Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Σκέπασε τὸν ἁμαρτάνοντα, ὅταν δὲν ἔχεις ἀπ’ αὐτὸ πνευματικὴ ζημία. Ἔτσι καὶ αὐτὸν τὸν κάνεις νὰ ἔχει θάρρος στὸν ἀγώνα του, καὶ ἐσένα σὲ στηρίζει τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου σου. Στήριζε μὲ τὸ λόγο σου τοὺς ἀσθενεῖς καὶ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν λυπημένη καρδιὰ καί, ὅσο στὸ χέρι σου ἔχεις ὑλικὰ ἀγαθά, ἐλέησέ τους, καὶ θὰ σὲ ὑποστηρίξει ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ ποὺ συντηρεῖ τὰ πάντα.

  • !

    Ἂς γέρνει πάντοτε μέσα σου ὁ ζυγὸς τῆς ἐλεημοσύνης, μέχρι νὰ αἰσθανθεῖς στὴν καρδιά σου ἐκεῖνο τὸ ἔλεος ποὺ πρέπει νὰ ἔχεις γιὰ τὸν κόσμο.

  • !

    Ὁ ἐλεήμων ἄνθρωπος εἶναι ἰατρὸς τῆς ψυχῆς του, διότι σὰν βίαιος ἄνεμος ἀποδιώκει ἀπὸ μέσα του τὸ σκοτάδι ποὺ προκαλοῦν τὰ πάθη. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἀγαθὸ χρέος ποὺ ἔχουμε πρὸς τὸ Θεό, σύμφωνα μὲ τὸν εὐαγγελικὸ λόγο τῆς αἰωνίου ζωῆς.

  • !

    Νὰ εὐφραίνεσαι μαζὶ μὲ αὐτοὺς ποὺ εὐφραίνονται, καὶ νὰ κλαῖς μαζὶ μὲ αὐτοὺς ποὺ κλαῖνε. Αὐτὸ φανερώνει τὴν καθαρή σου καρδιά. Μὲ τοὺς ἀρρώστους ἀρρώστησε καὶ σύ. Μὲ τοὺς ἁμαρτωλοὺς νὰ κλάψεις. Μὲ αὐτοὺς ποὺ μετανοοῦν γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους νὰ χαρεῖς. Νὰ εἶσαι φίλος μὲ ὅλους τους ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ νὰ συγκεντρώνεσαι στὸν ἑαυτό σου. Νὰ ζεῖς κατὰ κάποιον τρόπο τὰ παθήματα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά, σὰν μοναχὸς ποὺ εἶσαι, νὰ μὴ ζεῖς ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους.

  • !

    Νὰ μὴν ἐλέγξεις κανέναν σὰν ἂν εἶσαι ἐσὺ κάτι παραπάνω ἀπ’ αὐτόν, οὔτε νὰ ὀνειδίσεις καὶ νὰ προσβάλεις ἄνθρωπο, ἀκόμη κι αὐτοὺς ποὺ ἔχουν πολὺ κακὸ βίο καὶ πολιτεία. Ἅπλωσε τὸ φόρεμα τῆς στοργῆς σου καὶ σκέπασε αὐτὸν ποὺ ἁμαρτάνει. Καὶ ἂν δὲν μπορέσεις νὰ πάρεις ἐπάνω σου τὰ ἁμαρτήματά του καὶ τὴν τιμωρία καὶ τὴν ντροπή του, τουλάχιστον κάνε ὑπομονὴ καὶ μὴ τὸν ντροπιάζεις μπροστά σου, ἢ μπροστὰ στὸν κόσμο.

  • !

    Ἐὰν δώσεις κάτι στὸ φτωχό, νὰ τὸ δώσεις μὲ πρόσωπο ἱλαρό, καὶ μὲ καλὰ λόγια νὰ τὸν παρηγορήσεις γιὰ τὴ θλίψη του. Ὅταν κάνεις αὐτὸ ποὺ εἶπα, ἡ ἱλαρότητα τοῦ προσώπου σου κυριαρχεῖ στὸ μυαλό του περισσότερο παρὰ αὐτὸ ποὺ χρειαζόταν καὶ τὸ ἔλαβε.

  • !

    Ὅταν ἀνοίξεις τὸ στόμα σου νὰ μιλήσεις ἐναντίον κάποιου, νὰ θεωρήσεις τὸν ἑαυτό σου νεκρὸ καὶ ἄκαρπο γιὰ τὸ Θεὸ ἐκείνη τὴν ἡμέρα καὶ ὅτι ὅλα τὰ καλά σου ἔργα πῆγαν χαμένα, κι ἂν ἀκόμη ἔχεις τὴ γνώμη ὅτι ὁ λογισμός σου σὲ προέτρεψε νὰ μιλήσεις μὲ εἰλικρίνεια καὶ μὲ σκοπὸ νὰ βοηθήσεις. Ποιὰ ἀνάγκη ὑπάρχει, ἀλήθεια, νὰ γκρεμίσεις μὲ τὰ λόγια σου τὸ δικό σου πνευματικὸ σπίτι, γιὰ νὰ διορθώσεις τοῦ ἀλλουνοῦ;

  • !

    Ἂν ἔχεις μέσα σου λύπη, γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ γιὰ κάποιο λόγο, σωματικὰ ἢ ψυχικά, εἶναι ἄρρωστος, ἐκείνη τὴν ἡμέρα νὰ θεωρεῖς τὸν ἑαυτό σου μάρτυρα καὶ νὰ αἰσθάνεσαι ὅτι ἔπαθες γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ ὅτι ἀξιώθηκες νὰ τὸν ὁμολογήσεις ὅπως οἱ ὁμολογητές.

Περὶ τῆς Ἀγάπης (5)

Ἐλέησε τὸν ἁμαρτάνοντα, τὸν ἀσθενῆ καὶ τὸ λυπημένο.

12. Σκέπασε τὸν ἁμαρτάνοντα, ὅταν δὲν ἔχεις ἀπ’ αὐτὸ πνευματικὴ ζημία. Ἔτσι καὶ αὐτὸν τὸν κάνεις νὰ ἔχει θάρρος στὸν ἀγώνα του, καὶ ἐσένα σὲ στηρίζει τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου σου. Στήριζε μὲ τὸ λόγο σου τοὺς ἀσθενεῖς καὶ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν λυπημένη καρδιὰ καί, ὅσο στὸ χέρι σου ἔχεις ὑλικὰ ἀγαθά, ἐλέησέ τους, καὶ θὰ σὲ ὑποστηρίξει ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ ποὺ συντηρεῖ τὰ πάντα.

Νὰ μοιράζεσαι τὴ λύπη τῶν ἀνθρώπων πονώντας γι’ αὐτοὺς στὴν προσευχή σου μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά, καὶ θ’ ἀνοίξει μπροστὰ στὶς ἱκεσία σου ἡ πηγὴ τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. (128 – 9).

Ὁ ἐλεήμων εἶναι ἰατρὸς τῆς ψυχῆς του

22. Καὶ τοῦτο, ἀδελφέ μου, σοῦ παραγγέλνω. Ἂς γέρνει πάντοτε μέσα σου ὁ ζυγὸς τῆς ἐλεημοσύνης, μέχρι νὰ αἰσθανθεῖς στὴν καρδιά σου ἐκεῖνο τὸ ἔλεος ποὺ πρέπει νὰ ἔχεις γιὰ τὸν κόσμο.

Ὁ ἐλεήμων ἄνθρωπος εἶναι ἰατρὸς τῆς ψυχῆς του, διότι σὰν βίαιος ἄνεμος ἀποδιώκει ἀπὸ μέσα του τὸ σκοτάδι ποὺ προκαλοῦν τὰ πάθη. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἀγαθὸ χρέος ποὺ ἔχουμε πρὸς τὸ Θεό, σύμφωνα μὲ τὸν εὐαγγελικὸ λόγο τῆς αἰωνίου ζωῆς. (151).

«Κλαίειν μετὰ κλαιόντων»

23. Νὰ εὐφραίνεσαι μαζὶ μὲ αὐτοὺς ποὺ εὐφραίνονται, καὶ νὰ κλαῖς μαζὶ μὲ αὐτοὺς ποὺ κλαῖνε. Αὐτὸ φανερώνει τὴν καθαρή σου καρδιά. Μὲ τοὺς ἀρρώστους ἀρρώστησε καὶ σύ. Μὲ τοὺς ἁμαρτωλοὺς νὰ κλάψεις. Μὲ αὐτοὺς ποὺ μετανοοῦν γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους νὰ χαρεῖς. Νὰ εἶσαι φίλος μὲ ὅλους τους ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ νὰ συγκεντρώνεσαι στὸν ἑαυτό σου. Νὰ ζεῖς κατὰ κάποιον τρόπο τὰ παθήματα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά, σὰν μοναχὸς ποὺ εἶσαι, νὰ μὴ ζεῖς ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Νὰ μὴν ἐλέγξεις κανέναν σὰν ἂν εἶσαι ἐσὺ κάτι παραπάνω ἀπ’ αὐτόν, οὔτε νὰ ὀνειδίσεις καὶ νὰ προσβάλεις ἄνθρωπο, ἀκόμη κι αὐτοὺς ποὺ ἔχουν πολὺ κακὸ βίο καὶ πολιτεία. Ἅπλωσε τὸ φόρεμα τῆς στοργῆς σου καὶ σκέπασε αὐτὸν ποὺ ἁμαρτάνει. Καὶ ἂν δὲν μπορέσεις νὰ πάρεις ἐπάνω σου τὰ ἁμαρτήματά του καὶ τὴν τιμωρία καὶ τὴν ντροπή του, τουλάχιστον κάνε ὑπομονὴ καὶ μὴ τὸν ντροπιάζεις μπροστά σου, ἢ μπροστὰ στὸν κόσμο. (239).

Τὸ ἱλαρὸ πρόσωπο καὶ ὁ πόνος τῆς ἀγάπης

24. Ἐὰν δώσεις κάτι στὸ φτωχό, νὰ τὸ δώσεις μὲ πρόσωπο ἱλαρό, καὶ μὲ καλὰ λόγια νὰ τὸν παρηγορήσεις γιὰ τὴ θλίψη του. Ὅταν κάνεις αὐτὸ ποὺ εἶπα, ἡ ἱλαρότητα τοῦ προσώπου σου κυριαρχεῖ στὸ μυαλό του περισσότερο παρὰ αὐτὸ ποὺ χρειαζόταν καὶ τὸ ἔλαβε.

Ὅταν ἀνοίξεις τὸ στόμα σου νὰ μιλήσεις ἐναντίον κάποιου, νὰ θεωρήσεις τὸν ἑαυτό σου νεκρὸ καὶ ἄκαρπο γιὰ τὸ Θεὸ ἐκείνη τὴν ἡμέρα καὶ ὅτι ὅλα τὰ καλά σου ἔργα πῆγαν χαμένα, κι ἂν ἀκόμη ἔχεις τὴ γνώμη ὅτι ὁ λογισμός σου σὲ προέτρεψε νὰ μιλήσεις μὲ εἰλικρίνεια καὶ μὲ σκοπὸ νὰ βοηθήσεις. Ποιὰ ἀνάγκη ὑπάρχει, ἀλήθεια, νὰ γκρεμίσεις μὲ τὰ λόγια σου τὸ δικό σου πνευματικὸ σπίτι, γιὰ νὰ διορθώσεις τοῦ ἀλλουνοῦ;

Ἂν ἔχεις μέσα σου λύπη, γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ γιὰ κάποιο λόγο, σωματικὰ ἢ ψυχικά, εἶναι ἄρρωστος, ἐκείνη τὴν ἡμέρα νὰ θεωρεῖς τὸν ἑαυτό σου μάρτυρα καὶ νὰ αἰσθάνεσαι ὅτι ἔπαθες γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ ὅτι ἀξιώθηκες νὰ τὸν ὁμολογήσεις ὅπως οἱ ὁμολογητές. Θυμήσου βέβαια ὅτι ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ ὄχι γι’ αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν πὼς εἶναι δίκαιοι. Κοίτα πόσο σπουδαῖο εἶναι νὰ φέρεσαι ἔτσι. Μεγάλο πράγμα εἶναι νὰ λυπᾶται ἡ καρδιά σου γιὰ τοὺς πονηρούς, καὶ νὰ εὐεργετεῖς τοὺς ἁμαρτωλοὺς μᾶλλον παρά τοὺς δικαίους. (237 – 8).