Τὸ καίριο θέμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ζωῆς εἶναι ἡ μετοχή μας στὸ Κυριακὸ Δεῖπνο. Δηλαδὴ ἡ μετοχή μας στὴν Θεία Λειτουργία καὶ στή Θεία Κοινωνία. Εἶναι περισσότερο ἀπαραίτητο κι ἀπ’ τὸν ἀέρα ποὺ ἀναπνέουμε. Γιατὶ στὴν ἀτμόσφαιρα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, μόνον τὸ Ἅγιο Ποτήριο μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει τοὺς κατάλληλους πνεύμονες γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ζήσουμε. Ὁ Κύριος μᾶς δίνει τὴν δική Του σταυροαναστάσιμη Ζωή, τὸ ὀξυγόνο Του, γιὰ νὰ μὴ πεθάνουμε. Λάβετε φάγετε• πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες.
Ὅμως πόσο ἀλλάζουν τά πράγματα πολλὲς φορὲς μέσα στὴν ἐκκλησία. Παλαιότερα ἦταν ἀδιανόητο στοὺς χριαστιανούς νὰ κάθονται στὸ τραπέζι καὶ νὰ βλέπουν τοὺς ἄλλους νὰ τρῶνε. Σήμερα αὐτό εἶναι πιὰ ὁ κανόνας. Πολλοὶ πλησιάζουν τὸ τραπέζι ἀλλά λίγοι τρώγουν τὴν Ζωή. Λίγοι παίρνουν τὸ ὀξυγόνο τῆς νέας Ζωῆς γιὰ νά ζήσουν.
Στοὺς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες στὴν περιοχή τῆς Βόρειας Ἀφρικῆς (Καρχηδόνα), ὅταν ὁ ρωμαῖος Ἔπαρχος ζήτησε ἀπό τοὺς χριστιανούς νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό, γιατί ἀλλοιῶς θὰ τοὺς ἔριχνε στὰ θηρία, ἐκεῖνοι τοῦ ἀπάντησαν ὅτι, ὅλα μποροῦν νὰ τὰ στερηθοῦν, ἀλλά δὲν μποροῦν νὰ ζήσουν χωρίς τὸ Κυριακάτικο Δεῖπνο τῆς Εὐχαριστίας! Αὐτό εἶναι τὸ μέτρο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς!
Ἀπό τὸ σημεῖο αὐτό ξεφύγαμε, ὅπως καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα. Τώρα κέντρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς δὲν εἶναι τὸ κοινό ποτήριο. Δὲν δίνει αὐτὸ τὸν τόνο στὴν ζωή μας. Τώρα κλειστήκαμε στὸ ἑαυτό μας, φοβηθήκαμε, τὰ χάσαμε καὶ γι’ αὐτό φύγαμε μακριά ἀπό τὸ βίωμα τῶν πατέρων καὶ τῶν ἁγίων. Μᾶς ἔμεινε μόνο νὰ κυνηγᾶμε εἰκόνες καὶ τίποτε ἄλλο. Νὰ φαινόμαστε ἄνθρωποι τῆς ἐκκλησίας καὶ τίποτε ἄλλο. Γι’ αὐτό καὶ σὰν νὰ μὴ μᾶς χρειάζεται τὸ Ἅγιο Ποτήριο. Σὰν νὰ μὴ χρειαζόμαστε τὴν δροσιὰ τῆς ζωῆς του, τὴν φρεσκάδα τοῦ ὀξυγόνου του.
«Σούπα τὸ κάναμε», λένε κάποιοι γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τά ἀδικαιολόγητα. Καὶ τὸ παράδειγμα τῶν ἁγίων μας; Αὐτό γιατί τὸ ξεχάσαμε; Τὶ μᾶς λένε; Ποῦ μᾶς ὁδηγοῦν; Ὅταν, ἀδελφοί μας, συντρέχουν οἱ βασικές προυποθέσεις γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία, οἱ οὐσιαστικὲς καὶ οἱ «τεχνικὲς», τότε δὲν πρέπει νὰ ἀπέχουμε ἀπό τὸ Ἅγιο Ποτήριο.
Οἱ οὐσιαστικές προϋποθέσεις εἶναι νὰ πιστεύουμε καὶ νὰ ἀγαποῦμε τὸν Κύριο στὴν πράξη, καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ κάνουμε τὶς ἐντολές Του δείκτη τῆς ζωῆς μας. Πῶς νὰ κοινωνήσουμε, ὅταν δὲν πιστεύουμε ἀκράδαντα στὸ τίμιο πρόσωπό Του, στὸ ἔργο Του, στὴν σωτήρια Ἀνάστασή Του; Ἐπίσης, ὅταν δὲν ἀγαποῦμε τοὺς ἀδελφούς μας; Μὰ, ἐπειδή, πολλὲς φορὲς, σφάλλομε σ’ αὐτὸ, γι’ αὐτό προέκυψε καὶ ἡ προτροπή καὶ ἡ συνήθεια νὰ ἐξομολογούμεθα, πρὶν κοινωνήσουμε. Ὅμως ἡ βασικότερη, ἡ οὐσιαστικότερη προϋπόθεση γιὰ νὰ γευτοῦμε τὴν χάρη Του εἶναι ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεό καὶ πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας,
Ἔχουμε ὅμως καὶ κάποιες «τεχνικὲς» προϋποθέσεις. Οἱ ἀρετές δὲν εἶναι εὔκολα λόγια. Γι’ αὐτό χρειάζονται κάποιες «τεχνικὲς» προϋποθέσεις νὰ βοηθοῦν. Πολλές φορές ὅμως αὐτὲς οἱ «τεχνικές» προϋποθέσεις ὑπερτονίζονται σὲ βάρος τῶν ἄλλων.
Ἡ νηστεία, γιὰ παράδειγμα, ἀντὶ νὰ εἶναι στὴν συνείδησή μας τρόπος καλλιέργειας τῆς ψυχῆς μας, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ ἐργάζεται τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἀναδείχνεται κυρίαρχη προϋπόθεση. Ἄν ἔχω νηστέψει, τότε θεωρῶ ὅτι μπορῶ καὶ νὰ κοινωνήσω. Μὲ τρόπο ἁπλό, μετρητό, εὔκολο, κατεβάσαμε τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ• τὸ κάναμε εὔκολα προσιτὸ μὲ κάποιες μέρες νηστείας. Οἱ «τεχνικὲς» προϋποθέσεις ἁπλῶς ὑποβοηθοῦν• δὲν ὑποκαθιστοῦν τὶς οὐσιαστικὲς προϋποθέσεις τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν ἀδελφό μας. Μπορεῖ, ἄραγε, νὰ εἶναι κάποιος ἄγευστος τοῦ ἤθους τοῦ Χριστοῦ, καὶ νὰ νομίζει γιὰ τὸν ἑαυτό του ὅτι λίγες μέρες νηστείας τὸν καλύπτουν γιὰ νὰ μεταλάβει;
Ἀδελφοί μας, αὐτὴ εἶναι ἡ ζωή μας. Ἐμεῖς δὲν ἔχουμε μέσα μας δική μας ζωή. Ἐμεῖς κουβαλᾶμε μέσα μας θάνατο. Καὶ ἀπό αὐτόν τόν θάνατο ἦλθε ὁ Κύριός μας νὰ μᾶς λυτρώσει. Φεύγοντας δὲν ἄφησε τίποτε ἄλλο ἀπό τὴν ἐκκλησία Του καὶ τὸ κοινό ποτήριο εἰς ζωήν αἰώνιον. Αὐτός πρέπει νὰ εἶναι ὁ μεγάλος μας πόθος, ἡ μεγάλη μας ἀπαντοχή. Ἡ ζωή σὲ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο. Σ’ ὅλη τὴν πληρότητά της. Ἐπιτρέπεται, λοιπόν, ἐμεῖς, ἀπό ἀδιαφορία ἤ ἄγνοια, νὰ ραθυμοῦμε; Νὰ ἀφήνουμε τὸ ἑαυτό μας τόσο ἀδιάφορο μπροστά σ’ αὐτό ποὺ ὁ Κύριος μὲ τὸν Θάνατό Του καὶ τὴν Ἀνάστασή Του μᾶς προσφέρει;
Θὰ πονέσουμε πολύ, ἀδελφοί μου, ὅταν δοῦμε τὶ τροφή, τὶ ζωή μᾶς δόθηκε καὶ κάποιοι ἀπὸ μᾶς διαλέγουν νὰ ζοῦν μὲ τροφές πού δὲν σώζουν, ἀλλά ὁδηγοῦν στὸ θάνατο. Ὁ καθείς, λοιπὸν, ἄς ἐξετάζει τὸν ἑαυτό του, ἄς τὸν ἑτοιμάζει, καὶ ἄς τὸν φέρνει μετὰ Φόβου Θεοῦ, Πίστεως καὶ Ἀγάπης μπροστὰ στὸ Ποτήριο τῆς Ζωῆς.