Χωρίς κατηγορία

Θ. Ιερ. 1,21


Θ. Ιερ. 1,21

Ἀκούσατε δή, ὅτι στενάζω ἐγώ, οὐκ ἔστιν ὁ παρακαλῶν με· πάντες οἱ ἐχθροί μου ἤκουσαν τὰ κακά μου καὶ ἐχάρησαν, ὅτι σὺ ἐποίησας· ἐπήγαγες ἡμέραν, ἐκάλεσας καιρόν, ἐγένοντο ὅμοιοι ἐμοί.

Θ. Ιερ. 1,21

Ακούσατε, λοιπόν, ότι εγώ στενάζω συνεχώς και δεν υπάρχει κανείς να με παρηγορήση. Ολοι οι εχθροί μου επληροφορήθησαν τας συμφοράς μου και εχάρησαν, διότι συ απέστειλες αυτάς εναντίον μου. Φέρε, Κυριε, εναντίον αυτών την ημέραν της δικαίας σου οργής. Ορισε τον κατάλληλον προς τούτο καιρόν, δια να γίνουν και αυτοί όμοιοι με εμέ ως προς την θλίψιν και τον πόνον.