Χωρίς κατηγορία

Δ Βασ. 4,1


Δ Βασ. 4,1

Καὶ γυνὴ μία ἀπὸ τῶν υἱῶν τῶν προφητῶν ἐβόα πρὸς τὸν Ἑλισαιὲ λέγουσα· ὁ δοῦλός σου ἀνήρ μου ἀπέθανε, καὶ σὺ ἔγνως ὅτι δοῦλός σου ἦν φοβούμενος τὸν Κύριον· καὶ ὁ δανειστὴς ἦλθε λαβεῖν τοὺς δύο υἱούς μου ἑαυτῷ εἰς δούλους.

Δ Βασ. 4,1

Η σύζυγος ενός από τους προφήτας εκραύγασε προς τον Ελισαίον λέγουσα· “ο σύζυγός μου, ο δούλός σου, απέθανε. Συ δε γνωρίζεις, ότι αυτός εσέβετο τον Θεόν. Μετά τον θάνατόν του, ήλθεν ο δανειστής μας, στον οποίον δεν εξωφλήσαμεν το χρέος μας, να πάρη ως δούλους του τα δύο παιδιά μου”.