Εἶναι δύσκολο νὰ συλλάβει ὁ ἄνθρωπος τὸ νόημα τῆς ἁγιότητας. Στὴ σύγχρονη μάλιστα ἐποχὴ μὲ τὴν τρομακτικὴ σύγχυση τῶν ἰδεῶν καὶ τῶν ἐναλλασσόμενων ἀντιφάσεων, μπορεῖ νὰ εἶναι ἐλάχιστοι ἐκεῖνοι, ποὺ προβληματίζονται πάνω στὴ σημασία τῆς λέξης ἢ τὶς διαστάσεις τοῦ περιεχομένου της.
Ἡ ἁγιότητα γιὰ τοὺς πολλοὺς μένει μία ἀπλησίαστη ἀξία, ποὺ συνδέεται μόνο μὲ τὸν Θεό. Παρ’ ὅλα αὐτὰ ἡ ἁγιότητα εἶναι δεμένη μὲ τὴ ζωή μας, ποὺ κυλᾶ ἀκόμα, κι ἂν δὲ θέλουμε νὰ τὸ πιστέψουμε, μέσα στὸ χῶρο καὶ τὸ χρόνο τῆς Ἐκκλησίας. Ἰδιαίτερα ὡς Χριστιανοὶ, ζοῦμε σὲ μία χρονικὴ διάσταση ποὺ εἶναι προβολὴ τοῦ παρελθόντος καὶ τὸ παρελθὸν ὡς παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζει τὴν ἱστορία, ποὺ γράφτηκε μὲ τὶς θυσίες καὶ τὸ αἷμα τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων. Τὸ γεγονός, μάλιστα, ὅτι ὁ καθένας μας ἔχει βαφτιστεῖ στὸ ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, σημαίνει ἔνταξη σὲ μία πραγματικότητα, ὅπου ὑπάρχουν οἱ δυνατότητες καὶ τὰ μέσα γιὰ τὴν προσέγγιση τῆς ἁγιότητας. Τὸ μόνο ἐμπόδιο εἶναι ἡ ὑπέρβαση τοῦ ἑαυτοῦ μας· ὄχι ἡ ἐκμηδένιση τῆς προσωπικότητας, ὄχι ἡ ἐξαφάνιση τῶν πνευματικῶν ποιοτήτων. Ἡ μοναδικὴ δυσκολία εἶναι ἡ ἀποδέσμευση ἀπὸ τὴν δουλεία τῶν αἰσθήσεων καὶ τῶν ἐνστίκτων καὶ στὴ συνέχεια ἡ χωρὶς περιορισμοὺς καὶ κρατούμενα ἀποδοχὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἅγιοι, ποὺ ἔζησαν στὸ παρελθόν, δὲν εἶχαν διαφορετικὲς δυνάμεις καὶ δυνατότητες ἀπὸ τὶς δικές μας. Οὔτε κι οἱ ἐποχές τους γιὰ τὴν ἁγιότητα ἦταν πιὸ πρόσφορες ἀπὸ τὴ δική μας. Ἔζησαν μέσα στὸν κόσμο, κάτω ἀπὸ τὶς ἴδιες ἠθικὲς καὶ πνευματικὲς συνθῆκες μ’ ἑκατομμύρια συνανθρώπων τους καὶ, φυσικὰ, μὲ ἑκατομμύρια Χριστιανῶν. Ἡ διαφορὰ τους ὅμως ἀπ’ ἐκείνους ἦταν, ὅτι αὐτοὶ ἐναρμόνισαν τὴ ζωή τους μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ δὲ δίστασαν νὰ τὸ ὁμολογήσουν μὲ παρρησία, ὅταν βρέθηκαν σὲ δίλημμα. Τὸ στοιχεῖο αὐτὸ τοῦ ἡρωισμοῦ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀρετὴ τοῦ ἁγίου. Μία ἀρετὴ, ποὺ τοῦ δίνει τὴ δύναμη νὰ βλέπει τὰ πάντα κάτω ἀπὸ τὸ φῶς τῆς αἰωνιότητας καὶ ἀπὸ τὴν προοπτικὴ αὐτὴ νὰ ἀξιολογεῖ τὸν κόσμο, τὶς χαρές, τὶς λάμψεις, τὶς ἐπιδιώξεις ἢ τὶς ματαιότητές του.
Ὁ ἅγιος δὲν προβάλλει τὸν ἑαυτό του. Προβάλλει πάντοτε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ σ’ αὐτὸ προσανατολίζεται καὶ ἐντάσσεται ὁλοκληρωτικὰ μὲ μία ἐκπληκτικὴ ὑπακοή, ποὺ τὸν ἀποδεσμεύει ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν κόσμο. Κι ἐνῶ ζεῖ μέσα στὸν κόσμο μὲ ἀνθρώπινο σχῆμα καὶ προϋποθέσεις ἢ ὑποχρεώσεις, πολιτεύεται ὡς πολίτης τοῦ οὐρανοῦ, ὡς ἀληθινὸς ὑπήκοος τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, ἀποκτᾶ τὴ δυνατότητα νὰ ἀνυψώνεται πάνω ἀπὸ τὴ συμβατικότητα τῆς ζωῆς, πάνω ἀπὸ τὶς ἐφήμερες ἐκδηλώσεις της, πάνω ἀπὸ τὶς φαινομενικές της λαμπρότητες καὶ νὰ προσεγγίζει στὴ σφαῖρα τοῦ πραγματικοῦ, τοῦ τέλειου, τοῦ ἰδανικοῦ, στὴ σφαίρα τῆς ἁγιότητας καὶ τοῦ θείου. Μία τέτοια προσέγγιση σημαίνει πίστη, δύναμη ψυχῆς καὶ θέληση, μπροστὰ στὴν ὁποία εἶναι ἀνίσχυρη κάθε πίεση, κάθε στέρηση, κάθε δέσμευση, κάθε ταπείνωση καὶ κάθε μαρτύριο.
Αὐτὴ τὴν συγκλονιστικὴ πραγματικότητα τὴν βλέπουμε διάχυτη καὶ πλούσια στὴ ζωὴ τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐκεῖ, ὅμως, ποὺ διακρίνεται χαρακτηριστικότερα εἶναι στὴ ζωὴ τῆς Θεοτόκου, ποὺ δὲν εἶναι ἁπλῶς μία ἅγια ἀλλ’ ἡ βασίλισσα τῶν ἁγίων, ἡ Παναγία μας. Σ’ αὐτὴν θ’ ἀναφερθοῦμε εὐλαβικὰ γιὰ ν’ ἀντλήσουμε δυνάμεις ἀπὸ τὴν ἁγιότητά της, ποὺ δυὸ χιλιάδες χρόνια τώρα παραμένει φωτεινὸς δείκτης γιὰ τὸν κάθε πιστό.
Ἡ ἁγιότητα τῆς Παναγίας εἶναι κάτι ἀσύλληπτο γιὰ τὴν ἐποχή μας ἀλλὰ καὶ γιὰ κάθε ἐποχή. Γιὰ ν’ ἀντιληφτοῦμε τὸ μέγεθός της, πρέπει νὰ σκεφτοῦμε τὶς εὐθύνες ποὺ δέχτηκε νὰ ἀναλάβει, δηλώνοντας στὸν ἀρχάγγελο —τότε στὸν εὐαγγελισμὸ— ὅτι ἀποδέχεται τὴν τιμὴ τοῦ Ὑψίστου γιὰ τὴ γέννηση τοῦ Ἰησοῦ.
Σήμερα οἱ κοινωνικὲς συνθῆκες εἶναι πολὺ διαφορετικὲς ἀπὸ τὶς συνθῆκες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Σήμερα, χιλιάδες κοπέλες σ’ ὅλο τὸν κόσμο καυχῶνται μὲ θρασύτητα γιὰ τὸν τίτλο τῆς ἀνύπαντρης μητέρας ποὺ κατέχουν, κι ὁ κοινωνικὸς ἔλεγχος ἢ περιορίζεται μόνον στὸ κύκλο τῶν συγγενῶν τους ἢ εἶναι τελείως ἀνύπαρκτος. Σήμερα, ἡ οἰκογένεια ἔχει μεταβληθεῖ σὲ ἰδιωτικὴ συμβατικότητα καὶ συνήθως οὔτε ἡ πολιτεία, οὔτε ἡ κοινωνία, πολὺ περισσότερο οὔτε ἡ θρησκεία, μποροῦν νὰ ἐλέγξουν τὶς ἐκτροπὲς ἢ τὶς παραμορφώσεις της.
Τότε, ὅμως, τὰ πράγματα ἦταν πολὺ διαφορετικά. Ποιὸς θὰ πίστευε στὰ λόγια τῆς ἁγνῆς παιδούλας, ὅτι ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὴ διάλεξε γιὰ τὴν ἁγιότητά της, γιὰ νὰ γίνει μητέρα τοῦ Μεσσία; Τὸ νὰ φέρει στὸν κόσμο μία ἀνύπαντρη κοπέλα ἕνα παιδὶ ἦταν αὐταπόδεικτο παραστράτημα κι ἡ ποινὴ τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου ἦταν σαφής· πάντοτε λιθοβολισμός. Ἡ οἰκογένεια κλεισμένη στὰ στενὰ παραδοσιακὰ της πλαίσια, ποὺ τῆς ἐπέβαλε ἡ θρησκευτικὴ καὶ ἡ κοινωνικὴ αὐστηρότητα, δὲν μποροῦσε νὰ νοηθεῖ χωρὶς πατέρα. Γι’ αὐτὸ καὶ μόνον, ὁ ἀναλογισμὸς τῆς κοινωνικῆς κατακραυγῆς, τῆς γενικῆς περιφρόνησης καὶ τῶν φοβερῶν ποινῶν τοῦ λιθοβολισμοῦ καὶ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου μετὰ ἀπὸ μία τέτοια διαπίστωση, θὰ μποροῦσε νὰ δημιουργήσει πανικό. Παρ’ ὅλα ὅμως αὐτὰ, ἡ ταπεινὴ κόρη τῆς Ναζαρὲτ δηλώνει τὴν ἀπόλυτη ὑπακοὴ της στὸ Θεὸ κι ἀδιαφορεῖ γιὰ τὶς κοινωνικὲς συνέπειες τοῦ ἐγχειρήματός της.
Αὐτὴ ἡ ὑπακοή, αὐτὴ ἡ πίστη χωρὶς κρατούμενα, αὐτὴ ἡ ἀναντίρρητη ἀποδοχὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, μπροστὰ στὸν κίνδυνο μίας γενικῆς περιφρόνησης κι ἑνὸς πιθανότατα ἐξευτελιστικοῦ θανάτου, δείχνουν μίαν ὑπέροχη ψυχή, ἕναν ἀπαράμιλλο πνευματικὸ κόσμο, μία ἀδαμάντινη προσωπικότητα, μίαν ἀναμφισβήτητη ἁγιότητα. Αὐτὰ φυσικὰ ἦταν καὶ τὰ στοιχεῖα ποὺ προκάλεσαν τὴν εὔνοια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιὰ νὰ γίνει τὸ θαῦμα τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς θέωσης τοῦ ἀνθρώπου. Ἕνα θαῦμα, ποὺ ἀποκαλύπτει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ταυτόχρονα τὴν ἀγάπη, τὴν ταπείνωση, τὴν ὑπακοή, τὴν πίστη καὶ τὴν ἁγιότητα τῆς Παρθένου. Ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς Παναγίας. Βλέπει τὴ θεία εὔνοια καὶ ἀντιπροσφέρει ὅ,τι ἀκριβότερο ἔχει, ὅ,τι πολυτιμότερο διαθέτει. Κι αὐτὰ, ὄχι μὲ βάση τὰ κριτήρια τοῦ κόσμου καὶ τῆς κοινωνίας ἀλλὰ μὲ βάση τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἁγιότητα, λοιπὸν, μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Τὴ συνάντηση αὐτὴ προσδιορίζει πάντα κάτι σταθερὸ καὶ ἀναλλοίωτο, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ νόμος Του. Ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νὰ ἐνταχτεῖ σ’ αὐτὸ τὸ θέλημα, κι ἀκριβῶς ἡ ὅλη του ἐπιτυχὴς προσπάθεια εἶναι αὐτὴ, ποὺ θὰ προσδιορίσει τὸ βαθμὸ τῆς ἁγιότητας. Κατὰ συνέπεια, ἡ ἁγιότητα δὲν εἶναι ἕνα στατικὸ ἀξιολογικὸ μέγεθος, πολὺ περισσότερο δὲν εἶναι μία ἀπλησίαστη πνευματικὴ οὐτοπία. Εἶναι μία κλίμακα ἀρετῆς, ποὺ ἡ ἀντιστοιχία τῆς ἀνταποκρίνεται στὴν πνευματικὴ ποιότητα τοῦ ἀνθρώπου, τὴ στιγμὴ ποὺ ἀγωνίζεται ἡρωικὰ νὰ συμμορφωθεῖ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ,
Ἔτσι, ἡ ἁγιότητα δὲν εἶναι μονοπώλιο ὁρισμένων προικισμένων ἀνθρώπων ἢ κύκλων ἀλλ’ ὁ καθένας μας μπορεῖ νὰ ζήσει στιγμές της, ὅταν ἀγωνιστεῖ νὰ ἀναστείλει ἀτομοκρατικὲς δεσμεύσεις, ποὺ τὸν μεταβάλλουν σὲ ἀνελεύθερη προσωπικότητα, σὲ δοῦλο ἀναγκαιοτητῶν ποὺ γεννᾶ ἡ σάρκα, οἱ αἰσθήσεις καὶ ἡ κοινωνία. Οἱ ὑπερβάσεις τῶν ἀναγκαιοτητῶν αὐτῶν εἶναι ἀναμφισβήτητα στιγμὲς ἁγιότητας, ἐνῶ ἡ δουλικὴ ἀποδοχὴ τους στιγμὲς πτώσης καὶ ἁμαρτίας. Ἡ προοδευτικὴ μείωση τῶν στιγμῶν αὐτῶν σημαίνει πρόοδο στὴν ἁγιότητα καὶ οὐσιαστικὴ προσέγγιση στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἀξία λοιπὸν τῶν ἁγίων βρίσκεται στὸ γεγονὸς, ὅτι μ’ ἕναν πραγματικὰ ἀξιοθαύμαστο ἀγῶνα πέτυχαν νὰ μειώσουν στὸ ἐλάχιστο δυνατὸ τὶς στιγμὲς τῆς πτώσης κι ἔκαναν στὴ ζωὴ τους μονιμότερη τὴν ἁγιότητα. Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ μυστικὸ τῆς ἁγιότητας, ὁ ἐξαγιασμὸς τῶν λεπτομερειῶν τῆς ζωῆς κι ἡ μεταμόρφωσή τους σὲ εὐκαιρίες τελείωσης. Πίσω ἀπὸ τὸ μυστικὸ αὐτὸ κρύβεται, ὄχι μόνον ὁ δρόμος πρὸς τὴν ἁγιότητα ἀλλὰ καὶ κάθε δρόμος πρὸς τὴν ἀρετὴ ἢ τὴν ἔντιμη ἐπιτυχία. Αὐτὸς ὁ δρόμος ποὺ εἶναι ἄνοδος, καὶ πολὺ φυσικὸ νὰ ἔχει κι ὀπισθοχωρήσεις, φωτίζεται πάντοτε ἀπὸ τὴν κορυφὴ καὶ γίνεται στόχος τοῦ ἀνθρώπου. Μόνο τοῦ ἀνθρώπου, γιατί μόνον ὁ ἄνθρωπος εἶναι φτιαγμένος γιὰ ν’ ἀναζητᾶ τὸ τέλειο καὶ τὸ ἰδανικό.
Γιὰ νὰ γίνουν ὅμως ὅλα αὐτὰ, χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος νὰ φύγει ἀπὸ τὰ χαμηλά, νὰ σπάσει τὸ φράγμα τῆς ἀτομικότητας καὶ τοῦ βιολογισμοῦ, ποὺ τὸν κρατᾶ δέσμιο στὶς μορφὲς τὶς ἀναγκαιότητας. Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ προσεγγίσει τὴ σφαῖρα τοῦ πνεύματος γιὰ νὰ μεταβληθεῖ σὲ πρόσωπο καὶ ὡς πρόσωπο ν’ ἀναζητήσει τὴ συνάντηση μὲ τὸν προσωπικὸ Θεό, τὴν προσέγγιση στὴν ἁγιότητα. Κατὰ συνέπεια, ἡ ἁγιότητα συνδέεται μὲ τὰ πρόσωπα κι οἱ ἅγιοι πρῶτα ἀπ’ ὅλα ἦταν πρόσωπα, ἀδιαμφισβήτητες προσωπικότητες.
Προσωπικότητα ἦταν καὶ παραμένει πάντα κι ἡ Παναγία. Μία φωτεινὴ μορφὴ ποὺ στέκει ὡς πρότυπο κόρης, ὡς πρότυπο μητέρας καὶ ὡς πρότυπο ἁγίας. Μία μορφὴ ποὺ μέσα ἀπὸ τοὺς αἰῶνες ἔγινε φάρος στὴ ζωὴ χιλιάδων ἀνθρώπων. Γιατί ἦταν πάντα στήριγμα καὶ καταφυγὴ τοῦ κάθε πονεμένου. Αὐτή της ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν ἀνθρώπινο πόνο τὴν ἔκανε στὴ συνείδηση τῶν πιστῶν Μεγαλόχαρη, Παντάνασσα, Παρηγορήτρα, Γοργοεπήκοο, Λαοδηγήτρια, Θεία Σκέπη. Τὰ θαύματα τῆς ἀγάπης της καθημερινὰ συγκλονίζουν κι ἀποδεικνύουν, μ’ ἕναν ἀξιοθαύμαστο τρόπο, τὴν δύναμη ποὺ τῆς ἔδωσε ἡ ἁγιότητα. Μία δύναμη ἀγάπης ποὺ ἑλκύεται στὴ γῆ καὶ πάλι μὲ τὴν ἁγιότητα, τὴν πίστη, τὴν ταπείνωσή μας.
Ἡ ἐποχή μας στεγνὴ ἀπὸ τὸν ὀρθολογισμὸ ἀναζητᾶ διέξοδο καὶ λύσεις στὰ προβλήματα ποὺ τὴν ἀπασχολοῦν. Τὸ χάος τῶν ἰδεολογιῶν γεννᾶ συνέχεια ἀντιφάσεις, κι αὐτὲς μὲ τὴ σειρὰ τους νέες ἀπειλὲς γιὰ νὰ μεταβάλουν τὴ ζωή μας σὲ ἀπελπισία. Κρίσεις στὶς ἀξίες, κρίσεις στὰ συστήματα, κρίσεις στὶς φιλοσοφίες, κρίσεις στὴν ποιότητα τοῦ ἀνθρώπου. Κι ἀναζητᾶμε τὸ μεγάλο θαῦμα μίας παγκόσμιας εἰρήνης, ποὺ ὅσο πιὸ πολύ μᾶς τὴν ὑπόσχονται, τόσο αὐτή μᾶς ἀποφεύγει.
Ἔχασαν πολλοὶ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν πίστη τους· μέσα στὴν ἀπελπισία τους, διακηρύσσουν πὼς, γιὰ νὰ μὴ γίνεται τίποτε, δὲν ὑπάρχει Θεός. Τραγικὸ τὸ κατάντημα τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, ποὺ θέλει μόνο θαύματα, πάντα θαύματα γιὰ νὰ πιστεύει. Σὰν τὸ μικρὸ παιδὶ, ποὺ ἀγαπᾶ μετὰ ἀπὸ τὴ γεύση τοῦ γλυκοῦ καὶ τὴν ἀπόκτηση αὐτῶν ποὺ θέλει. Τὸ θαῦμα εἶναι ἐκδήλωση ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, μὰ γιὰ νὰ γίνει χρειάζεται μία σπίθα, ἕνα κάλεσμα, μία ζήτηση. Ὅλα αὐτὰ ἀνήκουν στὸν ἄνθρωπο κι ἐκφράζονται μὲ πίστη, μὲ ταπείνωση κι ἁγιότητα. Χωρὶς ταπείνωση καὶ πίστη κι ἁγιότητα, ἄδικα περιμένουμε τὰ θαύματα, κι ἄδικα κυνηγᾶμε τὴν εἰρήνη.
Ἂν θέλουμε λοιπὸν εἰρήνη, ἡσυχία, ὁμαλότητα, εἴτε ὡς ἄνθρωποι εἴτε ἀκόμα καὶ ὡς λαοὶ, πρέπει νὰ βροῦμε αὐτὸ ποὺ προκαλεῖ τὰ θαύματα. Κι εἴπαμε αὐτὸ, πὼς εἶναι ἡ ἁγιότητα. Μέσα της εἶναι ἡ πίστη, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑπομονή, ἡ ἀγάπη, ἡ συγχωρητικότητα, ἡ ἀνοχή, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ ἁγνότητα. Δὲν μᾶς ζητᾶ ὁ Θεὸς μὲ μίας νὰ φθάσουμε στὴν κορυφή, μὲ μίας νὰ τ’ ἀποκτήσουμε ὅλα αὐτὰ γιὰ νὰ σωθοῦμε. Ζητᾶ ν’ ἀρχίσουμε σιγά- σιγὰ καὶ ν’ ἁγιάζουμε τὶς λεπτομέρειες τῆς ζωῆς. Ἔτσι θ’ ἀλλάξει ὁ κόσμος, γιατί τότε ἡ ἁγιότητα θὰ προκαλέσει τὸ μεγάλο θαῦμα. Τὸ βεβαιώνει ἡ Μεγαλόχαρη, ποὺ πάντα ἀπάντησε στὴν ἁγιότητα τῶν Χριστιανῶν μὲ θαῦμα.