Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ὁ πρῶτος τρόπος προσευχῆς, ἐξ αἰτίας τῆς ἀδυναμίας τοῦ νοῦ νὰ ἀνεβαίνει ἀμέσως στὴν καθαρὴ ἔννοια τοῦ Θεοῦ, χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴ «φαντασία». Ὁ δεύτερος ἀπὸ τὴ «νόηση» καὶ ὁ τρίτος ἀπὸ τὴν κατάδυση στὴ «Θεωρία». Ὁ τρίτος καὶ τελειότερος τρόπος προσευχῆς, εἶναι ἡ στάση τοῦ νοῦ στὴν καρδιά, ὅπου ὁ προσευχόμενος μὲ καθαρὸ νοῦ παρίσταται στὸ Θεὸ ἀπὸ τὰ βάθη του εἶναι του χωρὶς μορφὲς καὶ εἰκόνες.

  • !

    Ὁ τρίτος τρόπος προσευχῆς εἶναι ἡ φυσικὴ πνευματικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος, τὴν ὁποία ποθοῦμε, ζητοῦμε καὶ μᾶς δίνεται ἄνωθεν. Εἶναι ἡ ἕνωση τοῦ νοῦ μὲ τὴν καρδιά. Ὅταν προσεύχεται ἐκ καρδίας κάποιος αἰσθάνεται τὴν ἕνωση τοῦ νοῦ μὲ τὴν καρδιά. Ἀκολουθεῖ ἡ κατάνυξη καὶ ἡ γλυκειὰ αἴσθηση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Τὰ δάκρυα τῆς κατάνυξης κατὰ τὴν προσευχὴ εἶναι ἡ ἔνδειξη ὅτι ὁ νοῦς ἑνώθηκε μὲ τὴν καρδιὰ καὶ ἡ προσευχὴ βρῆκε τὸ πρῶτο σκαλοπάτι τῆς ἀνάβασης πρὸς τὸ Θεό.

  • !

    Ὁ νοῦς ποὺ κατέβηκε στὴ «βαθεῖα καρδία» μὲ τὴν πράξη αὐτὴ τῆς «εὐκτικῆς» καθόδου του ἀποβάλλει κάθε εἰκόνα, ὄχι μόνο ὁρατή, ἀλλὰ καὶ νοητή, καὶ στὴν κατάσταση αὐτὴ τῆς καθαρότητας καταξιώνεται νὰ παρασταθεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.

Ἡ προσευχὴ

 

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας διακρίνουν τρία στάδια ἢ τρεῖς πνευματικὲς βαθμίδες στὴν πορεία τῆς προσευχῆς καὶ τῆς ἐν Χριστῷ τελειώσεως. Ὁ ἀσκητικὸς καὶ νηπτικὸς Πατέρας μας Μέγας Βασίλειος, περιγράφοντας ἐν συνόψει τὰ τρία αὐτὰ στάδια ἀναφέρεται σχετικὰ στὸ νοῦ ποὺ κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς ταξιδεύει μὲ τὴ φαντασία, ὕστερα δὲ «μὴ σκεδαννύμενος ἐπὶ τὰ ἔξω εἰς ἑαυτὸν ἐπάνεισι» καὶ ἀργότερα «δι’ ἑαυτοῦ πρὸς τὸν Θεόν». Ἂς τὸ ἀναλύσουμε.

Στὴν πρώτη βαθμίδα καὶ εἰσαγωγικὴ ὁ πιστὸς ἀναφέρεται πρὸς τὸ Θεὸ μὲ μιὰ πρώτη κίνηση τοῦ νοῦ, ποὺ εἶναι ἡ πρὸς τὰ ἔξω κίνηση. Δηλαδὴ ἀναφέρεται στὸ Θεὸ προσευχητικά, μὲ τὴ διάνοια νὰ πλανᾶται ἐκτὸς τοῦ σώματός του μὲ τὴν ἐνέργεια τῆς φαντασίας του. Δεύτερη κίνηση καὶ μέση πνευματικὴ κατάσταση ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ νοῦ στὸν ἑαυτό του. Κατ’ αὐτὴν ὁ «νοῦς μὴ σκεδαννύμενος ἐπὶ τὰ ἔξω εἰς ἑαυτὸν ἐπάνεισι». Τρίτη, ἡ κίνηση πρὸς τὸ Θεὸ μὲ τὸν ἔσω ἄνθρωπο: «καὶ δι’ ἑαυτοῦ πρὸς τὸν Θεόν».

Ὁ πρῶτος τρόπος προσευχῆς, ἐξ αἰτίας τῆς ἀδυναμίας τοῦ νοῦ νὰ ἀνεβαίνει ἀμέσως στὴν καθαρὴ ἔννοια τοῦ Θεοῦ, χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴ «φαντασία». Ὁ δεύτερος ἀπὸ τὴ «νόηση» καὶ ὁ τρίτος ἀπὸ τὴν κατάδυση στὴ «Θεωρία». Ὁ τρίτος καὶ τελειότερος τρόπος προσευχῆς, εἶναι ἡ στάση τοῦ νοῦ στὴν καρδιά, ὅπου ὁ προσευχόμενος μὲ καθαρὸ νοῦ παρίσταται στὸ Θεὸ ἀπὸ τὰ βάθη του εἶναι του χωρὶς μορφὲς καὶ εἰκόνες.

Δεδομένης τῆς ἀδυναμίας τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἔχει προσευχὴ τέτοιου βαθμοῦ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς πορείας του πρὸς τὸ Θεό, θεωροῦν οἱ Πατέρες καὶ τοὺς δύο πρώτους τρόπους φυσικοὺς καὶ ὠφέλιμους γιὰ τὰ πρῶτα στάδια τῆς πνευματικῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου.

Τὸ πρῶτο στάδιο κρατεῖ τὸν ἄνθρωπο στὸν κόσμο τῆς ὀνειροπόλησης. Τὸ θεῖο καὶ κάθε τι πνευματικὸ παίρνει διάφορες φανταστικὲς μορφὲς καὶ σιγά-σιγά στὴν πραγματικὴ ζωὴ μπαίνουν στοιχεῖα ἀπὸ τὴ σφαῖρα τῆς φαντασίας.

Κατὰ τὸ δεύτερο τρόπο προσευχῆς, εἰσδύουν στὴν καρδιὰ καὶ τὸ νοῦ κάθε εἴδους ξένα στοιχεῖα. Ὁ ἄνθρωπος ζεῖ ἔκθετος σὲ ἐξωτερικὲς ἐπιδράσεις, ποὺ τὸν δυσκολεύουν νὰ ἀντισταθεῖ ὅπως πρέπει στὴν ὁρμὴ τῶν παθῶν. Παίρνει μερικὲς φορὲς Χάρη νὰ φτάνει σὲ ἀγαθὴ κατάσταση, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ παραμείνει σ’ αὐτὴ σταθερά. Παρασύρεται σιγά-σιγά πρὸς τὴ διανοητικὴ θεολογία. Ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό του εἶναι ἡ συγκέντρωση τῆς προσοχῆς στὸν ἐγκέφαλο, ποὺ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο μᾶλλον σὲ φιλοσοφικὲς θεωρίες, ποὺ εἰσάγουν τὸ νοῦ στὴ σφαῖρα τῆς φαντασίας καὶ τῶν ἀφηρημένων ἐννοιῶν. Τὸ εἶδος αὐτὸ εἶναι πιὸ κοντὰ στὴν ἀλήθεια ἀπὸ τὸ πρῶτο.

Ὁ τρίτος τρόπος προσευχῆς εἶναι ἡ φυσικὴ πνευματικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος, τὴν ὁποία ποθοῦμε, ζητοῦμε καὶ μᾶς δίνεται ἄνωθεν. Εἶναι ἡ ἕνωση τοῦ νοῦ μὲ τὴν καρδιά. Ὅταν προσεύχεται ἐκ καρδίας κάποιος αἰσθάνεται τὴν ἕνωση τοῦ νοῦ μὲ τὴν καρδιά. Ἀκολουθεῖ ἡ κατάνυξη καὶ ἡ γλυκειὰ αἴσθηση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Τὰ δάκρυα τῆς κατάνυξης κατὰ τὴν προσευχὴ εἶναι ἡ ἔνδειξη ὅτι ὁ νοῦς ἑνώθηκε μὲ τὴν καρδιὰ καὶ ἡ προσευχὴ βρῆκε τὸ πρῶτο σκαλοπάτι τῆς ἀνάβασης πρὸς τὸ Θεό.

Τὸ μεγαλύτερο ὅμως εἶναι ὅτι ὁ νοῦς βρίσκεται στὴν καρδιὰ προσηλωμένος στὴν προσευχή. Ἡ ἐγκατοίκηση τοῦ νοῦ στὰ ἔσω ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴ διακοπὴ τῆς ἐνέργειας τῆς φαντασίας καὶ τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ κάθε εἰκόνα ποὺ βρίσκεται σ’ αὐτόν. Ὁ νοῦς ποὺ κατέβηκε στὴ «βαθεῖα καρδία» μὲ τὴν πράξη αὐτὴ τῆς «εὐκτικῆς» καθόδου του ἀποβάλλει κάθε εἰκόνα, ὄχι μόνο ὁρατή, ἀλλὰ καὶ νοητή, καὶ στὴν κατάσταση αὐτὴ τῆς καθαρότητας καταξιώνεται νὰ παρασταθεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.