καί τις ἀνὴρ χωλὸς ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ ὑπάρχων ἐβαστάζετο, ὃν ἐτίθουν καθ᾿ ἡμέραν πρὸς τὴν θύραν τοῦ ἱεροῦ τὴν λεγομένην ὡραίαν τοῦ αἰτεῖν ἐλεημοσύνην παρὰ τῶν εἰσπορευομένων εἰς τὸ ἱερόν·
Πραξ. 3,2Και έφεραν, κατά την ώραν εκείνη, εις τα χέρια, ένα άνθρωπον εκ γενετής χωλόν, τον οποίον κάθε ημέραν έβαζαν εις την θύραν της αυλής του ναού, η οποία ελέγετο ωραία, δια να ζητή ελεημοσύνην από εκείνους, που εισήρχοντο στον ναόν.