3. Η αποκάλυψις εις τον Μωυσή
Είπομεν ότι δεν δύναται ο άνθρωπος να εύρη μόνος του τον Θεόν και ότι είναι ανάγκη ο ίδιος ο Θεός να αποκαλυφθή εις την καρδιάν του ανθρώπου.
Με ποιον τρόπον αποκαλύπτεται ο Θεός εις τον άνθρωπον; Τούτο ημπορούμεν να το παρακολουθήσωμεν εις το παράδειγμα του Μωυσέως.
«Κατέβα και ομίλησε εντόνως εις τον λαόν να εξαγνισθούν σήμερον και αύριον», λέγει ο Θεός εις τον Μωυσή. «να πλύνουν τα ρούχα των και να είναι έτοιμοι την τρίτην ημέραν, διότι κατά την τρίτην ημέραν θα κατέβη ο Κύριος εις το όρος Σινά ενώπιον ολοκλήρου του λαού» (Έξοδος 19,10-11).
Εξ. 19,1 Τοῦ δὲ μηνὸς τοῦ τρίτου τῆς ἐξόδου τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐκ γῆς Αἰγύπτου τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἤλθοσαν εἰς τὴν ἔρημον τοῦ Σινά.
Εξ. 19,1 Κατά τον τρίτον μήνα της εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτον, ηλθαν οι Ισραηλίται αυθημερόν από την Ραφιδείν εις την έρημον Σινά.
Εξ. 19,2 καὶ ἀπῇραν ἐκ Ῥαφιδεὶν καὶ ἤλθοσαν εἰς τὴν ἔρημον τοῦ Σινά, καὶ παρενέβαλεν ἐκεῖ Ἰσραὴλ κατέναντι τοῦ ὄρους.
Εξ. 19,2 Εξεκίνησαν από την Ραφιδείν, ήλθον εις την έρημον του όρους Σινά και κατεσκήνωσαν απέναντι από το όρος.
Εξ. 19,3 καὶ Μωυσῆς ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος τοῦ Θεοῦ· καὶ ἐκάλεσεν αὐτὸν ὁ Θεός ἐκ τοῦ ὄρους λέγων· τάδε ἐρεῖς τῷ οἴκῳ Ἰακὼβ καὶ ἀναγγελεῖς τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ·
Εξ. 19,3 Ο Μωϋσής ανέβη στο όρος του Θεού. Εκάλεσεν αυτόν ο Θεός από το όρος και του είπεν· “αυτά θα είπης στους απογόνους του Ιακώβ, αυτά θα αναγγείλης στους απογόνους του Ισραήλ.
Εξ. 19,4 αὐτοὶ ἑωράκατε ὅσα πεποίηκα τοῖς Αἰγυπτίοις, καὶ ἀνέλαβον ὑμᾶς ὡσεὶ ἐπὶ πτερύγων ἀετῶν καὶ προσηγαγόμην ὑμᾶς πρὸς ἐμαυτόν.
Εξ. 19,4 Σεις οι ίδιοι με τα ίδια σας τα μάτια είδατε πόσα εγώ έκαμα εις τιμωρίαν των Αιγυπτίων, πως δε επήρα σας ωσάν εις πτέρυγας αετών και σας έκαμα ιδικούς μου, λαόν ιδικόν μου.
Εξ. 19,5 καὶ νῦν ἐὰν ἀκοῇ ἀκούσητε τῆς ἐμῆς φωνῆς καὶ φυλάξητε τὴν διαθήκην μου, ἔσεσθέ μοι λαὸς περιούσιος ἀπό πάντων τῶν ἐθνῶν· ἐμὴ γάρ ἐστι πᾶσα ἡ γῆ·
Εξ. 19,5 Και τώρα εάν προσεκτικά ακούσετε την εντολήν μου και φυλάξετε την διαθήκην μου, θα είσθε εις εμέ λαός εκλεκτός μεταξύ όλων των άλλων εθνών, τα οποία, είτε το θέλουν είτε όχι, είναι και αυτά υπό την εξουσίαν μου, διότι ιδική μου είναι όλη η γη.
Εξ. 19,6 ὑμεῖς δὲ ἔσεσθέ μοι βασίλειον ἱεράτευμα καὶ ἔθνος ἅγιον. ταῦτα τὰ ῥήματα ἐρεῖς τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ.
Εξ. 19,6 Σεις όμως θα είσθε ιδικόν μου ιδιαίτερον βασίλειον ιερέων και έθνος άγιον. Αυτά τα λόγια θα πης στους Ισραηλίτας”.
Εξ. 19,7 ἦλθε δὲ Μωυσῆς καὶ ἐκάλεσε τοὺς πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ καὶ παρέθηκεν αὐτοῖς πάντας τοὺς λόγους τούτους, οὓς συνέταξεν αὐτῷ ὁ Θεός.
Εξ. 19,7 Ηλθεν ο Μωϋσής, εκάλεσε τους γεροντοτέρους του λαού και έθεσεν ενώπιον αυτών όλους αυτούς τους λόγους, που είχε παραγγείλει εις αυτόν ο Θεός.
Εξ. 19,8 ἀπεκρίθη δὲ πᾶς ὁ λαὸς ὁμοθυμαδὸν καὶ εἶπαν· πάντα, ὅσα εἶπεν ὁ Θεός, ποιήσομεν καὶ ἀκουσόμεθα. ἀνήνεγκε δὲ Μωυσῆς τοὺς λόγους τούτους πρὸς τὸν Θεόν.
Εξ. 19,8 Ολος ο λαός με μίαν ψυχήν και φωνήν απεκρίθη· “όλα όσα διέταξεν ο Θεός θα εφαρμόσωμεν και θα υπακούσωμεν”. Ανέφερεν ο Μωϋσής την απάντησιν αυτήν των Ισραηλιτών στον Θεόν.
Εξ. 19,9 εἶπε δὲ Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ἰδοὺ ἐγὼ παραγίνομαι πρὸς σὲ ἐν στύλῳ νεφέλης, ἵνα ἀκούσῃ ὁ λαὸς λαλοῦντός μου πρὸς σὲ καὶ σοὶ πιστεύσωσιν εἰς τὸν αἰῶνα. ἀνήγγειλε δὲ Μωυσῆς τὰ ῥήματα τοῦ λαοῦ πρὸς Κύριον.
Εξ. 19,9 Ο Κυριος είπε προς τον Μωϋσήν· “ιδού εγώ θα έλθω προς σε δια στύλου νεφέλης, δια να με ακούση ο λαός, όταν λαλώ προς σε και αποκτήση έτσι ισόβιον ακλόνητον εμπιστοσύνην προς σέ”. Ο Μωϋσής ανήγγειλε την απάντησιν του λαού προς τον Κυριον.
Εξ. 19,10 εἶπε δὲ Κύριος πρὸς Μωυσῆν· καταβὰς διαμάρτυραι τῷ λαῷ καὶ ἅγνισον αὐτοὺς σήμερον καὶ αὔριον, καὶ πλυνάτωσαν τὰ ἱμάτια·
Εξ. 19,10 Είπεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν· “κατέβα, εντόνως μίλησε προς τον λαόν να καθαρισθούν σωματικώς και ψυχικώς σήμερον και αύριον, να πλύνουν τα ιμάτιά των,
Εξ. 19,11 καὶ ἔστωσαν ἕτοιμοι εἰς τὴν ἡμέραν τὴν τρίτην· τῇ γὰρ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ καταβήσεται Κύριος ἐπὶ τὸ ὄρος τὸ Σινὰ ἐναντίον παντὸς τοῦ λαοῦ.
Εξ. 19,11 και να είναι έτοιμοι την τρίτην ημέραν. Διότι κατά την τρίτην ημέραν θα καταβή ο Κυριος στο όρος Σινά ενώπιον όλου του λαού.
Εξ. 19,12 καὶ ἀφοριεῖς τὸν λαὸν κύκλῳ λέγων· προσέχετε ἑαυτοῖς τοῦ ἀναβῆναι εἰς τὸ ὄρος καὶ θίγειν τι αὐτοῦ· πᾶς ὁ ἁψάμενος τοῦ ὄρους θανάτῳ τελευτήσει.
Εξ. 19,12 Θα περιορίσης και θα τοποθετήσης τον λαόν εις μικράν απόστασιν κύκλω από το όρος Σινά και θα τους είπης· Προσέχετε πολύ, μήπως τυχόν και αναβή κανείς στο όρος και εγγίση κάτι από αυτό. Εκείνος που θα εγγίση τα όρος, θα θανατωθή αμέσως.
Εξ. 19,13 οὐχ ἅψετε αὐτοῦ χείρ· ἐν γὰρ λίθοις λιθοβοληθήσεται ἢ βολίδι κατατοξευθήσεται· ἐάν τε κτῆνος ἐάν τε ἄνθρωπος, οὐ ζήσεται. ὅταν αἱ φωναὶ καὶ αἱ σάλπιγγες καὶ ἡ νεφέλη ἀπέλθῃ ἀπὸ τοῦ ὄρους, ἐκεῖνοι ἀναβήσονται ἐπὶ τὸ ὄρος.
Εξ. 19,13 Καμμία χειρ δεν θα εγγίση αυτό. Οποιος το εγγίση, θα λιθοβοληθή η θα τοξευθή με βέλος και θα φονευθή. Είτε ζώον είναι αυτό, είτε άνθρωπος, δεν θα ζήση. Οταν αι βρονται και οι ήχοι των σαλπίγγων παύσουν να ακούωνται στο όρος και η νεφέλη απέλθη, τότε οι Ισραηλίται θα αναβούν εις αυτό”.
Εις άλλο σημείον λαμβάνει ο Μωυσής την εντολήν από τον Θεόν να παραλαβή τον Ααρών, τον Ναδάβ, τον Αβιούδ και εβδομήκοντα πρεσβυτέρους και να αναβή εις το όρος, αφού δώση την εντολήν εις τον λαόν να παραμείνη εις τους πρόποδας (Έξοδος 24,1-2).
Ο Μωυσής, συμφώνως προς την εντολήν του Θεού, προσφέρει θυσίαν και ραντίζει τον λαόν με το αίμα της θυσίας. Κατόπιν, αναβαίνει εις το όρος μαζί με τα πρόσωπα τα οποία ώρισεν ο Θεός. Επάνω εις το όρος οι συνοδοί του Μωυσέως δεν είδαν τον Θεόν, αλλά είδαν «τον τόπον όπου εστάθη ο Θεός του Ισραήλ». Και ο τόπος αυτός εφαίνετο «ως να ήτο κατασκευασμένος από πλίνθους σαπφείρου και είχε την διαύγειαν και την λάμψιν του καθαρού ουρανού» (Έξοδος 24,10).
Ο Μωυσής έλαβε τότε την εξής εντολήν από τον Θεόν: «Ανέβα προς εμέ εις την κορυφήν του όρους και μείνε εκεί. Θα σου δώσω τας λιθίνας πλάκας με τον νόμον και τας εντολάς τας οποίας έγραψα δι’ αυτούς ως νομοθεσίαν» (Έξοδος 24,12).
Τότε παρέλαβεν ο Μωυσής τον Ιησούν του Ναυή και ανέβησαν εις το υψηλότερον μέρος του όρους, το οποίον εσκεπάζετο από την νεφέλην (Έξοδος 24,13-15).
«Και κατέβη η δόξα του Θεού εις το όρος Σινά και εσκέπασεν αυτό η νεφέλη επί εξ ημέρας. Την εβδόμην ημέραν εκάλεσεν ο Κύριος τον Μωυσήν μέσα από την νεφέλην. Το είδος της δόξης του Κυρίου ήτο ως πυρ το οποίον εκπέμπει φλόγας επάνω εις την κορυφήν του όρους, ορατόν από τους Ισραηλίτας. Ο Μωυσής εισήλθεν εις το μέσον της νεφέλης και ανέβη εις το όρος και έμεινε εκεί τεσσαράκοντα ημερονύκτια» (Έξοδος 24,16-18).
Εξ. 24,1 Καὶ Μωυσῇ εἶπεν· ἀνάβηθι πρὸς τὸν Κύριον σὺ καὶ Ἀαρὼν καὶ Ναδὰβ καὶ Ἀβιοὺδ καὶ ἑβδημήκοντα τῶν πρεσβυτέρων Ἰσραήλ, καὶ προσκυνήσουσι μακρόθεν τῷ Κυρίῳ·
Εξ. 24,1 Είπεν ο Θεός στον Μωϋσήν· “άνεβα στο όρος προς εμέ συ, ο Ααρών, ο Ναδάβ, ο Αδιούδ και οι εβδομήκοντα από τους γεροντοτέρους Ισραηλίτας. Θα προσκυνήσουν εμέ τον Κυριον από μακρυνής αποστάσεως.
Εξ. 24,2 καὶ ἐγγιεῖ Μωυσῆς μόνος πρὸς τὸν Θεόν, αὐτοὶ δὲ οὐκ ἐγγιοῦσιν· ὁ δὲ λαὸς οὐ συναναβήσεται μετ᾿ αὐτῶν.
Εξ. 24,2 Συ, ο Μωϋσής, μόνον θα έλθης πλησίον προς εμέ τον Θεόν εις την κορυφήν του όρους· οι άλλοι συνοδοί σου δεν θα πλησιάσουν. Ο δε λαός δεν θα ανεβή καθόλου στο όρος μαζή των, αλλά θα παραμείνη στους πρόποδας”.
Εξ. 24,3 εἰσῆλθε δὲ Μωυσῆς καὶ διηγήσατο τῷ λαῷ πάντα τὰ ῥήματα τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ δικαιώματα· ἀπεκρίθη δὲ πᾶς ὁ λαὸς φωνῇ μιᾷ λέγοντες· πάντας τοὺς λόγους, οὓς ἐλάλησε Κύριος, ποιήσομεν καὶ ἀκουσόμεθα.
Εξ. 24,3 Ο Μωϋσής ήλθεν εις την κατασκήνωσιν των Ισραηλιτών και διηγήθη στον λαόν όλους τους λόγους του Θεού και τας εντολάς. Συσσωμος ο λαός απεκρίθη με μίαν φωνήν λέγων· “όλους τους λόγους, τους οποίους μίλησε ο Κυριος, θα εφαρμόσωμεν και θα υπακούσωμεν”.
Εξ. 24,4 καὶ ἔγραψε Μωυσῆς πάντα τὰ ῥήματα Κυρίου. ὀρθρίσας δὲ Μωυσῆς τὸ πρωΐ ᾠκοδόμησε θυσιαστήριον ὑπὸ τὸ ὄρος καὶ δώδεκα λίθους εἰς τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ·
Εξ. 24,4 Εγραψεν ο Μωϋσής όλας αυτάς τας εντολάς του Κυρίου. Εγερθείς δε πολύ πρωϊ έκτισε κατά την πρωΐαν θυσιαστήριον στους πρόποδας του όρους και ετοποθέτησε δώδεκα λίθους δια τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ.
Εξ. 24,5 καὶ ἐξαπέστειλε τοὺς νεανίσκους τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, καὶ ἀνήνεγκαν ὁλοκαυτώματα καὶ ἔθυσαν θυσίαν σωτηρίου τῷ Θεῷ μοσχάρια.
Εξ. 24,5 Απέστειλε κατόπιν νεαρούς Ισραηλίτας και έφεραν μοσχάρια, τα οποία προσέφεραν ολοκαυτώματα ως θυσίαν ευχαριστίας προς τον Θεόν δια την σωτηρίαν των.
Εξ. 24,6 λαβὼν δὲ Μωυσῆς τὸ ἥμισυ τοῦ αἵματος ἐνέχεεν εἰς κρατῆρας, τὸ δὲ ἥμισυ τοῦ αἵματος προσέχεε πρὸς τὸ θυσιαστήριον.
Εξ. 24,6 Ο Μωϋσής έλαβε το ήμισυ από το αίμα των θυσιασθέντων ζώων και το έθεσεν εις δοχεία, το δε άλλο ήμισυ το έχυσε πλησίον στο θυσιαστήριον.
Εξ. 24,7 καὶ λαβὼν τὸ βιβλίον τῆς διαθήκης ἀνέγνω εἰς τὰ ὦτα τοῦ λαοῦ, καὶ εἶπαν· πάντα ὅσα ἐλάλησε Κύριος, ποιήσομεν καὶ ἀκουσόμεθα.
Εξ. 24,7 Ελαβε κατόπιν το βιβλίον της Διαθήκης, όπου είχε γράψει τας εντολάς, ανέγνωσεν αυτό εις επήκοον του λαού και οι Ισραηλίται είπαν·“όλα όσα διέταξεν ο Κυριος, θα εφαρμόσωμεν και θα ακούσωμεν”.
Εξ. 24,8 λαβὼν δὲ Μωυσῆς τὸ αἷμα κατεσκέδασε τοῦ λαοῦ καὶ εἶπεν· ἰδοὺ τὸ αἷμα τῆς διαθήκης, ἧς διέθετο Κύριος πρὸς ὑμᾶς περὶ πάντων τῶν λόγων τούτων.
Εξ. 24,8 Λαβών έπειτα ο Μωϋσής τα δοχεία με το αίμα ερράντισε με αυτό τον λαόν και είπεν· “ιδού το αίμα της Διαθήκης, την οποίαν έκαμεν ο Κυριος προς σας, δια να εφαρμόσετε όλας αυτάς τας εντολάς του”.
Εξ. 24,9 Καὶ ἀνέβη Μωυσῆς καὶ Ἀαρὼν καὶ Ναδὰβ καὶ Ἀβιοὺδ καὶ ἑβδομήκοντα τῆς γερουσίας Ἰσραήλ
Εξ. 24,9 Ανέβη κατόπιν ο Μωϋσής στο όρος και μαζή με αυτόν ο Ααρών, ο Ναδάβ, ο Αβιούδ και εβδαμήκοντα από την γερουσίαν των Ισραηλιτών. Εκεί αυτοί δεν είδον τον Θεόν.
Εξ. 24,10 καὶ εἶδον τὸν τόπον, οὗ εἱστήκει ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ· καὶ τά ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ ὡσεὶ ἔργον πλίνθου σαπφείρου καὶ ὥσπερ εἶδος στερεώματος τοῦ οὐρανοῦ τῇ καθαριότητι.
Εξ. 24,10 Είδον όμως τον τόπον, όπου εστάθη ο Θεός του Ισραήλ. Και ο τόπος αυτός εφαίνετο σαν να ήτο κατασκευασμένος από πλίνθους σαπφείρου. Είχε δε την διαύγειαν και την λάμψιν του καθαρού ουρανού.
Εξ. 24,11 καὶ τῶν ἐπιλέκτων τοῦ Ἰσραὴλ οὐ διεφώνησεν οὐδὲ εἷς· καὶ ὤφθησαν ἐν τῷ τόπῳ τοῦ Θεοῦ καὶ ἔφαγον καὶ ἔπιον.
Εξ. 24,11 Κανείς από τους άρχοντας του ισραηλιτικού λαού, που ανέβησαν στο όρος όχι μόνον δεν απέθανεν αλλ\’ ουδέ την φωνήν του έχασε από την παρουσίαν του Θεού. Οι άνδρες αυτοί, στον θείον εκείνον τόπον έφαγον και έπιον φιλοξενηθέντες εις θείον συμπόσιον.
Εξ. 24,12 καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ἀνάβηθι πρός με εἰς τὸ ὄρος καὶ ἴσθι ἐκεῖ· καὶ δώσω σοι τὰ πυξία τὰ λίθινα, τὸν νόμον καὶ τὰς ἐντολάς, ἃς ἔγραψα νομοθετῆσαι αὐτοῖς.
Εξ. 24,12 Είπε κατόπιν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν· “ανέβα προς εμέ στο υψηλότερον μέρος του όρους και μείνε εκεί. Θα σου δώσω τας λιθίνας πλάκας, εις τας οποίας είναι γραμμένος ο νόμος και αι εντολαί μου, τας οποίας έγραψα ως νομοθεσίαν δια τους Ισραηλίτας”.
Εξ. 24,13 καὶ ἀναστὰς Μωυσῆς καὶ Ἰησοῦς ὁ παρεστηκὼς αὐτῷ ἀνέβησαν εἰς τὸ ὄρος τοῦ Θεοῦ·
Εξ. 24,13 Ηγέρθη ο Μωϋσής και ο ακόλουθος αυτού Ιησούς του Ναυή και ανέβησαν στο υψηλότερον μέρος του όρους του Θεού.
Εξ. 24,14 καὶ τοῖς πρεσβυτέροις εἶπαν· ἡσυχάζετε αὐτοῦ, ἕως ἀναστρέψωμεν πρὸς ὑμᾶς· καὶ ἰδοὺ Ἀαρὼν καὶ Ὢρ μεθ᾿ ὑμῶν· ἐάν τινι συμβῇ κρίσις, προσπορευέσθωσαν αὐτοῖς.
Εξ. 24,14 Εις δε τους πρεσβυτέρους είπαν· “μείνατε ήσυχοι στο μέρος αυτό, έως ότου επιστρέψωμεν προς σας. Ο Ααρών και ο Ωρ ιδού είναι μαζή σας. Εάν συμβή καμμιά διαφορά, κανένα ζήτημα εις Ισραηλίτην, ας πορευθούν αυτοί προς εκείνους δια να εξομαλύνουν την διαφοράν”.
Εξ. 24,15 καὶ ἀνέβη Μωυσῆς καὶ Ἰησοῦς εἰς τό ὄρος, καί ἐκάλυψεν ἡ νεφέλη τὸ ὄρος.
Εξ. 24,15 Ο Μωϋσής και ο Ιησούς του Ναυή ανέβησαν στο όρος και η νεφέλη εσκέπασεν αυτό.
Εξ. 24,16 καὶ κατέβη ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τὸ ὄρος τὸ Σινά, καὶ ἐκάλυψεν αὐτὸ ἡ νεφέλη ἓξ ἡμέρας· καὶ ἐκάλεσε Κύριος τὸν Μωυσῆν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἐκ μέσου τῆς νεφέλης.
Εξ. 24,16 Κατέβη ως λάμψις η δόξα του Θεού στο όρος Σινά και εσκέπασεν αυτό η νεφέλη επί εξ ημέρας. Την εβδόμην ημέραν ο Κυριος μέσα από την νεφέλην εκάλεσε τον Μωϋσήν.
Εξ. 24,17 τὸ δὲ εἶδος τῆς δόξης Κυρίου ὡσεὶ πῦρ φλέγον ἐπὶ τῆς κορυφῆς τοῦ ὄρους ἐναντίον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ.
Εξ. 24,17 Το είδος της δόξης του Κυρίου ήτο σαν πυρ που εκπέμπει συνεχώς φλόγας επάνω εις την κορυφήν του όρους, ορατόν από όλους τους Ισραηλίτας.
Εξ. 24,18 καὶ εἰσῆλθε Μωυσῆς εἰς τὸ μέσον τῆς νεφέλης καὶ ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος καὶ ἦν ἐκεῖ ἐν τῷ ὄρει τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας.
Εξ. 24,18 Ο Μωϋσής, κατόπιν της προσκλήσεως του Θεού, εισήλθε μέσα εις την νεφέλην, ανέβη στο υψηλότερον σημείον του όρους και ήτο εκεί τεσσαράκοντα ημερονύκτι
«… Και έγιναν βρονταί και αστραπαί και νεφέλη γνοφώδης επάνω εις το όρος Σινά… Το όρος εκαπνίζετο ολόκληρον, διότι ωσάν πυρ είχε καταβή επάνω εις αυτό ο Θεός. Ανέβαινεν ο καπνός όπως ο καπνός της ασβεστοκαμίνου… Ο Μωυσής ηρώτα και ο Θεός του απεκρίνετο με φωνήν… (Έξοδος 19,16-19.
Εξ. 19,16 ἐγένετο δὲ τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ γενηθέντος πρὸς ὄρθρον καὶ ἐγίνοντο φωναὶ καὶ ἀστραπαὶ καὶ νεφέλη γνοφώδης ἐπ᾿ ὄρους Σινά, φωνὴ τῆς σάλπιγγος ἤχει μέγα· καὶ ἐπτοήθη πᾶς ὁ λαὸς ὁ ἐν τῇ παρεμβολῇ.
Εξ. 19,16 Ενωρίς το πρωϊ κατά την τρίτην ημέραν έγιναν βρονταί και αστραπαί και νεφέλη σκοτεινή επάνω στο όρος Σινά, ο ήχος της σάλπιγγος αντηχούσε πολύ δυνατά. Ολος ο λαός, που ευρίσκετο ακόμη εις την κατασκήνωσίν του, εφοβήθη και ετρόμαξε.
Εξ. 19,17 καὶ ἐξήγαγε Μωυσῆς τὸν λαὸν εἰς συνάντησιν τοῦ Θεοῦ ἐκ τῆς παρεμβολῆς, καὶ παρέστησαν ὑπὸ τὸ ὄρος.
Εξ. 19,17 Εδωσεν εντολήν ο Μωϋσής στον ισραηλιτικόν λαόν να εξέλθη από την κατασκήνωσίν του προς συνάντησιν του Θεού. Εξήλθον πράγματι και εσταμάτησαν όρθιοι στους πρόποδας του όρους.
Εξ. 19,18 τὸ ὄρος τὸ Σινὰ ἐκαπνίζετο ὅλον διὰ τὸ καταβεβηκέναι ἐπ᾿ αὐτὸ τὸν Θεὸν ἐν πυρί, καὶ ἀνέβαινεν ὁ καπνὸς ὡσεὶ καπνὸς καμίνου, καὶ ἐξέστη πᾶς ὁ λαὸς σφόδρα·
Εξ. 19,18 Το όρος Σινά εκάπνιζεν όλο, διότι ωσάν πυρ είχε καταβή επάνω εις αυτό ο Θεός. Ανέβαινεν ο καπνός πυκνός όπως ο καπνός της ασβεστοκαμίνου. Ο ισραηλιτικός λαός εκυριεύθη από κατάπληξιν και δέος πολύ.
Εξ. 19,19 ἐγίνοντο δὲ αἱ φωναὶ τῆς σάλπιγγος προβαίνουσαι ἰσχυρότεραι σφόδρα· Μωυσῆς ἐλάλει, ὁ δὲ Θεὸς ἀπεκρίνατο αὐτῷ φωνῇ·
Εξ. 19,19 Οι ήχοι των σαλπίγγων εγίνοντο ολονέν και δυνατώτεροι. Κατά την ώραν αυτήν ο Μωϋσής ηρώτα τον Θεόν και ο Θεός απεκρίνετο προς αυτόν με φωνήν.
Εξ. 19,20 κατέβη δὲ Κύριος ἐπὶ τὸ ὄρος τὸ Σινὰ ἐπὶ τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους· καὶ ἐκάλεσε Κύριος Μωυσῆν ἐπὶ τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους, καὶ ἀνέβη Μωυσῆς.
Εξ. 19,20 Ο Κυριος κατέβη εις την κορυφήν του όρους Σινά. Εκάλεσε τον Μωϋσήν εις την κορυφήν του όρους και ο Μωϋσής ανέβη.
Εξ. 19,21 καὶ εἶπεν ὁ Θεὸς πρὸς Μωυσῆν λέγων· καταβὰς διαμάρτυραι τῷ λαῷ, μή ποτε ἐγγίσωσι πρὸς τὸν Θεὸν κατανοῆσαι καὶ πέσωσιν ἐξ αὐτῶν πλῆθος·
Εξ. 19,21 Είπε δε προς αυτόν ο Θεός· “κατέβα και εντόνως είπε στον λαόν να μη πλησιάσουν, δια να ίδουν τον Θεόν, και ότι αν παρακούσουν, θα φονευθούν πολλοί από αυτούς.
Εξ. 19,22 καὶ οἱ ἱερεῖς οἱ ἐγγίζοντες Κυρίῳ τῷ Θεῷ ἁγιασθήτωσαν, μή ποτε ἀπαλλάξῃ ἀπ᾿ αὐτῶν Κύριος.
Εξ. 19,22 Και οι ιερείς, οι οποίοι πλησιάζουν τον Θεόν και υπηρετούν αυτόν, ας καθαρισθούν ψυχικώς και σωματικώς δια να μη αφαιρέση και από αυτούς την ζωήν αν τον παρακούσουν”.
Εξ. 19,23 καὶ εἶπε Μωυσῆς πρὸς τὸν Θεόν· οὐ δυνήσεται ὁ λαὸς προσαναβῆναι πρὸς τὸ ὄρος τὸ Σινά· σὺ γὰρ διαμεμαρτύρησαι ἡμῖν λέγων· ἀφόρισαι τὸ ὄρος καὶ ἁγίασαι αὐτό.
Εξ. 19,23 Ο Μωϋσής είπε προς τον Θεόν· “ο λαός υπακούων εις την εντολήν σου, δεν θα αναβή στο όρος Σινά• διότι συ ρητώς μας έχεις διατάξει, χώρισε τον λαόν από το όρος και κήρυξε αυτό άγιον και άβατον”.
Εξ. 19,24 εἶπε δὲ αὐτῷ Κύριος· βάδιζε, κατάβηθι καὶ ἀνάβηθι σὺ καὶ Ἀαρὼν μετὰ σοῦ· οἱ δὲ ἱερεῖς καὶ ὁ λαὸς μὴ βιαζέσθωσαν ἀναβῆναι πρὸς τὸν Θεόν, μή ποτε ἀπολέσῃ ἀπ᾿ αὐτῶν Κύριος.
Εξ. 19,24 Είπεν εις αυτόν ο Κυριος· “πήγαινε, κατέβα από το όρος και ανέβα πάλιν έχων μαζή σου και τον Ααρών. Οι δε ιερείς και ο λαός ας μη βιασθούν να ανεβούν προς τον Θεόν, δια να μη τους εξολοθρεύση ο Κυριος”.
Εξ. 19,25 κατέβη δὲ Μωυσῆς πρὸς τὸν λαὸν καὶ εἶπεν αὐτοῖς.
Εξ. 19,25 Ο Μωϋσής κατέβη, ήλθε προς τον λαόν και διεβίβασεν εις αυτούς τας εντολάς του Θεού.
Παράβαλλε Δευτερ. 4,11-12. 5,22).
Δευτ. 4,9 πρόσεχε σεαυτῷ καὶ φύλαξον τὴν ψυχήν σου σφόδρα, μὴ ἐπιλάθῃ πάντας τοὺς λόγους, οὓς ἑωράκασιν οἱ ὀφθαλμοί σου· καὶ μὴ ἀποστήτωσαν ἀπὸ τῆς καρδίας σου πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου, καὶ συμβιβάσεις τοὺς υἱούς σου καὶ τοὺς υἱοὺς τῶν υἱῶν σου
Δευτ. 4,9 Ισραηλιτικέ λαέ ! Πρόσεχε στον εαυτόν σου, φύλαξε πολύ την ψυχήν σου, μήπως τυχόν και λησμονήσης όλους αυτούς τους λόγους και τα γεγονότα, που είδον οι οφθαλμοί σου ! Να μη φύγουν ποτέ από την καρδίαν σου όλας τας ημέρας της ζωής σου. Θα κρατής αυτά με πολλήν επιμέλειαν και θα τα διδάξης εις τα παιδιά σου και εις τα παιδιά των παιδιών σου.
Δευτ. 4,10 ἡμέραν, ἣν ἔστητε ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἐν Χωρὴβ τῇ ἡμέρᾳ τῆς ἐκκλησίας, ὅτι εἶπε Κύριος πρός με· ἐκκλησίασον πρός με τὸν λαόν, καὶ ἀκουσάτωσαν τὰ ῥήματά μου, ὅπως μάθωσι φοβεῖσθαί με πάσας τὰς ἡμέρας, ἃς αὐτοὶ ζῶσιν ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτῶν διδάξουσι.
Δευτ. 4,10 Κρατήστε καλά εις την μνήμην σας την ημέραν, κατά την οποίαν όρθιοι εσταθήκατε ενώπιον Κυρίου του Θεού σας εις Χωρήβ, κατά την ημέραν που σας συνεκέντρωσα εκεί διότι τότε ο Κυριος μου είχε πει• Συγκέντρωσε ενώπιόν μου όλον τον λαόν και ας ακούσουν τα λόγια μου, δια να μάθουν να με ευλαβούνται και να με υπακούουν όλας τας ημέρας, που θα ζουν επί της γης και να διδάξουν αυτά εις τα παιδιά των.
Δευτ. 4,11 καὶ προσήλθετε καὶ ἔστητε ὑπὸ τὸ ὄρος, καὶ τὸ ὄρος ἐκαίετο πυρὶ ἕως τοῦ οὐρανοῦ, σκότος, γνόφος, θύελλα, φωνὴ μεγάλη.
Δευτ. 4,11 Προσήλθατε τότε και εσταθήκατε όρθιοι κοντά εις τας υπωρείας του όρους Σινά. Το όρος εκαίετο από πυρ, το οποίον έφθανεν έως τον ουρανόν, εκαλύπτετο από σκότος και γνόφον, συνεκλονίζετο από θύελλαν και ηκούετο ισχυρά η φωνή του Θεού.
Δευτ. 4,12 καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς ὑμᾶς ἐκ μέσου τοῦ πυρὸς φωνὴν ῥημάτων, ἣν ὑμεῖς ἠκούσατε, καὶ ὁμοίωμα οὐκ εἴδετε, ἀλλ᾿ ἢ φωνήν·
Δευτ. 4,12 Ωμίλησε τότε ο Κυριος προς σας μέσα από το πυρ του όρους και είπε αυτά τα λόγια, τα οποία σεις με τα αυτιά σας ηκούσατε. Την μορφήν του Θεού δεν την είδατε, αλλά μόνον την φωνήν αυτού ηκούσατε.
Δευτ. 4,13 καὶ ἀνήγγειλεν ὑμῖν τὴν διαθήκην αὐτοῦ, ἣν ἐνετείλατο ὑμῖν ποιεῖν, τὰ δέκα ῥήματα, καὶ ἔγραψεν αὐτὰ ἐπὶ δύο πλάκας λιθίνας.
Δευτ. 4,13 Ανήγγειλεν εις σας την διαθήκην του, την οποίαν σας διέταξε να τηρήτε, τας δέκα δηλαδή εντολάς, τας οποίας ο ίδιος εχάραξεν επάνω εις δύο λιθίνας πλάκας.
Δευτ. 4,14 καὶ ἐμοὶ ἐνετείλατο Κύριος ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ διδάξαι ὑμᾶς δικαιώματα καὶ κρίσεις, ποιεῖν ὑμᾶς αὐτά ἐπὶ τῆς γῆς, εἰς ἣν ὑμεῖς εἰσπορεύεσθε ἐκεῖ κληρονομῆσαι αὐτήν.
Δευτ. 4,14 Κατά τον καιρόν εκείνον διέταξεν ο Κυριος και εμέ τον ίδιον να σας διδάξω τον Νομον και τας εντολάς του, δια να εφαρμόζετε αυτά πάντοτε, μάλιστα δε εις την γην της Επαγγελίας, προς την οποίον εβαδίζατε, δια να την καταλάβετε και την κληρονομήσετε.
Δευτ. 4,15 καὶ φυλάξεσθε σφόδρα τὰς ψυχὰς ὑμῶν, ὅτι οὐκ εἴδετε ὁμοίωμα ἐν τῇ ἡμέρᾳ, ᾗ ἐλάλησε Κύριος πρὸς ὑμᾶς ἐν Χωρὴβ ἐν τῷ ὄρει ἐκ μέσου τοῦ πυρός.
Δευτ. 4,15 Προσέξατε λοιπόν πάρα πολύ στον εαυτόν σας, διότι δεν είδατε καμμίαν εικόνα, κανένα ομοίωμα κατά την ημέραν που ωμίλησε προς σας στο όρος Χωρήβ εκ μέσου του πυρός,
Δευτ. 4,16 μὴ ἀνομήσητε καὶ ποιήσητε ὑμῖν ἑαυτοῖς γλυπτὸν ὁμοίωμα πᾶσαν εἰκόνα ὁμοίωμα ἀρσενικοῦ ἢ θηλυκοῦ,
Δευτ. 4,16 προσέξατε μη παρασυρθήτε εις παρανομίαν και κατασκευάσετε δια τον εαυτόν σας εικόνα τινά γλυπτήν, ομοίωμα προς οιονδήποτε ον, αρσενικόν η θηλυκόν,
Δευτ. 4,17 ὁμοίωμα παντὸς κτήνους τῶν ὄντων ἐπὶ τῆς γῆς, ὁμοίωμα παντὸς ὀρνέου πτερωτοῦ, ὃ πέταται ὑπὸ τὸν οὐρανόν,
Δευτ. 4,17 ομοίωμα προς οιονδήποτε ζώον από όσα υπάρχουν επάνω εις την γην, ομοίωμα παντός πτηνού που πετάει στον ουρανόν,
Δευτ. 4,18 ὁμοίωμα παντὸς ἑρπετοῦ, ὃ ἕρπει ἐπὶ τῆς γῆς, ὁμοίωμα παντὸς ἰχθύος, ὅσα ἐστὶν ἐν τοῖς ὕδασιν ὑποκάτω τῆς γῆς.
Δευτ. 4,18 εικόνα οιουδήποτε ερπετού, που σύρεται εις την γην η οιουδήποτε ιχθύος, από αυτούς που υπάρχουν εις τα υπό την επιφάνειαν της γης ύδατα, (στους ποταμούς και τας θαλάσσας).
Δευτ. 4,19 καὶ μὴ ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἰδὼν τὸν ἥλιον καὶ τὴν σελήνην καὶ τοὺς ἀστέρας καὶ πάντα τὸν κόσμον τοῦ οὐρανοῦ, πλανηθεὶς προσκυνήσῃς αὐτοῖς καὶ λατρεύσῃς αὐτοῖς, ἃ ἀπένειμε Κύριος ὁ Θεός σου αὐτὰ πᾶσι τοῖς ἔθνεσι τοῖς ὑποκάτω τοῦ οὐρανοῦ.
Δευτ. 4,19 Προσέξατε επίσης μήπως τυχόν παρατηρούντες τον ουρανόν άνω και βλέποντες τον ήλιον και την σελήνην και τους αστέρας και όλον τον διάκοσμον του ουρανού, πλανηθήτε και προσκυνήσετε αυτά και λατρεύσετε αυτά, τα οποία Κυριος ο Θεός σας έδωσεν εις όλα τα έθνη, όσα ζουν κάτω από τον ουρανόν.
Δευτ. 5,22 Ταῦτα τὰ ῥήματα ἐλάλησε Κύριος πρὸς πᾶσαν συναγωγὴν ὑμῶν ἐν τῷ ὄρει ἐκ μέσου τοῦ πυρός, σκότος, γνόφος, θύελλα, φωνὴ μεγάλη, καὶ οὐ προσέθηκε· καὶ ἔγραψεν αὐτὰ ἐπὶ δύο πλάκας λιθίνας καὶ ἔδωκέ μοι.
Δευτ. 5,22 Αυτά είναι τα λόγια, το οποία είπε προς όλους σας τους Ισραηλίτας ο Κυριος στο όρος Χωρήβ εκ μέσου του πυρός, όταν σκότος και γνόφος εκάλυπτε το όρος, η θύελλα το συνεκλόνιζε και ηκούετο ισχυρά η φωνή. Τιποτε άλλο δεν προσέθεσεν. Εχάραζε δε αυτά εις δύο λιθίνας πλάκας, τας οποίας και έδωκεν εις εμέ.
Ο Θεός, λοιπόν, ευρίσκεται «μέσα εις τον γνόφον», μέσα εις την σκοτεινήν νεφέλην (Β΄ Παραλειπομένων 6,1.
Β Παραλ. 6,1 Τότε εἶπε Σαλωμών· Κύριος εἶπε τοῦ κατασκηνῶσαι ἐν γνόφῳ·
Β Παραλ. 6,1 Τοτε είπεν ο Σολομών· “ο Κυριος απεφάσισε να κατοικήση μέσα εις την σκοτεινήν νεφέλην.
Β Παραλ. 6,2 καὶ ἐγὼ ᾠκοδόμηκα οἶκον τῷ ὀνόματί σου ἅγιόν σοι καὶ ἕτοιμον τοῦ κατασκηνῶσαι εἰς τοὺς αἰῶνας.
Β Παραλ. 6,2 Εγώ όμως, Κυριε, οικοδόμησα τον ναόν αυτόν στο Ονομά σου, αφιερωμένον εις σέ, έτοιμον δια να κατοικήσης εις αυτόν στους αιώνας των αιώνων”.
Ιεζ. 10,4).
Ιεζ. 10,1 Καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ ἐπάνω τοῦ στερεώματος τοῦ ὑπὲρ κεφαλῆς τῶν Χερουβὶμ ὡς λίθος σαπφείρου ὁμοίωμα θρόνου ἐπ᾿ αὐτῶν.
Ιεζ. 10,1 Ιδού, επάνω στον θόλον, που υπήρχεν υπεράνω από τας κεφαλάς των Χερουβίμ, είδα κάτι, που ωμοίαζε με θρόνον κατεσκευααμένον από πολύτιμον λίθον σαπφείρου.
Ιεζ. 10,2 καὶ εἶπε πρὸς τὸν ἄνδρα τὸν ἐνδεδυκότα τὴν στολήν· εἴσελθε εἰς τὸ μέσον τῶν τροχῶν τῶν ὑποκάτω τῶν Χερουβὶμ καὶ πλῆσον τὰς δράκας σου ἀνθράκων πυρὸς ἐκ μέσου τῶν Χερουβὶμ καὶ διασκόρπισον ἐπὶ τὴν πόλιν· καὶ εἰσῆλθεν ἐνώπιον ἐμοῦ.
Ιεζ. 10,2 Ο Κυριος είπεν στον άνδρα, ο οποίος εφορούσε τον ποδήρη χιτώνα. “Είσελθε ανάμεσα από τους τροχούς, που ευρίσκονται κάτω από τα Χερουβίμ. Γέμισε τας παλάμας σου από τους αναμμένους άνθρακας, που ευρίσκονται ανάμεσα των Χερουβίμ και σκόρπισέ τους εις την πόλιν Ιερουσαλήμ”. Εκείνος εμπρός εις τα μάτια μου εισήλθεν, όπου ο Θεός τον διέταξε.
Ιεζ. 10,3 καὶ τὰ Χερουβὶμ εἰστήκει ἐκ δεξιῶν τοῦ οἴκου ἐν τῷ εἰσπορεύεσθαι τὸν ἄνδρα, καὶ ἡ νεφέλη ἔπλησε τὴν αὐλὴν τὴν ἐσωτέραν.
Ιεζ. 10,3 Τα Χερουβίμ ήσαν όρθια στο δεξιόν μέρος του ναού, η δε νεφέλη του Θεού εγέμισε την εσωτερικήν αυλήν του ναού.
Ιεζ. 10,4 καὶ ἀπῇρεν ἡ δόξα Κυρίου ἀπὸ τῶν Χερουβὶμ εἰς τὸ αἴθριον τοῦ οἴκου, καὶ ἔπλησε τὸν οἶκον ἡ νεφέλη, καὶ ἡ αὐλὴ ἐπλήσθη τοῦ φέγγους τῆς δόξης Κυρίου·
Ιεζ. 10,4 Η λάμψις της δόξης του Κυρίου εσηκώθη από τα Χερουβίμ, ήλθεν στο κατώφλιον του ναού και εγέμισε τον οίκον του Κυρίου η νεφέλη. Και η αυλή ακόμη εγέμισεν από το φως της δόξης του Κυρίου.
Ιεζ. 10,5 καὶ φωνὴ τῶν πτερύγων τῶν Χερουβὶμ ἠκούετο ἕως τῆς αὐλῆς τῆς ἐξωτέρας ὡς φωνὴ Θεοῦ Σαδδαΐ λαλοῦντος.
Ιεζ. 10,5 Το βούϊσμα από τας πτέρυγας των Χερουβίμ ηκούετο έως εις την εξωτερικήν αυλήν του ναού, ωσάν φωνή του παντοδυνάμου Θεού, ο οποίος ωμιλούσε.
«Κατέστησεν άξιον τον Μωυσήν να ακούση την φωνήν αυτού. Τον εισήγαγεν εις τον γνόφον και του έδωσε πρόσωπον προς πρόσωπον τας εντολάς, τον νόμον της ζωής και της σοφίας» (Σοφ. Σειρ. 45,5).
Σοφ. Σειρ. 45,1 Καὶ ἐξήγαγεν ἐξ αὐτοῦ ἄνδρα ἐλέους εὑρίσκοντα χάριν ἐν ὀφθαλμοῖς πάσης σαρκός, ἠγαπημένον ὑπὸ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, Μωυσῆν, οὗ τὸ μνημόσυνον ἐν εὐλογίαις·
Σοφ. Σειρ. 45,1 Από τους απογόνους του Ιακώβ ανέδειξεν άνδρα ενάρετον, ο οποίός εκέρδησε την ευμένειαν και τον σεβασμόν όλων των ανθρώπων, ηγαπημένον από τον Θεόν. Τον Μωϋσέα, του οποίου η ανάμνησις συνοδεύεται πάντοτε με επαίνους.
Σοφ. Σειρ. 45,2 ὡμοίωσεν αὐτὸν δόξῃ ἁγίων καὶ ἐμεγάλυνεν αὐτὸν ἐν φόβοις ἐχθρῶν·
Σοφ. Σειρ. 45,2 Του εδωσε δόξαν ομοίαν με την δόξαν των αγίων, τον κατέστησε μέγαν και φοβερόν δια τους εχθρούς.
Σοφ. Σειρ. 45,3 ἐν λόγοις αὐτοῦ σημεῖα κατέπαυσεν, ἐδόξασεν αὐτὸν κατὰ πρόσωπον βασιλέων· ἐνετείλατο αὐτῷ πρὸς λαὸν αὐτοῦ καὶ ἔδειξεν αὐτῷ τῆς δόξης αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 45,3 Δια των λόγων ο Μωϋσής επροκάλει και κατέπαυε θαυματουργικά σημεία ενώπιον του Φαραώ και των Αιγυπτίων και ετσι ο Θεός τον εδόξασε ενώπιον βασιλέων. Ο Κυριος δια μέσου αυτού έδωκεν εντολάς προς τον λαόν του και εφανέρωσεν εις αυτόν ένα μέρος της απείρου δόξης του.
Σοφ. Σειρ. 45,4 ἐν πίστει καὶ πραΰτητι αὐτὸν ἡγίασεν, ἐξελέξατο αὐτὸν ἐκ πάσης σαρκός·
Σοφ. Σειρ. 45,4 Τον ανέδειξε και τον καθιέρωσεν άγιον ένεκα της πίστεως και της πραότητός του. Αυτόν ανάμεσα από όλους τους Ισραηλίτας εξέλεξεν ως αρχηγόν του λαού.
Σοφ. Σειρ. 45,5 ἠκούτισεν αὐτὸν τῆς φωνῆς αὐτοῦ καὶ εἰσήγαγεν αὐτὸν εἰς τὸν γνόφον καὶ ἔδωκεν αὐτῷ κατὰ πρόσωπον ἐντολάς, νόμον ζωῆς καὶ ἐπιστήμης διδάξαι τὸν Ἰακὼβ διαθήκην καὶ κρίματα αὐτοῦ τὸν Ἰσραήλ. –
Σοφ. Σειρ. 45,5 Τον ηξίωσε της τιμής και τον έκαμε να ακούση την φωνήν αυτού και τον εισήγαγεν εις την φωτεινήν νεφέλην επάνω στο όρος Σινά, του έδωσε πρόσωπον προς πρόσωπον τας εντολάς, ένα Νομον ζωής και σοφίας, δια να διδάξη τους απογόνους του Ιακώβ την Διαθήκην του, τας δικαίας αυτού κρίσεις στον λαόν του Ισραήλ.