διαμεμάχισται ἡ ψυχή μου ἐν αὐτῇ καὶ ἐν ποιήσει λιμοῦ διηκριβησάμην. τὰς χεῖράς μου ἐξεπέτασα πρὸς ὕψος καὶ τὰ ἀγνοήματα αὐτῆς ἐπένθησα.
Σοφ. Σειρ. 51,19Ηγωνίσθη η ψυχή μου, δια να την αποκτήσω. Ηρεύνησα και εξηκρίβωσα και εδέχθην τας αληθείας της με τόσην βουλιμίαν, ωσάν εκείνην που αισθάνεται ο ευρισκόμενος εις λιμόν. Υψωσα ικετευτικάς τας χείρας μου προς τον ουρανόν, επένθησα δι’ όσας αληθείας αυτής δεν εγνώριζα.