καὶ αὐλισθεὶς ἐκεῖ ἄρτου οὐκ ἐγεύσατο οὐδὲ ὕδωρ ἔπιε, πενθῶν ἐπὶ τῶν ἀνομιῶν τῶν μεγάλων τοῦ πλήθους.
Α Εσδ. 9,2και εκεί παρέμεινεν όλην την νύκτα. Αλλά ούτε άρτον έφαγε, ούτε νερό έπιε, διότι είχε καταληφθή από βαρύ πένθος δι’ όλας τας μεγάλας αυτάς ανομίας του λαού.