Συναξαριστής

(23 Ἰουν) Ἁγία Ἀγριππίνα


Αγία Αγριππίνα

Πλησθεῖσα δεινῶν τραυμάτων ἐκ τυμμάτων,
Πολλῶν μετέσχε στεμμάτων Ἀγριππῖνα.
Εἰκάδι θεινομένη τριτάτῃ θάνεν Ἀγριππῖνα.

Βιογραφία
Η Αγία Αγριππίνα, γεννήθηκε και μαρτύρησε στη Ρώμη. Από νεαρή ηλικία ανέπτυξε βαθύτατο χριστιανικό φρόνημα και αφοσιώθηκε στην υπηρεσία του Κυρίου και Λυτρωτού της. Για το λόγο αυτό διέθεσε όλη της την περιουσία για την ανακούφιση των πτωχών και τη θεραπεία των ασθενών. Για την αγάπη του ουράνιου Νυμφίου της, απέφυγε το γάμο και προτίμησε να γίνει νύμφη του Χριστού. Όσες δε φορές είχε ανάγκη, η εκκλησία της Ρώμης, η Αγριππίνα έτρεχε πρώτη να προσφέρει τις πολύτιμες υπηρεσίες της. Όμως η Αγία δεν προσέφερε μόνο υλικά αγαθά αλλά και πνευματικά, διδάσκοντας την χριστιανική πίστη και οδηγώντας στο δρόμο της αλήθειας, πλήθη πλανημένων. Η θεάρεστη αυτή δράση της Αγρυππίνας δεν ήταν δυνατό να παραμείνει για πολύ καιρό κρυφή. Το 262 μ.Χ., την κατήγγειλαν στις αρχές, ως ανατροπέα της πατροπαράδοτης λατρείας των ειδώλων. Η Αγία αποδέχθηκε τις καταγγελίες και με περισσό θάρρος, ομολόγησε την πίστη της στο Χριστό. Οι διώκτες της δεν δίστασαν να τη μαστιγώσουν για να κάμψουν το αγωνιστικό της φρόνημα. Όταν κατάλαβαν ότι δεν πρόκειται να μεταπείσουν την Αγριππίνα, την υπέβαλαν σε νέα φρικτά βασανιστήρια. Το σώμα της Αγίας δεν άντεξε τα μαρτύρια και με μαρτυρικό και ένδοξο τρόπο παρέδωσε την Αγία ψυχή της. Τρεις χριστιανές γυναίκες, η Βάσσα, η Παύλα και η Αγαθονίκη παρέλαβαν το σεπτό σκήνωμά της και μετά από αρκετή περιπλάνηση κατέληξαν, στη Σικελία, όπου και το ενταφίασαν.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον Πνεύματι, κραταιωθεῖσα, ἠνδραγάθησας, γενναιοφρόνως, Ἀγριππίνα παρθενίας ὀσφράδιον ὅθεν Χριστοῦ δοξασθεῖσα τὴ χάριτι, πηγᾶς θαυμάτων βλυστάνεις τοὶς πέρασι. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.


Άγιοι Ευστόχιος ο Πρεσβύτερος, Γάϊος ο ανεψιός του, και τα παιδιά αυτού Λολλία, Πρόβη και Ουρβανός

Eις τον Eυστόχιον.
Ένθους υπάρχων Eυστόχιε προς ξίφος,
Oίμαι στοχάζη ποίον έσται σοι στέφος.

Eις τον Γάιον.
Θείοις Γάιος θυρεοίς πεφραγμένος,
Ψυχήν άτμητος τω ξίφει τμηθείς μένει.

Eις την Λολλίαν.
Xριστώ προσήλθες Λολλία διά ξίφους,
Φύκει βαφείσα νυμφικώς σων αιμάτων.

Eις την Πρόβην.
Eξ αυχένος χέουσα κρουνούς αιμάτων,
Xαίρουσά μοι πρόβαινε προς Θεόν Πρόβη.

Eις τον Oυρβανόν.
Tμηθείς τράχηλον Mάρτυς Oυρβανέ ξίφει,
Aφυπτιάζεις ως σπαραχθέν αρνίον.

Βιογραφία
Οι Άγιοι Ευστόχιος ο Πρεσβύτερος, Γάϊος (ή Γαϊανός) ο ανεψιός του, και τα παιδιά αυτού Λολλία (ή Λουλώ), Πρόβη και Ουρβανός (ή Ουρβάσιος) κατάγονταν από την πόλη των Οϋσάδων και υπήρξαν στα χρόνια των βασιλέων Μαξιμιανού και Αγρίππα κατά το έτος 300 μ.Χ. Ο Ευστόχιος στην αρχή ήταν ιερέας ειδώλων, αλλά όταν είδε το ανδρείο φρόνημα των χριστιανών μπροστά στα μαρτύρια, προσήλθε στον επίσκοπο Αντιοχείας Ευδόξιο, βαπτίστηκε χριστιανός και χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος. Κατόπιν πήγε στα Λύστρα της Λυκαονίας, όπου βρήκε τους συγγενείς του Γάϊο με τα τρία του παιδιά Λολλία, Πρόβη και Ουρβανό, και τους βάπτισε χριστιανούς. Όταν συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες, ομολόγησε ότι είναι χριστιανός μπροστά στον ηγεμόνα και αφού τον κρέμασαν επάνω σ\’ ένα ξύλο, ξέσχισαν τις σάρκες του. Κατόπιν οδηγήθηκε μαζί με τον Γάιο και τα παιδιά του, στον ηγεμόνα Άγκυρας Αγριππίνο, (κατά άλλους Αγρίππα), όπου όλοι αρνήθηκαν ν\’ αρνηθούν τον Χριστό. Τότε όλους τους βασάνισαν με φρικτά και βάρβαρα βασανιστήρια και επειδή έμεναν σταθεροί στην πίστη τους, τελικά τους αποκεφάλισαν και έτσι ανέβηκαν στεφανηφόροι στα ουράνια.


Άγιοι Αριστοκλής ο πρεσβύτερος, Δημητριανός διάκονος και Αθανάσιος αναγνώστης

Eις τον Aριστοκλήν.
Aριστοκλής άριστος όντως οπλίτης,
Πάντως γαρ ηρίστευσε τμηθείς την κάραν.

Eις τον Δημητριανόν και Aθανάσιον.
Aθανάσιος εύρεν αθανασίαν,
Δημητριανώ συνθανών από ξίφους.

Βιογραφία
Και οι τρεις Άγιοι ήταν Κύπριοι και έζησαν κατά τον διωγμό της Εκκλησίας επί Μαξιμιανού και Διοκλητιανού (245-310 μ.Χ.). Το 302 μ.Χ., ο Αριστοκλής, που καταγόταν από την Ταμασό, στην αρχή δεν θέλησε να βάλει σε κίνδυνο τη ζωή του, διότι ήθελε να συνεχίσει την πνευματική οικοδομή των εν Χριστώ αδελφών του. Ανέβηκε λοιπόν σ\’ ένα βουνό και κρύφτηκε μέσα σε μια σπηλιά. Αλλά από \’κει μάθαινε, ότι στις πόλεις πολλοί πιστοί, έχυναν θαρραλέα το αίμα τους για την αγία πίστη του Χρίστου. Ο Αριστοκλής, έπειτα και από ένα όραμα που είδε, έκρινε ότι δεν του επιτρεπόταν, σαν Ιερέας που ήταν, να βρίσκεται σε ασφάλεια, ενώ λαϊκοί, γυναίκες και παιδιά αψηφούσαν τα ξίφη και τη φωτιά, και πότιζαν με το αίμα τους το δένδρο του Ευαγγελίου. Έκανε λοιπόν τον σταυρό και κατέβηκε στη Σαλαμίνα της Κύπρου. Πήγε στο ναό της πόλης, όπου βρήκε προσευχομένους τον διάκονο Δημήτριο και τον αναγνώστη Αθανάσιο. Συμπροσευχήθηκαν, και μετά από συνεννόηση βγήκαν και οι τρεις, και στήριζαν τους διωκόμενους αδελφούς τους. Μόλις πληροφορήθηκε αυτό ο ειδωλολάτρης ηγεμόνας, τους συνέλαβε. Και αφού απέτυχε να τους νικήσει με υποσχέσεις και απειλές, μετά από πολλά βασανιστήρια τους αποκεφάλισε.


Όσιος Βάρβαρος ο Πενταπολίτης

Βιογραφία
Ο Όσιος Βάρβαρος ο Πενταπολίτης εορτάζεται και στις 15 Μαΐου ως Όσιος Βάρβαρος ο Μυροβλύτης.


Άγιοι Γεράσιμος Κρήτης, Νεόφυτος Κνωσσού, Ιωακείμ Χερσονήσου, Ιερόθεος Λάμπης, Ζαχαρίας Σητείας, Ιωακείμ Πέτρας, Γεράσιμος Ρεθύμνης, Καλλίνικος Κυδωνίας, Μελχισεδέκ Κισάμου, Καλλίνικος Διοπόλεως και των συν αυτοίς αθλησάντων κληρικών και λαΐκών εν έτεσιν 1821 και 1822

Ποιμένες δέκα ἀθλήσαντες ἀρτίως,
Ἐχθροῦ καθεῖλον ὑψαύχενον κακίαν,
Σὺν τούτοις δέ γε Ἱερεῖς τε καὶ ἄλλοι

Βασιλείας ἔτυχον τῆς αἰωνίου.

Βιογραφία
Στις 23 Ιουνίου 1821 μ.Χ. έγινε Σύνοδος στη Μητρόπολη της Κρήτης, στο ναό του Αγίου Μηνά κατά την οποία ο Επίσκοπος Κρήτης άρχισε να διαβάζει ένα γράμμα απεσταλμένο από το βεζύρη. Οι εχθροί καιροφυλακτούντες, όρμησαν στο ναό και φόνευσαν τους Αρχιερείς, δεκαεπτά ιερείς και πέντε αγιορείτες πατέρες από τη μονή Βατοπαιδίου, που είχαν προσκομίσει στο Μέγα Κάστρο για προσκύνηση κατά της επιδημίας της πανώλης τίμια λείψανα και την Αγία Ζώνη της Υπεραγίας Θεοτόκου. Επίσης φόνευσαν ως τριακόσιους παρευρεθέντες Χριστιανούς. Από εκεί διασπαρέντες στην πόλη εδίωκαν τους λοιπούς Χριστιανούς φονεύοντες ανηλεώς όσους απαντούσαν στους δρόμους, όπου συνάντησαν και τον Επίσκοπο Λάμπης Ιερόθεο, τον οποίο φόνευσαν μετά του διακόνου του. Την επομένη μέρα στο χωριό Επάνω Φουρνή, όπου ήταν η έδρα της Επισκοπής Πέτρας, ετυφεκίσθηκε ο Αρχιερεύς αυτής Ιωακείμ έξω από τον ιερό ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Η πρώτη επίσημη της γιορτής έγινε στις 11 Νοεμβρίου 2000 μ.Χ. στον καθεδρικό ναό του Αγίου Μηνά στο Ηράκλειο.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ´. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν πολυθαύμαστον, Κρήτην τιμήσωμεν, τὴν ἐξανθήσασαν, ὡς ἄνθη τίμια, τοὺς Νεομάρτυρας Χριστοῦ, πιστῶν τοὺς θεοῤῥήμονας· πλάνην γὰρ κατῄσχυναν, ὡς ποιμένες θεόφρονες, πίστιν δὲ ὀρθόδοξον, τοῖς πιστοῖς ἐστερέωσαν, Γεράσιμος ὁ πρόεδρος Κρήτης, καὶ πάντες οἱ αὐτῷ συμμαρτυρήσαντες.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α´. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
(Ψαλλόμενον εἰδικῶς ἐν τῷ Ναῷ τοῦ Ἁγίου μεγαλομάρτυρας Μηνᾶ, ἔνθα οἱ πλεῖστοι τῶν Ἁγίων Νεομαρτύρων Ἐπισκόπων ἐμαρτύρησαν)
Ὑπόδειγμα ὡς σχόντες, τὸν Μηνᾶν τὸν μυρίαθλον, χαίροντες ἐνταῦθα τὸν δρόμον, μαρτυρίου ἠνύσατε, μεθ᾿ οὗ καθικετεύετε ἀεί, Χριστὸν τὸν στεφανώσαντα ὑμᾶς, ὦ Γεράσιμε θεόφρον σὺν τοῖς λοιποῖς, τὴν πόλιν ταύτην φυλάττειν, χαίρετε ἀνακράζουσαν ὑμῖν, ἄνθη ζωῆς εὐωδέστατα, κλέα τῆς Κρητονήσου καὶ στεῤῥοί, αὐτῆς ὑπέρμαχοι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ´. Θείας Πίστεως.
Δῆμος ὤφθητε, τροπαιοφόρος, ἔχων πρόκριτον, δεδοξασμένον, τὸν τῆς Κρήτης ποιμένα Γεράσιμον, ὁμονοοῦντες γὰρ πίστει ἠθλήσατε, καὶ τῶν τυράννων τὸ θράσος ἐλύσατε. Ὅθεν πάντοτε, Χριστῷ τῷ Θεῷ πρεσβεύετε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος α´. Τὸν τάφον σου.
Ὡς φίλους τοῦ Χριστοῦ, καὶ θεράποντας θείους, γεραίρομεν ὑμᾶς, τοὺς ἐν χρόνοις δουλείας, ἀστέρας ἐκλάμψαντας, παμφαεὶς Νεομάρτυρας, Ἐπισκόπων γάρ, καὶ Ἱερέων τὰ πλήθη, σὺν Ἀζύγοις τε, ταῖς ἀλκιφρόνων πορείαις, φωτίζετε ἔκτοτε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχάς τῆς φύσεως.
Τοὺς εὐκλεεῖς συμμάρτυρας, ὡς προσφοράν σοι Κύριε, ἡ τῶν Κρητῶν κληρουχία προσήνεγκεν, ἐν τοῖς ἐσχάτοις ἔτεσιν. Ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, ἐν εἰρήνῃ βαθείᾳ, τὴν Ἐκκλησίαν σου, διὰ τῆς Θεοτόκου, συντήρησον Πολυέλεε.

Κάθισμα
Ἦχος α´. Τὸν τάφον σου.
Μετὰ τὴν α´ Στιχολογίαν.
Χορείαν τὴν σεπτήν, τὸν ὑπέρτιμον δῆμον, τῶν νέων τοῦ Χριστοῦ, καλλινίκων Μαρτύρων, ἐν ὕμνοις γεραίροντες, οἱ πιστοὶ ἐκβοήσωμεν, ἱκετεύετε, ὡς παῤῥησίαν πλουτοῦντες, τὸν φιλάνθρωπον, ἡμῖν διδόναι εἰρήνην, καὶ ἔλεος ἄνωθεν.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μετὰ τὴν β´ Στιχολογίαν.
Λαοῦ προϊστάμενοι, τοῦ ἐν τῇ Κρήτῃ καλῶς, αὐτὸν ἐστηρίξατε, τῷ μαρτυρίῳ ὑμῶν, ἐν χρόνοις κακώσεως. Ὅθεν ὑμᾶς τιμῶμεν, εὐκλεεῖς Ἱεράρχαι, ἅμα τῶν συμμαρτύρων, τῇ ἐνδόξῳ χορεία, αἰτούμενοι ἐν πίστει, ὑμῶν τὴν ἀντίληψιν.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Μετὰ τὸν Πολυέλεον
Ὡς ἐπίσημοι κριοί, σφαγιασθέντες ἀπηνῶς, Ἱεράρχες εὐκλεεῖς, θυσία ζῶσα τῷ Θεῷ, χερσὶ τυράννων προσήχθητε ἐν ἐσχάτοις, καὶ τὴν τῶν Κρητῶν, ἐφοινίξατε, νῆσον τοῖς ὑμῶν, θείοις αἵμασι, καὶ ἐν αὐτοῖς ὀφρὺν τὴν ἐπηρμένην, τῶν δυσμενῶν ἐβυθίσατε. Διὸ ὑψόθεν, ἀθανασίας, ἐκομίσασθε στέφη.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ὑπόδειγμα Μηνᾶν, τὸν μυρίαθλον σχόντες, αὐτοῦ ἐν τῷ ναῷ, μαρτυρίου τὸν δρόμον, στεῤῥῶς ἐτελέσατε, ἐν ἡμέραις τῆς θλίψεως, καὶ ηὐλίσθητε, ἐν ταῖς σκηναῖς τῶν Μαρτύρων, ἱκετεύοντες, ὑπὲρ λαοῦ τοῦ τῆς Κρήτης, ἀεὶ Νεομάρτυρες.

Ὁ Οἶκος
Ἐνισχύσας δυνάμει τῆς χάριτος, τοὺς ἐν Κρήτῃ σεπτοὺς Νεομάρτυρας, τῶν Μαρτύρων αὐτούς τε τῶν προπάλαι, εὐκλεεῖς ὁμοτρόπους ἀνέδειξας, καὶ ἐταπείνωσας τὴν ἔπαρσιν δι᾿ αὐτῶν τῶν τυράννων, Σωτήρ μου ζωοδότα. Ταῖς αὐτῶν οὖν πρεσβείαις, ἐν εἰρήνῃ τελείᾳ, τὴν Ἐκκλησίαν σου, διὰ τῆς Θεοτόκου, συντήρησον Πολυέλεε.

Μεγαλυνάριον
Δεῦτε εὐφημήσωμεν οἱ πιστοί, Ἐπισκόπους θείους, Ἱερέας καὶ Μοναστάς, καὶ σὺν τούτοις πάντας, πιστούς τε ἰδιώτας, τοὺς ἐν ὑστέροις χρόνοις, πίστιν τρανώσαντας.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἐπισκόπων νεοφαής, λαμπὰς μαρτυρίου, Ἱερέων πυρσοφαής, καὶ ἀζύγων χαίροις, πανέντιμος χορεία, τὴν Κρήτην ἡ κοσμοῦσα, χρόαις τοῦ αἵματος.

Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α´. Εὐαγγέλου Ἱερέως.
Τὰ Κρητῶν φιλεόρτων συστήματα, καὶ φιλαγίων χορεῖαι, δεῦτε εὐφημήσωμεν, ἐν ᾠδαῖς πνευματικαῖς τὴν ἔνδοξον μνήμην, τῶν ἡμετέρων Νεομαρτύρων, ἐν οἷς ὡς ἀρετῆς καὶ ἀνδρείας ἀκροθίνια, δεκὰς ἱερομαρτύρων Ἐπισκόπων, Ἱερέων δέσμη ἑπτά τε καὶ δέκα, καὶ πεντὰς τοῦ ἁγιωνύμου ὄρους Μοναστῶν. Οὗτοι γὰρ θυσίαν εὐπρόσδεκτον, τὰ ἑαυτῶν προσφέροντες σώματα, καὶ τὰς ψυχὰς αὐτῶν λευκάναντες ὡς χιόνα, τοῖς οἰκείοις αἵμασι λελουσμένας, τὴν τῶν οὐρανῶν βασιλείαν ἐκληρονόμησαν, πρεσβεύουσι δὲ ἀπαύστως Χριστῷ τῷ Θεῷ, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος β´. Κυρίλλου Ἱερομονάχου.
Δεῦτε ἀγαλλιασώμεθα τῷ Κυρίῳ, ἐν τῇ μνήμῃ σήμερον, τῶν εὐκλεῶν Νεομαρτύρων ὦ φιλέορτοι· δεῦτε εὐφημήσωμεν αὐτούς, διατόρως κραυγάζοντες καὶ λέγοντες· χαίρετε Ἐπισκόπων δεκάς, Ἱερέων τε δῆμος, καὶ Μοναχῶν ἰσαγγέλων σειρά, σὺν προκρίτων καὶ ἰδιωτῶν πλήθει, οἱ ἐν ἐσχάτοις ἀθλήσαντες καιροῖς, καὶ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ τὸ πάθος, ἐν ἑαυτοῖς ἀναζωγραφήσαντες· οἱ τὴν ἐν Κρήτῃ ποίμνην στηρίξαντες, ὑπὲρ αὐτῆς προσκαίρου θανάτου, ὡς καρτερόψυχοι καταφρονήσαντες. Ἀλλ᾿ ὡς χάριν παῤῥησίας πλουτήσαντες, τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι πρεσβεύετε, ἵνα ῥυσθῶμεν συμφορῶν, καὶ πάσης περιστάσεως.

Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος γ´. Εὐαγγέλου Ἱερέως.
Τρισόλβιοι ποιμένες Χριστοῦ, Ἱεροάθλων οἱ πρόκριτοι, μετὰ παῤῥησίας τὸν Χριστὸν ὁμολογήσατε, καὶ μυρίαις βασάνοις ὑπομείναντες, ὡς ἥλιοι λαμπροί, διασχίσαντες σκότια νέφη δουλείας, ταῖς τῶν ὑμετέρων αἱμάτων λαμπηδόσι, τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Κρήτης κατελαμπρύνατε. Διὸ ἐν οὐρανοῖς σὺν Ἀγγέλοις, καὶ τοῖς ἀπ᾿ αἰῶνος Ἁγίοις συναγαλλόμενοι, ὑπὲρ ἡμῶν τοῦ Κυρίου μὴ παύσησθε δεόμενοι, ὡς μαρτυρικῆς εὐκλείας ἀξιωθέντες, δωρηθῆναι τῇ Ἐκκλησίᾳ, ὁμόνοιαν εἰρήνην, καὶ παντὶ τῷ κόσμῳ φωτισμόν, καὶ τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος δ´. Κυρίλλου Ἱερομονάχου.
Δεῦτε σήμερον οἱ πιστοί, ἐν τῷ ναῷ τοῦ κλεινοῦ μεγαλομάρτυρος, Μηνᾶ τοῦ θαυματοβρύτορος προσέλθωμεν, τοὺς ἐν αὐτῷ εὐκλεῶς μαρτυρήσαντας, ἐν ἐγκωμίοις γεραίροντες, Γεράσιμον τὸν Κρήτης πρόεδρον, Ζαχαρίαν Ἰωακείμ, Νεόφυτον καὶ Καλλίνικον, σὺν τοῖς αὐτῶν συναθληταῖς. Οὗτοι γὰρ ἀδελφὰ συμφρονήσαντες, τοῦ μαρτυρίου τὴν ὁδὸν συνεπορεύθησαν, μηδαμῶς δειλιάσαντες, τῶν τυράννων τὸ φρύαγμα· διὸ καὶ ἐν τῷ σφαγιάζεσθαι ἀπηνῶς, ὡς ἐν ἑνὶ στόματι τῷ Κυρίῳ ἔλεγον· γενέσθω δὴ Κύριε ἡ θυσία ἡμῶν, εὐπρόσδεκτος ἐνώπιόν σου, καὶ πρόσδεξαι αὐτὴν εὐμενῶς, ὡς λύτρον ὑπὲρ λαοῦ σου, βαρυαλγοῦντος τῷ τῆς δουλείας ζυγῷ. Ἀλλ᾿ ὦ Νεομάρτυρες ἔνδοξοι, τὰ τῆς Κρήτης αὐχήματα, καὶ τοῦ Γένους ἐρείσματα, ὑπὲρ ἡμῶν δυσωπεῖτε τὸν Θεόν, ἐκ πολεμίων ἐχθρῶν φυλάττειν, καὶ σώζειν ἐν τῇ πίστει ἡμᾶς, ὡς ὄντες πᾶσι συμπαθέστατοι.


Αγία Etheldreda

Βιογραφία
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο της Βρεττανίδας Αγίας Etheldreda (ή Audrey, AEthelthryth).


Όσιος Δανιήλ ὁ ἐν τῷ κάστρῳ τῶν Πατρῶν

Βιογραφία
Στο βίο του Οσίου Νικήτα εκ Θηβών αναφέρεται ότι ήλθε στην Πάτρα και συνάντησε τον Όσιο Δανιήλ τον ἐν Κάστρῳ. Ἔζησε τον ΙΑ\’ αιώνα μ.Χ., καταγόταν από την Πάτρα και ζούσε με μεγάλη άσκηση και πολλή προσευχή. Έλαβε από το Θεό το χάρισμα της φιλοξενίας, όπως ο Αβραάμ, δηλαδή να δέχεται, να φιλοξενεί ανθρώπους και να τους αναπαύει καθοδηγώντας τους πνευματικά.


Όσιος Νικήτας ο Θηβαίος

Βιογραφία
Ο Όσιος Νικήτας ο Θηβαίος ήταν γόνος της Επτάπυλης πόλεως των Θηβαίων. Σε ηλικία δέκα έξι ετών γίνεται μοναχός προσελκύοντας κοντά του και άλλους ασκητές οι οποίοι μαγνητίσθηκαν από την πνευματική φυσιογνωμία του και την ηθική του καθαρότητα. Αξιώθηκε του θαυματουργικού χαρίσματος ενώ ανεπαύθη εν Κυρίω πλήρης ημερών.


Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου του Βλαδιμήρου

Βιογραφία
Η παράδοση αποδίδει την ιστόρηση της ιεράς εικόνος της Παναγίας του Βλαδιμήρου στον Ευαγγελιστή Λουκά, της οποίας αντίγραφο του πρωτοτύπου βρισκόταν στο ναό της Ελεούσας Κωνσταντινουπόλεως, που κτίσθηκε από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Β\’ Κομνηνό (1118 – 1143 μ.Χ.). Η εικόνα μεταφέρθηκε από την Κωνσταντινούπολη στο Κίεβο, περί το 1131 μ.Χ., ως γαμήλιο δώρο στο μεγάλο πρίγκιπα Βλαδίμηρο.

Η εικόνα είναι μία Βρεφοκρατούσα του τύπου της Ελεούσας. Αρχικά την τιμούσαν στη γυναικεία μονή του Βόσγκοροντ. Το 1155 μ.Χ., στους χρόνους του πρίγκιπα Ανδρέα Μπογκολιούμπσκϊυ, την έφεραν στον καθεδρικό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου της πόλεως του Βλαδιμήρου και το 1395 μ.Χ. η εικόνα μεταφέρθηκε στη Μόσχα. Μπροστά της ανακηρύσσονταν οι Πατριάρχες και στέφονταν οι τσάροι. Τον 15ο αιώνα μ.Χ., μετά από διαμαρτυρίες και απαίτηση των κατοίκων του Βλαδιμίρ, που ζητούσαν την εικόνα τους, ο Άγιος Ανδρέας (Ρούμπλιεφ) αγιογράφησε ένα αντίγραφο, το οποίο τοποθέτησε στο Βλαδιμίρ στη θέση του πρωτοτύπου.

Η εικόνα του Βλαδιμήρου τιμάται, επίσης, στις 23 Ιουνίου, για την απελευθέρωση της Μόσχας από την επιδρομή του χάνου Ακμάτ (1480 μ.Χ.) και στις 26 Αυγούστου, για τη σωτηρία του Ρωσικού λαού από την εισβολή του Ταμερλάνου (1395 μ.Χ.).