Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Σκοπὸς τῆς ἀγάπης εἶναι νὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος τόπο νὰ ἔρθει ὁ Χριστὸς νὰ ἐνθρονιστεῖ στὴν καρδιά του. Ἡ ἄσκηση τῆς ἀγάπης ἔχει σκοπὸ νὰ μᾶς κάνει μετόχους τῆς Βασιλείας τοῦ ἑνὸς ἀληθινοῦ Θεοῦ· ἑνὸς Θεοῦ πολὺ συγκεκριμένου, ὁ Ὁποῖος -ὄντας ἡ πηγὴ τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης- προσέλαβε ἀνθρώπινη σάρκα καὶ μπῆκε στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία, γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει, μὲ τὸν Σταυρό, τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψή του, τὴν «ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» γιὰ ἐμᾶς ἑτοιμασμένη Βασιλεία του.

  • !

    Πρόκειται γιὰ μετοχὴ σὲ μία Βασιλεία ποὺ ἀρχίζει ἐδῶ καὶ τώρα μὲ τὴν ἐνσωμάτωσή μας στὴν Ἐκκλησία του, καὶ ποὺ δὲν χαρακτηρίζεται ἁπλῶς ἀπὸ τὴν ἀπουσία «πόνου, λύπης καὶ στεναγμοῦ», ἀλλὰ βιώνεται ὡς «ἀπέραντη ἡδονὴ αὐτῶν ποὺ βλέπουν ἀκατάπαυστα τὸ ἄρρητο κάλλος τοῦ Προσώπου του».

  • !

    Αὐτὴ τὴν ἀπερίγραπτη δόξα καὶ χαρὰ θὰ τὴ στερηθοῦν ὄχι μόνο οἱ δολοφόνοι, οἱ πόρνοι, οἱ ψεῦτες καὶ γενικὰ ὅσοι ἀδίκησαν κάποιον, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἀμέλησαν νὰ καλλιεργήσουν τὴ θεοποιὸ ἀγάπη, λέει ὁ Μέγας Βασίλειος. Μία τέτοια ἀμέλεια εἶναι ἀρκετὴ γιὰ νὰ κατατάξει τὸν ἄνθρωπο στὰ «ἐρίφια» καὶ νὰ τὸν πετάξει στὸ «ἐξώτερο σκότος», μακριὰ ἀπὸ τὸ φῶς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.

  • !

    Ἐξίσου πολὺ συγκεκριμένα μιλάει ὁ Χριστὸς γιὰ τὸ πῶς ἐννοεῖ τὴν ἀγάπη. Ξαφνιάζει ἀκόμα κι αὐτοὺς ποὺ μπαίνουν στὴ Βασιλεία του, ὅταν λέει ὅτι θὰ ἤθελε νὰ βλέπουν στὰ πρόσωπα αὐτῶν, στοὺς ὁποίους προσφέρουν τὴν ἀγάπη τους, Αὐτὸν τὸν Ἴδιο. Ἡ συγκλονιστικὴ αὐτὴ ταύτιση τοῦ θεανθρώπου Χριστοῦ μὲ τὸν πεινασμένο, τὸν διψασμένο, τὸν γυμνό, τὸν ἄρρωστο, τὸν φυλακισμένο καὶ γενικὰ κάθε ἀναγκεμένο ἄνθρωπο, δίνει στὴν ἐκ μέρους μας ἄσκηση τῆς ἀγάπης σωτήριες καὶ αἰώνιες διαστάσεις, καὶ φυσικὰ τὴ διακρίνει ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐγκόσμια φιλανθρωπία ἢ ἀλτρουισμό.

  • !

    Κοίτα, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πόσο ἐλαφρὰ εἶναι αὐτὰ ποὺ ζητάει: Δὲν εἶπε ἤρθατε καὶ μὲ βγάλατε ἀπὸ τὴ φυλακὴ οὔτε εἶπε ἤμουν ἄρρωστος καὶ μὲ κάνατε καλὰ· ἀλλὰ ἁπλῶς ἤρθατε καὶ μὲ ἐπισκεφθήκατε. Δυστυχῶς ὅμως, καὶ αὐτὰ τὰ ἐλαφρά, συχνὰ ἡ ραθυμία καὶ ὁ ἐγωκεντρισμός μας τὰ κάνουν βαριὰ καὶ ἀσήκωτα. Καὶ προσπαθοῦμε νὰ βολευτοῦμε μόνο μὲ φλυαρίες περὶ ἀγάπης καὶ προσφορᾶς.

  • !

    Μία φωτεινὴ μορφὴ τῆς σύγχρονης Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας, ὁ πρώην ἑβραῖος ἀντικαθεστωτικὸς καὶ μετέπειτα μοναχὸς Νικόλαος Στάικχαρντ, γράφει πῶς στὴ φυλακὴ ἀνακάλυψε τὴν ἀληθινὴ ἐν Χριστῷ ἀγάπη: «Εἶναι εὔκολο νὰ θέλεις γενικὰ τὸ καλό τῆς ἀνθρωπότητας καὶ νὰ μιλᾶς γιὰ τὸ δίκαιο τῆς ἐργατικῆς τάξης. Τὸ δύσκολο εἶναι νὰ μεταφέρει τὸν παράλυτο συγκρατούμενό σου στὴν τουαλέτα τῆς φυλακῆς, νὰ δώσεις στὸν ἰδιότροπο ἄρρωστο φυλακισμένο αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ ζητήσει, νὰ ὑπομείνεις τὸ ροχαλητὸ τοῦ διπλανοῦ σου χωρὶς νὰ τὸν ξυπνήσεις ἢ νὰ ἀκοῦς ὑπομονετικὰ τὸν ἀνυπόφορο ποὺ δὲν σταματάει νὰ διηγεῖται τὶς δυστυχίες του. Αὐτὸν τὸν διπλανό μας πρέπει νὰ βοηθήσουμε, αὐτὸν ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ πληγὲς εἶναι γεμάτος ἴσως αὐθάδεια καὶ ἀπαιτήσεις, αὐτὸν ποὺ τὸ καλὸ ποὺ τοῦ κάνουμε δὲν ἀποκλείεται νὰ τὸ δεῖ μὲ καχυποψία ἢ εἰρωνεία, ἂν δὲν μᾶς βρίσει κι ἀπὸ πάνω. Δὲν πρέπει λοιπὸν νὰ περιοριζόμαστε σὲ κούφιες ἀγαπολογίες. Πρέπει νὰ παρηγορήσουμε τὸν Χριστό, στὸ πρόσωπο τοῦ διπλανοῦ μας, στὸ πρόσωπο αὐτοῦ ποὺ περιμένει ἐδῶ καὶ τώρα νὰ τὸν συμπονέσουμε».

  • !

    Θὰ μπορούσαμε, λοιπόν, νὰ διορθώσουμε τὴ φράση «ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἡ θρησκεία τῆς ἀγάπης» μὲ τὰ λόγια: «Ἡ μοναδικὴ πηγὴ τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης, ὁ Χριστός, ἀνύψωσε τὴν ἄσκηση τῆς ἀγάπης σὲ βασικὸ κλειδὶ τῆς αἰώνιας Βασιλείας του».

Ἡ πιὸ φιλάνθρωπη κρίση(Ματθ. κε΄31-46)

 

Συχνὰ λέγεται ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἡ θρησκεία τῆς ἀγάπης. Ἡ διδασκαλία ὅμως τοῦ Χριστοῦ δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ μία ἀόριστη ἀγαπολογία. Στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο τῆς Κρίσεως, ὁ Χριστὸς μιλάει πολὺ συγκεκριμένα γιὰ τὸ ποιὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ἀγάπης καὶ πῶς Ἐκεῖνος ἐννοεῖ τὴν ἀγάπη.

 

Ὁ σκοπὸς τῆς ἀγάπης

Γιὰ τὸν Χριστὸ ἡ ἄσκηση τῆς ἀγάπης δὲν ἔχει ἁπλῶς σκοπὸ τὴν κοινωνικὴ δικαιοσύνη ἢ τὴν ὀργάνωση φιλανθρωπικῶν προγραμμάτων. Δὲν περιορίζεται στὴ μείωση τῆς πείνας, τῆς φτώχειας, τοῦ πόνου ἢ τῆς μοναξιᾶς τῶν ἀνθρώπων.

Σκοπὸς τῆς ἀγάπης εἶναι νὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος τόπο νὰ ἔρθει ὁ Χριστὸς νὰ ἐνθρονιστεῖ στὴν καρδιά του. Ἡ ἄσκηση τῆς ἀγάπης ἔχει σκοπὸ νὰ μᾶς κάνει μετόχους τῆς Βασιλείας τοῦ ἑνὸς ἀληθινοῦ Θεοῦ· ἑνὸς Θεοῦ πολὺ συγκεκριμένου, ὁ Ὁποῖος -ὄντας ἡ πηγὴ τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης- προσέλαβε ἀνθρώπινη σάρκα καὶ μπῆκε στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία, γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει, μὲ τὸν Σταυρό, τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψή του, τὴν «ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» γιὰ ἐμᾶς ἑτοιμασμένη Βασιλεία του. Πρόκειται γιὰ μετοχὴ σὲ μία Βασιλεία ποὺ ἀρχίζει ἐδῶ καὶ τώρα μὲ τὴν ἐνσωμάτωσή μας στὴν Ἐκκλησία του, καὶ ποὺ δὲν χαρακτηρίζεται ἁπλῶς ἀπὸ τὴν ἀπουσία «πόνου, λύπης καὶ στεναγμοῦ», ἀλλὰ βιώνεται ὡς «ἀπέραντη ἡδονὴ αὐτῶν ποὺ βλέπουν ἀκατάπαυστα τὸ ἄρρητο κάλλος τοῦ Προσώπου του».

Αὐτὴ τὴν ἀπερίγραπτη δόξα καὶ χαρὰ θὰ τὴ στερηθοῦν ὄχι μόνο οἱ δολοφόνοι, οἱ πόρνοι, οἱ ψεῦτες καὶ γενικὰ ὅσοι ἀδίκησαν κάποιον, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἀμέλησαν νὰ καλλιεργήσουν τὴ θεοποιὸ ἀγάπη, λέει ὁ Μέγας Βασίλειος. Μία τέτοια ἀμέλεια εἶναι ἀρκετὴ γιὰ νὰ κατατάξει τὸν ἄνθρωπο στὰ «ἐρίφια» καὶ νὰ τὸν πετάξει στὸ «ἐξώτερο σκότος», μακριὰ ἀπὸ τὸ φῶς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως δὲν βάζει ὁ Θεὸς κανέναν στὴν κόλαση, ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος πάει ἀπὸ μόνος του, ὅταν -λόγω τῆς ἄρνησής του νὰ ἀγαπήσει τὸν συνάνθρωπό του- ἀρνεῖται τελικὰ τὸν Θεὸ καὶ ἀνοίγει πόρτα στὸν μισάνθρωπο διάβολο.

 

Ὁ τρόπος τῆς ἀγάπης

Ἐξίσου πολὺ συγκεκριμένα μιλάει ὁ Χριστὸς γιὰ τὸ πῶς ἐννοεῖ τὴν ἀγάπη. Ξαφνιάζει ἀκόμα κι αὐτοὺς ποὺ μπαίνουν στὴ Βασιλεία του, ὅταν λέει ὅτι θὰ ἤθελε νὰ βλέπουν στὰ πρόσωπα αὐτῶν, στοὺς ὁποίους προσφέρουν τὴν ἀγάπη τους, Αὐτὸν τὸν Ἴδιο. Ἡ συγκλονιστικὴ αὐτὴ ταύτιση τοῦ θεανθρώπου Χριστοῦ μὲ τὸν πεινασμένο, τὸν διψασμένο, τὸν γυμνό, τὸν ἄρρωστο, τὸν φυλακισμένο καὶ γενικὰ κάθε ἀναγκεμένο ἄνθρωπο, δίνει στὴν ἐκ μέρους μας ἄσκηση τῆς ἀγάπης σωτήριες καὶ αἰώνιες διαστάσεις, καὶ φυσικὰ τὴ διακρίνει ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐγκόσμια φιλανθρωπία ἢ ἀλτρουισμό.

Μάλιστα, δίνει ἀξία ὁ Χριστὸς καὶ στὴν ἐλάχιστη καὶ πιὸ ἀδάπανη προσφορὰ ἀγάπης, ὅπως εἶναι ἡ ἁπλὴ ἐπίσκεψη σὲ ἄρρωστο ἢ φυλακισμένο. Κοίτα, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πόσο ἐλαφρὰ εἶναι αὐτὰ ποὺ ζητάει: Δὲν εἶπε ἤρθατε καὶ μὲ βγάλατε ἀπὸ τὴ φυλακὴ οὔτε εἶπε ἤμουν ἄρρωστος καὶ μὲ κάνατε καλὰ· ἀλλὰ ἁπλῶς ἤρθατε καὶ μὲ ἐπισκεφθήκατε. Δυστυχῶς ὅμως, καὶ αὐτὰ τὰ ἐλαφρά, συχνὰ ἡ ραθυμία καὶ ὁ ἐγωκεντρισμός μας τὰ κάνουν βαριὰ καὶ ἀσήκωτα. Καὶ προσπαθοῦμε νὰ βολευτοῦμε μόνο μὲ φλυαρίες περὶ ἀγάπης καὶ προσφορᾶς.

 

Ἀγάπη «ἐδῶ καὶ τώρα»

Μία φωτεινὴ μορφὴ τῆς σύγχρονης Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας, ὁ πρώην ἑβραῖος ἀντικαθεστωτικὸς καὶ μετέπειτα μοναχὸς Νικόλαος Στάικχαρντ, γράφει πώς στὴ φυλακὴ ἀνακάλυψε τὴν ἀληθινὴ ἐν Χριστῷ ἀγάπη: «Εἶναι εὔκολο νὰ θέλεις γενικὰ τὸ καλό τῆς ἀνθρωπότητας καὶ νὰ μιλᾶς γιὰ τὸ δίκαιο τῆς ἐργατικῆς τάξης. Τὸ δύσκολο εἶναι νὰ μεταφέρει τὸν παράλυτο συγκρατούμενό σου στὴν τουαλέτα τῆς φυλακῆς, νὰ δώσεις στὸν ἰδιότροπο ἄρρωστο φυλακισμένο αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ ζητήσει, νὰ ὑπομείνεις τὸ ροχαλητὸ τοῦ διπλανοῦ σου χωρὶς νὰ τὸν ξυπνήσεις ἢ νὰ ἀκοῦς ὑπομονετικὰ τὸν ἀνυπόφορο ποὺ δὲν σταματάει νὰ διηγεῖται τὶς δυστυχίες του. Αὐτὸν τὸν διπλανό μας πρέπει νὰ βοηθήσουμε, αὐτὸν ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ πληγὲς εἶναι γεμάτος ἴσως αὐθάδεια καὶ ἀπαιτήσεις, αὐτὸν ποὺ τὸ καλὸ ποὺ τοῦ κάνουμε δὲν ἀποκλείεται νὰ τὸ δεῖ μὲ καχυποψία ἢ εἰρωνεία, ἂν δὲν μᾶς βρίσει κι ἀπὸ πάνω. Δὲν πρέπει λοιπὸν νὰ περιοριζόμαστε σὲ κούφιες ἀγαπολογίες. Πρέπει νὰ παρηγορήσουμε τὸν Χριστό, στὸ πρόσωπο τοῦ διπλανοῦ μας, στὸ πρόσωπο αὐτοῦ ποὺ περιμένει ἐδῶ καὶ τώρα νὰ τὸν συμπονέσουμε».

Θὰ μπορούσαμε, λοιπόν, νὰ διορθώσουμε τὴ φράση «ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἡ θρησκεία τῆς ἀγάπης» μὲ τὰ λόγια: «Ἡ μοναδικὴ πηγὴ τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης, ὁ Χριστός, ἀνύψωσε τὴν ἄσκηση τῆς ἀγάπης σὲ βασικὸ κλειδὶ τῆς αἰώνιας Βασιλείας του».