Βρισκόμαστε στὰ μισὰ περίπου τοῦ 13ου αἰώνα στὴν Ἀσία. Μεγάλος χάνος τῶν Μογγόλων ἦταν ὁ Μπερκέ -κατ\’ ἄλλους Μπεργκάζ- τοῦ ὁποίου ἡ βασιλεία ἄρχισε τὸ 1257 καὶ τελείωσε μετὰ 10 χρόνια, τὸ 1267. Εἶναι ἡ ἐποχὴ τῶν μεγάλων κατακτήσεων τῶν Μογγόλων. Οἱ περισσότεροι ἀσιατικοὶ λαοὶ ἦταν ὑποτελεῖς στὴν «Χρυσὴ Ὀρδὴ» ὅπως λεγόταν, τῶν τρομερῶν αὐτῶν πολεμικῶν φυλῶν.
Μὰ καὶ τὸ πλεῖστον τῆς σημερινῆς γῆς ἦταν ὑποτελὲς στὸ παντοδύναμο μογγολικὸ κράτος. Πλήρωναν οἱ Ρῶσοι τοὺς φόρους καὶ εἶχαν καὶ ἄλλες δυσβάστακτες ὑποχρεώσεις πρὸς τὴν Αὐλὴ τῆς «Χρυσῆς Ὀρδῆς». Ἔτσι, ὁ Ἐπίσκοπος Κύριλλος τῆς ἔνδοξης πόλης τοῦ Ροστὼβ ταξίδευε συχνὰ γιὰ νὰ διεκπεραιώσει τὶς ὑποθέσεις καὶ νὰ λύσει τὰ προβλήματα τῆς Ἐπισκοπῆς του καὶ τὰ τοῦ «Οἴκου τῆς Θεοτόκου», ὅπως λεγόταν ὁ καθεδρικὸς ναὸς τοῦ Ροστώβ.
Κατὰ τὴν παραμονή του στὴν Αὐλή, ὁ χάνος τὸν ρωτοῦσε νὰ μάθει γιὰ τὴν πίστη τῶν χριστιανῶν. Ἤθελε νὰ ἀκούσει γιὰ τὸ πῶς στὸ Ροστώβ, στὶς ἡμέρες τοῦ μεγάλου ἡγεμόνα τοῦ Κιέβου Βλαδιμήρου, ὁ Ἅγιος Ἐπίσκοπος Λεόντιος, ποὺ εἶχε ἔλθει ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, τὸν εἵλκυσε στὴν Ἐκκλησία. Ὁ βίος καὶ ἡ πολιτεία τοῦ Λεοντίου τὸν γοήτευε. Πὼς ἀκόμα καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του ἔκανε θαύματα καὶ θεραπεῖες μὲ τὴν χάρη τοῦ ἁγίου λειψάνου του.
Μάλιστα, τὸ θαυμαστὸ εἶναι ὅτι ὁ χάνος, κάποια φορὰ ποὺ ὁ Ἐπίσκοπος Κύριλλος βρισκόταν στὴν Αὐλή, τὸν παρακάλεσε νὰ βοηθήσει τὸ ἄρρωστο παιδί του ποὺ κινδύνευε νὰ πεθάνει. Ὁ ἐπίσκοπος προσευχήθηκε θερμὰ πάνω ἀπὸ τὸ ἄρρωστο παιδὶ καὶ μετὰ τὸ ράντισε μὲ ἁγιασμό. Τὸ παιδὶ ἔγινε καλά. Ὁ χάνος καὶ ὅλοι οἱ ἄρχοντες τοῦ παλατιοῦ χάρηκαν πολὺ μὰ καὶ θαύμασαν γιὰ τὴν παντοδυναμία τοῦ Χριστοῦ καὶ εὐχαρίστησαν μὲ δῶρα καὶ τιμὲς τὸν Κύριλλο, ποὺ βρῆκε τὴν εὐκαιρία νὰ τοὺς μιλήσει ἐκτεταμένα γιὰ τοὺς νόμους καὶ τὶς ἀλήθειες τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε πολλοὶ ἄπιστοι νὰ θαυμάσουν καὶ νὰ κατανυχθοῦν.
Σ\’ αὐτὲς τὶς συγκεντρώσεις παρευρισκόταν καὶ ὁ ἀνιψιὸς τοῦ αὐτοκράτορα, ὁ πρίγκιψ ποὺ ἀργότερα ὀνομάσθηκε Πέτρος. Ἄκουγε ἀχόρταγα τὰ λόγια τοῦ δεσπότη. Ἡ καρδιά του ἄνοιξε στὸ φῶς. Ὑποσχέθηκε στὸν ἑαυτό του νὰ πάει στὸ Ροστὼβ καὶ μὲ τὰ ἴδια του τὰ μάτια νὰ δεῖ καὶ νὰ πεισθεῖ γιὰ τὸ μεγαλεῖο της Ἐκκλησίας, μὰ συγχρόνως νὰ γίνει καὶ χριστιανός. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίλλου τὸν ἔκαναν νὰ μοιράσει τὴν μεγάλη του περιουσία στοὺς φτωχοὺς ὁμοφύλους του. Θεώρησε τὰ πάντα σκύβαλα μπρὸς στὴν ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς του νὰ γνωρίσει
τὸν Χριστό. Ἡ δύναμη τοῦ χάνου καὶ ἡ ἀγάπη τῆς μητέρας του ὅμως ἦταν τὰ μεγάλα ἐμπόδια, γι\’ αὐτὸ ἀποφάσισε νὰ φύγει κρυφὰ γιὰ νὰ πραγματοποιήσει τὸν μεγάλο σκοπό του.
Μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες, ὁ Ἐπίσκοπος Κύριλλος πῆρε τὴν ἄδεια νὰ ἀναχωρήσει γιὰ τὸ Ροστώβ, γεμάτος ἀπὸ τὰ πλούσια δῶρα τοῦ βασιλιᾶ. Μάλιστα ὁ χάνος, ἀπὸ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴ θεραπεία τοῦ παιδιοῦ του, ἀνέθεσε στὸν ἐπίσκοπο νὰ μεταβιβάσει στὸν τοπικὸ ἄρχοντα τῆς Ἐπισκοπῆς του νὰ μὴν στείλει στὴν Ὀρδὴ τὸν φόρο ὑποτελείας ποὺ τοῦ ὄφειλε γιὰ τὴν χρονιὰ αὐτή, ἀλλὰ νὰ δώσει τὰ χρήματα γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τῆς «Παναγίας τοῦ Ροστώβ».
Ὁ ἐπίσκοπος ἀναχώρησε, ὅμως ὁ νεαρὸς πρίγκιπας, ἀφήνοντας πίσω του μητέρα χήρα, συγγενεῖς, φίλους, περιουσία καὶ τιμές, ὅπως ὁ Πατριάρχης Ἀβραάμ, τὸν ἀκολούθησε κρυφὰ καὶ τὸν πρόφθασε πρὶν ἀκόμη φθάσει στὴν πόλη του. Τὸν παρακάλεσε μὲ δάκρυα νὰ τὸν δεχθεῖ μαζί του στὴν ἁγία ρωσικὴ γῆ καὶ νὰ τὸν βαπτίσει χριστιανό. Ὁ ἐπίσκοπος κατάλαβε τὴν εἰλικρινῆ διάθεσή του, τὸν δέχθηκε καὶ τὸν ἔφερε μαζί του στὸ Ροστώβ.
Ὁ νεαρὸς ἦταν εὐτυχισμένος. Ἡ ψυχή του ἀγαλλόταν ἀκούγοντας τὴν ὡραία ψαλμωδία ποὺ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ψαλλόταν στὶς δύο ἱερὲς γλῶσσες, δηλαδὴ ρωσικὰ δεξιὰ καὶ ἑλληνικὰ ἀριστερά. Ἡ ὀμορφιὰ τῶν ἱερῶν εἰκόνων καὶ αὐτὲς οἱ ἴδιες οἱ ἱερὲς Ἀκολουθίες, πότε μεγαλόπρεπες στὶς μεγάλες γιορτὲς καὶ πότε κατανυκτικὲς στὶς περιόδους τῶν νηστειῶν, ἄναβαν ἱεροὺς πόθους στὴν ψυχὴ τοῦ νέου Μογγόλου.
Ὅμως ὁ φόβος τοῦ χάνου ἐμπόδιζε τὸν δεσπότη νὰ τὸν βαπτίσει, ἕως ὅτου ὁ Θεὸς οἰκονόμησε τὰ πράγματα. Ὁ χάνος Μπερκὲ ἀπεβίωσε. Διαταραχὲς δημιουργήθηκαν στὴν Ὀρδὴ γιὰ τὴν διαδοχή. Γιὰ τὴν ὥρα ἡ προσοχὴ τῶν ἀρχόντων δὲν στρεφόταν βέβαια στὸ τί θὰ ἔκανε ὁ ἀνιψιὸς τοῦ πεθαμένου βασιλιᾶ. Ὁ Ἐπίσκοπος Κύριλλος βάφτισε καὶ ἔδωσε τὸ ὄνομα Πέτρος (Πιὸτρ στὰ ρωσικὰ) στὸν πρίγκιπα.
Ὁ Πέτρος κάθε ἡμέρα «ηὔξανε καὶ ἠνδροῦτο» πνευματικά. Ἡ πίστη του στέριωνε καὶ ἡ ἀρετή του ἀνθοῦσε. Εἶχε γίνει πιὰ ἕνας καλὸς χριστιανός. Ἔμαθε τὰ ρωσικά, γιὰ νὰ διαβάζει τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας. Προσευχόταν πολὺ καὶ παρακολουθοῦσε ὅλες τὶς \’Ἀκολουθίες στὸν ναό, τηροῦσε ὅλες τὶς διατάξεις τῆς Ἐκκλησίας. Ἦταν ἤρεμος, ταπεινός, προσηνὴς πρὸς ὅλους. Νήστευε συνεπῶς καὶ ἀσκεῖτο μὲ στερήσεις καὶ σκληραγωγίες, μένοντας μέσα στὸ Ἐπισκοπεῖο. Δὲν ἀκολούθησε ὅμως τὴ μοναχικὴ πολιτεία. Μὲ τὴν προτροπὴ καὶ τὴν εὐλογία τοῦ ἐπισκόπου ἦλθε εἰς γάμου κοινωνίαν μὲ «ἐπίσημη καὶ ὡραία νύμφη».
Ὁ πρίγκιψ Πέτρος ἔζησε πολλὰ χρόνια τὸν τίμιο γάμο του. Ἀπέκτησε καὶ παιδιά. Ἔγινε ὅμως καὶ ὁ πατέρας τῶν φτωχῶν. Ἔτρεφε τοὺς πεινασμένους, ἔντυνε τοὺς γυμνούς. Σὰν ἄλλος Ἰὼβ ὑπέμεινε καρτερικὰ τὴν χωλότητα τοῦ ἑνός του ποδιοῦ καὶ τὸ χάσιμο τῆς ὅρασης ἀπὸ τὸ ἕνα του μάτι.
Κάποιο βράδυ, ἐνῶ προσευχόταν στὴν ἄκρη τῆς λίμνης, τοῦ ἐμφανίστηκαν σὲ ὅραμα οἱ πρωτοκορυφαῖοι Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος καὶ τὸν διέταξαν νὰ κτίσει σ\’ αὐτὸ τὸ σημεῖο ναὸ ἀφιερωμένο σ\’ Αὐτούς, ὅπως καὶ ἔγινε.
Ὅταν πέρασαν πολλὰ χρόνια, ἔχασε τὴ σύζυγό του. Γέρων πιὰ ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἐμόνασε σὲ μοναστήρι ποὺ ὁ ἴδιος ἔκτισε. Τὸ τέλος του ὑπῆρξε ὁσιακό, σὲ βαθιὰ γεράματα. Παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸν Κύριό του στὶς 29 Ἰουνίου τοῦ 1290, τὴν ἡμέρα τῆς ὀνομαστικῆς του ἑορτῆς. Τὸ μοναστήρι του ἀπὸ τότε ὀνομάστηκε «Μονὴ τοῦ Πέτρου».
Ὁ Πέτρος τῆς Χρυσῆς Ὀρδῆς ἀναγνωρίστηκε ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας. Πότε ἔγινε αυτὴ ἡ κατάταξή του στὸ ἁγιολόγιο δὲν εἶναι ἀκριβῶς γνωστό. Ἡ Ἱστορία τῆς Ρωσίας ἀναφέρει ὅμως πὼς στὰ 1563, ὁ τσάρος Ἰωάννης ὁ Δ΄, σὲ μιὰ δύσκολη στιγμὴ τῆς ζωῆς του, ἐπικαλέσθηκε τὴν βοήθεια τῶν ἁγίων καὶ ἰδιαίτερα τοῦ Ἁγίου Πιὸτρ Ὀρντίνσκυ, τοῦ ὁσίου Πέτρου τῆς Χρυσῆς τῶν Μογγόλων Ὀρδῆς.
«Διὰ τῶν εὐχῶν τοῦ Ἁγίου Σου Πέτρου, φύλαττε Κύριε τὴν ἐν Μογγολίᾳ ἀκόμη ὑπάρχουσαν Ἐκκλησίαν Σου. Ἀμήν».