶναι, ὅ,τι καὶ νὰ κάνουν, ἀφοῦ δὲν γνωρίζεις τὸ λόγο, τὶς συνθῆκες καὶ τὰ βαθύτερα αἴτιά τους, ὅπως καὶ τὴ μελλοντικὴ ἀλλαγή τους μὲ τὴ μετάνοια;

  • !

    Ὅτι ὁ Παράδεισος καὶ ἡ κόλαση ἀρχίζουν ἀπ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ ἀλλὰ δὲν τελειώνουν σ’ αὐτή;

  • !

    Ὅτι χωρὶς ὑπομονὴ στὶς θλίψεις καὶ στοὺς πειρασμοὺς κανεὶς δὲ θὰ δεῖ τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;

  • !

    Ὅτι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ σὲ καλεῖ νὰ ζήσεις, ἔχει πολλὴ χαρά, μοναδικὴ καὶ δυνατή, ὥστε νὰ καλύπτει τὸν ἀγῶνα, τὸν πόνο, τὸν σταυρὸ ποὺ αὐτὴ συνεπάγεται;

Τὸ σκέφτηκες ποτέ;

 

Ἀλήθεια, σκέφτηκες ποτέ:

Ὅτι ὑπάρχουν ἐκκρεμότητες στὴ σχέση σου μὲ ἀνθρώπους, γιατί ζήτησες συγγνώμη ἀλλὰ τὸ λάθος δὲν διόρθωσες;

Ὅτι ἡ σιωπή σου στὴν κατάκριση κάποιου γιὰ κάποιον, ἔγινε καὶ δική σου κατάκριση;

Ὅτι ὁ λόγος σου, ποὺ τόνιζε τὴν ἀδυναμία τοῦ πλησίον σου, ἔγινε μαχαίρι στὴν καρδιά του;

Ὅτι τὸ περιφρονητικὸ βλέμμα σου διάλυσε κάθε δημιουργικὴ προσπάθεια τοῦ διπλανοῦ σου;

Ὅτι ἡ ἀδιαφορία γιὰ τὶς ἀνάγκες – ὁποιασδήποτε μορφῆς – τοῦ συνανθρώπου σου εἶναι τὸ ἴδιο ὡς νὰ τοῦ στέρησες αὐτὸ ποῦ χρειάζεται;

Ὅτι στὴ βιασύνη σου δὲν μπόρεσε αὐτὸς ποὺ σ’ ἐμπιστεύεται νὰ ἐκφράσει τὸν πόνο του καὶ βασανίζεται;

Ὅτι ὁ ἄλλος, ὅπως καὶ σύ, δὲν θέλει τὰ ἔργα καὶ τὰ ὑπάρχοντά σου, ἀλλὰ κυρίως ἐσένα;

Ὅτι ἡ ἀγάπη στὸν πλησίον «ὅπως τὸν ἑαυτό μας», στὴν πραγματικότητα εἶναι ὑπέρβαση τοῦ ἑαυτοῦ μας;

Ὅτι ἡ ἀκοινωνησία εἶναι κόλαση κι ὁ Παράδεισος κοινωνία προσώπων ἐν Χριστῷ;

Ὅτι ὁ Παράδεισος καὶ ἡ κόλαση ἀρχίζουν ἀπ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ ἀλλὰ δὲν τελειώνουν σ’ αὐτή;

Ὅτι ὁ χρόνος ποὺ σοῦ δίνεται εἶναι γιὰ νὰ ζήσεις τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, βάζοντας τὶς βάσεις γιὰ τὴν αἰωνιότητα;

Ὅτι μετὰ θάνατον ἡ σχέση μὲ τοὺς ἀνθρώπους σου θὰ στηρίζεται σὲ πνευματικὰ κριτήρια κι ὄχι συγγενικὰ ἢ φιλικά;

Ὅτι δὲν μπορεῖς νὰ κρίνεις τοὺς ἄλλους, ὅ,τι καὶ νὰ εἶναι, ὅ,τι καὶ νὰ κάνουν, ἀφοῦ δὲν γνωρίζεις τὸ λόγο, τὶς συνθῆκες καὶ τὰ βαθύτερα αἴτιά τους, ὅπως καὶ τὴ μελλοντικὴ ἀλλαγή τους μὲ τὴ μετάνοια;

Ὅτι δὲν μπορεῖς νὰ συσχετιστεῖς μὲ τὸ Θεὸ τῆς ἀγάπης, ἂν σ’ αὐτὴ τὴ σχέση δὲν χωροῦν οἱ ἄνθρωποι;

Ὅτι στὴ Λειτουργία δὲν πᾶμε γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε, ἀλλὰ πρωτίστως γιὰ νὰ συναντηθοῦμε καὶ ἑνωθοῦμε;

Ὅτι ἡ προσευχὴ δὲν εἶναι ἁπλὰ μία ἐπικοινωνία ἀλλὰ βαθιὰ κοινωνία;

Ὅτι μαθαίνεις νὰ προσεύχεσαι προσευχόμενος;

Ὅτι κανεὶς δὲν εἶναι ἀμέτοχος πειρασμοῦ κι ὡς ἐκ τούτου ἄδικα ταράσσεσαι, μὲ τὸ νὰ θεωρεῖς, ὅτι μόνο σὲ σένα συμβαίνουν;

Ὅτι χωρὶς ὑπομονὴ στὶς θλίψεις καὶ στοὺς πειρασμοὺς κανεὶς δὲ θὰ δεῖ τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;

Ὅτι τὰ σκαμπανεβάσματα, οἱ ἀλλοιώσεις καὶ οἱ μεταπτώσεις στὴν πνευματικὴ πορεία καὶ ζωή, δὲν εἶναι μέχρι τέλους στὴν ἴδια ἔνταση;

Ὅτι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ σὲ καλεῖ νὰ ζήσεις, ἔχει πολλὴ χαρά, μοναδικὴ καὶ δυνατή, ὥστε νὰ καλύπτει τὸν ἀγῶνα, τὸν πόνο, τὸν σταυρὸ ποὺ αὐτὴ συνεπάγεται;

Ὅτι ἡ αὐτογνωσία χρειάζεται ἄλλον ἐκτὸς τοῦ ἑαυτοῦ σου, ποὺ θὰ σοῦ γίνει καθρέφτης, καὶ ν’ ἀποφύγεις ἔτσι τὴν ψευδαίσθηση ποὺ ὁδηγεῖ στὴν αὐτοδικαίωση;

Ὅτι τὸ νὰ ζήσεις ἀληθινὰ κι ὄχι νὰ «ξημερώνει καὶ νὰ βραδιάζει πάντα στὸν ἴδιο τὸν σκοπό», χρειάζεται νὰ τὸ παλέψεις, νὰ τὸ ποθήσεις, νὰ τὸ θέλεις;

Ὅτι ἔχεις στὰ χέρια σου ἕνα μεγάλο δῶρο, τὰ χρόνια ποὺ ζεῖς, ποὺ κάποια μέρα θὰ τὸ χάσεις κι ἄρα δὲν θὰ πρέπει νὰ τὸ χειρίζεσαι ἐπιπόλαια, ὡς νὰ τὸ ἔχεις αἰώνια;

Καὶ τέλος, σκέφτηκες ποτὲ ὅτι γιὰ νὰ σκεφτεῖς ἕνα – ἕνα τὰ πιὸ πάνω, χρειάζεται νὰ βρεθεῖς μόνος, νὰ ἡσυχάσεις καὶ νὰ κάνεις… βουτιὰ στὴν σκληρὴ πραγματικότητα;