
Τῆς Μαργαρίτας Πουρναρα
Ὅταν συναντηθήκαμε, ὁ Τσάρλς Ἔσε ἔπαιρνε τὸ πρωινό του στὴ μεγάλη σάλα ἑνὸς ἀθηναϊκοῦ ξενοδοχείου μὲ φόντο ἕνα ἔργο τῆς Ἀφροδίτης Λίτη. Ἦταν ἀπορροφημένος στὴν ἀνάγνωση τῆς ἐφημερίδας του καὶ στὸ πιάτο μὲ τὴν ὀμελέτα, ρίχνοντας ἐνίοτε κλεφτὲς ματιὲς στὸ παράθυρο μὲ τὴ χειμωνιάτικη λιακάδα. Ὁ Βρετανός, ποὺ εἶναι ἐδῶ καὶ χρόνια διευθυντὴς στὸ γνωστὸ μουσεῖο Φάν Ἄμπε στὸ Ἀϊντχόφεν τῆς Ὀλλανδίας ἦρθε στὴν Ἑλλάδα προσκεκλημένος ἀπὸ τὴν Μπιενάλε. Ἐντυπωσιασμένος ἀπὸ τὴν ἔκθεση ποὺ φιλοξενήθηκε στὴ Διπλάρειο Σχολὴ ὥς τὰ τέλη τοῦ 2011 καὶ πεπεισμένος πὼς ἡ κρίση θὰ παράξει νέα τέχνη, θεωρεῖ ὅτι ἦταν πολὺ τυχερὸς διότι ἡ παρθενική του ἐπίσκεψη στὴν Ἀθήνα συνέπεσε μὲ αὐτὴν τὴ δύσκολη χρονικὴ συγκυρία. Καὶ ὅπως εἶναι φυσικό, ἡ συζήτηση μοιράστηκε ἀνάμεσα στὴν πολιτικὴ καὶ τὴν τέχνη.
«Νομίζω ὅτι, γιὰ νὰ καταλάβεις μία πόλη, πρέπει νὰ ἔρθεις τουλάχιστον τρεῖς φορές. Στὴν ἀρχὴ κάνεις ἕνα σκαρίφημα τοῦ ψυχισμοῦ της, ὕστερα τὸ ἀνατρέπεις ἐμβαθύνοντας καὶ στὸ τέλος ἔχεις μία ὁλοκληρωμένη εἰκόνα. Ὅμως, χαίρομαι ποὺ ἡ εἰσαγωγή μου στὴν ἀθηναϊκὴ ζωὴ ἔγινε μὲ μιὰ ἔκθεση ὅπως ἡ Μπιενάλε. Τὴ βρῆκα ἐξαιρετικὰ ἐπίκαιρη, ἰδιαίτερα διαφωτιστικὴ γιὰ τὸ ἀδιέξοδο ποὺ βιώνουν οἱ Ἕλληνες. Κάποιοι νομίζουν ὅτι αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ ἐκθέσεις ὀφείλουν νὰ δροῦν ὡς ὁμοιοπαθητικὸ φάρμακο, νὰ δίνουν μία μικρὴ δόση τῆς ἀπογοήτευσης, τοῦ θυμοῦ, τῆς ἀπόγνωσης τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Μπιενάλε τῆς Ἀθήνας δὲν λειτουργεῖ ἔτσι, οὔτε ἀφήνει νὰ ἐννοηθεῖ ποιὰ θὰ ἦταν ἡ σωτηρία. Δὲν εἶναι εὐθέως ἐπεξηγηματική, ἀλλὰ φευγαλέα, εὔθραυστη. Νά, ὅπως ἐκεῖνος ὁ πίνακας τοῦ Βαγγέλη Γκόκα ποὺ ἀπεικονίζει ἕναν νεκρὸ μαέστρο, μιὰ ἔξοχη μεταφορὰ γιὰ τὸν θάνατο τῆς πολιτικῆς σκηνῆς μὲ τὴν παλιά της μορφή».
Ὅταν ἡ ζωὴ θέτει δύσκολα διλήμματα, μήπως καὶ ἡ τέχνη πρέπει νὰ εἶναι γροθιὰ στὸ στομάχι, τὸν ρωτῶ.
«Πιστεύω ὅτι τὰ ἀνθρώπινα ὄντα ἔχουν ἠθελημένη ἄγνοια. Πρόσφατα διάβαζα ὅτι 50% τῶν Ἰαπώνων καταναλωτῶν ἀγοράζουν ἐν γνώσει τους τρόφιμα ἀπὸ περιοχὲς ποὺ μολύνθηκαν ἀπὸ τὴ ραδιενέργεια. Τὰ ΜΜΕ, ἑταιρεῖες μετρήσεων, τὸ Διαδίκτυο πλημμυρίζει τὸν κόσμο μὲ στοιχεῖα καὶ ἀριθμούς, τὰ ὁποία μᾶς φορτώνουν σὲ τέτοιο βαθμό, ποὺ τοὺς γυρίζουμε τὴν πλάτη. Δὲν μποροῦμε νὰ τὰ ἐπεξεργαστοῦμε, νὰ τὰ μεταμορφώσουμε σὲ χρήσιμα συμπεράσματα γιὰ τὴν καθημερινότητά μας. Γιατί λοιπὸν ἡ τέχνη νὰ εἶναι ἔτσι, νὰ μᾶς λέει πράγματα κατάμουτρα; Αὐτὸ θὰ σήμαινε ὅτι θὰ θέλαμε νὰ δοῦμε καὶ τὴν ἀλήθεια κατάματα».
Ὁ Ἔσε γνωρίζει καλὰ τί σημαίνει ἡ Μπιενάλε γιὰ μία πόλη, ἔχοντας συνεργαστεῖ μὲ διάφορες τέτοιες διοργανώσεις ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη μέχρι τὴν Ἀσία. Σχολιάζει τὸ ἀπαρχαιωμένο καὶ πανομοιότυπο μοντέλο αὐτῶν τῶν ἐκθέσεων. «Ἡ ἔκθεση τῆς Ἀθήνας δὲν εἶναι πατρόν, δὲν μπορεῖς νὰ τὴν πάρεις ἀπὸ ἐδῶ καὶ νὰ τὴ φυτέψεις ἀλλοῦ, ὅπως γίνεται συνήθως, ἀφοῦ κυκλοφοροῦν συνήθως τὰ ἴδια ἔργα ἀπὸ τοὺς ἴδιους εἰκαστικούς. Τόλμησα μάλιστα νὰ πῶ στοὺς Ἕλληνες ἐπιμελητές, Poka Yio καὶ Ξένια Καλπακτσόγλου, ὅτι ἂν εἶχαν περισσότερα χρήματα στὴ διάθεσή τους, ἐνδεχομένως ἡ ἔκθεση νὰ μὴν ἔβγαινε τόσο καλή. Διότι ἡ στενότητα τοὺς ὁδήγησε νὰ χρησιμοποιήσουν «ντόπια ὑλικά». Ἀπὸ τὴν ἄλλη, κατανοῶ ὅτι ἦταν ἕνας μικρὸς ἄθλος ποὺ κατάφεραν νὰ τὰ βγάλουν πέρα μὲ τόσο λιγοστὰ μέσα».
Ὁ Ἔσε ἀσκεῖ μεγάλη κριτικὴ στὶς νόρμες ποὺ ἐπιβάλλει ἡ ἀγορὰ τῆς τέχνης στὶς Μπιενάλε καὶ τὶς ἐκθέσεις τῶν μεγάλων μουσείων. «Πολλοὶ θεωροῦν ὅτι οἱ σύγχρονοι καλλιτέχνες εἶναι σὰν αὐτιστικὰ παιδιά, ποὺ κάνουν ἔργα τὰ ὁποῖα καταλαβαίνουν μόνον αὐτοί. Ἡ ἀλήθεια, δυστυχῶς, εἶναι ὅτι οἱ ἐπιμελητὲς καὶ οἱ βαθύπλουτοι συλλέκτες σπρώχνουν τὰ πράγματα ἐκεῖ, διότι αὐτὰ τοὺς ἀρέσει νὰ ἀγοράζουν. Ἐξαιτίας τῆς παγκόσμιας ὕφεσης, κάποιοι πιστεύουν ὅτι οἱ πλούσιοι θὰ βρεθοῦν μὲ τὴν πλάτη στὸν τοῖχο. Δυστυχῶς, φαίνεται ὅτι μέχρι στιγμῆς κερδίζουν αὐτοί. Ὄχι μόνο βγάζουν περισσότερα λεφτά, ἀλλὰ ἔχουν σχεδὸν τὴ δύναμη νὰ γκρεμίζουν ὅλες τὶς κατακτήσεις τοῦ μεταπολεμικοῦ κοινωνικοῦ κράτους. Εἴμαστε σὲ ἕνα ἀδιέξοδο τοῦ σύγχρονου εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ καὶ αὐτὸ διότι ἐπικράτησε τὸ εὐρωατλαντικὸ μοντέλο σκέψης καὶ οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης».
Πίνει μία γουλιὰ καφὲ καὶ συνεχίζει: «Ἡ Ἑλλάδα εἶναι μία μικρὴ χώρα ποὺ γιὰ νὰ μπεῖ στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση ἀναγκάστηκε νὰ προσαρμόσει ὅλες τὶς δομές, ἀνάλογα μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ συμφέροντα καὶ ὄχι μὲ τὴν κοινὴ λογικὴ καὶ τὴν πρόοδό της. Πιέστηκε δηλαδὴ νὰ υἱοθετήσει προτεσταντικές, καλβινιστικές, καπιταλιστικὲς νόρμες, ποὺ ἴσως δὲν τῆς ταιρίαζαν, διότι δὲν ἀναγνώριζαν τὸ δικό της παρελθὸν ἐπηρεασμένο ἀπὸ τὰ Βαλκάνια καὶ τὴν Ἀνατολή. Μὰ πῶς μία μεσογειακὴ κοινωνία μπορεῖ ξαφνικὰ νὰ μεταμορφωθεῖ σὲ Γερμανία; Πῶς μπορεῖ ὁ Ἕλληνας ἐργαζόμενος νὰ ἀποκτήσει ψυχοσύνθεση Ὀλλανδού; Ὅσο καὶ ἂν ἤθελαν οἱ κυβερνήσεις σας, κάτι τέτοιο δὲν θὰ μποροῦσε νὰ συμβεῖ. Ἂν λοιπὸν μπορεῖ νὰ κατακρίνει κανεὶς τὴν Ε.Ε., εἶναι ὅτι κανεὶς δὲν ὑπολόγισε τὴ βαρύτητα τῆς διαφορετικῆς κουλτούρας παρὰ μόνο βασίστηκε σὲ οἰκονομικὰ μεγέθη καὶ στοιχεῖα».
Ὁ διευθυντὴς τοῦ Μουσείου Φάν Ἄμπε ἐπιμένει: «Ἡ Ἑλλάδα ἀπειλεῖται συχνὰ μὲ τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὸ εὐρώ. Δὲν εἶμαι εἰδικὸς γιὰ νὰ ἀξιολογήσω τί σημαίνει σὲ οἰκονομικὸ ἐπίπεδο. Ὅμως, ἂς μὴν ταυτίζετε τὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση μὲ τὴν Εὐρώπη. Τὸ πρῶτο εἶναι ἕνα κλὰμπ πλουσίων. Τὸ δεύτερο εἶναι ἡ ἤπειρος ἡ ὁποία ξεκινᾶ στὴν Ἀγγλία καὶ περιλαμβάνει πολιτιστικὰ καὶ τὴ Ρωσία. Τὸ νὰ εἶστε Εὐρωπαῖοι εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὸ νὰ εἶστε μέλη μιᾶς οἰκονομικῆς ἕνωσης, ποὺ προστατεύει τοὺς βαθύπλουτους. Γιὰ νὰ μπορέσετε νὰ λύσετε τὴν κρίση ταυτότητας, πρέπει νὰ ἀγκαλιάσετε τὸ παρελθόν σας, ἀκόμα καὶ τὶς περιόδους ποὺ ἀντιπαθεῖτε, ὅπως τὴν Τουρκοκρατία. Ἐνδεχομένως νὰ ἔχετε πολὺ περισσότερα κοινὰ μὲ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ κατοικοῦν στὴν εὐρύτερη γειτονιὰ σας παρὰ μὲ τοὺς Γερμανοὺς ἢ τοὺς Ὀλλανδούς, ποὺ ἔχουν ἄλλο κλίμα, ἄλλον τρόπο ζωῆς, ἄλλα ὄνειρα, ἄλλη φιλοσοφία.
http://news.kathimerini.gr/