ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ

Τὸ ἀφήγημα τῆς ἀφήγησης


 
\"\"

Τοῦ Τάκη Θεοδωρόπουλου

Πρὶν ἀπὸ πέντε ἢ ἕξι χρόνια στὴν ἀνθοδέσμη τῶν ὑψηλῶν ἐννοιῶν ποὺ κοσμοῦν τὸν δημόσιο βίο μας ἦρθε νὰ προστεθεῖ καὶ ἡ λέξη «ἀφήγημα». Ἂν δὲν κάνω λάθος ἦταν προσφορὰ τῶν προοδευτικῶν δυνάμεων τοῦ τόπου. Τὸ εἶχαν ἁλιεύσει ἀπὸ τὸ κεφάλαιο τοῦ μεταμοντερνισμοῦ γιὰ τὸν ὁποῖον ἡ πραγματικότητα δὲν ὑπάρχει παρὰ μόνον ὡς ἀφήγημα. Ὅθεν καὶ τοῦ λόγου τὸ ἀληθές: ἡ Ἑλλάδα δὲν χρειαζόταν νὰ παράγει πλοῦτο, τῆς ἔφτανε τὸ ἀφήγημα τοῦ πλούτου καὶ τῆς εὐμάρειας τὸ ὁποῖο, ὅταν ἔφτασε στὸ παταγῶδες τέλος του, ἔπρεπε νὰ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ ἕνα ἄλλο ἀφήγημα τὸ ὁποῖο θὰ συνέχιζε νὰ μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση παραγωγῆς πλούτου.

Γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστημα τὸ ἀφήγημα ζευγάρωσε μὲ τὴν ἄλλη ὑπέροχη λέξη, τὸ «διακύβευμα». Δὲν ὑπῆρχε περίπτωση νὰ ἀκούσεις συζήτηση ἀπὸ ὅπου θὰ ἔλειπε ἡ λέξη «διακύβευμα» – ὅπου καὶ τὸ σωστὸ διακύβευση. Στὶς προχωρημένες μορφὲς σκέψης μιλοῦσαν γιὰ τὸ «διακύβευμα τοῦ ἀφηγήματος», ἢ τὸ «ἀφήγημα τοῦ διακυβεύματος», κι ὅποιος δὲν καταλαβαίνει δὲν ξέρει ποῦ πατᾶ καὶ ποῦ πηγαίνει – τόσο τὸ καλύτερο γι’ αὐτόν.

Ἂν θυμᾶμαι καλὰ ὥς τὸ περασμένο καλοκαίρι ὁ πρωθυπουργὸς ἀναφερόταν στὴν ἀνάγκη δημιουργίας ἑνὸς νέου ἀφηγήματος. Ποιὸ θὰ ἦταν αὐτὸ καὶ ποιὸς Ἡρόδοτος θὰ τὸ δημιουργοῦσε ἦταν ἄγνωστο. Ἐκεῖνο ποὺ ἦταν γνωστό, ἀντιθέτως, ἦταν ὅτι πρὸς τὸ παρόν, ἐλλείψει ἀφηγήματος, ἀρκούμασταν στὶς μάχες γιὰ τὴ μείωση τοῦ ΦΠΑ στὴν ἑστίαση, μέγας ἐθνικὸς στόχος, τὴν παραγωγὴ πρωτογενοῦς πλεονάσματος ἀπὸ τοὺς σαλαμινομάχους τοῦ προϋπολογισμοῦ καὶ ἐννοεῖται, ὢ πάντα ἐννοεῖται, τὴν κάλυψη τῶν προαπαιτουμένων γιὰ τὴν εἴσπραξη τῆς ἑπόμενης δόσης, πάγιο αἴτημα τοῦ ἐθνικοῦ μας ἀφηγήματος. Ὅλα αὐτὰ συνεποσοῦντο στὸ ἀφήγημα τῆς ἀνάπτυξης, ποὺ τὴν ἀκοῦμε καὶ δὲν τὴ βλέπουμε ὅσες φορὲς κι ἂν τὴν ἀφηγηθοῦμε.

Ἂν ἐνοχλεῖ κάτι στὴν κατάχρηση τῆς λέξης «ἀφήγημα» δὲν εἶναι τόσο ἡ ἀπουσία ἐθνικοῦ ἀφηγηματικοῦ ταλέντου. Εἶναι ἡ κενολογία ποὺ χάσκει πίσω ἀπὸ τὶς συλλαβές της, ἕνα εἶδος σοφολογιοτατισμοῦ προσαρμοσμένου σὲ συνθῆκες σκληρῆς καὶ ἀντίξοης πραγματικότητας. Διότι ὁ παππούλης ποὺ περιμένει στὴν οὐρὰ γιὰ νὰ πάρει τὸ χάπι γιὰ τὸ σάκχαρο καὶ ὥσπου νὰ φτάσει νὰ τὸ πάρει τὸ σάκχαρο ἔχει χτυπήσει κόκκινο, ὁ ἄνεργος ποὺ καίει μελαμίνη γιὰ νὰ ζεσταθεῖ, ἢ ὁ ἐργαζόμενος ποὺ πάει κάθε πρωὶ στὴ δουλειὰ του μόνον γιὰ νὰ πληρώνει φόρους, καὶ ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι, ἀκοῦν ἀφήγημα καὶ εἶναι σὰν νὰ μὴν ἀκοῦν τίποτε. Ἀκοῦνε μία παρόλα ποὺ προστίθεται στὶς ὑπόλοιπες τοῦ πολιτικοῦ λόγου, κι ἀκόμη κι ἂν καταλαβαίνουν τί περίπου σημαίνει, τὸ καταλαβαίνουν στὸ περίπου. Ἐνῶ ἂν κάποιος τοὺς μιλοῦσε γιὰ «σχέδιο», τότε θὰ περίμεναν, γιὰ νὰ τὸν κρίνουν, τὴ συνέχεια. Στὴν πραγματικότητα τὸ «ἀφήγημα» εἶναι ἡ μεθαδόνη τοῦ σχεδίου, ἕνα ὑποκατάστατο κατάλληλο γιὰ τὴν ρητορική τῆς ἀνυπαρξίας.

Δὲν ἰσχύει τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὴν ἀφήγηση. Ἡ ἀφήγηση δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι συγκεκριμένη. Ἀκοῦς, ἂς ποῦμε, στὸ ραδιόφωνο ὅτι ὁ Μιχάλης Λιάπης συνελήφθη διότι ὁδηγοῦσε αὐτοκίνητο μὲ πλαστὲς πινακίδες ἐπειδὴ εἶχε καταθέσει τὶς γνήσιες καὶ δὲν δίνεις σημασία. Νομίζεις ὅτι παράκουσες, ἢ ὅτι κι αὐτὸ εἶναι κομμάτι τοῦ πολιτικοῦ ἀφηγήματος, parole parole, ποὺ λέει καὶ τὸ τραγούδι. Κι ὕστερα τὸ ξανακοῦς γιὰ νὰ τὸ ἐμπεδώσεις καὶ σκέφτεσαι τὴ σκληρότητα τῆς κρίσης ποὺ ὁδήγησε ἕναν τέτοιον ἄνθρωπο νὰ συμπεριφέρεται σὰν ἀθίγγανος ποὺ θέλει νὰ πουλήσει καρπούζια γιὰ νὰ ζήσει τὰ παιδιά του. Περιμένεις νὰ ἀκούσεις ἂν στὸ πὸρτ μπαγκὰζ βρῆκαν καὶ λαθραῖα τσιγάρα καὶ ἡσυχάζεις γιατί δὲν ἀκοῦς τίποτε τέτοιο. Αὐτὴ λοιπὸν ἡ σύντομη ἱστοριούλα εἶναι ἀφήγηση, συγκεκριμένη, τόσο ἀνελέητα πραγματική, ποὺ σὲ κάνει νὰ ντρέπεσαι.

Εἶναι ἡ διαφορὰ διακυβεύματος. Τὸ μὲν ἀφήγημα, ἐπειδὴ ὑποκαθιστᾶ τὴν πραγματικότητα, δὲν σὲ κάνει ποτὲ νὰ κοκκινίζεις. Ἡ δὲ ἀφήγηση, ἐπειδὴ δυστυχῶς ἀποδίδει τὴν πραγματικότητα σὲ κάνει νὰ θέλεις νὰ κρυφτεῖς ἀπ’ τὴν ντροπή σου.

Πηγή:Καθημερινή 18-12-2013