καὶ οὐκ ἔφαγον ἐν ὀδύνῃ μου ἀπ᾿ αὐτῶν, οὐκ ἐκάρπωσα ἀπ᾿ αὐτῶν εἰς ἀκάθαρτον, οὐκ ἔδωκα ἀπ᾿ αὐτῶν τῷ τεθνηκότι· ὑπήκουσα τῆς φωνῆς Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἐποίησα καθὰ ἐνετείλω μοι.
Δευτ. 26,14Εις καιρόν πόνου και πένθους δεν έφαγα τίποτε από αυτά· δεν προσέφερα εις ακάθαρτον άνθρωπον· δεν έδωσα από αυτά στο σπίτι πεθαμένου. Υπήκουσα εις την εντολήν σου, του Κυρίου και Θεού μας, και έπραξα, όπως με διέταξες.