Στιγμές τοῦ πρώϊμου Βυζαντίου μέσα ἀπό πηγές



Ὁ ρόλος τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας
 

     "…Καὶ δὲ γράψαμε τὸ νόμο στὴν πατροπαράδοτη γλώσσα (λατινική) ἀλλὰ σ’ αὐτὴ τὴν κοινή, τὴν ἑλληνική, ὥστε νὰ γίνει γνωστὸς σὲ ὅλους, ἀφοῦ θὰ μποροῦν νὰ τὸν καταλάβουν εὔκολα…"
 
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴ Νεαρὰ VII, I, τοῦ Ἰουστινιανοῦ.
Ἀπὸ τὸ σχολικὸ βιβλίο: Ἱστορία Ρωμαϊκὴ καὶ Βυζαντινή, B’ Γυμνασίου, 85.
 
 
Ὁ Χριστιανισμὸς συστατικὸ στοιχεῖο τοῦ βυζαντινοῦ κράτους
 
     Γνωρίζουμε πὼς τίποτε δὲν εὐχαριστεῖ τὸν ἐλεήμονα Θεὸ περισσότερο ἀπὸ τὴν ὁμόθυμη σύνεση ὅλων τῶν χριστιανῶν στὰ θέματα τῆς ἀληθινῆς καὶ ἄσπιλης πίστης.
 
Confessio rectae fidei, PG 99, 993C.
Ἀπὸ τό: C. Mango, Βυζάντιο, ἡ αὐτοκρατορία τῆς νέας Ρώμης, Ἀθήνα 1990, 127 (μετάφραση Δ. Τσουγκαράκης) 
 
 
 
 
Ὁ Ἰωάννης Χρυσόστομος περιγράφει τὴν κατάσταση τῶν γεωργῶν τὸν καιρὸ τοῦ Θεοδοσίου Α’
 
     "…ἂν ἐξετάσει κανένας πῶς φέρονται οἱ δυνατοὶ στοὺς ἄθλιους καὶ ταλαίπωρους γεωργούς, θὰ δεῖ ὅτι εἶναι χειρότεροι ἀπὸ τοὺς βαρβάρους. Γιατί σ’ αὐτοὺς ποὺ λιώνουν ἀπὸ τὴν πεῖνα καὶ καταπονοῦνται σ’ ὅλη τους τὴ ζωή, ἐπιβάλλουν ἀνυπόφορα τελέσματα καὶ ἐπίπονες ἀγγαρεῖες καὶ τοὺς φέρονται σὰν νὰ ἦταν ὄνοι ἤ ἡμίονοι ἤ, πολὺ περισσότερο, σὰν ἄψυχα πράγματα. Καὶ δὲν τοὺς ἀφήνουν νὰ πάρουν ἀνάσα καὶ τοὺς ζητᾶνε τὰ μισθώματα, εἴτε εἴχανε καλὴ σοδειά, εἴτε ὄχι, χωρὶς διόλου νὰ τοὺς συμπονοῦν".
 
Ὁμιλ. εἰς Μάτθ. 61.3: PG 58.591.
Ἀπὸ τό: I. Καραγιαννόπουλος, Τὸ Βυζαντινὸ Κράτος, Θεσσαλονίκη 1996, 87.
 
 
Ὁ Ἰουστινιανὸς καὶ ἡ ἐργατικότητά του
 
     " Ἐπὶ δυὸ συνεχόμενες μέρες παρέμεινε νηστικός, ἐνῶ σηκωνόταν πάντα ἀπὸ τὰ βαθιὰ χαράματα καὶ ἀγρυπνοῦσε γιὰ τὴν πολιτεία καὶ διαχειριζόταν μὲ ἔργα καὶ λόγια τὰ πολιτικὰ προβλήματα ἀπὸ τὸ πρωὶ ὡς τὸ μεσημέρι καὶ ὄχι σπάνια ὥς τὴ νύχτα. Καὶ ἐνῶ πήγαινε βαθιὰ μεσάνυχτα νὰ κοιμηθῆ, σηκωνόταν ἀμέσως, σὰ νὰ μὴν ὑπέφερε τὸ κρεββάτι. Καὶ ὅταν πήγαινε γιὰ φαγητὸ δὲν ἔτρωγε ψωμὶ οὔτε ἔπινε κρασὶ καὶ ἀπεῖχε ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα φαγητά. Ἔτρωγε μόνο ἄγρια χόρτα, συντηρημένα γιὰ μεγάλο διάστημα μέσα στὸ ἁλάτι καὶ τὸ ξύδι, καὶ τὸ μοναδικὸ ποτὸ του ἦταν τὸ νερό".
 
Προκοπίου Καισαρέως, Περὶ κτισμάτων, Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἀθήνα 1996, κέφ. A’. ζ’, 8-10, 83-85 (μετάφραση Σ. Κοκκίνου-Μαντᾶ).
 
 
 
 
Ἡ Στάση τοῦ Νίκα
 
     " Ὁ λαός, ποὺ στέκονταν σὲ ἄτακτη μάζα, ὅταν εἶδε θωρακισμένους στρατιῶτες, ποὺ εἶχαν ἀποκτήσει μεγάλη δόξα γιὰ ἀδραγανθία καὶ εἶχαν μεγάλη πολεμικὴ ἐμπειρία, νὰ τρέχουν καὶ νὰ χτυποῦν μὲ τά ξίφη τους, τράπηκαν σὲ φυγή. Τότε ἀκούστηκαν δυνατὲς κραυγές, ὅπως ἦταν φυσικό, καὶ ὁ Μοῦνδος, ποὺ βρισκόταν ἐκεῖ κοντὰ καὶ βιαζόταν νὰ μπεῖ στὴ μάχη (γιατί ἦταν τολμηρὸς καὶ δραστήριος, ἀλλὰ οἱ περιστάσεις τὸν ἔκαναν νὰ ἀπορεῖ γιὰ τὸ τί πρέπει νὰ κάνει,) βλέποντας τὸν Βελισσάριο νὰ μπαίνει στὸν ἀγώνα, ἔκανε καὶ αὐτὸς ἐπίθεση στὸν Ἱππόδρομο ἀπὸ τὴν πύλη ποὺ λέγεται Νεκρή. Καὶ τότε οἱ στασιαστές, ποὺ βρίσκονταν γύρω ἀπὸ τὸν Ὑπάτιο, χτυπιοῦνταν ἀμείλικτα καὶ ἀπὸ τὶς δυὸ μεριὲς καὶ κατατροπώνονταν. Ὅταν ἡ φυγὴ γενικεύτηκε καὶ ἡ σφαγὴ τοῦ λαοῦ πῆρε μεγάλη ἔκταση, ὁ Βοραΐδης καὶ ὁ Ἰοῦστος, ἀνιψιοὶ τοῦ Ἰουστινιανοῦ, χωρὶς κανένας νὰ τολμᾶ νὰ τοὺς ἐμποδίσει, κατέβασαν ἀπὸ τὸ θρόνο τὸν Ὑπάτιο καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸ βασιλιὰ μαζὶ μὲ τὸν Πομπήϊιο. Ἐκείνη τὴν ἡμέρα σκοτώθηκαν περισσότεροι ἀπὸ τριάντα χιλιάδες ἄνθρωποι.".
 
Προκοπίου Καισαρέως, Ἱστορία τῶν Πολέμων, Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη, Ἀθήνα 1996, βιβλίο Α’, XXIV, 50-54, (μετάφραση Π. Ροδάκη).
 
 
Οἱ Σλάβοι τὸν 6ο αἰώνα (γιὰ τὴν κατάσταση τὸ 581)
 
     "…ἕνας καταραμένος λαός, ποὺ ὀνομάζονται Σκλαβηνοί, εἰσέβαλε σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα καὶ στὴ χώρα τῶν Θεσσαλονικέων καὶ σὲ ὅλη τή Θράκη, καὶ κατέλαβε τὶς πόλεις, καὶ πῆρε πολυάριθμα φρούρια, καὶ λεηλάτησε, καὶ ἔκαψε […]
 
The Third Part of the Ecclesiastical History of John Bishop of Ephesus, Ὀξφόρδη 1860, 432-3 (μετάφραση R. Payne Smith).
Ἀπὸ τό: C. Mango, Βυζάντιο, ἡ αὐτοκρατορία τῆς νέας Ρώμης, Ἀθήνα 1990, 36 (μετάφραση Δ. Τσουγκαράκης).
 
 
 
Ἐπιδρομὲς τὸν 6ο αἰώνα
 
     Ὅσο γιὰ τὴν Ἰλλυρία καὶ τὴ Θράκη ὁλόκληρη -ποὺ σημαίνει ὅλη τὴν περιοχὴ ἀπὸ τὸν Ἰόνιο κόλπο ὡς τὰ προάστια τοῦ Βυζαντίου, μέσα στὴν ὁποία βρίσκονται ἡ Ἑλλάδα καὶ ἡ χώρα τῶν Χερρονησιωτῶν (περίπου ἡ σημερινὴ Βαλκανικὴ χερσόνησος)-, Οὗννοι καὶ Σκλαβηνοὶ καὶ Ἄντες, κάνοντας ἐπιδρομὲς ἐναντίον τους σχεδὸν κάθε χρόνο ἀφότου ὁ Ἰουστινιανὸς παρέλαβε τὴν ἐξουσία, προξένησαν ἀγιάτρευτα κακὰ στοὺς κατοίκους τους. Πάνω ἀπὸ διακόσιες χιλιάδες ἦταν, νομίζω, οἱ Ρωμαῖοι ποὺ σκοτώνονταν ἤ γίνονταν σκλάβοι σὲ κάθε ἐπιδρομή, ὥστε ἡ λεγόμενη "σκυθικὴ ἐρημία" ἐπικράτησε στ’ ἀλήθεια παντοῦ σ’ αὐτὴ τὴ χώρα.
 
Προκοπίου Καισαρέως, Ἀνέκδοτα ἤ Ἀπόκρυφη Ἱστορία, ἐκδόσεις Ἄγρα, Ἀθήνα 1993, 18, 20-21, 120-121 (μετάφραση Ἀλόη Σιδέρη).
 
 
 
Τὸ βυζαντινὸ νόμισμα στὴν Ἄπω Ἀνατολὴ

     " Ἕνας (βυζαντινός) ἔμπορος, ὁ Σώπατρος, πῆγε κάποτε στὸ νησὶ τῆς Ταπροβάνης γιὰ δουλειὲς καὶ συμπτωματικὰ τὸ πλοῖο του μπῆκε στὸ λιμάνι μαζὶ μὲ ἕνα περσικό. Ὁ Σώπατρος καὶ ἕνας σεβάσμιος Πέρσης ὁδηγήθηκαν στὸν βασιλιὰ τῆς χώρας. Ὁ βασιλιὰς τοὺς ρώτησε σὲ τί κατάσταση ἦταν οἱ χῶρες τους καὶ ποιᾶς χώρας ὁ βασιλιὰς ἦταν ἰσχυρότερος. Ὁ Πέρσης εἶπε ὅτι ὁ δικός του βασιλιὰς ἦταν ὁ πιὸ ἰσχυρός, πιὸ σπουδαῖος καὶ πλούσιος, ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλέων καὶ ὅ,τι ἐπιθυμοῦσε μποροῦσε νὰ τὸ κάνει. Ὅταν ρωτήθηκε ὁ Σώπατρος ἀπάντησε: " Ἂν θέλεις νὰ μάθεις τὴν ἀλήθεια ἔχεις τοὺς δυὸ βασιλιάδες μπροστά σου. Ἐξέτασε τὸν καθένα καὶ θὰ διαπιστώσεις ποιὸς εἶναι σπουδαιότερος καὶ ἰσχυρότερος". "Πῶς λὲς ὅτι ἔχω τοὺς δυὸ βασιλεῖς ἐδῶ;" ρώτησε κατάπληκτος ὁ βασιλιὰς καὶ ὁ Σώπατρος τοῦ ἀπάντησε: " Ἔχεις τὰ χρήματά τους, τὸ "νόμισμα" τοῦ ἑνὸς καὶ τὴ "δραχμή" τοῦ ἄλλου. Ἐξέτασέ τα καὶ θὰ δεῖς τὴν ἀλήθεια". Τότε ὁ βασιλιὰς διέταξε νὰ παρουσιαστοῦν τὰ δυὸ νομίσματα. Τὸ ρωμαϊκὸ "νόμισμα" ἦταν καλὰ στρογγυλεμένο, ἀπὸ ἀστραφτερὸ μέταλλο καὶ μὲ τέλειο σχῆμα, καθὼς κομμάτια αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἐπιλέγονταν γιὰ ἐξαγωγὴ στὸ νησί. Ἐνῶ ἡ "δραχμή" ἦταν ἀσημένια καὶ δὲν συγκρινόταν μὲ τὸ χρυσὸ νόμισμα. Ἔτσι ὁ βασιλιὰς ἀφοῦ τὰ ἐξέτασε προσεκτικὰ ἐπιδοκίμασε τὸ "νόμισμα", λέγοντας ὅτι οἱ Ρωμαῖοι ἦταν σίγουρα ἕνας ἐξαιρετικὸς καὶ ἰσχυρὸς λαός. Καὶ διέταξε νὰ ἀποδοθοῦν μεγάλες τιμὲς στὸν Σώπατρο…"

D. Geanakoplos, Byzantium. Church, Society, and Civilization Seen through Contemporary Eyes, Chicago 1986, 298.
 
 
Ἡ κατάργηση τοῦ χρυσάργυρου ἀπὸ τὸν Ἀναστάσιο Α΄ (498)

     " Τὴν ἴδια χρονιὰ ἐκδόθηκε διάταγμα τοῦ αὐτοκράτορα Ἀναστάσιου Α’ ὅτι οἱ χειροτέχνες θὰ ἀπαλλάσσονταν ἀπὸ τὸ χρυσάργυρο ποὺ ἔπρεπε νὰ πληρώνουν κάθε τέσσερα χρόνια. Αὐτὸ τὸ διάταγμα δὲν ἀφοροῦσε μόνο στὴν Ἔδεσσα, ἀλλὰ σὲ ὅλες τὶς πόλεις τῆς αὐτοκρατορίας. Οἱ κάτοικοι τῆς Ἔδεσσας πλήρωναν κάθε τέσσερα χρόνια 140 λίτρες χρυσοῦ. Ὅλη ἡ πόλη πανηγύρισε, μικροὶ καὶ μεγάλοι, φόρεσαν ἄσπρα ροῦχα καὶ κράτησαν ἀναμμένες λαμπάδες καὶ θυμιατήρια γεμάτα καμμένο λιβάνι, καὶ προχώρησαν μὲ ψαλμοὺς καὶ ὕμνους, εὐχαριστώντας τὸ Θεὸ καὶ ἐπαινώντας τὸν αὐτοκράτορα, πρὸς τὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Σεργίου καὶ τοῦ Ἁγίου Συμεών, ὅπου τέλεσαν τὴν εὐχαριστία. Ἔπειτα γιὰ μιά ἑβδομάδα ὀργάνωσαν πανηγύρι καὶ ὅρισαν ὅτι θὰ γιόρταζαν αὐτὸ τὸ πανηγύρι κάθε χρόνο. Ὅλοι οἱ χειροτέχνες ἀναπαύθηκαν καὶ ἔκαναν πλούσιο τραπέζι στὸ προαύλιο τῆς ἐκκλησίας".

D. Geanakoplos, Byzantium. Church, Society, and Civilization Seen through Contemporary Eyes, Chicago 1986, 59.
 
 
Νόμος τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Α’ γιὰ ἐγγραφὴ σὲ συστήματα (μεταξὺ 379-392)

     "Κανένας νὰ μὴν γράφεται στὰ δημόσια σωματεῖα, ἂν δὲν εἶναι ἀπὸ τέτοια γενιὰ καὶ κατάλληλος στὴν ἡλικία καὶ τὴν τέχνη, γιατί γίνεται πράξη γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς ἐπαρχίας καὶ κατάθεση τοῦ σωματείου, ὅτι εἶναι δηλαδὴ κατάλληλος. Καὶ ὅσα γίνονται νὰ ἀναφέρονται σὲ ἐμᾶς. Ἂν παραβεῖ κάποιος αὐτά, θὰ πάψει νὰ συμμετέχει στὸ σωματεῖο καὶ ἀφοῦ βασανισθεῖ θὰ ἐξοριστεῖ γιὰ πάντα καὶ ὅποιος τὸν βοηθήσει θὰ ὑποβληθεῖ στὰ ἴδια ἐπιτίμια".
 
Ι. Καραγιαννόπουλος, Ἡ βυζαντινὴ ἱστορία ἀπὸ τὶς πηγές, β’ ἀνατύπωση, Θεσσαλονίκη 1996, 218.
 
 
Βυζαντινὸ ἐμπόριο μὲ τὴν ‘Απω Ἀνατολὴ

     Στὸ νησὶ (Κεϋλάνη), καθὼς βρίσκεται σὲ κεντρικὴ θέση, συχνάζουν πλοῖα ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τῆς Ἰνδίας, τῆς Περσίας καὶ τῆς Αἰθιοπίας, καὶ παρομοίως φεύγουν πολλὰ δικά του. Καὶ ἀπὸ τὶς πιὸ μακρυνὲς χῶρες, ἐννοῶ τὴν Τζινίτζα (Κίνα) καὶ ἄλλους ἐμπορικοὺς τόπους, παίρνει μετάξι, μπαχαρικά, σανδαλόξυλο, καὶ ἄλλα προϊόντα καὶ αὐτὰ πάλι μεταβιβάζονται σὲ ἄλλες ἀγορές.
 
D. Geanakoplos, Byzantium. Church, Society, and Civilization Seen through Contemporary Eyes, Chicago 1986, 277.
 
 
Χρηματικὲς παροχὲς στὶς ἐκκλησίες ἀπὸ τὸ Μεγάλο Κωνσταντῖνο

     Δεδομένου ὅτι ἦταν εὐχαρίστησή μας σὲ ὅλες τὶς ἐπαρχίες, δηλαδὴ τὶς ἀφρικανικές, τὶς νουμιδικὲς καὶ τὶς μαυριτανικές, νὰ συνεισφέρουμε στὶς δαπάνες κάποιων ἱερέων τῆς νόμιμης καὶ πιὸ ἱερῆς Καθολικῆς θρησκείας, ἔστειλα μία ἐπιστολὴ στὸν Οὖρσο, τὸν διακεκριμένο οἰκονομικὸ διοικητὴ τῆς Ἀφρικῆς, καὶ τὸν εἰδοποίησα νὰ πληρώσει 3000 φόλλεις (χάλκινα νομίσματα) στὰ πρόσωπα ποὺ ἀναφέρθηκαν.

D. Geanakoplos, Byzantium. Church, Society, and Civilization Seen through Contemporary Eyes, Chicago 1986, 133.
 
 
 
Ἡ "θέση στὸν ἥλιο…"
 
     Λόγια ποὺ λέγεται ὅτι ἀπηύθυνε ἕνας ἡγούμενος τοῦ 6ου αἰώνα σὲ ἕνα δόκιμο μοναχό:
" Ἂν ὁ κοσμικὸς αὐτοκράτορας σκόπευε νὰ σὲ διορίσει πατρίκιο ἤ κουβικουλάριο, νὰ σοῦ δώσει κάποιο ἀξίωμαστὸ παλάτι του […] δὲν θὰ ἐγκατέλειπες ὅ,τι ἔχεις καὶ δὲν θὰ ἔτρεχες σ’ αὐτὸν ὅσο πιὸ γρήγορα μποροῦσες; Δὲν θὰ ἤσουν πρόθυμος νὰ ὑποστεῖς κάθε πόνο καί κόπο,ἀκόμη καὶ νὰ διακινδυνεύσεις τὸ θάνατο, γιὰ νὰ ζήσεις τὴν ἡμέρα ποὺ ὁ αὐτοκράτορας, παρουσίᾳ τῆς συγκλήτου,  θὰ σὲ ὑποδεχόταν καὶ θὰ σὲ ἔπαιρνε στὴν ὑπηρεσία του;"

Λεόντιος Νεαπόλεως, Βίος Ἁγίου Συμεὼν τοῦ σαλοῦ, ἔκδ. L. Ryden, Οὐψάλα 1963, 128
Ἀπὸ τό: C. Mango, Βυζάντιο, ἡ αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης, ΜΙΕΤ, Ἀθήνα 1990, 44 (μετάφραση Δ. Τσουγκαράκη).
 
 
 
ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΘΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 6ΟΥ ΑΙΩΝΑ
 

Ἡ εἰσβολὴ τῶν Σλάβων τὸ 581
 
     "…ἕνας καταραμένος λαός, ποὺ ὀνομάζονται Σκλαβηνοί, εἰσέβαλε σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα καὶ στὴ χώρα τῶν Θεσσαλονικέων καὶ σὲ ὅλη τη Θράκη, καὶ κατέλαβε τὶς πόλεις, καὶ πῆρε πολυάριθμα φρούρια, καὶ λεηλάτησε, καὶ ἔκαψε, καὶ ὑποδούλωσε τὸ λαό, καὶ ἔγινε κύριος ὅλης της χώρας, καὶ ἐγκαταστάθηκε ἐκεῖ διὰ τῆς βίας, καὶ ἔμεινε ἐκεῖ σὰν νὰ ἦταν δική του […] Καὶ ἀκόμη μέχρι σήμερα (584 μ.Χ.) βρίσκονται ἐκεῖ, καὶ ζοῦν ἀνενόχλητοι στὶς ρωμαϊκὲς χῶρες, χωρὶς ἀγωνία καὶ φόβο, καὶ αἰχμαλωτίζουν καὶ σφάζουν καὶ καῖνε…"

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦ ἱστορικοῦ τῆς ἐποχῆς Ἰωάννη τῆς Ἄμιδας (γνωστοῦ καὶ ὡς Ἰωάννη τῆς Ἐφέσου).
The third part of the Ecclesiastical history of John Bishop of Ephesus, Oxford 1860, 432-3 (trans. R. Payne Smith).
Ἀπὸτό: C. Mango, Βυζάντιο, ἡαὐτοκρατορίατῆςνέαςΡώμης, ΜορφωτικὸἽδρυμαἘθνικῆςΤράπεζας, Ἀθήνα 1990, 35-6 (μετάφρασηΔ. Τσουγκαράκη).
 
 

Ἡ εἰσβολὴ τῶν Ἀβάρων τὸ 587-8

     "…(οἱ Ἄβαροι) κατέλαβαν ὅλη τή Θεσσαλία καὶ ὅλη τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν Παλαιὰ Ἤπειρο καὶ τὴν Ἀττικὴ καὶ τὴν Εὔβοια. Καὶ ἀφοῦ εἰσέβαλαν στὴν Πελοπόννησο τὴν κατέλαβαν μὲ πόλεμο, καὶ ἔδιωξαν καὶ κατέστρεψαν τὰ εὐγενῆ καὶ ἑλληνικὰ ἔθνη καὶ κατοίκησαν οἱ ἴδιοι ἐκεῖ. Αὐτοὶ ποὺ μπόρεσαν νὰ ξεφύγουν ἀπὸ τὰ δολοφονικά τους χέρια διασκορπίστηκαν ἐδῶ κι ἐκεῖ. Καὶ οἱ κάτοικοι τῆς Πάτρας μετακόμισαν στὴν περιοχὴ τοῦ Ρήγιου τῆς Καλαβρίας, οἱ Ἀργεῖοι στὸ νησὶ Ὀρόβη, καὶ οἱ Κορίνθιοι στὸ νησὶ ποὺ ὀνομάζεται Αἴγινα […] Καὶ μόνο τὸ ἀνατολικὸ μέρος τῆς Πελοποννήσου, ἀπὸ τὴν Κόρινθο μέχρι τὸν Μαλέα, ἔμεινε καθαρὸ ἀπὸ τοὺς Σλάβους, ἐπειδὴ ἡ περιοχὴ εἶναι τραχιὰ καὶ δύσβατη".

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ μεταγενέστερο Χρονικό της Μονεμβασίας
P. Lemerle, "LachroniqueimproprementditedeMonemvasie", RevuedesEtudesByzantines 21 (1963) 9-10.
Ἀπὸ τό: C. Mango, Βυζάντιο, ἡ αὐτοκρατορία τῆς νέας Ρώμης, ΜΙΕΤ, Ἀθήνα 1990, 36 (μετάφραση Δ. Τσουγκαράκη). 
 
 
 
 
Τέχνη
 
Μία παράδοση γιὰ τὴν κτίση τῆς Κωνσταντινούπολης
 
     "O Κωνσταντῖνος θέλοντας νὰ ὁρίσει τὴν ἔκταση τοῦ τείχους τῆς πόλης, προχωροῦσε κρατώντας τὸ δόρυ. Κι ἐπειδὴ φάνηκε σὲ ἐκείνους ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν, ὅτι καθόριζε τὰ ὅρια πολὺ πιὸ μεγάλα ἀπὸ ὅ,τι χρειαζόταν, τὸν πλησίασε κάποιος καὶ τὸν ρώτησε• " ὥς ποῦ δέσποτα;" Κι’ ἐκεῖνος τοῦ ἀποκρίθηκε καθαρὰ "ὥς που νὰ σταματήσει αὐτὸς ποὺ προχωρεῖ μπροστά μου" κάνοντας φανερὸ ὅτι μιά οὐράνια δύναμη βάδιζε μπροστά του καὶ τὸν ὁδηγοῦσε τί νὰ κάνει".

Φιλοστόργιος, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, II, 9.
Ἀπὸ τὸ σχολικὸ βιβλίο: Ἱστορία Ρωμαϊκὴ καὶ Βυζαντινή, B’ Γυμνασίου, 85.
 
 
 
 
Ὁ ἱστορικὸς Προκόπιοςγιὰ τὴ μεγάλη Ἐκκλησία τῶν Βυζαντινῶν, τὴν Ἁγία Σοφία
 
     " Ὅταν κάποιος ἔρχεται στὸ ἱερό, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ,  συνειδητοποιεῖ ἀμέσως ὅτι τὸ ἔργο τοῦτο δὲν ἔγινε τόσο τέλειο οὔτε ἀπὸ τὴ δύναμη οὔτε ἀπὸ τὴν τέχνη τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ ἀπὸ θεϊκὴ ἐπενέργεια.  Ὁ νοῦς του μετουσιώνεται καὶ κατευθύνεται πρὸς τὸ Θεὸ καὶ νομίζει ὅτι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μακριά, ἀλλὰ ὅτι ἔχει τρυπώσει, χωρὶς νὰ γίνει ἀντιληπτός, ἀνάμεσα σὲ ἐκείνους ποὺ ὁ ἴδιος διάλεξε. Καὶ αὐτὸ δὲν συμβαίνει μόνο σὲ ἐκεῖνον ποὺ ἐπισκέπτεται γιὰ πρώτη φορά τὸ ναό, ἀλλὰ ἀσταμάτητα στὸν καθένα ἡ ἴδια ἐντύπωση προκαλεῖται, σὰ νὰ εἶναι ἡ πρώτη φορά ποὺ ἀντικρύζει αὐτὸ τὸ θέαμα".
 
Προκοπίου, Περὶ κτισμάτων, Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἀθήνα 1996, κέφ. A’. 61, 45 (μετάφραση Σ. Κοκκίνου-Μαντᾶ). 
 
 
 
 
Ἡ ἀνοικοδόμηση τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὴ Θεσσαλονίκη
 
     " Ἀφοῦ λοιπὸν καθάρθηκε ἡ πλάνη τῶν εἰδώλων καὶ ἔλαμψε ἡ ζωοποιὸς καὶ ἀμώμητος πίστη τῶν ὀρθοδόξων, ὁ Λεόντιος, ποὺ κοσμοῦσε τότε τὸν ἐπαρχιακὸ θρόνο τοῦ Ἰλλυρικοῦ, ἐνῶ μετέβαινε στὴ χώρα τῶν Δακῶν, ἀρρώστησε ἀπὸ ἀνίατη ἀσθένεια• οἱ ἄνθρωποί του τὸν μετέφεραν μὲ φορεῖο στὴ Θεσσαλονίκη καὶ τὸν ἀπόθεσαν μέσα στὸν ἱερὸ σηκὸ ὅπου κάτω ἀπὸ τὴ γῆ βρισκόταν τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου. Δὲν πρόλαβαν καλὰ καλὰ νὰ τὸν ξαπλώσουν πάνω στὸ ἰαματοφόρο μνῆμα καὶ ἀμέσως ξαναβρῆκε τὴν ὑγεία του•  θαύμασε αὐτός, θαύμασαν καὶ οἱ δικοί του γιὰ τὴν ταχύτατη ἐπέμβαση τοῦ μάρτυρος καὶ δόξασαν τὸν Θεὸ καὶ τὸν πανένδοξο μάρτυρα Δημήτριο• ἀμέσως ὕστερα ὁ Λεόντιος, ἀφοῦ γκρέμισε καὶ καθάρισε ὁλόγυρα τὶς καμάρες τῶν καμίνων καὶ συνάμα τὸ οἴκημα τῶν θερμῶν λουτρῶν μαζὶ μὲ τὶς στοὲς καὶ τὰ καπηλειὰ ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖ, ἀνήγειρε πάνσεπτο οἶκο πρὸς τιμὴν τοῦ μάρτυρος στὸ χῶρο μεταξὺ τῶν δημοσίων λουτρῶν καὶ τοῦ σταδίου καὶ τὸν κατακόσμησε μὲ πλούσιες δωρεές".
 
Ἁγίου Δημητρίου Θαύματα. Οἱ συλλογὲς Ἀρχιεπισκόπου Ἰωάννου καὶ ἀνωνύμου, Εἰσαγωγή, Σχόλια, Ἐπιμέλεια X. Μπακιρτζής, Ἀθήνα 1997, 45 (μετάφραση Ἀλόη Σιδέρη). 
 
 
 
 
Ἡ ἴαση τοῦ ἐπάρχου Μαριανοῦ καὶ τὸ κιβώριο μὲ τὴ θαυματουργὴ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὴ βασιλική της Θεσσαλονίκης
 
     "…Οἱ δὲ δικοί του, πιὸ ἔκπληκτοι ἀπὸ κεῖνον γιὰ τὸ θαῦμα καὶ μὴν μπορώντας οὔτε ἀπόκριση νὰ δώσουν, συνῆλθαν μὲ μεγάλη δυσκολία κι ἔτρεξαν στὰ κοντινὰ σπίτια -διότι τὸ πραιτώριο ἦταν μακρυὰ ἀπὸ τὸ ναό- γιὰ νὰ ζητήσουν στιχάριο καὶ ζώνη καὶ χλαίνη καὶ ὑποδήματα• γιατί τίποτα ἀπὸ αὐτὰ δὲν εἶχαν πάρει μαζί τους ἐφόσον δὲν εἶχαν καμμία ἐλπίδα ὅτι ὁ παράλυτος κύριός τους θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ τὰ χρειαστεῖ. Τὰ φόρεσε ἐκεῖνος καί, χωρὶς κανεὶς νὰ τὸν ὑποβαστάζει, μεταβαίνει στὸ ἀργυρὸ κιβώριο τοῦ ἁγίου καὶ πανένδοξου μάρτυρος Δημητρίου, ὅπου λένε μερικοὶ ὅτι κείτεται ὑπὸ γῆν τὸ πανάγιο λείψανό του. Καὶ ὅταν, μὲ τὰ δικά του πόδια, ἔφτασε ἐκεῖ ὁ ἔπαρχος, μπῆκε στὸν ἱερὸ χῶρο καί, ἀκουμπώντας τὸ πρόσωπό του στὸ εὑρισκόμενο ἐκεῖ ἀσημένιο ὡσανεί κραββάτιον, στὸ ὁποῖο εἶναι ἐντυπωμένο τὸ θεόμορφο πρόσωπο τοῦ πανσέπτου καὶ τροπαιοφόρου μάρτυρος, ἔλεγε μὲ φωνὲς καὶ δάκρυα: "Ἐσὺ πανάγιε μάρτυς τοῦ Χριστοῦ Δημήτριε, ἰδοὺ ἐξεπλήρωσες τὴν ὑπόσχεσή σου χαρίζοντάς μου τὴ σωματικὴ ὑγεία…"
 
Ἁγίου Δημητρίου Θαύματα. Οἱ συλλογὲς Ἀρχιεπισκόπου Ἰωάννου καὶ ἀνωνύμου, Εἰσαγωγή, Σχόλια, Ἐπιμέλεια X. Μπακιρτζής, Ἀθήνα 1997, 80-81 (μετάφραση Ἀλόη Σιδέρη).
 
 
 
  
Ὁ ναὸς τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων στὴν Κωνσταντινούπολη
 
     " Ὁ βασιλιὰς Κωνσταντῖνος ἔκτισε αὐτὸ τὸ ναὸ στὴ μνήμη καὶ τὴ λατρεία τῶν Ἀποστόλων καὶ ζήτησε νὰ ἐνταφιαστεῖ ὁ ἴδιος καὶ οἱ κατοπινοὶ βασιλεῖς σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο. Ὅρισε μάλιστα νὰ ἐνταφιάζονται σὲ αὐτὸ ὄχι μόνο ἄνδρες ἀλλὰ καὶ γυναῖκες, συνήθεια ποὺ διασώζεται μέχρι τώρα […] Τώρα ὅμως ποὺ ὁ βασιλιὰς Ἰουστινιανὸς ἔκτιζε τὸ ναὸ αὐτὸ οἱ χτίστες ἔσκαβαν ὅλο τὸ ἔδαφος, ὥστε νὰ μὴν ἀπομείνη τίποτα ἀπρεπὲς ἐκεῖ. Σὲ μία στιγμὴ ἀντικρύζουν ἐκεῖ τρεῖς ξύλινες λάρνακες τελείως παραμελημένες, ποὺ δήλωναν μὲ χαραγμένη ἐπιγραφὴ ὅτι περιεῖχαν τὰ σώματα τοῦ Ἀνδρέα τοῦ Λουκᾶ καὶ τοῦ Τιμοθέου, τῶν Ἀποστόλων. Τὰ ἱερὰ σώματα μὲ πολὺ μεγάλη χαρὰ τὰ ἀντίκρυσαν ὁ βασιλιὰς καὶ ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ καί, ἀφοῦ ἔκαμαν πρὸς χάρη τους λιτανεία καὶ πανήγυρη καὶ τοὺς ἀφιέρωσαν τὰ συνηθιζόμενα, προκειμένου νὰ τοὺς τιμήσουν, περιποιήθηκαν τὶς λάρνακες καὶ τὶς ἔκρυψαν πάλι στὴ γῆ, χωρὶς νὰ ἀφήσουν ἐρημικὸ καὶ ἀφανῆ τὸν τόπο, ἀλλὰ τὸν ἀφιέρωσαν μὲ εὐσέβεια στὰ σώματα τῶν Ἀποστόλων.
 
Προκοπίου, Περὶ κτισμάτων, Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἀθήνα 1996, κέφ. Α’.δ’., 19-22, 69 (μετάφραση Σ. Κοκκίνου-Μαντᾶ, Ἄπ. Τζαφερόπουλος). 
 
 
 
 
ΑΙΡΕΣΕΙΣ

Αὐτοκρατορικὸ διάταγμα τοῦ ἔτους 380

     " Ἐπιθυμοῦμε ὅλοι οἱ λαοὶ τοὺς ὁποίους κυβερνᾶ τὸ κράτος τῆς γαληνότητάς μας νὰ ἀσκοῦν αὐτὴ τὴ θρησκεία τὴν ὁποία ὁ θεῖος ἀπόστολος Πέτρος […] παρέδωσε στοὺς Ρωμαίους […] γιὰ νὰ πιστεύουμε τὴ μία θεότητα τοῦ Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ Ἁγίου Πνεύματος ὑπὸ ἴση μεγαλειότητα καὶ εὐσεβῆ Τριάδα. Διατάζουμε λοιπὸν ὅλοι ὅσοι ἀκολουθοῦν αὐτὸ τὸ νόμο νὰ ἀποκαλοῦνται καθολικοὶ χριστιανοί. Οἱ ἄλλοι ὅμως, τοὺς ὁποίους θεωροῦμε ἀνόητους καὶ μανιώδεις (dementes vesanosque), αὐτοὶ νὰ ὑπομένουν τὴν ἀτιμία τοῦ αἱρετικοῦ δόγματος, οἱ τόποι τῶν συγκεντρώσεών τους νὰ μὴν ὀνομάζονται ἐκκλησίες καὶ νὰ τιμωροῦνται πρῶτα ἀπὸ τὴ θεία ἐκδίκηση καὶ ἔπειτα ἀπὸ τὴν τιμωρία τῆς δικῆς μας ἰσχύος, τὴν ὁποία λάβαμε ἀπὸ τὴ θεία εὐδοκία".
Θεοδοσιανὸς Κώδικας, xvi.1.2 , Ἰουστινιάνειος Κώδικας, i.1.1.

Ἀπὸ τό: C. Mango, Βυζάντιο, Ἡ αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης, Μορφωτικὸ Ἵδρυμα Ἐθνικῆς Τραπέζης, Ἀθήνα, 1990, 108 (μετάφραση Δ. Τσουγκαράκη).
 
 
 
ΟΙ ΚΑΠΠΑΔΟΚΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ
 
Λόγος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου Περὶ Ἀσκητικῆς
 
     "Πῶς πρέπει νὰ κοσμεῖται ὁ μοναχός. Πάνω ἀπ’ ὅλα ὁ μοναχὸς πρέπει νὰ διάγει βίο χωρὶς ἰδιοκτησία, μὲ ἐρημία (μοναχικότητα) τοῦ σώματος, κοσμιότητα στὴν ἐμφάνιση, μετριότητα στὴ φωνή, καὶ εὐταξία στὸ λόγο, νὰ τρώει καὶ νὰ πίνει ἥσυχα. Καὶ νὰ τρώει σιωπηρά. Καὶ νὰ σιωπᾶ ἐπὶ παρουσία μεγαλύτερων, καὶ νὰ ἀκούει ἐπὶ παρουσία σοφότερων. Νὰ δείχνει ἀγάπη στοὺς ἴσους μ’ αὐτὸν καὶ νὰ συμβουλεύει μὲ ἀγάπη τοὺς κατώτερους…"

"S. Basilii Magni; Sermo ejusdem de ascetica disciplina", Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἠμῶν Βασιλείου, ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας Καππαδοκίας, τὰ εὑρισκόμενα πάντα, Patrologia Graeca, t. 31, ed. J. Migne, Paris 1857-1906.
 

 
ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ-ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

 
Ἡ φιλοσοφία τοῦ Αὐγουστίνου


     "…μὴν πᾶς πρὸς τὰ ἔξω, ἔλα πίσω μέσα στὸν ἴδιο σου τὸν ἑαυτό, στὸ ἐσωτερικό τοῦ ἀνθρώπου κατοικεῖ ἡ ἀλήθεια, κι ἂν ἔχης ἀνακαλύψει ὅτι ἡ φύση σου εἶναι μεταβλητή, ξεπέρασε καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό σου"
 
"De vera religione", Patrologia Latina, ed. J. Migne, 39,72.
 

     "Ὑπάρχουν ἰδέες κι αὐτὲς εἶναι ὁρισμένες βασικὲς μορφὲς καὶ μόνιμες,  ἀμετάβλητες οὐσίες τῶν πραγμάτων. αὐτὲς οἱ ἴδιες δὲν ἔχουν διαμορφωθεῖ,  σχετίζονται αἰώνια μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ βρίσκονται στὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὲς δὲν γεννιῶνται οὔτε χάνονται,  σχηματίζονται σύμφωνα μ’ αὐτὲς ὅλα ὅσα μποροῦν νὰ γεννιῶνται καὶ νὰ χάνονται καὶ πραγματικὰ γεννιῶνται καὶ χάνονται"

"De div. quaest.", LXXXIII, Patrologia Latina, ed. J. Migne, 46, 2, μετάφραση Θ. Βέϊκου. Θ. Βέϊκος, Μεσαιωνικὴ Φιλοσοφία, Ι, Αὐγουστῖνος καὶ ἡ προβληματική τῆς πατερικῆς φιλοσοφίας, Θεσσαλονίκη 1971, 40-41, 55.
 
 
 
 
 
 
ΔΙΚΑΙΟ
 
Νεαρά τοῦ Ἰουστινιανοῦ Α’ γιὰ τὴν αὐτοκρατορικὴ ἐξουσία ἐπὶ τῆς Ἐκκλησίας
 
"Ἡ μεγαλύτερη εὐλογία τοῦ ἀνθρώπινου γένους εἶναι τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ πού μᾶς παραχωρήθηκαν ἀπὸ τὴν οὐράνια εὐσπλαχνία: ἡ ἱερωσύνη καὶ ἡ αὐτοκρατορικὴ ἐξουσία. Ἡ ἱερωσύνη ὑπηρετεῖ τὰ θεία πράγματα. Ἡ αὐτοκρατορικὴ ἐξουσία ὁρίζει καὶ ἐπιμελεῖται ἀνθρώπινα πράγματα. Ἀλλὰ καὶ οἱ δυὸ προέρχονται ἀπὸ τὴν ἴδια πηγή, καὶ οἱ δυὸ κοσμοῦν τὴν ἀνθρώπινη ζωή. Τίποτα ἑπομένως δὲν θὰ ἐνδιέφερε περισσότερο τὸν αὐτοκράτορα ἀπὸ τὴν ἀξιοπρέπεια καὶ ὑπόληψη τοῦ κλήρου. Γιατί ἂν ἡ ἱερωσύνη εἶναι ἀπὸ ὅλες τὶς ἀπόψεις ἄψογη καὶ γεμάτη πίστη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ ἂν ἡ αὐτοκρατορικὴ ἐξουσία κοσμεῖ σωστὰ καὶ ὅπως πρέπει τὸ Κράτος ποὺ ἀνέλαβε, θὰ ἐπακολουθήσει μία εὐτυχισμένη ἁρμονία ποὺ θὰ φέρει ὅλα τὰ καλὰ πράγματα στὴν ἀνθρωπότητα".
 
Geanakoplos, D., Byzantium. Church, Society, and Civilization Seen through Contemporary Eyes, Chicago 1986, 136.


Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ σχέδιο τοῦ Πανδέκτη

 
"…Ἐπιθυμοῦμε ἡ συλλογή μας πού, μὲ τὴ θέληση τοῦ Θεοῦ, θὰ συνταχτεῖ ἀπὸ ἐσένα (Τριβωνιανέ), νὰ ὀνομαστεῖ Digestἤ Πανδέκτης, καὶ κανένας νομικὸς δὲ θὰ τολμήσει κατόπιν τούτου νὰ προσθέσει σχόλια σὲ αὐτή, καὶ νὰ μπερδέψει μὲ τὴν ἀπεραντολογία του τὴν ἐπιτομὴ τοῦ προαναφερθέντος ἔργου, ὅπως ἔγινε παλιότερα, γιατί ὅλο σχεδὸν τὸ δίκαιο εἶχε περιέλθει σὲ σύγχυση μὲ τὶς ἀντίθετες ἀπόψεις ἐκείνων ποὺ τὸ ἑρμήνευαν".
 
Geanakoplos, D., Byzantium. Church, Society, and Civilization Seen through Contemporary Eyes, Chicago 1986, 75.
 
 

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
 
 Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ προοίμιο τῶν "Ἀνεκδότων" τοῦ Προκόπιου
 
     "Ὅλα ὅσα συνέβησαν ὥς τὶς μέρες μας στὸ γένος τῶν Ρωμαίων κατὰ τὴ διάρκεια τῶν πολέμων τὰ ἔχω διηγηθεῖ συνδέοντάς τα πάντα, ὅσο μοῦ ἦταν δυνατό, μὲ τὸ χρόνο καὶ τὸν τόπο στὸν ὁποῖο διαδραματίστηκαν. Ἀπὸ δῶ καὶ πέρα ὅμως δὲν θὰ συνθέσω τὴν ἐξιστόρηση μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Ἐδῶ θὰ καταγραφοῦν μὲ κάθε λεπτομέρεια ὅλα ὅσα ἔτυχε νὰ συμβοῦν σὲ κάθε σημεῖο τῆς Ρωμαϊκῆς Ἐπικράτειας. Ὁ λόγος εἶναι ὅτι ἦταν ἀδύνατο νὰ καταγραφοῦν οἱ πράξεις μὲ τὸν πρέποντα τρόπο ὅσο οἱ αὐτουργοὶ τους ἦταν ἀκόμα στὴ ζωή, γιατί, ἂν μὲ ἀνακάλυπταν, δὲν θὰ μποροῦσα νὰ γλιτώσω ἀπὸ τὸν πιὸ οἰκτρὸ θάνατο καὶ δὲν μποροῦσα νὰ εἶμαι σίγουρος οὔτε κἄν γιὰ τὴν ἀσφάλεια τῶν πιὸ στενῶν μου συγγενῶν. Ἀλλὰ καὶ σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἀναγκάστηκα νὰ ἀποκρύψω τὶς αἰτίες τῶν γεγονότων ποὺ ἔχω ἀναφέρει στὰ προηγούμενα βιβλία μου. Θὰ χρειαστεῖ λοιπόν, στὸ σημεῖο αὐτὸ τῆς ἱστορίας μου, νὰ ἀποκαλύψω ὄχι μόνο ὅσα ἔχω προηγουμένως παρασιωπήσει, ἀλλὰ καὶ τὶς αἰτίες τῶν γεγονότων ποὺ ἤδη ἀνέφερα".
 
Προκοπίου Καισαρέως, Ἀνέκδοτα ἤ Ἀπόκρυφη Ἱστορία, β’ ἀνατύπωση, Ἀθήνα 1993 (μετάφραση Ἀλόη Σιδέρη).