Εἰς τὸ θάνατο Αἰμιλίας Ροδόσταμο

1.

Καὶ εἴδανε τὸ ξόδι σου μὲ τὴν κεροδοσιά σου.

2.

Στὴ θύρα τὴν ὁλόχρυση τῆς Παντοδυναμίας,

Πνεύματα μύρια παλαιά, πνεύματα μύρια νέα,

Σ’ ἀκαρτεροῦν γιὰ νὰ σοῦ ποῦν πὼς ἄργησες νὰ φθάσης

3.

………………………………………. τῆς ἡμέρας

Π’ ὁ τρίτος ἄνθιζε σ’ ἐσὲ θεοτικὸς Ἀπρίλης,-

Ἄχ, σ’ ἔσταινα βασίλισσα στῆς γῆς τὲς εὐτυχίες,

Ἐνῶ ’ λαις τὲς δοκίμαζα κοιτώντας τὴ θωριά σου,

Στὴν πλάκα πέφτω καὶ θαρρῶ πὼς δὲ θὰ σοῦ βαρύνη,

Παρθέν’, ἀπὸ τὰ χείλη μου κι ἀπὸ τὰ γόνατά μου.

( 1848 )