Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Τὸ θέμα τῆς δικαιώσεως τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τῆς ἐλευθερίας κυριαρχεῖ στὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ τοῦ Ἀπ. Παύλου

  • !

    Στὸν χριστιανισμὸ ὁ ἄνθρωπος δὲν σώζεται μὲ τὰ ἔργα του ἀλλὰ τὴ σωτηρία τὴν προσφέρει ὁ Θεὸς καὶ ὁ ἄνθρωπος τὴ δέχεται μὲ τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὰ ἔργα τοῦ ἀνθρώπου, ἔργα ἀγάπης, δὲν εἶναι προϋπόθεση τῆς σωτηρίας ἀλλὰ καρπός της καὶ ἔμπρακτη φανέρωσή της, αὐτονόητος καρπὸς καὶ ἐκδήλωσή της. Εἶναι ἔργα ἐλεύθερης ἀποδοχῆς τῆς σωτηρίας.

  • !

    Ἡ ἐλευθερία ποὺ διδάσκει ὁ Ἀπ. Παῦλος εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ ἰουδαϊκοῦ Νόμου, ἀπὸ τὴν τυραννία τῆς ἁμαρτίας καὶ τέλος ἀπὸ τὸν θάνατο, καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ θανάτου ποὺ παραλύει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κάνει διὰ παντός τοῦ ζῆν δοῦλο αὐτοῦ τοῦ φόβου

  • !

    Ἐλευθερία εἶναι ἡ ἀπολύτρωση ποὺ προσφέρει ὁ Χριστὸς καὶ τὴν δέχεται ὁ ἄνθρωπος ὄχι μὲ τὴν τήρηση τοῦ Νόμου ἀλλὰ μὲ τὴν πίστη στὸν Χριστό. Τὴν ἐλευθερία αὐτὴ τὴ βιώνει μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ἀπηχεῖται αὐτὴ ἡ ἐλευθερία στὶς σχέσεις του μὲ τὸν ἄλλο ἄνθρωπο. Ἡ ἐλευθερία ἰσοῦται μὲ τὸν ἀπεγκλωβισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἀτομικότητάς του, ποὺ σφυρηλάτησε ἡ ἁμαρτία, καὶ τὸ ἄνοιγμά του σὲ μία διαπροσωπικὴ σχέση μὲ τὸν ἄλλο ἄνθρωπο.

  • !

    Ἡ ἐλευθερία ἀπὸ τὴ τυπικὴ καὶ δουλικὴ τήρηση τοῦ Μωαϊκοῦ Νόμου, γιὰ νὰ ἐπανέλθουμε στὴν περικοπή μας, σημαίνει γιὰ τὸν Παῦλο, καὶ κατ’ ἐπέκταση γιὰ τὸν χριστιανό, ζωὴ στὴν ὁποία παύει νὰ κυριαρχεῖ τὸ ἐγὼ τοῦ χριστιανοῦ, ἐφόσον τώρα κυριαρχεῖ μέσα του ὁ Χριστός.

Ἀνάλυση τοῦ (Γαλ. β΄ 16-20)

 

 

Τὰ ἔργα ἀγάπης εἶναι καρπὸς τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου

Τὸ θέμα τῆς δικαιώσεως τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τῆς ἐλευθερίας κυριαρχεῖ στὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ τοῦ Ἀπ. Παύλου ἀπὸ τὴν ὁποία προέρχεται τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς, τὸ ὁποῖο εἶναι σὲ μετάφραση τὸ ἑξῆς:

«Ἀδελφοί, ξέρουμε ὅμως πὼς ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ μὲ τὴν τήρηση τῶν διατάξεων τοῦ νόμου. Αὐτὸ γίνεται μόνο μὲ τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Γι\’ αὐτὸ κι ἐμεῖς πιστέψαμε στὸν Ἰησοῦ Χριστό, γιὰ νὰ δικαιωθοῦμε μὲ τὴν πίστη στὸν Χριστὸ κι ὄχι μὲ τὴν τήρηση τοῦ νόμου· γιατί μὲ τὰ ἔργα τοῦ νόμου δὲν θὰ σωθεῖ κανένας ἄνθρωπος. Ἂν ὅμως, ζητώντας νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὸν Χριστό, βρεθήκαμε νὰ εἴμαστε κι ἐμεῖς ἁμαρτωλοὶ ὅπως οἱ ἐθνικοί, σημαίνει τάχα πῶς ὁ Χριστὸς ὁδηγεῖ στὴν ἁμαρτία; Ὄχι βέβαια! Γιατί, ἂν ὅ,τι γκρέμισα τὸ ξαναχτίζω, εἶναι σὰν νὰ ὁμολογῶ πὼς ἔκανα λάθος ὅταν τὸ γκρέμιζα. Κι ἀληθινά, μὲ κριτήριο τὸ νόμο, ἔχω πεθάνει γιὰ τὴ θρησκεία τοῦ νόμου, γιὰ νὰ βρῶ τὴ ζωὴ κοντὰ στὸν Θεό. Ἔχω πεθάνει στὸν σταυρὸ μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. Τώρα πιὰ δὲν ζῶ ἐγώ, ἀλλὰ ζεῖ στὸ πρόσωπό μου ὁ Χριστός. Κι ἡ τωρινὴ σωματική μου ζωὴ εἶναι ζωὴ βασισμένη στὴν πίστη μου στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ποὺ μὲ ἀγάπησε καὶ πέθανε ἑκούσια γιὰ χάρη μου» (Γαλ. 2,16-20).
 

\"\"
Στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα οὐσιαστικὰ ἀντιπαραβάλλεται ἡ χριστιανικὴ ἔννοια τῆς δικαιώσεως καὶ σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν ἰουδαϊκή: Ὁ ἄνθρωπος δὲν σώζεται μὲ τὰ ἔργα τὰ δικά του, τηρώντας δηλ. τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο, ὅπως πίστευαν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ ἐξ Ἰουδαίων χριστιανοί, τοὺς ὁποίους ἔχει ὑπ’ ὄψιν του ὁ Παῦλος στὴν παραπάνω περικοπή, γιατί ὁ Χριστὸς μὲ τὴ θυσία του στὸν Σταυρὸ ἐλευθέρωσε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν κυριαρχία τοῦ Νόμου. Κατ’ ἐπέκταση καὶ στὸν χριστιανισμὸ ὁ ἄνθρωπος δὲν σώζεται μὲ τὰ ἔργα του ἀλλὰ τὴ σωτηρία τὴν προσφέρει ὁ Θεὸς καὶ ὁ ἄνθρωπος τὴ δέχεται μὲ τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὰ ἔργα τοῦ ἀνθρώπου, ἔργα ἀγάπης, δὲν εἶναι προϋπόθεση τῆς σωτηρίας ἀλλὰ καρπός της καὶ ἔμπρακτη φανέρωσή της, αὐτονόητος καρπὸς καὶ ἐκδήλωσή της. Εἶναι ἔργα ἐλεύθερης ἀποδοχῆς τῆς σωτηρίας.

Αὐτὸ τὸ τονίζει ἰδιαίτερα ὁ Ἀπ. Παῦλος, ὁ ὁποῖος θὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηριστεῖ ὁ Ἀπόστολος τῆς ἐλευθερίας, ἀφοῦ ἡ ἐλευθερία ἀποτελεῖ κεντρικὴ ἔννοια ὄχι μόνο τῆς θεολογίας του ἀλλὰ καὶ τῆς ζωῆς του. Κατὰ τὰ βιβλικὰ δεδομένα ἡ ἐλευθερία ἀποτελεῖ χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς δημιουργίας του, ἐφόσον πλάστηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὸ δῶρο του νὰ ἀποφασίζει ἐλεύθερα τὴν τήρηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ ἢ καὶ τὴν ἀπόρριψή της, μὲ τὶς ἀνάλογες φυσικὰ συνέπειες.

Ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελεῖ θεμελιῶδες μήνυμα τοῦ Ἀπ. Παύλου τόσο στὸν ἑλληνιστικὸ κόσμο μέσα στὸν ὁποῖο μετέφερε τὸ κήρυγμα τοῦ χριστιανικοῦ εὐαγγελίου ὅσο καὶ στὴ δική μας ἐποχή. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴ θεωρητικὴ καὶ ἀνθρωποκεντρικὴ ἐλευθερία τῶν Στωικῶν φιλοσόφων τῆς ἐποχῆς του ὁ Παῦλος προβάλλει τὴν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία, τὴν ἐλευθερία ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ ἕνα ἱστορικὸ γεγονός: τὸν σταυρικὸ θάνατο καὶ τὴν ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μία ἐλευθερία ποὺ ὑπάρχει μὲν ἀπὸ τὴ δημιουργία στὸν ἄνθρωπο, προσφέρεται ὅμως στὴν πληρότητά της μέσα στὴν Ἐκκλησία ὡς δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀστοχία καὶ ἀποτυχία τοῦ ἀνθρώπου νὰ βρεῖ λύσεις στὰ προβλήματά του μὲ βάση τὶς δικές του ἐσωτερικὲς δυνάμεις κατέστησε ἀναγκαία τὴν ἱστορικὴ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν κόσμο στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἐλευθερία συνεπῶς ἀποτελεῖ προσφορὰ τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ πρὸς τὸν κόσμο. Μὰ ἴσως ἀναρωτηθεῖ κανείς: Δὲν εἶναι σπουδαιότερη ἡ ἐλευθερία ποὺ κατακτᾶ ὁ ἄνθρωπος μέσα ἀπὸ τὶς δικές του πνευματικὲς δυνάμεις παρὰ ἡ ἐλευθερία ποὺ τοῦ προσφέρεται ἔξωθεν; Θὰ ἦταν πράγματι ἔτσι, ἂν ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου ἦταν ἐναρμονισμένη μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν εἶχε διαταραχθεῖ ἐξαιτίας τῆς ἀποστασίας της ἀπὸ τὸν Θεό. Ἡ ἱστορία ὅμως μαρτυρεῖ ὅτι τὰ ἔργα τοῦ ἀνθρώπου συνδέονται μὲ τὸ μίσος, τὴν καταστροφή, καὶ τὴ φθορά, γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὴν ἀποσύνθεση τῆς κοινωνίας, στὴν καταστροφὴ τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ, καὶ τελικὰ στὸν θάνατο. Γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσουν ἐπίσης – γιὰ νὰ ἔλθουμε στὶς μέρες μας – στὴν οἰκονομικὴ κρίση καὶ τὴν ἠθικὴ ἐξαθλίωση.

Ἡ ἐλευθερία ποὺ διδάσκει ὁ Ἀπ. Παῦλος εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ ἰουδαϊκοῦ Νόμου, ἀπὸ τὴν τυραννία τῆς ἁμαρτίας καὶ τέλος ἀπὸ τὸν θάνατο, καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ θανάτου ποὺ παραλύει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κάνει διὰ παντός τοῦ ζῆν δοῦλο αὐτοῦ τοῦ φόβου (βλ. Ἑβρ. 2,15). Γράφει στοὺς Ρωμαίους: «Τώρα εἶσθε ἐλεύθεροι πιὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ἀνήκετε στὸν Θεό. Καρπὸς τῆς καινούργιας ζωῆς σας εἶναι ἡ ἁγιοσύνη καὶ τὸ τέλος τῆς πορείας σας εἶναι ἡ αἰώνια ζωὴ» (6,22). Τὸ ἀποκορύφωμα τῆς ἐλευθερίας εἶναι ἡ ἀποδοχὴ τοῦ ἀνθρώπου (κατὰ ἕνα λογοπαίγνιο τοῦ Παύλου) νὰ γίνει δοῦλος τοῦ Χριστοῦ, αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἄλλωστε ἔκανε καὶ ὁ ἴδιος, ὁ ὁποῖος αὐτοχαρακτηρίζεται συνήθως στὶς ἐπιστολὲς του «δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ρωμ 1,1. Γαλ. 1, 10 κ.ἄ.) καὶ ὁμολογεῖ ὅτι «Εἶμαι ἐλεύθερος, χωρὶς ἐξάρτηση ἀπὸ κανένα. Κι ὅμως ἔκανα τὸν ἑαυτό μου σκλάβο ὅλων γιὰ νὰ κερδίσω ὅσο τὸ δυνατὸν πιὸ πολλοὺς» (Α΄ Κορ. 9,19), γιατί «ὅποιος δέχτηκε τὴν κλήση τοῦ Κυρίου ὄντας δοῦλος, ἀπελευθερώθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο. Παρόμοια κι αὐτὸς ποὺ ὄντας ἐλεύθερος δέχτηκε τὴν κλήση τοῦ Κυρίου, γίνεται δοῦλος τοῦ Χριστοῦ» (Α΄ Κορ. 7,22).

Μὲ ἄλλα λόγια ἐλευθερία εἶναι ἡ ἀπολύτρωση ποὺ προσφέρει ὁ Χριστὸς καὶ τὴν δέχεται ὁ ἄνθρωπος ὄχι μὲ τὴν τήρηση τοῦ Νόμου ἀλλὰ μὲ τὴν πίστη στὸν Χριστό. Τὴν ἐλευθερία αὐτὴ τὴ βιώνει μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ἀπηχεῖται αὐτὴ ἡ ἐλευθερία στὶς σχέσεις του μὲ τὸν ἄλλο ἄνθρωπο. Ἡ ἐλευθερία ἰσοῦται μὲ τὸν ἀπεγκλωβισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἀτομικότητάς του, ποὺ σφυρηλάτησε ἡ ἁμαρτία, καὶ τὸ ἄνοιγμά του σὲ μία διαπροσωπικὴ σχέση μὲ τὸν ἄλλο ἄνθρωπο. «Ὁ Θεὸς σᾶς κάλεσε γιὰ νὰ ζήσετε ἐλεύθεροι. Μόνο νὰ μὴ γίνει ἡ ἐλευθερία ἀφορμὴ γιὰ ἁμαρτωλὴ ζωή, ἀλλὰ μὲ ἀγάπη νὰ ὑπηρετεῖτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον» (Γαλ. 5,13). Ἡ ἐλευθερία αὐτὴ ἐξασφαλίζεται τόσο μὲ τὴν προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου ὅσο καὶ κυρίως μὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου, διότι «ὅπου ὑπάρχει τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου ἐκεῖ ὑπάρχει καὶ ἐλευθερία» (Β΄ Κορ 3,17). Μέσα σ’ αὐτὴν τὴν ἐλευθερία ποὺ ἐξασφαλίζει τὸ Πνεῦμα Κυρίου δὲν νοοῦνται διακρίσεις τῶν ἀνθρώπων, γι’ αὐτὸ καὶ ὑπογραμμίζει ὁ Ἀπόστολος τῆς ἐλευθερίας: «Εἶσθε ὅλοι παιδιὰ τοῦ Θεοῦ….Δὲν ὑπάρχει πιὰ Ἰουδαῖος καὶ εἰδωλολάτρης, δὲν ὑπάρχει δοῦλος καὶ ἐλεύθερος, δὲν ὑπάρχει ἄνδρας καὶ γυναίκα. Ὅλοι σας εἶσθε ἕνας, χάρη στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ» (Γαλ. 3,28).

Ὁ Παῦλος αἰσθάνεται ἐλεύθερος ἀκόμη κι ὅταν βρίσκεται στὴ φυλακή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔγραψε μερικὲς ἐπιστολές του. Ἡ ἐλευθερία ὅμως αὐτὴ – καὶ ἐδῶ βρίσκεται ἡ διαφορά του μὲ τοὺς Στωικούς τῆς ἐποχῆς του – δὲν εἶναι κατόρθωμα δικό του ἀλλὰ δῶρο τοῦ Θεοῦ διὰ τοῦ Χριστοῦ: «Ὁ Χριστὸς μᾶς ἀπελευθέρωσε» (Γαλ.5,1). Ἡ ἐλευθερία ἀπὸ τὴ τυπικὴ καὶ δουλικὴ τήρηση τοῦ Μωαϊκοῦ Νόμου, γιὰ νὰ ἐπανέλθουμε στὴν περικοπή μας, σημαίνει γιὰ τὸν Παῦλο, καὶ κατ’ ἐπέκταση γιὰ τὸν χριστιανό, ζωὴ στὴν ὁποία παύει νὰ κυριαρχεῖ τὸ ἐγὼ τοῦ χριστιανοῦ, ἐφόσον τώρα κυριαρχεῖ μέσα του ὁ Χριστός. Εἶναι πολὺ σημαντικὴ ἡ φράση τοῦ Ἀποστόλου στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα. «Ἔχω πεθάνει στὸν σταυρὸ μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. Τώρα πιὰ δὲν ζῶ ἐγὼ ἀλλὰ ζεῖ στὸ πρόσωπό μου ὁ Χριστὸς» (2,19-20), μία φράση ποὺ ἐκφράζει τὸ Χριστοκεντρικὸ βίωμα τοῦ Παύλου ἀλλὰ καὶ τὸν στόχο τοῦ συνειδητοῦ χριστιανοῦ.