Πῶς ἐκάθισε μόνη ἡ πόλις ἡ πεπληθυμμένη λαῶν; ἐγενήθη ὡς χήρα πεπληθυμμένη ἐν ἔθνεσιν, ἄρχουσα ἐν χώραις ἐγενήθη εἰς φόρον.
Θ. Ιερ. 1,1Πως απέμεινε μόνη, έρημος από κατοίκους η πόλις, η οποία άλλοτε ήτο γεμάτη από λαούς; Εγινεν ωσάν απωρφανισμένη χήρα αυτή, που ήτο άλλοτε πολυάνθρωπος, μεταξύ όλων των εθνών. Πως η αρχόντισσα ανάμεσα εις τας χώρας της γης έγινε τώρα φόρου υποτελής!