Ἐννόημα
    Ἐννόημα
  • !

    Ἀκούγεται λίγο παράδοξος ὁ συγκεκριμένος χαιρετισμός, ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζει τὴ ζωὴ τῆς Παναγίας ὡς ζωὴ ἀγγελική. Κι ὄχι γιατί ἄνθρωπος Ἐκείνη μπόρεσε κι ἔζησε σὰν τοὺς Ἀγγέλους – πολλοὶ ἅγιοι καὶ κυρίως ὅσιοι ἀσκητὲς χαρακτηρίζονται ἐπίσης ὡς ἔνσαρκοι ἄγγελοι ἢ ἀλλιῶς ἐπουράνιοι ἄνθρωποι, ἀλλὰ γιατί ἡ Παναγία ὑπέρκειται ὄχι μόνο τῶν Ἀγγέλων ἀλλὰ καὶ τῶν Ὑψηλοτέρων ἀπὸ αὐτούς, ὡς «ἡ τιμιωτέρα τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ»!

  • !

    Ἡ Παναγία φανέρωσε μὲ τὴ ζωή της τὴ ζωὴ τῶν Ἀγγέλων – ζοῦσε ὡς ἄγγελος ἐπὶ τῆς γῆς, τοὺς ὁποίους ὑπερέβη κατὰ πολύ!

  • !

    Ὁ βαπτισμένος ὅμως, ὁ πιστὸς χριστιανός, λόγῳ τῆς ἐνδύσεώς του ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ τῆς ἐνίσχυσής του ἀπὸ Ἐκεῖνον, κατορθώνει τὸ ἀδύνατο καὶ τὸ καθιστᾷ δυνατό. «Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θὲῷ ἐστι». «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντὶ με Χριστῷ», ὅπως σημειώνει ὁ μέγας τοῦ Χριστοῦ ἀπόστολος Παῦλος.

  • !

    Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Παναγία θεωρεῖται, ὡς «πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν», ἡ ἔχουσα τὴν πληρότητα τῆς «βασιλικῆς ἱερωσύνης», δηλαδὴ τῆς δύναμης νὰ προσεύχεται γιὰ ὅλον τὸν κόσμο σὰν νὰ εἶναι ὁ ἴδιος της ὁ ἑαυτός. Πῶς λοιπὸν Ἐκείνη ποὺ «λειτουργεῖ» σὰν τὸν Υἱὸ καὶ Θεό Της νὰ μὴν εἶναι ὑπεράνω καὶ τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων;

  • !

    Καὶ ποιά στοιχεῖα καθορίζουν τὴν ἀγγελικὴ ζωὴ ποὺ θεωρεῖται γιὰ τὸν ἄνθρωπο προϋπόθεση ὑπέρβασης καὶ τῆς ἴδιας τῆς ἀγγελικῆς ζωῆς; Ἡ ἀπόλυτη ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ πρῶτον, ἡ διαρκὴς δοξολογία τοῦ ἁγίου Ὀνόματός Του δεύτερον. Αὐτὸ δὲν βλέπουμε στὴ ζωὴ τῆς Θεοτόκου, ἀλλὰ καὶ στὴ ζωὴ ὅλων τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας; Τὸ «γενηθήτω τὸ θέλημά Σου» ἢ «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμα Σου», καὶ τὸ «δόξα τῷ Θεῷ» ἦταν ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἀναπνοή τους.

  • !

    Εἴτε παλαιὸς εἴτε νεώτερος ἅγιος μ’ αὐτὰ τὰ δύο πορευόταν τὴ ζωή του, ὄχι κάποιες στιγμὲς ἢ κάποιες περιόδους αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἀλλὰ συνεχῶς καὶ ἀδιάλειπτα. Κι ἀξίζει νὰ σημειώσουμε ὅτι τὸ ἕνα κατ’ ἀνάγκην παραπέμπει στὸ ἄλλο. Τὴν ὥρα δηλαδὴ ποὺ ὑπακούει κανεὶς στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐκείνη τὴν ὥρα ἀνοίγονται τὰ χείλη του πρὸς δοξολογία τοῦ ἁγίου Ὀνόματός Του. Γιατί ἡ ὑπακοὴ σημαίνει τὴν ταπείνωση καὶ ἡ ταπείνωση σημαίνει τὴ δημιουργία «χώρου» στὴν καρδιὰ γιὰ νὰ ἀναπαυτεῖ ὁ Θεός – μικραίνεις γιὰ νὰ ἀνοιχτεῖς καὶ νὰ ὑψωθεῖς!

  • !

    Καὶ οἱ ἅγιοι ἄγγελοι καὶ ἡ Παναγία καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι ἀποκαλύπτουν μὲ τὴ ζωή τους τὸ ἦθος τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ μας. Καὶ ποιό εἶναι αὐτὸ πέραν τοῦ ἤθους τῆς ἀπόλυτης ταπείνωσης ὡς ἀπόλυτης ὑπακοῆς στὸν Θεὸ Πατέρα; Ποὺ σημαίνει: στοὺς ἀγγέλους καὶ σὲ ὅλους τοὺς ἁγίους τὸν Χριστὸ βλέπουμε καὶ ἀναγνωρίζουμε!
    Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὸ τονίζει ὡς τὸ στοιχεῖο ποὺ «σφραγίζει» τὸν Κύριο. Ὁ Κύριος «ἄδειασε τὸν ἑαυτό του καὶ ἔγινε ἄνθρωπος. Καὶ ταπείνωσε τὸν ἑαυτό Του καθὼς ἔγινε ὑπάκουος στὸν Πατέρα Του μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ Σταυροῦ». Ὑπάκουος ὁ Δημιουργός, ὑπάκουοι οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, ὑπάκουοι ὅλοι οἱ ἅγιοι.

Χαῖρε τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα

Γ' Χαιρετισμοί της Παναγιάς 2024: Μεγάλη γιορτή της ορθοδοξίας 05/04/24 - Το Μοσχάτο Μου

Γ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

(Χαῖρε Παναγία ποὺ φανερώνεις μὲ τὴ ζωή σου τὸν βίο τῶν Ἀγγέλων).

Ἀκούγεται λίγο παράδοξος ὁ συγκεκριμένος χαιρετισμός, ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζει τὴ ζωὴ τῆς Παναγίας ὡς ζωὴ ἀγγελική. Κι ὄχι γιατί ἄνθρωπος Ἐκείνη μπόρεσε κι ἔζησε σὰν τοὺς Ἀγγέλους – πολλοὶ ἅγιοι καὶ κυρίως ὅσιοι ἀσκητὲς χαρακτηρίζονται ἐπίσης ὡς ἔνσαρκοι ἄγγελοι ἢ ἀλλιῶς ἐπουράνιοι ἄνθρωποι, ἀλλὰ γιατί ἡ Παναγία ὑπέρκειται ὄχι μόνο τῶν Ἀγγέλων ἀλλὰ καὶ τῶν Ὑψηλοτέρων ἀπὸ αὐτούς, ὡς «ἡ τιμιωτέρα τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ»!

Μία γυναῖκα, ἕνας ἁπλὸς θεωρούμενος ἄνθρωπος ποὺ ἔφθασε σὲ ὕψη ποὺ ἀνθρώπινος νοῦς δὲν μπορεῖ ὄχι νὰ φανταστεῖ ἀλλ’ οὔτε νὰ ὑποψιαστεῖ. Κι ὅμως ὁ χαιρετισμὸς ἐπιμένει: ἡ Παναγία φανέρωσε μὲ τὴ ζωή της τὴ ζωὴ τῶν Ἀγγέλων – ζοῦσε ὡς ἄγγελος ἐπὶ τῆς γῆς, τοὺς ὁποίους ὑπερέβη κατὰ πολύ!

Ὑπάρχει βεβαίως ἡ δυνατότητα πράγματι ἕνας ἄνθρωπος νὰ ζήσει ὡς ἄγγελος! Ἕνα ὄν ποὺ ἡ διάνοιά του «ἐκ νεότητος ρέπει ἐπὶ τὰ πονηρὰ ἐπιμελῶς», νὰ φτάσει νὰ πορεύεται στὸν κόσμο τοῦτο «τὸν ἀπατεῶνα» ὡς ἄσαρκος, ἀπαλλαγμένος δηλαδὴ ἀπὸ τὴ βαρύτητα καὶ τὴν παχύτητα τοῦ σώματος. Πῶς; Μὰ ἀσφαλῶς λόγῳ τῆς δύναμης ποὺ δίνει ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ὁποῖος ἦρθε στὸν κόσμο, προσέλαβε τὸν ἄνθρωπο, καθάρισε τὴ ζοφωμένη εἰκόνα Του μέσα σ’ αὐτόν, τοῦ ἄνοιξε καὶ πάλι συνεπῶς τὴν προοπτικὴ νὰ εἶναι ἕνας Θεὸς μέσα στὸν κόσμο!

Κι αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀγγελικὴ ζωὴ δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει ἕνας μὴ βαπτισμένος καὶ ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας εὑρισκόμενος ἄνθρωπος – ἡ ἁμαρτία τὸν ὠθεῖ ἀναγκαστικὰ στὶς πονηρὲς ἐπιλογὲς καὶ στὶς ἀσωτεῖες τοῦ κόσμου, ὅπως τὸ βλέπουμε στὸ παράδειγμα τοῦ ἀσώτου υἱοῦ τῆς παραβολῆς, ὁ ὁποῖος «παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς». Ὁ βαπτισμένος ὅμως, ὁ πιστὸς χριστιανός, λόγῳ τῆς ἐνδύσεώς του ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ τῆς ἐνίσχυσής του ἀπὸ Ἐκεῖνον, κατορθώνει τὸ ἀδύνατο καὶ τὸ καθιστᾷ δυνατό. «Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θὲῷ ἐστι». «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντὶ με Χριστῷ», ὅπως σημειώνει ὁ μέγας τοῦ Χριστοῦ ἀπόστολος Παῦλος.

Ὁπότε ἐν Χριστῷ ὄχι μόνο μπορεῖ νὰ γίνει ἄγγελος ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ νὰ τοὺς ὑπερκεράσει, νὰ γίνει ὅπως εἴπαμε ἕνας Θεὸς ἐπὶ τῆς γῆς! Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀπαρχῆς προοπτικὴ τοῦ ἀνθρώπου («καθ’ ὁμοίωσιν») μὲ τὶς δοσμένες ἀπὸ τὸν Θεὸ σ’ αὐτὸν δυνάμεις («κατ’ εἰκόνα»). Κι αὐτὸ κατορθώθηκε ἀφ’ ὅτου ὁ Χριστὸς ἦλθε στὸν κόσμο καὶ ἐπανένταξε ἐν Αὐτῷ τὸν ἄνθρωπο καὶ πάλι στὴν κανονικὴ τροχιά του. Ὁ χριστιανὸς μὴ ξεχνᾶμε, ὅταν βρίσκεται στὴν πορεία τοῦ ἀληθινοῦ προορισμοῦ του, εἶναι ὄν ποὺ ἔχει «ἄπειρες» διαστάσεις. Εἰκονίζει τὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὴ βοήθεια Ἐκείνου γίνεται κι αὐτὸς ἕνας ἄλλος Χριστός. Μία ἰδέα τῆς «ἀπειρίας» αὐτῆς μᾶς δίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν μαρτυρεῖ ὅτι κάθε χριστιανὸς ὡς προέκταση τοῦ Χριστοῦ – «ἐγὼ εἰμι ἡ ἄμπελος ὑμεῖς τὰ κλήματα» – περικλείει τοὺς πάντες καὶ τὰ πάντα στὴν ὕπαρξή του. Ἀρκεῖ νὰ ἔχει ὁ ἴδιος «περικλειστεῖ» στὸν Χριστό.

«Πάντα ὑμῶν ἐστι», λέει, εἴτε Παῦλος εἴτε Ἀπολλὼς εἴτε Κηφᾶς εἴτε κόσμος εἴτε ζωὴ εἴτε θάνατος εἴτε ἐνεστῶτα εἴτε μέλλοντα, πάντα ὑμῶν ἐστι, ὑμεῖς δὲ Χριστοῦ, Χριστὸς δὲ Θεοῦ». Ἡ ἀνθρωπολογικὴ παγκόσμια εἰκόνα ποὺ δημιουργεῖται εἶναι ἀσύλληπτη, ἀλλὰ εἶναι ἡ πραγματικότητα ποὺ βιώνεται ἀπὸ τοὺς ἁγίους μας, πρωτίστως ἀπὸ τὴν Παναγία μας. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Παναγία θεωρεῖται, ὡς «πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν», ἡ ἔχουσα τὴν πληρότητα τῆς «βασιλικῆς ἱερωσύνης», δηλαδὴ τῆς δύναμης νὰ προσεύχεται γιὰ ὅλον τὸν κόσμο σὰν νὰ εἶναι ὁ ἴδιος της ὁ ἑαυτός. Πῶς λοιπὸν Ἐκείνη ποὺ «λειτουργεῖ» σὰν τὸν Υἱὸ καὶ Θεό Της νὰ μὴν εἶναι ὑπεράνω καὶ τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων;

Καὶ ποιά στοιχεῖα καθορίζουν τὴν ἀγγελικὴ ζωὴ ποὺ θεωρεῖται γιὰ τὸν ἄνθρωπο προϋπόθεση ὑπέρβασης καὶ τῆς ἴδιας τῆς ἀγγελικῆς ζωῆς; Ἡ ἀπόλυτη ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ πρῶτον, ἡ διαρκὴς δοξολογία τοῦ ἁγίου Ὀνόματός Του δεύτερον. Αὐτὸ δὲν βλέπουμε στὴ ζωὴ τῆς Θεοτόκου, ἀλλὰ καὶ στὴ ζωὴ ὅλων τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας; Τὸ «γενηθήτω τὸ θέλημά Σου» ἢ «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμα Σου», καὶ τὸ «δόξα τῷ Θεῷ» ἦταν ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἀναπνοή τους.

Εἴτε παλαιὸς εἴτε νεώτερος ἅγιος μ’ αὐτὰ τὰ δύο πορευόταν τὴ ζωή του, ὄχι κάποιες στιγμὲς ἢ κάποιες περιόδους αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἀλλὰ συνεχῶς καὶ ἀδιάλειπτα. Κι ἀξίζει νὰ σημειώσουμε ὅτι τὸ ἕνα κατ’ ἀνάγκην παραπέμπει στὸ ἄλλο. Τὴν ὥρα δηλαδὴ ποὺ ὑπακούει κανεὶς στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐκείνη τὴν ὥρα ἀνοίγονται τὰ χείλη του πρὸς δοξολογία τοῦ ἁγίου Ὀνόματός Του. Γιατί ἡ ὑπακοὴ σημαίνει τὴν ταπείνωση καὶ ἡ ταπείνωση σημαίνει τὴ δημιουργία «χώρου» στὴν καρδιὰ γιὰ νὰ ἀναπαυτεῖ ὁ Θεός – μικραίνεις γιὰ νὰ ἀνοιχτεῖς καὶ νὰ ὑψωθεῖς!

Κι εἶναι περιττὸ νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι ἡ ταπείνωση αὐτὴ ἀλλὰ καὶ ἡ δοξολογικὴ θεώρηση τοῦ Θεοῦ, σὲ ὅρια ὅμως ποὺ ὑπερβαίνουν κάθε ἀνθρώπινη ἔννοιά τους, ἐπισημαίνονται στὸν ἴδιο τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Θεό μας. Θέλουμε νὰ ποῦμε ὅτι καὶ οἱ ἅγιοι ἄγγελοι καὶ ἡ Παναγία καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι ἀποκαλύπτουν μὲ τὴ ζωή τους τὸ ἦθος τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ μας. Καὶ ποιό εἶναι αὐτὸ πέραν τοῦ ἤθους τῆς ἀπόλυτης ταπείνωσης ὡς ἀπόλυτης ὑπακοῆς στὸν Θεὸ Πατέρα; Ποὺ σημαίνει: στοὺς ἀγγέλους καὶ σὲ ὅλους τοὺς ἁγίους τὸν Χριστὸ βλέπουμε καὶ ἀναγνωρίζουμε!

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὸ τονίζει ὡς τὸ στοιχεῖο ποὺ «σφραγίζει» τὸν Κύριο. Ὁ Κύριος «ἄδειασε τὸν ἑαυτό του καὶ ἔγινε ἄνθρωπος. Καὶ ταπείνωσε τὸν ἑαυτό Του καθὼς ἔγινε ὑπάκουος στὸν Πατέρα Του μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ Σταυροῦ». Ὑπάκουος ὁ Δημιουργός, ὑπάκουοι οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, ὑπάκουοι ὅλοι οἱ ἅγιοι.

Ἡ ὑπακοή – ποὺ δὲν ἔχει καμία σχέση βεβαίως μὲ τὴν ἔννοια τῆς δουλικότητας καὶ τῆς καταπίεσης – καὶ ἡ συνδεδεμένη μὲ αὐτὴν δοξολογία τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ μυστήριο ποὺ ἀποκαλύπτει τὸν Χριστό, ποὺ φανερώνει τὴ ζωὴ τῶν Ἀγγέλων καὶ τῆς Παναγίας μας, ποὺ ἀνοίγει ἐνώπιόν μας τὴν καρδιὰ τῶν ἁγίων, δηλαδὴ ὅλων τῶν ἀληθινὰ πιστῶν. Ὁ παραπάνω Χαιρετισμὸς ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ ἀκούγεται ἴσως ὡς ὡραῖο ποιητικὸ σχῆμα, ἀλλὰ μᾶλλον μοιάζει μὲ δίκοπο μαχαίρι στὰ χέρια μας. Γιατί μᾶς δείχνει τον μόνο δρόμο τῆς σωτηρίας μας καὶ τὴ θέαση τοῦ «μέλλοντος αἰῶνος» μας.