Χωρίς κατηγορία

Θ. Ιερ. 1,8


Θ. Ιερ. 1,8

Ἁμαρτίαν ἥμαρτεν Ἰερουσαλήμ, διὰ τοῦτο εἰς σάλον ἐγένετο· πάντες οἱ δοξάζοντες αὐτὴν ἐταπείνωσαν αὐτήν, εἶδον γὰρ τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῆς, καί γε αὐτὴ στενάζουσα καὶ ἀπεστράφη ὀπίσω.

Θ. Ιερ. 1,8

Βαρύτατα ημάρτησεν η Ιερουσαλήμ. Δια τούτο και περιέπεσεν εις αυτόν τον συγκλονισμόν και την αναταραχην. Ολοι όσοι προηγουμένως την ετιμούσαν και την εδόξαζαν, την κατεφρόνησαν. Είδαν γυμνήν την ταπείνωσιν και τον εξευτελισμόν της. Και αυτή η ίδια στενάζει και στρέφει το πρόσωπόν της αλλού, δια να μη αντικρυση τα περιφρονητικά βλέμματα.