πορευόμενος ἐν διακαιοσύνῃ, λαλῶν εὐθεῖαν ὁδόν, μισῶν ἀνομίαν καὶ ἀδικίαν καὶ τὰς χεῖρας ἀποσειόμενος ἀπὸ δώρων, βαρύνων τὰ ὦτα, ἵνα μὴ ἀκούσῃ κρίσιν αἵματος, καμμύων τοὺς ὀφθαλμούς, ἵνα μὴ ἴδῃ ἀδικίαν,
Ησ. 33,15Εξ αντιθέτου ευλογία παρά Θεού και χαρά περιμένει εκείνον, ο οποίος ζη και φέρεται με δικαιοσύνην, ομιλεί με ευθύτητα και ειλικρίνειαν, μισεί την παρανομίαν και αδικιαν· αυτόν, ο οποίος με ορμήν και αγανάκτησιν αποσύρει τα χέρια του από δωροδοκίας, αποστρέφει τα αυτιά του να μη ακούση την καταδίκην του αθώου αίματος· κλείει τα μάτια του, δια να μη ίδη καν την αδικίαν.