Κλαίουσα ἔκλαυσεν ἐν νυκτί, καὶ τὰ δάκρυα αὐτῆς ἐπὶ τῶν σιαγόνων αὐτῆς, καὶ οὐχ ὑπάρχει ὁ παρακαλῶν αὐτὴν ἀπὸ πάντων τῶν ἀγαπώντων αὐτήν· πάντες οἱ φιλοῦντες αὐτὴν ἠθέτησαν ἐν αὐτῇ, ἐγένοντο αὐτῇ εἰς ἐχθρούς.
Θ. Ιερ. 1,2Πικρώς έκλαυσε και κλαίει κατά την νύκτα. Τα δάκρυά της ρέουν εις τας παρειάς της. Δεν υπάρχει κανείς από εκείνους, οι οποίοι άλλοτε την αγαπούσαν να την παρηγορή! Ολοι εκείνοι που την αγαπούσαν, την ηρνήθησαν και την επρόδωσαν. Εγιναν εχθροί της.