Ἡ παρακάτω ἐπιστολὴ γράφθηκε τὴν ἑπομένη τῆς χειροτονίας ἑνὸς νέου κληρικοῦ ἀπὸ τὴ μητέρα του καὶ ἀπευθύνεται πρὸς μία παιδική της φίλη.
«Ἀγαπητή μου φίλη, Εὐλογημένο καὶ δοξασμένο τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ! Εἶμαι μητέρα ἑνὸς ἱερέως. Σέ σένα πρὸ τριάντα ἐτῶν εἶχα γράψει, ὅταν ὁ Θεός μοῦ χάρισε αὐτὸ τὸ παιδί. Θυμᾶμαι ὅτι ἤμουνα τρελὴ ἀπὸ χαρά. Γεμάτη εὐτυχία. Τὸ αἰσθανόμουνα νὰ ζεῖ κοντά μου, ἅπλωνε τὰ χέρια του καὶ τὸ ἄγγιζα στὴν κούνια του, σὰν γιὰ νὰ βεβαιωθῶ, ὅτι τὸ κατέχω πραγματικά. Ὤ, πόση εἶναι ἡ διαφορὰ μεταξὺ τῆς χαρᾶς ἐκείνης καὶ αὐτῆς ποὺ πλημμυρίζει σήμερα τὴν ψυχή μου ἀπὸ ἕνα καινούργιο αἴσθημα!
Εἶμαι σήμερα ἡ μητέρα ἑνὸς ἱερέως! Αὐτὰ τὰ χέρια, ποὺ μικρούτσικα τὰ γέμιζα φιλιὰ ἐδῶ καὶ τριάντα χρόνια, αὐτὰ τὰ χέρια εἶναι ἀφιερωμένα, αὐτὰ τὰ δάκτυλα ἤγγισαν τὸν Θεόν! Αὐτὴ ἡ διάνοια, ποὺ ἔλαβε ἀπὸ μένα τὸ φῶς καὶ στὴν ὁποία ἔδειξα τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς, ἀναπτύχθηκε καὶ ποτίστηκε ἀπὸ τὴν ἀλήθεια, πέρασε κατὰ πολὺ τὴ δική μου μὲ τὴ μελέτη καὶ τὴ Θεία Χάρη καὶ εἶναι τώρα Ἀφιερωμένη. Αυτό τὸ σῶμα ποὺ περιποιήθηκα, προφύλαξα, ποὺ μὲ ἔκανε νὰ περάσω ὁλόκληρες νύχτες χύνοντας τόσα δάκρυα, ὅταν ἡ ἀσθένεια τὸ διεκδικοῦσε, αὐτὸ τὸ σῶμα μεγάλωσε καὶ εἶναι τώρα ἀφιερωμένο. Ὑπηρέτης τῆς ψυχῆς ἑνὸς ἱερέα. Τὸ σῶμα αὐτὸ θὰ ὑποβάλλεται σὲ μύριους κόπους, γιὰ νὰ ἀνορθώσει τοὺς ἁμαρτωλούς, νὰ διδάξει τοὺς ἀγνοοῦντες, νὰ ὁδηγεῖ πρὸς τὸν Κύριο κάθε πλάσμα ποὺ Τὸν ζητεῖ. Αυτή ἡ καρδιά, ὤ, αὐτὴ ἡ ἁγνὴ καρδιά, ποὺ δὲν θέλησε νὰ ἐγγίσει παρὰ μόνο τὴν καρδιὰ τῆς μητέρας του, ἡ καρδιὰ ποὺ ἔτρεμε σὲ κάθε ἐπίγεια ἐπαφή, εἶναι τώρα ἀφιερωμένη.
Ἡ ἀγάπη ποὺ ἐκχυλίζει ἀπὸ αὐτήν λέγεται φιλανθρωπία. Ὤ, τὸ γνωρίζω ἐγὼ τὸ παιδί μου. Ξέρω τί θησαυροὺς κρύβει μέσα του. Αὐτὴ ἡ αὐτοσυγκέντρωση θὰ τοῦ εἶναι ἕνα πρόχωμα ἐναντίον τοῦ κόσμου τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλ’ ὅταν ὁ Θεὸς τοῦ στείλει μία ψυχὴ ἀποκαμωμένη, ταραγμένη ἢ ἀπελπισμένη, πόσο θὰ ξέρει νὰ κάνει χρήση τῶν λόγων ἐκείνων, ποὺ ἀναφέρουν καὶ κάνουν γνωστὸ τὸν θησαυρὸ τοῦ θείου ἐλέους! Ναὶ, θὰ κάνει καλὸ τὸ παιδί μου. Θὰ εἶναι ὅπως ἡ θεϊκὴ καρδιά, ὅλος εὐσπλαχνία καὶ ἀγάπη πρὸς ὅλους. Ἀληθινά, εἶμαι ἡ μητέρα ἑνὸς ἱερέως!
Πῶς θὰ σοῦ περιγράψω τὴν χθεσινὴ τέλεση τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου τῆς χειροτονίας! Ἤμουνα ἐκεῖ. Μπροστά. Ἔβλεπα τὸ παιδί μου νὰ στέκεται ὄρθιο, νὰ κλίνει τὸ κεφάλι του, νὰ γονατίζει μπροστὰ στὴν Ἁγία Τράπεζα, νὰ σηκώνεται συντετριμμένο μετὰ τὴν ἐπίθεση τῶν χειρῶν τοῦ Ἐπισκόπου στὸ κεφάλι του. Ἄκουσα και ‘γῶ κλαίγοντας τὰ λόγια: « Ἡ Θεία Χάρις ἡ τὰ ἀσθενὴ θεραπεύουσα καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα, προχειρίζεται τὸν …». Ἄκουσα τὸ ὄνομά του. Ἄκουσα, ἄκουσα, ἄκουσα τὰ φτερουγίσματα τῶν ἀγγέλων. Ὤ, τὸ παιδί μου ἱερεύς!
Ἀδυνατῶ νὰ σοῦ περιγράψω τὰ συναισθήματα τῆς στιγμῆς ἐκείνης. Ἦταν ἡ ἔκσταση μίας χριστιανῆς μητέρας. Έλεγα: Σ’ εὐχαριστῶ Χριστέ μου. Σ’ εὐχαριστῶ. Μέχρι τώρα ἦταν δικό μου. Ἐγὼ κατέβαλα κάθε προσπάθεια γιὰ τὴν μόρφωση τῆς ψυχῆς του. Τώρα δὲν εἶναι πλέον δικός μου, εἶναι ἀποκλειστικὰ δικός Σου. Κύριε Σοῦ ἀνήκει. Διαφύλαξὲ τον ἀπὸ κάθε κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία. Εἶναι τὸ ἅλας τῆς γῆς, προφύλαξὲ τον ἀπὸ τὴν ἠθικὴ σήψη. Κύριέ μου, Σὲ ἀγαπῶ καὶ τὸν ἀγαπῶ. Γέμισὲ τον μὲ τὶς δωρεὲς τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Τὸν σέβομαι καὶ τὸν εὐλαβοῦμαι, εἶναι ὁ ἱερεύς Σου!
Εἰρήνη ἀνέκφραστη εἶχε πλημμυρίσει τὴν ψυχή μου. Τὰ μάτια μου εἶχαν γεμίσει ἀπὸ δάκρυα, ἀπὸ δάκρυα χαρᾶς, ἀγάπης καὶ εὐγνωμοσύνης. Εἶχα στὴ ζωή μου πολλὲς καλὲς μέρες. Αὐτὴ ὅμως, χωρὶς ἄλλο, ἦταν ἡ ὡραιότερη, καὶ οἱ ἐπίγειες σκέψεις δὲν εἶχαν καμία πλέον θέση σ’ αὐτή. Ἀλλὰ δὲν μπορῶ νὰ συνεχίσω τὴν ἐπιστολή, τὰ δάκρυά μου μουσκεύουν τὸ χαρτί, εἶναι δάκρυα εὐτυχίας». Τί ὄμορφη εὐλογιὰ ἀπὸ τὴν Μητέρα τοῦ Νέου Ἱερέως καὶ νὰ προσευχόμεθα δι’ αὐτόν. Πάντοτε ὁ Κύριος νὰ τὸν εὐτηχή μὲ τὴν ἀγάπη του.