Ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων
Αὐτὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἦταν ἐκεῖνο ποὺ τοὺς ἐνίσχυσε νὰ ὁμολογήσουν τὸν Χριστὸ ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων. Τὸ «ἐν ἐμοί», ποὺ εἶπε ὁ Χριστός, σημαίνει ὅτι μόνο μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ Ἐκεῖνος «πέμπει», μπορεῖ κάποιος νὰ τὸν ὁμολογήσει. Τότε καὶ ὁ Χριστὸς θὰ ὁμολογήσει ἐνώπιον τοῦ ἐν οὐρανοῖς Πατέρα του ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι πιστὸς δοῦλος του. Καὶ ἀντίθετα, ὅποιος τὸν ἀρνηθεῖ ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, θὰ τὸν ἀρνηθεῖ καὶ ὁ Χριστὸς μπροστὰ στὸν Πατέρα του.
Ἡ φράση «ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων» δὲν εἶναι λίγες οἱ φορὲς ποὺ συγκράτησε σὲ σταθερὴ ὁμολογία πίστης πολλούς, ἰδιαίτερα νεομάρτυρες, ὅταν τοὺς προκαλοῦσαν νὰ ἀρνηθοῦν εἰκονικὰ καὶ προσωρινὰ τὸν Χριστὸ μπροστὰ στοὺς δικαστὲς καὶ νὰ φύγουν σὲ μέρη ὅπου δὲν διώκεται ἡ πίστη, γιὰ νὰ συνεχίσουν νὰ ζοῦν ὡς χριστιανοί.
Παρόμοιο πνεῦμα προωθεῖται καὶ ἀπὸ τὴ σύγχρονη κουλτούρα, ποὺ θέλει τὴν πίστη νὰ εἶναι ἰδιωτικὴ ὑπόθεση, χωρὶς νὰ ἔχει σχέση μὲ τὴ ζωὴ τῆς κοινότητας. Ὅμως, ἡ ὑγιὴς μαρτυρία τοῦ πιστοῦ ἀποτελεῖ ἐκκλησιαστικὸ γεγονός, ποὺ ἔχει σκοπὸ νὰ ἀγκαλιάσει ὅλη τὴν κοινωνία. Εἶναι ἡ μικρὴ ζύμη, ποὺ ἔχει κληθεῖ νὰ ζυμώσει ὅλο τὸ φύραμα.
Ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός του
Ἡ ὁμολογία, βέβαια, τῆς πίστης στὸν Χριστὸ δὲν ἐξαντλεῖται σὲ μία ἀνέξοδη προφορικὴ δήλωση. Προϋποθέτει ἀγάπη πρὸς Αὐτὸν μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς πιὸ στενοὺς συγγενεῖς: γονεῖς, σύζυγο, παιδιά. Προϋποθέτει τέτοια αὐταπάρνηση, ποὺ νὰ εἶναι κάποιος ἕτοιμος καὶ τὴ ζωή του νὰ δώσει γιὰ τὸν Χριστό. «Τί μοῦ μιλᾶς», λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «γιὰ τοὺς γονεῖς, τὰ ἀδέλφια ἢ τὴ γυναίκα σου; Σὲ κανέναν δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ οἰκεῖο ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ ζωή του. Ἄν, λοιπόν, κι αὐτὴ τὴν βάλεις πιὸ πάνω ἀπὸ τὴν ἀγάπη σου γιὰ τὸν Χριστό, τότε εἶσαι πολὺ μακριὰ ἀπὸ τοὺς ἀληθινοὺς μαθητές του. Δὲν ἀξίζει γι’ Αὐτόν».
Ὅλοι οἱ μάρτυρες ἀποτέλεσαν παραδείγματα μιᾶς τέτοιας ἀγάπης, ὅπως ὁ ἅγιος νεομάρτυρας Γεώργιος, ποὺ μαρτύρησε στὰ Ἰωάννινα ἀφήνοντας χήρα τὴ νεαρὴ γυναίκα του καὶ ὀρφανὸ τὸν νεοφώτιστο γιό του. Ἐπίσης φωτεινὴ εἶναι καὶ ἡ χορεία τῶν ἁγίων μητέρων, ποὺ ξεπερνώντας τὴ φυσικὴ μητρικὴ στοργὴ γιὰ τὰ παιδιά τους, ὄχι μόνο δὲν τὰ ἀπέτρεψαν, ἀλλὰ καὶ τὰ ἐνθάρρυναν στὸ μαρτύριο: ἡ ἁγία Σολομονὴ (μητέρα τῶν ἑπτὰ Μακκαβαίων), ἡ μητέρα τοῦ ἁγίου Μελίτωνα (ἑνὸς ἀπὸ τοὺς Σαράντα Μάρτυρες), ἡ ἁγία Ἀνθία (μητέρα τοῦ ἁγίου Ἐλευθερίου), ἡ ἁγία Σοφία μὲ τὶς τρεῖς θυγατέρες της καὶ πολλὲς ἄλλες.
Ἐξάλλου, ὁ Χριστὸς ἀναφερόμενος σ’ ἐκείνους ποὺ ἄφησαν πατέρα ἢ μητέρα γιὰ τὸ ὄνομά του, ὑπαινίσσεται, κατὰ τοὺς ἑρμηνευτές, κι ἐκείνους ποὺ μαρτύρησαν ἐξαιτίας ὄχι τῆς πίστης ἀλλὰ τῆς ἀπιστίας τῶν γονέων τους. Ἐνδεικτικὰ ἀναφέρουμε τὶς ἁγίες Βαρβάρα, Μαρκέλλα, Χριστίνα, Κερκύρα καὶ Ἀκυλίνα, οἱ ὁποῖες «ἐδείχθησαν τέκνα δυσσεβούvτωv γονέων συνετώτερα». Μάλιστα, τὶς τρεῖς πρῶτες τὶς ἔστεψαν μὲ τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου οἱ παιδοκτόνοι πατέρες τους μὲ τὰ ἴδια τους τὰ χέρια!…
Οἱ ἀξιομίμητοι Ἀπόστολοι
Κορυφαῖα πρότυπα τέλειας ἀφοσίωσης καὶ ἀγάπης πρὸς τὸν Χριστὸ εἶναι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ ὁποῖοι ἄφησαν τὰ πάντα, ἀκολούθησαν τὸν Διδάσκαλό τους καὶ ἀξιώθηκαν ὅλοι, πλὴν τοῦ εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη, νὰ σφραγίσουν τὴν πρὸς Αὐτὸν ἀγάπη τους μὲ μαρτυρικὸ θάνατο.
Ὁ Χρυσορρήμων Ἰωάννης, προφανῶς γιὰ νὰ προλάβει κάποιους ποὺ θὰ ἀμφισβητοῦσαν τὴν ἀξία τῆς ἀποταγῆς τοῦ φτωχοῦ ψαρᾶ Πέτρου, κάνει τὴ ρητορικὴ ἐρώτηση: «Ποιὰ πάντα ἄφησες, Πέτρε; Τί σπουδαῖο ἄφησες; Τὸ καλάμι; Τὸ δίχτυ; Τὴ βάρκα; Ναί, λέει· αὐτὰ ἦταν τὰ πάντα γιὰ μένα· αὐτὰ ἦταν ἡ ζωὴ μου· καὶ τὰ ἄφησα μὲ τὴν καρδιά μου καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη μου γιὰ τὸν Χριστό». Σημασία, ἑπομένως, δὲν ἔχει ἡ ὑλικὴ ἀξία αὐτῶν ποὺ ἀφήνει κάποιος γιὰ τὸν Χριστό, ἀλλὰ ἡ προαίρεσή του καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι κάνει πλέον θησαυρὸ τῆς καρδιᾶς καὶ κέντρο τῆς ζωῆς του τὸν Χριστό.
Ἂν ἡ τέλεια ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστὸ ἐκφράζεται ἀπὸ τὴν ὁλοκληρωτικὴ παραίτηση ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὶς θεμιτές μας ἀγάπες καὶ τὰ εὐλογημένα ὑπάρχοντά μας, ἡ ἀρχὴ τῆς μαρτυρίας καὶ τοῦ μαρτυρίου γιὰ τὸν Χριστὸ βρίσκεται στὴν ἐκκοπὴ τῶν ἁμαρτωλῶν θελημάτων μας καὶ στὴν πρόθυμη ἄσκηση τῶν θεοποιῶν ἀρετῶν. Τὸ μαρτύριο εἶναι μία πραγματικότητα ποὺ δὲν σχετίζεται ἀποκλειστικὰ μὲ τὸν Διοκλητιανὸ καὶ τὸν Δέκιο. Ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ νέος Θεολόγος λέει χαρακτηριστικά: «Ἐκεῖνος ποὺ δὲν τηρεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, ἂς μὴ νομίζει ὅτι δὲν τὸν ἀρνεῖται. Καθὼς κι ἐκεῖνος ποὺ τὶς ἐφαρμόζει, τὸν Χριστὸ ὁμολογεῖ».