καὶ λήψομαι ἄρτον, καὶ φάγεσθε, καὶ μετὰ τοῦτο παρελεύσεσθε εἰς τὴν ὁδὸν ὑμῶν, οὗ ἕνεκεν ἐξεκλίνατε πρὸς τὸν παῖδα ὑμῶν. καὶ εἶπαν· οὕτω ποίησον, καθὼς εἴρηκας.
Γεν. 18,5Ἐγὼ δὲ θὰ ἑτοιμάσω καὶ θὰ σᾶς φέρω φαγητόν, διὰ νὰ φάγετε, ἔπειτα δὲ θὰ συνεχίσετε τὸν δρόμον σας, ἀπὸ τὸν ὁποῖον παρεξεκλίνατε ἕως ἐμέ, τὸν δοῦλον σας, διὰ νὰ μοῦ κάμετε τὴν τιμὴν νὰ σᾶς περιποιηθῶ”. Ἐκεῖνοι δὲ εἶπαν• “κάμε ὅπως εἶπες”.