Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ὁ νέος αὐτὸς δὲν ἔψαχνε γιὰ ἔρωτες. Ὅμως τὸν ἐρωτεύθηκε μία κοπέλλα· ἡ κόρη τοῦ ἀφεντικοῦ του. Καὶ τὸν προκάλεσε. Ἀλλά, παρ’ ὅ,τι ὁ νεαρὸς δὲν ἦταν μορφωμένος, τῆς τὸ ἐδήλωσε ξεκάθαρα. Γιὰ νὰ γίνει σαρκικὴ ἕνωση μαζί της, πρέπει ἀπαραίτητα, πρῶτα νὰ γίνει χριστιανή, νὰ βαπτιστῆ, καὶ μετά, νὰ παντρευτοῦν στὴν Ἐκκλησία. Μόνον τότε. Γιατί αὐτὰ ὁρίζει ὁ νόμος τοῦ Χριστοῦ, νόμος ἀπόλυτος, καὶ ἀδιαμφισβήτητος.

  • !

    Γρήγορα ὅμως ὁ μπέης-πατέρας, συνειδητοποίησε, ὅτι καὶ ἔχοντας τὴν κόρη του ὁλόκληρα εἰκοσιτετράωρα στὴν διάθεσή του στὸ δάσος ὁ νεαρὸς αὐτὸς Ρωμιός, δὲν εἶχε «ἀγγίξει» τὴν κοπέλα, καὶ αἰσθάνθηκε δέος! Καὶ βάλθηκε νὰ τὸν σώσει. Καὶ τοῦ πρότεινε: Νὰ γίνει μουσουλμάνος. Καὶ νὰ τὸν κάμει γαμπρό του. Ἀλλὰ δὲν τὰ κατάφερε:

  • !

    Ὁ ἀνώνυμος νεαρὸς εἶχε λογισμὸ «αὐτοκράτορα». Τὸ ἤξερε καλά, ὅτι τὸ σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ, καὶ ὁ Κύριος τῷ σώματι (Α’ Κορ. 6, 13). Καὶ τὸ τηροῦσε. Γοητεία, εἶχε ὑπάρξει. Συμπάθεια – συναίσθημα, εἶχε ὑπάρξει. Ὁραματισμοὶ κοινοὶ ποικίλοι, εἶχαν ἀσφαλῶς ὑπάρξει. Ὅμως δὲν ἴσχυσαν νὰ σαλεύσουν τὸν λογισμὸ τοῦ ἀνώνυμου νεαροῦ χριστιανοῦ. Ἔστεκε, ἐκεῖ ποὺ ἔπρεπε. Καὶ πράξει. Καὶ θεωρίᾳ.

  • !

    Εἶχε «προαποδυθῇ», τὰ πάθη. Τοῦ ἀπευθύνθηκε ἡ πρόκληση: -Ἀρνεῖσαι τὸν Χριστό; Ἦταν μία πρόταση – δίλημμα μὲ τρομακτικὲς διαστάσεις- Ἀπὸ τὴν μία, τοῦ προσφερόταν μία ζωή, μία ζωὴ γλυκειὰ, μὲ τὴν κοπέλλα ποὺ ἀγάπησε καὶ μὲ ὑπάρχοντα πολὺ περισσότερα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ (ΔΕΝ) εἶχε. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη θάνατος, θάνατος γιὰ τὸ Χριστό, ἀλλὰ μὲ βάσανα Καὶ μαρτύρια πολλά.

  • !

    Τὸν ἄφησαν νὰ πέσει ἀπότομα. Νὰ «σκάσει» στὸ χῶμα! Καί, ὅταν συνῆλθε κάπως, τοῦ εἶπαν τάχα στοργικά: -Λυπήσου τὰ νειάτα σου! Ἡ ἀπάντησή του ἦταν ὁμολογία: -Ὁ Χριστὸς – Θεός μου καὶ Κύριός μου! Ἡ διαδικασία αὐτὴ ἐπανελήφθη τρεῖς φορές. Τὴν τρίτη φορά, μαζὶ μὲ τὰ λόγια «Ὁ Χριστὸς – Θεός μου καὶ Κύριός μου!», παρέδωκε καὶ τὸ πνεῦμα του. Καὶ ἔγινε μάρτυρας. Τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τῆς εὐσέβειας. Καταφρόνησε τὶς ἀπολαύσεις καὶ τὴν ζωή. Ἔμεινε πιστὸς στὸν Χριστό. Καὶ γιὰ τὸν Χριστὸ ἀπεδύθη καὶ τὸ σαρκίο του, ἀφοῦ πρῶτα εἶχε προαποδυθῆ -γιὰ χάρη Του- Καὶ ὅλα τὰ πάθη τοῦ σαρκίου του.

  • !

    Καὶ κατακλείει τὴν διήγησή του ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ Γραικὸς μὲ τὰ λόγια: Ἂς ἐντραποῦμε, ὅσοι γιὰ μία σιχαμερὴ ἡδονὴ καταφρονοῦμε τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ.

Ἕνας ἔνδοξος ἀνώνυμος

Τὸ 1505-1506 μαρτύρησε στὴν Ἄρτα ἕνας νεαρός. Δὲν μᾶς διασώθηκε τὸ ὄνομά του. Ἀνώνυμος ἀλλὰ ἔνδοξος, ὡς ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ μαρτύριό του περιγράφει μὲ καταπληκτικὴ παραστατικότητα καὶ χάρη ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ Γραικός, ὁ φωτιστὴς τῶν Ρώσσων. Ὁ ὅσιος Μάξιμος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἄρτα καὶ τὰ ἔτη αὐτὰ (1505-1506) εὑρίσκετο ἐκεῖ. Ὕπηρξε αὐτόπτης μάρτυς. Τὸ ἔγραψε Ρωσσικὰ καὶ στὴν Ρωσσία. Γιὰ νὰ δείξει στοὺς Ρώσσους τῆς ἐποχῆς του, ποὺ τοὺς ἐγοήτευαν οἱ ἔρωτες καὶ ἡ καλοπέραση (τὰ κάτω!), ὅτι κάπου ἄλλου, στὴ γῆ τῶν Ἑλλήνων, τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, τὴν βίωναν ἀληθινά, ὅτι οἱ Ἕλληνες δὲν εἶναι κατ\’ ὄνομα Χριστιανοί, ὅτι δὲν κλονίζονται, ὅτι δὲν ψάχνουν ὅτι ἔχουν πίστη, καὶ ζοῦν μὲ τὴν πίστη, καὶ γιὰ τὴν πίστη. Ζητοῦντες τὰ ἄνω.

Παράδειγμα; Ὁ ἀνώνυμος νεομάρτυρας. Ἦταν νέος, πολὺ νέος, καὶ πολὺ ὄμορφος. Ἡ ἴδια ἡ ὀμορφιά. Ἀλλὰ καὶ πολὺ φτωχός. Καὶ δούλευε. Ὑπηρέτης ἑνὸς Τούρκου μπέη. Ὁ νέος αὐτὸς δὲν ἔψαχνε γιὰ ἔρωτες. Ὅμως τὸν ἐρωτεύθηκε μία κοπέλλα· ἡ κόρη τοῦ ἀφεντικοῦ του. Καὶ τὸν προκάλεσε. Ἀλλά, παρ\’ ὅ,τι ὁ νεαρὸς δὲν ἦταν μορφωμένος, τῆς τὸ ἐδήλωσε ξεκάθαρα. Γιὰ νὰ γίνει σαρκικὴ ἕνωση μαζί της, πρέπει ἀπαραίτητα, πρῶτα νὰ γίνει χριστιανή, νὰ βαπτιστῆ, καὶ μετά, νὰ παντρευτοῦν στὴν Ἐκκλησία. Μόνον τότε. Γιατί αὐτὰ ὁρίζει ὁ νόμος τοῦ Χριστοῦ, νόμος ἀπόλυτος, καὶ ἀδιαμφισβήτητος. Καὶ ἐκείνη συμφώνησε. Καὶ τὰ δύο παιδιά, σὲ ὥριμη ἐφηβικὴ ἡλικία, ἐξαφανίστηκαν μαζὶ στὰ δάση, γιὰ νὰ μεθοδεύσουν τὰ περαιτέρω.

Μετὰ ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες, μετὰ ἀπὸ κάμποσα εἰκοσιτετράωρα, τὰ εὑρῆκαν. Στὰ δάση. Καὶ βάζοντας στὸν νοῦ τους, ἐκεῖνα ποὺ ὅλοι τὰ θεωροῦν αὐτονόητα, γιὰ νεαρὰ παιδιὰ διαφορετικοῦ φύλου ἀπομονωμένα ἡμέρες πολλὲς στὰ δάση, σάπισαν τὸν νεαρὸ στὸ ξύλο καὶ τὸν παρέδωκαν στὸν κατή, νὰ τιμωρηθῆ, ποὺ τόλμησε, γκιαούρης αὐτός, νὰ ἁπλώσει χέρι σὲ μουσουλμάνα! Γρήγορα ὅμως ὁ μπέης-πατέρας, συνειδητοποίησε, ὅτι καὶ ἔχοντας τὴν κόρη του ὁλόκληρα εἰκοσιτετράωρα στὴν διάθεσή του στὸ δάσος ὁ νεαρὸς αὐτὸς Ρωμιός, δὲν εἶχε «ἀγγίξει» τὴν κοπέλα, καὶ αἰσθάνθηκε δέος! Καὶ βάλθηκε νὰ τὸν σώσει. Καὶ τοῦ πρότεινε: Νὰ γίνει μουσουλμάνος. Καὶ νὰ τὸν κάμει γαμπρό του. Ἀλλὰ δὲν τὰ κατάφερε:

Ὁ ἀνώνυμος νεαρὸς εἶχε λογισμὸ «αὐτοκράτορα». Τὸ ἤξερε καλά, ὅτι τὸ σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ, καὶ ὁ Κύριος τῷ σώματι (Α\’ Κορ. 6, 13). Καὶ τὸ τηροῦσε. Γοητεία, εἶχε ὑπάρξει. Συμπάθεια – συναίσθημα, εἶχε ὑπάρξει. Ὁραματισμοὶ κοινοὶ ποικίλοι, εἶχαν ἀσφαλῶς ὑπάρξει. Ὅμως δὲν ἴσχυσαν νὰ σαλεύσουν τὸν λογισμὸ τοῦ ἀνώνυμου νεαροῦ χριστιανοῦ. Ἔστεκε, ἐκεῖ ποὺ ἔπρεπε. Καὶ πράξει. Καὶ θεωρίᾳ.

Εἶχε «προαποδυθῇ», τὰ πάθη. Τοῦ ἀπευθύνθηκε ἡ πρόκληση: -Ἀρνεῖσαι τὸν Χριστό; Ἦταν μία πρόταση – δίλημμα μὲ τρομακτικὲς διαστάσεις- Ἀπὸ τὴν μία, τοῦ προσφερόταν μία ζωή, μία ζωὴ γλυκειὰ, μὲ τὴν κοπέλλα ποὺ ἀγάπησε καὶ μὲ ὑπάρχοντα πολὺ περισσότερα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ (ΔΕΝ) εἶχε. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη θάνατος, θάνατος γιὰ τὸ Χριστό, ἀλλὰ μὲ βάσανα Καὶ μαρτύρια πολλά.

Τί θὰ περίμενε κανείς; Γλυκειὰ ἡ ζωή! Ὅμως ὁ νεαρός τῆς Ἄρτας δὲν δίστασε, δὲν κόμπλαρε. Καὶ ἀπάντησε κατηγορηματικά:

– Χάσου ἀπὸ μπροστά μου. Καὶ σύ. Καὶ ἡ κόρη σου. Καὶ τὰ πλούτη σου. Τὴν πίστη μου θὰ τὴν φυλάξω καθαρή. Καὶ σένα, Καὶ τὴν κόρη σου, καὶ τὴν θρησκεία σας, σᾶς φτύνω!

Δὲν τὸ παραδέχτηκαν, ὅτι εἶχαν πέσει ἔξω. Καὶ ἔκαμαν μία τελευταία προσπάθεια, νὰ τὸν πείσουν! Μία προσπάθεια ὠμή, καὶ μὲ ὠμότητα. Τοῦ πέρασαν τὸ σχοινὶ στὸ λαιμό. Τὸν σήκωσαν ἀργὰ ἀπὸ τὴ γῆ στὸν ἀέρα. Στὸ κλαδὶ τοῦ πλάτανου, Καὶ μετά; Τὸν ἄφησαν νὰ πέσει ἀπότομα. Νὰ «σκάσει» στὸ χῶμα! Καί, ὅταν συνῆλθε κάπως, τοῦ εἶπαν τάχα στοργικά: -Λυπήσου τὰ νειάτα σου! Ἡ ἀπάντησή του ἦταν ὁμολογία: -Ὁ Χριστὸς – Θεός μου καὶ Κύριός μου! Ἡ διαδικασία αὐτὴ ἐπανελήφθη τρεῖς φορές. Τὴν τρίτη φορά, μαζὶ μὲ τὰ λόγια «Ὁ Χριστὸς – Θεός μου καὶ Κύριός μου!», παρέδωκε καὶ τὸ πνεῦμα του. Καὶ ἔγινε μάρτυρας. Τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τῆς εὐσέβειας. Καταφρόνησε τὶς ἀπολαύσεις καὶ τὴν ζωή. Ἔμεινε πιστὸς στὸν Χριστό. Καὶ γιὰ τὸν Χριστὸ ἀπεδύθη καὶ τὸ σαρκίο του, ἀφοῦ πρῶτα εἶχε προαποδυθῆ -γιὰ χάρη Του- Καὶ ὅλα τὰ πάθη τοῦ σαρκίου του.

Καὶ κατακλείει τὴν διήγησή του ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ Γραικὸς μὲ τὰ λόγια: Ἂς ἐντραποῦμε, ὅσοι γιὰ μία σιχαμερὴ ἡδονὴ καταφρονοῦμε τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ.