Ἐδῶ καὶ περίπου 16 χρόνια, μετὰ τὸν ἐμφύλιο καὶ τὴ διάσπαση τῆς Γιουγκοσλαβίας, ἀναδύεται ἕνα ζήτημα, γιὰ τὸ ὁποῖο – ἂν καὶ μᾶς ἀφοροῦσε ἄμεσα – ἀδιαφορούσαμε ἐσκεμμένα ἢ ἀθέλητα: τὸ Μακεδονικό. Ἡ κρατικὴ (κυρίως) αὐτὴ νάρκωση φαίνεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι μέχρι καὶ τὴν ἀνακίνηση τοῦ θέματος μὲ τὴν ἀνεξαρτητοποίηση τῶν Σκοπίων, οὐδέποτε στὴ σχολικὴ ζωή, σὲ καμία ἀπὸ τὶς τρεῖς ἐκπαιδευτικὲς βαθμίδες δὲ θυμόμαστε νὰ ἔχουμε ἀκούσει κάτι γιὰ τὴ διαστρέβλωση αὐτὴ ποὺ ἔχει τὶς ρίζες της στὸν β΄ παγκόσμιο πόλεμο.
Οἱ σλαβογενεῖς λοιπὸν βόρειοι γείτονές μας διεκδικοῦν. Ἢ μᾶλλον, ἀπαιτοῦν. Ὡς θρασεῖς ἀπατεῶνες, αὐτοαποκαλοῦνται καὶ πέτυχαν νὰ ὀνομάζονται καὶ ἀπὸ ἄλλες χῶρες ὡς «Μακεδόνες», ἐκμεταλλευόμενοι τοὺς ἑξῆς παράγοντες:
α) Τὸ γεγονὸς ὅτι κατοικοῦν σὲ γεωγραφικὸ χῶρο μέρους τῆς ἀρχαίας Μακεδονίας,
β) Τὰ συμφέροντα τῶν δυνάμεων στὴν περιοχή, καὶ
γ)τὴν ἀπίστευτη προπαγάνδα ποὺ ἀσκήθηκε καὶ ἀσκεῖται ἀκόμα μέσα ἀπὸ τὰ σχολεῖα τῶν Σκοπίων γιὰ τὴ διαμόρφωση «μακεδονικῆς» συνείδησης καὶ ταυτότητας, μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται (τὴν πίστη τῶν Σκοπιανῶν ὅτι κατάγονται ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους Μακεδόνες, ἀλυτρωτικὲς βλέψεις, κλπ.). Ἀλλὰ ἂς δοῦμε συνοπτικὰ τὴν προσπάθειά τους αὐτή.
Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς γερμανικῆς κατοχῆς, τὸ Κομμουνιστικὸ Κόμμα τῆς Γιουγκοσλαβίας μὲ τὸν Τίτο, εἶχε ἀναπτύξει ἰσχυρὴ ἀντίσταση καὶ γιὰ τὴ μελλοντικὴ συνοχὴ τῆς Γιουγκοσλαβίας, ὀργάνωσε σχέδιο γιὰ νὰ ἀποτραβήξει τοὺς κατοίκους τῆς περιοχῆς ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ τῶν Βουλγάρων διαμορφώνοντας συνείδηση ξεχωριστῆς ἐθνότητας καὶ ὀνομάζοντάς τους «Μακεντόντσι». Ἔτσι, ἔνιωθαν ὅτι ἀποκτοῦσαν δική τους ὀντότητα, ξεχωριστὴ καὶ ἀπὸ τοὺς Σέρβους καὶ ἀπὸ τοὺς Βουλγάρους. Ἀκολουθεῖ ἡ προσπάθεια μιᾶς «κομμουνιστικῆς Βαλκανικῆς», ποὺ ἀπεργάστηκε ἀνεπιτυχῶς σχέδιο αὐτόνομης Μακεδονίας στὰ ἐδάφη τῆς ἀρχαίας Μακεδονίας. Μὲ τὴ λήξη ὅμως τοῦ ἐμφυλίου (1949), τὸ θέμα θεωρήθηκε λῆξαν καὶ συνέχισε μόνο ὡς ἐσωτερικὸ πρόβλημα τῆς Γιουγκοσλαβίας.
Γιὰ νὰ μὴν ὀλισθαίνει ὁ πληθυσμὸς τῆς «Σοσιαλιστικῆς Δημοκρατίας τῆς Μακεδονίας» πρὸς φιλοβουλγαρικὲς ἐκδηλώσεις, τὸ γιουγκοσλαβικὸ κράτος προπαγάνδιζε ἔντονα τὴν «μακεδονική» τους ταυτότητα. Δημιούργησε κρατικὴ ὑπόσταση («μακεδονικὴ» βουλή, κυβέρνηση, Ἀκαδημία καὶ ἄλλα ἱδρύματα), κατασκεύασε «μακεδονικὴ» γλώσσα μὲ βάση τὶς σλαβο – βουλγαρικὲς διαλέκτους τῆς περιοχῆς, ἀναγνώρισε Αὐτοκέφαλη Ὀρθόδοξη «Μακεδονικὴ» Ἐκκλησία καὶ φυσικὰ οἱ ἱστορικοὶ ἐπανερμήνευσαν τὴν ἱστορία τῆς Μακεδονίας μὲ τρόπο ποὺ νὰ ἐξυπηρετεῖ τοὺς σκοπούς τους.
Ὑποστηρίζουν λοιπὸν ὅτι οἱ Σλάβοι ἐγκαταστάθηκαν στὴν περιοχὴ στὸν 7ο αἰ. μ.Χ., ὅπου καὶ βρῆκαν τοὺς Μακεδόνες, οἱ ὁποῖοι ὅμως δὲν ἦταν Ἕλληνες, ἀλλὰ ξεχωριστὸς λαός. Τὰ ἑλληνικὰ στοιχεῖα στὴν ἀρχαία Μακεδονία τὰ θεωροῦν εἰσηγμένα ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ νότο καὶ τὶς βόρειες ἀποικίες του. Ἐπῆλθε λοιπὸν ἡ ἀνάμειξη Σλάβων – Μακεδόνων καὶ τὸ νέο Σλαβομακεδονικὸ ἔθνος ποὺ γεννήθηκε νομιμοποιεῖται νὰ διεκδικεῖ τὴ μακεδονικὴ κληρονομιά!!
Εὔκολα γίνεται κατανοητὸ ὅτι πρόκειται γιὰ πλήρη διαστρέβλωση τῆς ἱστορικῆς δεοντολογίας. Χρέος μας λοιπὸν εἶναι νὰ διαβάζουμε σωστὰ τὴν Ἱστορία ὥστε νὰ μὴ μᾶς λείπουν τὰ ἐπιχειρήματα ἐναντίον τῆς ἄθλιας αὐτῆς προπαγάνδας.
Πρῶτα – πρῶτα στὶς ἀρχαῖες πηγές, πουθενὰ δὲν ἀμφισβητεῖται ἡ ἑλληνικότητα τῶν Μακεδόνων. Ὁ Ἡσίοδος, ὁ Ἡρόδοτος καὶ ὁ Ἑλλάνικος τοὺς συνδέουν γενεαλογικὰ μὲ τοὺς Δωριεῖς ἢ τοὺς Αἰολεῖς. Ὁ Ἡρόδοτος ἀκόμη ἀναφέρει ὅτι ὁ Ἀλέξανδρος Α΄ ἔγινε δεκτὸς στοὺς Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες, ὅπου, ὡς γνωστὸ, ἀγωνίζονταν μόνο Ἕλληνες. Ὁ ἴδιος Μακεδόνας βασιλιὰς κατὰ τοὺς Περσικοὺς πολέμους καὶ μιλώντας στοὺς Ἕλληνες τοῦ νότου τόνιζε: «γιατί κι ἐγὼ Ἕλληνας εἶμαι στὴν καταγωγὴ ἀπὸ τὰ παλιὰ χρόνια καὶ δὲ θὰ ἤθελα νὰ δῶ τὴν Ἑλλάδα ὑπόδουλη ἀντὶ ἐλεύθερη». Ὁ δὲ Θουκυδίδης ἀποκαλεῖ τοὺς βασιλεῖς τῆς Μακεδονίας «Τημενίδες», δηλαδὴ ἀπογόνους τοῦ Τημενοῦ ἀπὸ τὸ Ἄργος.
Οἱ Σκοπιανοὶ βασίζουν τὴν ἐπιχειρηματολογία τους καὶ στὸ ὅτι ὁ Δημοσθένης ἀποκαλεῖ τὸν Φίλιππο «βάρβαρο». Αὐτὸ ὅμως στὴν ἀρχαία Ἱστορία εἶναι συχνὸ φαινόμενο καὶ ὁ Δημοσθένης ἡγοῦνταν τῆς ἀντιμακεδονικῆς μερίδας στὴν Ἀθήνα. Ὅμως εἶναι ἀδιανόητο νὰ πιστέψουμε ὅτι οἱ φιλομακεδόνες στὴν Ἀθήνα (ἀνάμεσά τους οἱ ρήτορες Αἰσχίνης καὶ Ἰσοκράτης) ἤθελαν γιὰ ἀρχηγὸ τῶν Ἑλλήνων ἔναντι τῶν Περσῶν ἕνα βάρβαρο, ἕναν ἀλλόφυλο. Τὸ ὅτι οἱ Μακεδόνες ὑστεροῦσαν πολιτιστικὰ σὲ σχέση μὲ τοὺς Ἀθηναίους εἶναι ἕνα ἄλλο ζήτημα, ἄσχετο πρὸς τὴν καταγωγή τους.
Ἄλλη ἀβάσιμη θεωρία ὑποστηρίζει ὅτι, ναὶ μὲν ἡ ἄρχουσα τάξη ἦταν ἑλληνικῆς καταγωγῆς, ἀλλὰ ὁ λαὸς εἶχε ἄλλη, ξεχωριστὴ καταγωγή: ἰλλυρικὴ π.χ. ἢ θρακική. Δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνα παράδειγμα στὴν ἀρχαιότητα ὅπου μία μικρὴ ὁμάδα ξένων ἀσκεῖ βασιλικὴ ἐξουσία σὲ ἕνα λαὸ ἐμπειροπόλεμο καὶ αὐτὸς ὁ λαὸς δὲν προσπάθησε νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τοὺς ξένους αὐτοὺς ἄρχοντες.
Συνεχίζουμε μὲ τὸν Ἀλέξανδρο Γ΄ τὸν Μέγα. Τί ἔγραφε στὸν Δαρεῖο ὅταν προέλαυνε μέσα στὸ περσικὸ κράτος; «Οἱ πρόγονοί σας ἐκστράτευσαν στὴ Μακεδονία καὶ τὴν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα καὶ μᾶς κακοποίησαν χωρὶς νὰ ἔχουν ἀδικηθεῖ πιὸ μπροστὰ ἀπό μᾶς. Ἐγὼ λοιπόν, ἀφοῦ ἀνέλαβα τὴν ἡγεμονία τῶν Ἑλλήνων, ἐπιθυμώντας νὰ τιμωρήσω τοὺς Πέρσες γιὰ τὰ τότε κακουργήματά τους ἐκστρατεύω τώρα…». Στὴ σκέψη του εἶναι φανερὸ ὅτι ἡ Μακεδονία ὑπάγεται στὸ εὖρος τῆς Ἑλλάδας.
Ἂν ἀλήθευε κάτι ἀπὸ τὴν ψευτο – ἱστορία τῶν Σκοπιανῶν, θὰ ἔπρεπε σὲ κάποια ἀπὸ τὶς ἄπειρες συναντήσεις Ἑλλήνων καὶ Μακεδόνων νὰ ἐμφανιστεῖ πρόβλημα ἀσυνεννοησίας ἢ ἀνάγκης διερμηνέα. Εἴδαμε ὅμως πῶς μίλησε ὁ Ἀλέξανδρος Α΄. Ὁ Δημοσθένης ὀνόμαζε τὸ Φίλιππο βάρβαρο, ἀλλὰ γιὰ τὴ γλώσσα του κανένας ὑπαινιγμός. Ὁ Πλούταρχος ἀναφέρει ὅτι ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Μέγας διέταξε νὰ μεταφράσουν στὰ ἑλληνικὰ μία ξενόγλωσση ἐπιγραφὴ γιὰ νὰ μποροῦν νὰ τὴ διαβάζουν οἱ στρατιῶτες του. Στὰ ἑλληνικά. Ὄχι στὰ ἑλληνικὰ καὶ στὰ μακεδονικά. Καὶ στὸ στρατὸ του ὑπηρετοῦσαν κατὰ κύριο λόγο Μακεδόνες. Ὁ ἴδιος συγγραφέας μᾶς πληροφορεῖ ὅτι προκειμένου ὁ Ἀλέξανδρος νὰ ἐντάξει στὸ στρατὸ του τριάντα χιλιάδες Πέρσες «ἐκέλευσε γράμματα μανθάνειν ἑλληνικὰ καὶ μακεδονικοις ὅπλοις ἐντρέφεσθαι.». Καὶ φυσικὰ τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα διέδωσε στὶς χῶρες ποὺ κατέκτησε.
Ἐπιπλέον γνωρίζουμε ὅτι ὁ Εὐριπίδης ἔγραψε καὶ δίδαξε ἔργα του στὴν αὐλὴ τοῦ Ἀρχέλαου, ὁ Ἀριστοτέλης δίδαξε τὸν Ἀλέξανδρο, ἡ λέξη «Μακεδνὸς» καὶ «ἔθνος Μακεδνὸν» ἀναφέρεται στὸν Ὅμηρο, τὰ ὀνόματα «θεῶν» εἶναι κοινά, τὰ τοπωνύμια (Ἄργος, Πέλλα, Γορτυνία κλπ) καὶ τὰ ὀνόματα ἀνθρώπων (Ἀλκέτας, Πευκόλαος, Βερενίκη κλπ) εἶναι ἑλληνικά. Ὅλα αὐτὰ ὀφείλονται σὲ ἐξελληνισμὸ τῶν Μακεδόνων ἢ στὸ ὅτι ἦταν Ἕλληνες; Ποιὸ κίνητρο εἶχαν νὰ ἐξελληνιστοῦν; Οἱ σχέσεις τους μὲ τοὺς Ἕλληνες τοῦ νότου ἦταν κατὰ βάση ἐχθρικές. Γιατί νὰ πάρουν ἑλληνικὰ ὀνόματα, ἂν δὲν ἦταν Ἕλληνες;
Προχωρώντας χρονικά, τὰ ἐπιχειρήματα δὲ λείπουν ἀπὸ καμία ἐποχή. Στοὺς Βυζαντινοὺς χρόνους ὁ ὅρος «Μακεδονία» εἶχε ἔννοια γεωγραφικὴ καὶ ὄχι ἐθνική. Ἔχουμε «μακεδονικὴ δυναστεία», ἀλλὰ ὁ γενάρχης της Βασίλειος Α΄ ἦταν ἀπὸ τὴ Θράκη. Τὸ 1346 στὰ Σκόπια ὁ περίφημος Σέρβος βασιλιὰς Στέφανος Οὔρεσις Δουσὰν στέφθηκε αὐτοκράτορας Σέρβων, Ρωμαίων, Βουλγάρων καὶ Ἀλβανῶν. Ἂν ὑπῆρχε αὐθύπαρκτη μακεδονικὴ ἐθνότητα, ὁπωσδήποτε θὰ πρόσθετε καὶ τοὺς Μακεδόνες, ἀφοῦ εἶχε κατακτήσει σχεδὸν ὅλη τὴ Μακεδονία.
Ὑπάρχει καὶ μία ζῶσα ὑπερχιλιετὴς μαρτυρία: τὸ Ἅγιο Ὄρος. Ὑπάρχουν ἐκεῖ μονὲς ἑλληνικές, σερβικές, βουλγαρικές, ρουμανικὲς καὶ ρωσσικές. Γιατί ὄχι καὶ μακεδονική; Γιατί στὰ ἔγγραφα τοῦ Ἁγίου Ὄρους δὲ μνημονεύεται μακεδονικὴ ἐθνότητα ἐνῶ ἡ ἴδια ἡ χερσόνησος ἀνήκει στὸ μακεδονικὸ χῶρο καὶ οἱ περισσότεροι μοναχοὶ προέρχονταν ἀπὸ τὴ Μακεδονία; Γιατί δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνα ἔγγραφο συντεταγμένο στὴ «μακεδονικὴ» γλώσσα;
Τὸ ἴδιο παρατηροῦμε καὶ στὰ τουρκικὰ ἔγγραφα. Οἱ πληθυσμοὶ τῆς Μακεδονίας ἀναγράφονται: Ροὺμ ἢ Γιουνὰν (Ἕλληνες), Μπουλγκὰρ (Βούλγαροι), Σὲρμπ (Σέρβοι), Οὐλὰχ (Βλάχοι), Ἐρμένι (Ἀρμένιοι), Γιαχουντὶ (Ἑβραῖοι). Πουθενὰ ὁ ὅρος «Μακεντὸν» σὰν ὑποδηλωτικὸ ἐθνότητας. Καὶ ὁ περίφημος Τοῦρκος περιηγητὴς Ἐβλιὰ Τσελεμπὴ στὰ 1669 ταξιδεύοντας στὴ Μακεδονία μιλάει γιὰ τοὺς πληθυσμούς της, Τούρκους, Ἕλληνες, Βουλγάρους, Ἀλβανούς. Δὲ διακρίνει ὅμως ἰδιαίτερη μακεδονικὴ ἐθνότητα.
Ἐὰν ὑπῆρχε μακεδονικὸς λαὸς μὲ συνείδηση αὐθυπαρξίας, εἶναι σίγουρο ὅτι ὁ Ρήγας Φερραῖος, ἕνα πνεῦμα κατ’ ἐξοχὴν ἀντὶ – ἐθνικιστικό, θὰ ἔκανε λόγο στὸ «Θούριο» περὶ Μακεδόνων. Κι ὅμως, ἐνῶ καλεῖ τοὺς πάντες, ἀκόμη καὶ τοὺς Ἀρμενίους καὶ τοὺς Αἰγυπτίους (Ἀράπηδες) νὰ ἐξεγερθοῦν κατὰ τοῦ Σουλτάνου, ἀγνοεῖ τοὺς Μακεδόνες (ὅπως καὶ τοὺς Θράκες, Ἠπειρῶτες, Θεσσαλούς), ὄχι γιατί δὲν ὑπῆρχαν, ἀλλὰ γιατί τοὺς θεωροῦσε τμῆμα τοῦ Μείζονος Ἑλληνισμοῦ. Στὴ συνέχεια, στοὺς ἀγῶνες κατὰ τῶν Τούρκων, ὅλοι σχεδὸν οἱ βαλκανικοὶ λαοὶ ἀνέπτυξαν μικρὴ ἢ μεγάλη ἀντίσταση. Ἀναφέρονται ἀγῶνες τῶν Ἑλλήνων, τῶν Σέρβων, τῶν Βουλγάρων, τῶν Ἀλβανῶν. Μόνο ἀγῶνες τῶν Μακεδόνων δὲν ἀναφέρονται. Ὄχι γιατί οἱ ἀπόγονοί τοῦ Ἀλεξάνδρου ἦταν δειλοὶ ἀλλὰ γιατί ἁπλῶς δὲν ὑπῆρχε αὐτόνομη μακεδονικὴ ἐθνότητα. Οἱ κάτοικοι τῆς Μακεδονίας ἦταν Ἕλληνες, Βούλγαροι ἢ Σέρβοι.
Γίνεται ἀντιληπτὸ λοιπὸν ὅτι ἡ δόλια προπαγάνδα καὶ ψευδο – ἱστορία τῶν γειτόνων προσκρούει σὲ ἀδιάσειστα ἀνὰ τοὺς αἰῶνες στοιχεῖα. Ἡ Ἱστορία εἶναι ἐδῶ καὶ τοὺς ξεγυμνώνει. Ὅμως κοντὰ στὶς 120 χῶρες τοὺς ἔχουν ἀναγνωρίσει ὡς «Μακεδονία». Τί συμβαίνει; Ἄλλη ἱστορία διαβάζουν οἱ κυβερνῆτες τους; Εἶναι ἀμόρφωτοι ἢ ἁπλὰ ἀδιάφοροι; Ἢ μήπως ὑπάρχουν συμφέροντα καὶ δέχονται ἔξωθεν ἐντολές; Ἐμεῖς φροντίσαμε νὰ τοὺς γνωρίσουμε τὸ ἱστορικό μας δίκιο; Ὅπως καὶ νὰ ἔχουν τὰ πράγματα, φτάσαμε σὲ κρίσιμη καμπή. Ἡ ἀπόφαση γιὰ τὴν ὁριστική τους ὀνομασία, ἡ ἐπιλογὴ τοῦ βέτο, οἱ ἰσχυρὲς πιέσεις ποὺ ἔχουμε τὴ δυνατότητα νὰ ἀσκήσουμε καθημερινὰ ἀπασχολοῦν τὸν τύπο.
Ὅμως ἡ ἀναγνώριση τοῦ ὅρου «Μακεδονία» στὴν ἐπίσημη ὀνομασία τῶν Σκοπίων κρύβει πολλοὺς κινδύνους γιὰ τὸ μέλλον. Σὲ καμία περίπτωση δὲν πρέπει νὰ προσυπογράψουμε μιὰ τέτοια ἀπόφαση. Καὶ εἶναι βέβαιο ὅτι τὴ δική μας συναίνεση θέλουν. Ἀκόμη κι ἂν ὅλος ὁ κόσμος τοὺς ἀναγνωρίσει καὶ τοὺς ὀνομάζει «Μακεδόνες», ἂν δὲν τὸ κάνουμε ἐμεῖς δὲν θὰ πετύχουν τίποτα. Ἂς θυμηθοῦμε τὸν Ἅγιο Μάρκο τὸν Εὐγενικό. Ὅλοι οἱ παριστάμενοι, ἀκόμα καὶ ὁ αὐτοκράτορας, στὴ Φεράρα – Φλωρεντία προσκύνησαν τὸν Πάπα. Ὁ Πάπας ὅμως ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι ὁ Μάρκος δὲν ὑπέγραψε, εἶπε: «οὐδὲν ἐποιήσαμεν». Καὶ ὁ λαὸς τῆς Κωνσταντινούπολης οὐδέποτε ἀναγνώρισε τὴν ἕνωση. Ἔτσι καὶ σήμερα. Μόνο ἀπὸ μᾶς περιμένουν τὴ νομιμοποίησή τους. Ἀλλιῶς θὰ παραμένουν ἐς ἀεὶ κιβδηλοποιοί. Καὶ οἱ δημοσκοπήσεις στὴ Βόρεια Ἑλλάδα δείχνουν ὅτι ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία τοῦ λαοῦ λέει ὄχι σὲ ὀνομασία ποὺ ἐμπεριέχει τὸν ὅρο «Μακεδονία». Ἂς μᾶς ἀκούσουν οἱ ὑπεύθυνοι…
Βιβλιογραφία:
1.Σαράντος Καργάκος, Ἀπὸ τὸ Μακεδονικὸ Ζήτημα στὴν ἐμπλοκὴ τῶν Σκοπίων, ἔκδ. Gutenberg.
2.Θέματα Ἱστορίας, Β΄ Ἑνιαίου Λυκείου, μάθημα ἐπιλογῆς
3.Ἐφημερίδα «Μακεδονία»